Μπορείτε να φανταστείτε ποιο είναι το πιο θανατηφόρο ζώο στον πλανήτη?
Ναι, οκ δεν ξεκινήσαμε καλά για τελευταίο κείμενο της χρονιάς αλλά κάπου θα οδηγήσει όλο αυτό πιστέψτε με.
Το πιο θανατηφόρο ζώο στον πλανήτη, περισσότερο και από τον άνθρωπο, είναι το κουνούπι. Μάλιστα τα κουνούπια είναι υπεύθυνα για περισσότερους από ένα εκατομμύριο θανάτους κάθε χρόνο.
Ποιο είναι το ζώο που οι περισσότεροι από εμάς φοβούνται?
Και όχι απλά φοβούνται. Κάποιοι σχεδόν παραλύουν μπροστά του.
Δεν είναι ούτε το λιοντάρι, ούτε ο καρχαρίας, ούτε η αρκούδα, ούτε τα φίδια, ούτε ο κροκόδειλος, παρόλο που ορισμένα από αυτά τα ζώα είναι στο Τοπ-10 των πιο θανατηφόρων ζώων του πλανήτη.
Το ζώο που οι περισσότεροι από εμάς τρέμουμε μπροστά του, χωρίς φαινομενικά κανένα λόγο, μιας και παρόλο που είναι φορέας μικροβίων και ακαθαρσιών δεν είναι άμεσα θανατηφόρο για τον άνθρωπο, είναι η κατσαρίδα.
Οι κατσαρίδες υπάρχουν στον πλανήτη για περισσότερα από 300 εκατομμύρια χρόνια. Είναι πολύ ανθεκτικές σε διάφορα κλίματα, μπορούν να μείνουν χωρίς τροφή για πολλές μέρες και αναπαράγονται πολύ εύκολα και γρήγορα. Από τα 4500 είδη που υπάρχουν, περίπου τριάντα σχετίζονται με τους ανθρώπους και ζουν κοντά τους. Αυτά τα είδη μπορούν να μεταφέρουν μικρόβια, μπορούν να προκαλέσουν αλλεργίες, αλλά κανένα από αυτά δεν είναι απευθείας επικίνδυνο, πόσω μάλλον θανατηφόρο για τον άνθρωπο.
Τότε γιατί τις φοβόμαστε?
Οι κατσαρίδες έχουν αναπτύξει ιδιότητες απέναντι στις οποίες είμαστε ρυθμισμένοι να αισθανόμαστε απέχθεια. Ο τρόπος και η ταχύτητα που κινούνται· είναι από τα πιο γρήγορα χερσαία πλάσματα συγκριτικά με το μέγεθός του, η κολλώδης υφή τους που οφείλεται σε ένα είδος κεριού με το οποίο είναι καλυμμένες, οι εκκρίσεις που αφήνουν όταν πεθαίνουν που οφείλονται στην αποθήκευση νιτρικών ενώσεων, όλα αυτά μας στέλνουν σαν είδος ένα μήνυμα: κίνδυνος.
Όλα αυτά βέβαια για τις κατσαρίδες είναι μηχανισμοί επιβίωσης. Η ταχύτητα τις προστατεύει από τους θηρευτές, το κερί που τις καλύπτει τις βοηθάει να μην αποβάλλουν νερό, τις νιτρικές ενώσεις που αποθηκεύουν τις ανακυκλώνουν στο λίπος τους. Αλλά σε εμάς δημιουργούν απέχθεια. Ίσως αυτό λέει κάτι για το ποιος είναι ο θηρευτής και ποιο το θήραμα ανάμεσά μας?
Η αλήθεια είναι πως εγώ προσωπικά δεν έχω δεχτεί ποτέ επίθεση από κατσαρίδα. Ναι, με έχει περπατήσει κατσαρίδα και μάλιστα στον ύπνο μου, αλλά δεν μου επιτέθηκε. Σε αντίθεση με τα κουνούπια του Έβρου.
Μήπως οι κατσαρίδες μας αποστρέφονται όσο κι εμείς?
Μήπως μας αποφεύγουν?
Μήπως θέλουν να μας κρατήσουν μακριά τους γιατί μας φοβούνται?
Μήπως είναι τόσο έξυπνες που έχουν καταλάβει τι πανούκλα είμαστε για τον πλανήτη?
Οι κατσαρίδες είναι από τα πιο αρχέγονα πλάσματα που υπάρχουν στον πλανήτη σήμερα. Έχουν να φανταστείτε κανονικά σαγόνια, δεν έχουν ανώτερα εξελικτικά στοιχεία όπως προβοσκίδα που έχουν άλλα έντομα.
Έξυπνες δεν ξέρω αν είναι, αλλά για παρέα δεν μας θέλουν σίγουρα.
Όταν ο Γκρέγκορ Σάμσα ξύπνησε ένα πρωί από ανήσυχα όνειρα, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σε πελώρια κατσαρίδα.
Αυτή είναι μια από τις πιο διάσημες εισαγωγές στην ιστορία της λογοτεχνίας. Είναι φυσικά από τη Μεταμόρφωση ένα από τα πιο γνωστά έργα του Φραντς Κάφκα.
Ο Κάφκα έγραψε την Μεταμόρφωση το 1915. Σίγουρα δεν είχε πρόσβαση στις σύγχρονες μελέτες σχετικά με τις κατσαρίδες και τη συμπεριφορά τους, σίγουρα όμως θα είχε παρατηρήσει τη συμβίωση αυτών των περίεργων όντων με τους ανθρώπους και τον πανικό που η θέασή τους φέρνει στον κόσμο.
Είναι ξεκάθαρο ήδη από την πρώτη πρόταση πως η Μεταμόρφωση είναι μια αλληγορία. Μια αλληγορία όμως για ποιο πράγμα?
Ο Γκρέγκορ ζει με τους γονείς του και την μικρότερη αδερφή του. Μέχρι το πρωινό που ξύπνησε με έξι πόδια αντί για δύο, ήταν ο κουβαλητής της οικογένειας. Αυτός δούλευε και φρόντιζε την οικογένειά του. Οι γονείς του και η αδερφή του για διάφορους λόγους, άλλους αληθινούς, άλλους ίσως προσχηματικούς δεν δουλεύουν. Από την ημέρα που ο Γκρέγκορ ξυπνάει μεταμορφωμένος όλα αλλάζουν. Η οικογένειά του τον αντιμετωπίζει με μια περιέργεια, ανάμικτη με σιχασιά και οίκτο. Μέσα όμως από την ανημπόρια του Γκρέγκορ οι υπόλοιποι αφυπνίζονται, βρίσκουν δουλειές, νοικιάζουν κάποιο δωμάτιο του σπιτιού τους, σιγά σιγά τον ξεχνάνε και τον θάβουν κάτω από τα παλιά έπιπλα, νεκροζώντανο στο δωμάτιό του.
Σκεφτόμενος και το προηγούμενο βιβλίο του Κάφκα που διάβασα πριν από λίγο καιρό, το Γράμμα στον πατέρα, σκεφτόμουν ότι και εδώ ο Κάφκα θίγει το θέμα των σχέσεων ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας. Ο Γκρέγκορ Σάμσα είναι ο ίδιος ο Κάφκα· τα μικρά τους ονόματα αρχίζουν από συνεχόμενα γράμματα στο λατινικό αλφάβητο και τα επίθετά τους μοιάζουν στη δομή τους. Ο Γκρέγκορ είναι το άλτερ έγκο του Κάφκα, και η οικογένειά του είναι η οικογένεια του Κάφκα.
Θα μου πείτε ότι μπορεί να μην θέλει πολύ μυαλό το ότι το βιβλίο είναι μια αλληγορία ή ότι ο Γκρέγκορ είναι κατά βάση ο ίδιος ο Κάφκα, ή ότι το θέμα του βιβλίου τελικά είναι η οικογένεια, άλλωστε ένα τεράστιο κομμάτι της λογοτεχνίας εκκινεί από τις προβληματικές σχέσεις ανάμεσα στα παιδιά και τους γονείς τους, ανάμεσα σε δυο διαφορετικές γενιές που η καθεμία έχει ανάγκη την άλλη, με διαφορετικούς τρόπους βέβαια, αλλά και που η καθεμία αισθάνεται ένα είδος αποστροφής για την άλλη.
Φτάσαμε στον πυρήνα λοιπόν.
Η κάθε γενιά, η κάθε εποχή αποστρέφεται την προηγούμενη. Λογικό εν μέρει. Ο κόσμος προοδεύει και η κάθε επόμενη γενιά δεν θέλει να μοιάζει με την προηγούμενη. Την επόμενη όμως γιατί την αποστρέφεται? Γιατί να αποστρεφόμαστε τα παιδιά μας?
Ίσως γιατί μας θυμίζουν τους εαυτούς μας. Ίσως γιατί βλέπουμε στα πρόσωπά τους τις δικές μας ματαιώσεις. Ίσως γιατί εμείς γερνάμε κι αυτά ανθίζουν. Εμείς θα πεθάνουμε και αυτά θα ζήσουν. Κατά βάθος και σε πολλά επίπεδα ζηλεύουμε. Και η ζήλια είναι ένα πολύ ύπουλο συναίσθημα που σε τρώει από μέσα και βασίζεται τις περισσότερες φορές σε παραλογισμούς. Όπως ο ανεξήγητος φόβος μας για τις κατσαρίδες.
Ο Κάφκα επέλεξε να χρησιμοποιήσει στην αλληγορία του την κατσαρίδα. Το έκανε εσκεμμένα? Με την έννοια ότι είχε παρατηρήσει αυτή την απέχθεια που προκαλούν οι κατσαρίδες, και όχι μόνο την είχε παρατηρήσει αλλά την είχε τοποθετήσει στο πλαίσιο του σχεδόν απόλυτου παραλογισμού? Πόνταρε στο ότι και μόνο η αναφορά της κατσαρίδας θα προκαλούσε αποστροφή στους αναγνώστες του? Το έκανε για να προκαλέσει, να κάνει ντόρο? Δεν νομίζω. Νομίζω ότι το έκανε εντελώς στοχευμένα. Νομίζω ότι ήθελε να κάνει αυτό ακριβώς το σχόλιο, ότι οι γονείς αποστρέφονται κατά βάθος τα παιδιά τους και ότι όσο εξελίσσεται η κοινωνία μας και ο πολιτισμός μας αυτό το φαινόμενο εντείνεται. Οι ενοχές είναι ένας πολύ αποτελεσματικός μηχανισμός παραγωγής αυτής της αποστροφής. Οι ενοχές που έχουμε φορτωθεί από τους γονείς μας και που μεταφέρουμε στα παιδιά μας. Ένας φαύλος κύκλος στην ουσία. Μια ανατροφοδότηση συγκεκαλυμμένου μίσους. Πίσω από το πέπλο της αγάπης, η οποία εν πολλοίς είναι κοινωνικό κατασκεύασμα. Σκεφτείτε πόσο κριτικά βλέπουμε έναν γονιό που δεν ασχολείται ή δεν φροντίζει τα παιδιά του με βάση τα κοινωνικά στάνταρ της εκάστοτε περιοχής ή εποχής.
Αν διάβαζα την Μεταμόρφωση πριν από δέκα ή πριν από είκοσι χρόνια ίσως να είχα καταλάβει τελείως διαφορετικά πράγματα. Ίσως να μην είχα καταλάβει και τίποτα. Έχοντας πατήσει τα 40 και έχοντας γίνει μπαμπάς, δυο φορές, βλέπω προφανώς τα πάντα διαφορετικά. Δεν ξέρω αν ο Κάφκα ένιωθε όντως αυτή την αποστροφή από μέρους των γονιών του, τουλάχιστον από τον πατέρα του. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν είχανε καλές σχέσεις όπως φαίνεται και στο Γράμμα στον πατέρα. Ούτε έκατσα να διαβάσω κάποια ανάλυση για τη Μεταμόρφωση, ότι σκέφτηκα το σκέφτηκα τελείως αντανακλαστικά ψάχνοντας να βρω πληροφορίες για τις κατσαρίδες και κάνοντας συνεχώς καινούριους συνειρμούς προχωρώντας το ψάξιμο.
Βλέπουμε άραγε στα βιβλία αυτό που θέλουμε?
Και όχι μόνο στα βιβλία, παντού στη ζωή μας, τα πάντα είναι καθρέφτες που καθρεφτίζουν την πραγματικότητα όπως θέλουμε να τη βλέπουμε? Σίγουρα η οπτική μας για τον κόσμο πλάθει και την εικόνα του για μας. Αλλά σε ποιο βαθμό?
Και μήπως τελικά ακόμα και αν συμβαίνει αυτό με τα βιβλία ή τελοσπάντων με κάποια βιβλία, μήπως τελικά αυτό ξεχωρίζει ένα καλό βιβλίο από ένα μέτριο βιβλίο? Και ένα μεγάλο βιβλίο από ένα καλό βιβλίο?
Μήπως τελικά η μεγάλη τέχνη είναι ένας καθρέφτης όπου ο καθένας βλέπει μέσα του τον εαυτό του?
Μήπως η μεγάλη τέχνη μιλάει σε όλους με τον τρόπο που ο καθένας είναι έτοιμος να ακούσει?
Στον δίσκο Στου αιώνα την παράγκα σε μουσική του Θάνου Μικρούτσικου ο οποίος μας άφησε σαν προχθές πριν από τρία χρόνια, και ερμηνεία του Δημήτρη Μητροπάνου, υπάρχει ένα τραγούδι σε στίχους του ποιητή Γιώργου Κακουλίδη. Μέσα στο βιβλιαράκι του CD υπάρχει αυτό το μικρό κειμενάκι του ποιητή:
Σ’ ένα όνειρό μου ο Θάνος μου ψιθύρισε πως στόμα είναι το πένθος του κόσμου. Τον ακολουθούσε ένας υδάτινος κύβος και ο γερο-ποδηλάτης ο Χρόνος. Σε κάθε πεταλιά άκουγα κι ένα μουσικό κομμάτι.
Ο Θάνος ζει με την ταχύτητα των τραγουδιών που διαλέγει. Αυτή τη φορά με άγρια χαρά τα έσπρωξε στη λίμνη του Δημήτρη Μητροπάνου.
Όποιος περάσει από δίπλα της μπορεί να φωνάξει, ο πατέρας του μέσα είναι.
Δεν ξέρω αλήθεια τι ήθελε να μας αφήσει ο Κάφκα γράφοντας τη Μεταμόρφωση. Όσο περισσότερο όμως περνάνε οι μέρες από τότε που τη διάβασα πιστεύω όλο και περισσότερο ότι κάπως έτσι είναι η πραγματικά μεγάλη λογοτεχνία. Τόσο ρευστή σε ερμηνείες, τόσο ανοιχτή σε επεξηγήσεις, τόσο άμορφη και ταυτόχρονα συγκεκριμένη, τόσο …όμορφη.
Γιατί τελικά αυτό που μου άφησε το βιβλίο ήταν, όσο και αν σας φαίνεται δύσκολο να το πιστέψετε, μια αίσθηση ομορφιάς. Έναν απόηχο ελπίδας.
Πως η ζωή ό,τι κι αν γίνει θα προχωρήσει.
Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς.
Εμείς απλά πρέπει να το αποδεχτούμε.