Στο βιβλίο του The Dead Zone, o Στίβεν Κινγκ περιγράφει την ζωή του Τζόνι, που ξυπνώντας μετά από ένα κώμα, μαθαίνει ότι ένα κομμάτι του εγκεφάλου του έχει μετατραπεί σε «νεκρή ζώνη». Άλλα όμως μέρη του εγκεφάλου του υπερλειτουργούν κι ο Τζόνι πλέον μπορεί να προβλέψει το μέλλον απλά αγγίζοντας κάποιον ή κάτι. Ταυτόχρονα, ο Γκρεγκ Στίλσον είναι ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας και δήμαρχος του Ρίτζγουέι που απειλεί να σκοτώσει όσους τον απειλούν. Εκβιάζοντας έναν επιχειρηματία, κερδίζει μια θέση στην Βουλή των Αντιπροσώπων. Όταν ο Τζόνι γνωρίζει τον Στίλσον, αμέσως βλέπει ένα όραμα, ενός γηραιότερου Στίλσον, που Πρόεδρος των ΗΠΑ πια, απειλεί με μια πυρηνική έκρηξη όλη τον πλανήτη. Ο Τζόνι θα μπορούσε να σκοτώσει τον Στίλσον και να σώσει τον πλανήτη μια ώρα αρχύτερα, αλλά αμφιβάλει για το όραμά του και τον αφήνει να ζήσει.
Διαβάζοντας τα παραπάνω, κάποιος εύκολα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο Στίλσον είναι κοινωνιοπαθής. Έχει έλλειψη ενσυναίσθησης, είναι ναρκισσιστής, δεν τον ενδιαφέρει καθόλου αν θα πατήσει επί πτωμάτων για να φτάσει εκεί που θέλει, κι άσχετα αν πρόκειται για όραμα του Τζόνι ή όχι, είναι επικίνδυνος για τον κόσμο. Και με μεγάλη ευκολία μάλλον δίπλα σε αυτή την περιγραφή, θα μπορούσε ο καθένας να βάλει έναν πολιτικό της δυσαρεσκείας του. Το βιβλίο, που εκδόθηκε το 1979, θεωρήθηκε επίκαιρο όσο ποτέ στην Αμερική, προβλέποντας τρόπο τινά την άνοδο του Τραμπ στην εξουσία. Και για τον Τραμπ δεν έχουν ακουστεί και λίγοι επιθετικοί προσδιορισμοί…
Το ερώτημα είναι: με την άνοδο όλο και περισσότερων λαϊκιστών-δημαγωγών στην εξουσία, είναι η ψυχική υγεία αυτών που μας κυβερνάνε η κατάλληλη για θέσεις εξουσίας;
Αν κάποιος πατήσει στη μηχανή αναζήτησης του Google, τις λέξεις Obama και psychopath μαζί, θα καταλήξει σε 1.400.000 αποτελέσματα σε 0,47 δευτερόλεπτα. Για τον Trump, 1.740.000 σε 0,44 δευτερόλεπτα, για την νεοεκλεχθείσα Μελόνι μόλις 153.000 σε 0,49 δεύτερα, αλλά τα αποτελέσματα δεν είναι αναγκαία σχόλια ψηφοφόρων ή πολιτών, είναι αναλύσεις και άρθρα στην πλειοψηφία των περιπτώσεων.
Κατ’ αρχάς θα πρέπει να δούμε τα χαρακτηριστικά του όρου «κοινωνιοπάθεια». Ψυχοπαθής είναι κάποιος βίαια κοινωνιοπαθής, κάποιος που μπορεί να πάρει την ζωή ενός ανθρώπου χωρίς να νιώσει τύψεις. Κι επειδή, θέλουμε να πιστεύουμε ότι όσοι ζουν ανάμεσά μας έχουν συνείδηση, αργούμε να καταλάβουμε ότι η μόνη διαφορά μεταξύ κοινωνιοπαθών και ψυχοπαθών είναι ακριβώς αυτή: η χρήση της βίας. Επομένως οι κοινωνιοπαθείς είναι εξίσου επικίνδυνοι για την κοινωνία. Βασικά χαρακτηριστικά τους είναι αυτό που οι ψυχίατροι αποκαλούν αποκλίνουσα κοινωνική συμπεριφορά, δηλαδή η έλλειψη αίσθησης σωστού και λάθους· βασικά, δεν τους ενδιαφέρουν τα δικαιώματα, οι ανάγκες ή τα συναισθήματα των άλλων, απλά βάζουν μπροστά τα δικά τους θέλω. Είναι ιδιαίτερα ικανοί στο να χειραγωγούν τους άλλους. Έχουν την ικανότητα να αντιλαμβάνονται ποιοι είναι οι «ψυχικά αδύναμοι» και τους εκμεταλλεύονται μέσω των αδυναμιών τους. Είναι ικανοί ρήτορες και χρησιμοποιούν την γοητεία τους για να πετύχουν τους σκοπούς τους. Έχουν έλλειψη ενσυναίσθησης και συνείδησης: δηλαδή έλλειψη υποχρέωσης και ηθικού καθήκοντος. Δεν λέμε ότι ένας κοινωνιοπαθής δεν αναγνωρίζει το καλό και το κακό. Τα ξέρει πάρα πολύ καλά, αλλά δεν αφήνει αυτή την διάκριση να επηρεάσει την δική του συμπεριφορά. Είναι ευφυείς. Συχνά δε, είναι ιδιαίτερα εύγλωττοι και με μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους. Δεν είναι σπάνιο να έχουν τίτλους σπουδών χωρίς να έχουν κοπιάσει και ιδιαίτερα γι’ αυτούς μάλιστα και θα χρησιμοποιήσουν αυτά τα «προσόντα» για να χειραγωγήσουν ακόμη περισσότερο και για να πληγώσουν τους άλλους. Οι κοινωνιοπαθείς είναι εγωκεντρικοί και ψεύτες. Με μεγάλη ευκολία μάλιστα, αν και σε αυτό μάλλον τους βοηθά και η ευφυία τους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πιάνονται στα πράσα. Χρησιμοποιούν τα μάτια τους και την φωνή τους για να επηρεάσουν τους γύρω τους. Κυρίως όμως, αυτό που τους κάνει επικίνδυνους είναι η παντελής έλλειψη τύψεων. Γιατί αυτό που ξεχωρίζει εμάς, τους «ψυχικά αδύναμους» από τους κοινωνιοπαθείς είναι το ότι αν κάνουμε κάτι κακό ή λάθος, μέσω της συνείδησής μας θα έχουμε τύψεις.
Επομένως καλό είναι να αναρωτηθούμε, με βάση την παραπάνω περιγραφή, μπορεί ένας άνθρωπος με αποκλίνουσα συμπεριφορά να φτάσει τόσο ψηλά, σε σημείο που να καταλάβει θέση εξουσίας; Η απάντηση είναι ναι, όσο ενοχλητική κι αν είναι και μην πείτε ότι με βάση την παραπάνω περιγραφή δεν σας ήρθε έστω κι ένας πολιτικός στο μυαλό…και μην ξεχνάτε: οι κοινωνιοπαθείς δεν είναι ψυχοπαθείς ή ψυχωτικοί. Αντιθέτως, δύο βασικά στοιχεία τους είναι ότι είναι ψυχροί υπολογιστές και χρησιμοποιούν την γοητεία τους.
Αναμφίβολα, κάποιοι πολιτικοί ηγέτες χωρούν πιο εύκολα στην περιγραφή του πετυχημένου κοινωνιοπαθούς, πχ. ο Χίτλερ, που κάποιοι αναντίρρητα θα κατέτασσαν στην πρώτη θέση του τρελού. Σκεφτείτε όμως, ότι ακόμη κι ο Χίτλερ που ορισμένοι θα ονόμαζαν και ψυχάκια, είχε την υποστήριξη του λαού του (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρχαν και φωτεινές εξαιρέσεις). Όμως στην κανονική ζωή, υπάρχουν ανάμεσά μας πολιτικοί που φορούν αυτή τη «μάσκα» σε μια πιο αποδεκτή ή ελαφριά βερσιόν;
Στο βιβλίο του The Mask of Sanity (η Μάσκα της Λογικής), ο ερευνητής Herney Cleckley υποστηρίζει ότι άτομα με τα κύρια χαρακτηριστικά της κοινωνιοπάθειας – εγωκεντρισμό, έλλειψη τύψεων, επιφανειακή γοητεία – βρίσκονται σε κάθε επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής. Ο Robert Hare, ο ειδικός της κοινωνιοπάθειας που ανέπτυξε το τεστ για την διάγνωση της νόσου, σημειώνει ότι είναι κυρίως οι κοινωνιοπαθείς που έχουν ανάγκη για αναγνώριση και εξουσία, κάνοντας την πολιτική ένα πεδίο δόξης λαμπρό για να αναδείξουν τα χαρακτηριστικά τους.
O Paul Brok, κλινικός νευροψυχολόγος, έκανε το 2003 ένα ταξίδι στο μυαλό του Tony Blair, για να καταλήξει ότι μάλλον ανήκει σε αυτήν την κατηγορία. Συγκεκριμένα έγραψε ότι «…σύμφωνα με τον Σοπενχάουερ, το πρόσωπο ενός ατόμου περισσότερο από την γλώσσα του, είναι το μονόγραμμα όλων των σκέψεων και φιλοδοξιών του. Το πρόσωπο του Μπλερ ακτινοβολεί την ανάγκη για σύνδεση και συνεργασία. Η έκκλησή του για εμπιστοσύνη έχει σκάψει το περίγραμμα του. Σε αυτό, είναι αρκετά διαφορετικός από τους προκατόχους του. Η φυσιογνωμία της Μάργκαρετ Θάτσερ μπορεί να είχε σμιλευτεί από πάγο. Δεν ήθελε να την αγαπούν. Δεν ήταν καν σεβασμός που ήθελε. Ήταν υπακοή. Σπάνια έβλεπες αληθινά σημάδια ενσυναίσθησης. Το εκφραστικό εύρος του δημόσιου προσώπου της δεν ξεπερνούσε πολύ τον θυμό και την περιφρόνηση. Ως νευροψυχολόγος με φυσική τάση να διαβάζω την βιολογία, φαντάζομαι ότι τα αμυγδαλοειδή και τα ουραία κυκλώματα του εγκεφάλου της, που οδηγούν αυτά τα συναισθήματα, πρέπει να ήταν κοντά στην κατάρρευση. Ακόμη και μαχαιριές με χιούμορ δόθηκαν σε τόνο προειδοποίησης. Επιτέλους, η Σιδηρά Κυρία ράγισε και είδαμε δάκρυα, αλλά μόνο με τα μαχαίρια στην πλάτη της… Ποια είναι λοιπόν η παθολογία του Μπλερ; Μερικοί από τους συναδέλφους μου (και κάποιοι από τους δικούς του) διαγιγνώσκουν ναρκισσισμό. Άλλοι βλέπουν αυταπάτες μεγαλείου. Υπάρχουν όμως και άλλες δυνατότητες. Πρώτες μέρες, αλλά ας υποθέσουμε ότι αποδεικνύεται ότι το Ιράκ δεν είχε όπλα μαζικής καταστροφής. Ας υποθέσουμε ότι ο πρωθυπουργός της Βρετανίας συμμετείχε, πράγματι, στην αύξηση των αδύναμων αποδεικτικών στοιχείων για τέτοια όπλα, προκειμένου να μας κρατήσει σε μια προκαθορισμένη πορεία πολέμου. Φανταστείτε, με άλλα λόγια, να έχει ξαπλώσει μέσα από τα χαμογελαστά δόντια του. Βάλτε το σε σχέση με το συναδελφικό προσωπικό του στυλ και το προφίλ που αναδύεται είναι αυτό του εύλογου ψυχοπαθή, γοητευτικού, έξυπνου, συναισθηματικά χειριστικού, αδίστακτα φιλόδοξου και αυτοεξυπηρετούμενου. Οι εύλογοι ψυχοπαθείς είναι επιδέξιοι στα κόλπα της γνωστικής ενσυναίσθησης (το ψύχραιμο, υπολογιστικό είδος ανάγνωσης του νου) αλλά δεν έχουν τη συναισθηματική ποικιλία λόγω, κατά μια θεωρία, των υπολειτουργικών συναισθηματικών κέντρων στους κροταφικούς λοβούς». Βέβαια, το γεγονός και μόνο ότι χρησιμοποιώντας ψέματα ο Τόνι Μπλερ συμμετείχε σε έναν πόλεμο που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο χιλιάδων αθώων ανθρώπων, πρέπει να μας κάνει να αμφιβάλλουμε για την διανοητική του κατάσταση.
Εδώ ο Paul Brok τονίζει όμως κάτι που κι ο Πυθαγόρας ισχυριζόταν: ότι η ποιότητα, ή η ηθική ενός ανθρώπου φαίνεται στις αυθόρμητες αντιδράσεις του. Και μια από αυτές είναι το γέλιο. Και όντως, ένα αυθόρμητο γέλιο μπορεί να μας κάνει να παγώσουμε ή να αισθανθούμε ζεστά, είναι δείκτης διαστροφής ή ηθικής, όπως και η έκφραση των ματιών.
O Doug Casey, Αμερικανός συγγραφέας, κερδοσκόπος και ιδρυτής του Casey Research, έγραψε σε άρθρο του ότι «Είναι χρόνιοι, εξαιρετικά πειστικοί, ακόμη και ενθουσιώδεις ψεύτες, που συχνά πιστεύουν τα δικά τους ψέματα. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι εύκολο να εντοπιστούν, επειδή οι κανονικοί άνθρωποι υποθέτουν φυσικά ότι άλλο άτομο λέει την αλήθεια. Αντίθετα, καλλιεργούν έναν κοινωνικό καπλαμά ή μια μάσκα λογικής που εκτρέπει την υποψία. Μπορείτε να βασιστείτε σε αυτούς για να είναι «πολιτικά ορθοί» δημόσια. Πώς θα μπορούσε ένας βουλευτής ή γερουσιαστής που υποστηρίζει ένθερμα φιλανθρωπικές οργανώσεις να είναι ενδεχομένως κακός; Πώς θα μπορούσε κάποιος που ισχυρίζεται ότι θέλει απλώς οι ΗΠΑ να υπερασπιστούν κάποια ξένη μειονότητα, ενδεχομένως να είναι πολεμοχαρής; Είναι ειδικοί στη χρήση προσόψεων για να συγκαλύψουν την πραγματικότητα και δεν αισθάνονται ενοχές γι’ αυτό. Οι πολιτικές ελίτ αποτελούνται κυρίως, και μερικές φορές αποκλειστικά, από κοινωνιοπαθείς. Δεν είναι μόνο ότι δεν είναι κανονικοί άνθρωποι. Δεν είναι καν άνθρωποι, ένα ξεχωριστό υποείδος, που διαφοροποιείται από τις ψυχολογικές τους ιδιότητες. Ένας κανονικός άνθρωπος μπορεί να ζευγαρώσει μαζί τους πνευματικά και ψυχολογικά περίπου τόσο γόνιμα όσο ένας σύγχρονος άνθρωπος θα μπορούσε να ζευγαρώσει σωματικά με έναν Νεάντερταλ. μπορεί να γίνει, αλλά τα αποτελέσματα θα είναι προβληματικά».
Ναι, η εξουσία περιέχει την αλαζονεία, την απληστία, την έλλειψη κατανόησης, το ψέμα και την χειραγώγηση. Αν υποθέσουμε λοιπόν ότι πολλοί από αυτούς που καταλαμβάνουν θέσεις εξουσίας έχουν όντως ψυχολογικά προβλήματα, τί είναι αυτό που οδηγεί εμάς, τους υγιείς ή «ψυχικά χειραγωγήσιμους» στο να τους εκλέγουμε; Γιατί, οι Ιταλοί για παράδειγμα επέλεξαν να ψηφίσουν ένα θυμωμένο κορίτσι με φασιστικό παρελθόν που μίλαγε χωρίς καμία ενσυναίσθηση για «ανθρώπους σε βάρκες» για πρωθυπουργό τους; Έχει να κάνει μόνο με την απλή ρητορική του «θα δείξω εγώ σε αυτούς στις Βρυξέλλες!»;
Ας μη ξεχνάμε ότι οι κοινωνιοπαθείς είναι άτομα που θέλουν να κερδίζουν και να ηγούνται (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλοι όσοι είναι μέσα στην πολιτική είναι αυτόματα κοινωνιοπαθείς). Αυτό τους κάνει αυτομάτως συμπαθείς στους ψηφοφόρους που νιώθουν ότι θέλουν να θαυμάζουν κάποιον που νικά. (Στο σημείο αυτό θα ήθελα να συμπληρώσω ότι η ρητορική των ΜΜΕ την τελευταία τριετία μιλά μόνο για νίκες της κυβέρνησης, όταν ταυτόχρονα η καθημερινότητα γίνεται όλο και πιο δυστοπική για τους πολίτες…). Τα ΜΜΕ παράλληλα για να πετύχουν τους ψυχαγωγικούς σκοπούς τους παρουσιάζουν επανειλημμένως τα ίδια άτομα που ξεχωρίζουν για την ρητορική τους (σας θυμίζει κάποιον;). Όμως μέχρι να φανεί το πραγματικό πρόσωπο, η ζημιά έχει ήδη γίνει. Σε αυτό παίζουν μεγάλο ρόλο τα μίντια. Παλιά, που τα σόσιαλ μίντια δεν υπήρχαν και τα μόνα μέσα ήταν έντυπα, οι διαπροσωπικές σχέσεις των υποψηφίων έπαιζαν μεγάλο ρόλο και οι ταχύτητες για να παρατηρήσουν οι ψηφοφόροι τους υποψήφιους ήταν αργές. Πλέον με την τηλεόραση και τα σόσιαλ μίντια είναι εύκολο για τους υποψήφιους να βρουν κοινό, πολλές φορές με ρητορική μίσους, φόβου, χάους και συγκρούσεων. Και είναι μάλλον αυτή η ρητορική που τους κάνει και δημοφιλείς. Όπως στα αστυνομικά βιβλία η όλη πλοκή περιστρέφεται γύρω από έναν κακό ήρωα που ο καλός προσπαθεί να πιάσει, έτσι και οι πολιτικοί δημιουργούν κλίμα φόβου για κάποιον ή κάποιους που έχουν παρουσιαστεί μέσα από μια κρίση και θέλουν να μας κάνουν κακό, ενώ εκείνοι κοιτάνε να μας σώσουν.
Ίσως, στις επόμενες εκλογές, αντί να ψηφίσουμε με βάση μόνο τα λόγια, τα προγράμματα ή τις ιδεολογίες, να αφήσουμε τον εαυτό μας ελεύθερο να χρησιμοποιήσει και τα ένστικτά του, κοιτώντας στα μάτια και ακούγοντας το γέλιο των υποψηφίων. Και ποιος ξέρει, ίσως έτσι να εκλέξουμε πιο σοφά.
Ίσως…