Και σε ποιον δεν αρέσει ένα καλό δράμα! Σίγουρα τα μίντια ξετρελαίνονται και κακά τα ψέματα, αν το ντοκιμαντέρ δεν αφορούσε δύο διασημότητες που προέρχονται από την πιο «διεθνή» λόγω κοινοπολιτείας μοναρχία, τότε σιγά μην ασχολούνταν τα μίντια με τους Μέγκαν – Χάρυ και μας καιγόταν κι εμάς καρφί. Όμως από την μια η τηλεόραση θέλει να γεμίσει την ατζέντα της κρύβοντας τα πραγματικά θέματα, από την άλλη κι ο κόσμος χάφτει με τα προβλήματα των rich and famous που τους φέρνουν στην δική τους διάσταση και παραμυθιάζεται. Αν βέβαια ανήκεις στην κατηγορία αυτών των λίγων εκλεκτών που εισπράττουν από την πρώην στρατιωτική τους καριέρα 45.000 δολάρια τον χρόνο, έχεις κληρονομήσει από την γιαγιά σου (άγνωστο ποσό, αλλά η περιουσία της έφτανε τα 500 εκ. δολάρια), από την προγιαγιά σου 8 εκ. δολάρια, από το fund της μαμάς σου 450.000 δολάρια τον χρόνο και το εισόδημά σου από το δουκάτο έφτανε τα 7 εκ. δολάρια τον χρόνο περίπου, αν οδηγείς το πιο ακριβό μοντέλο AUDI και κατοικείς σε μια βίλα 1.350 τ.μ. στο Μοντεσίτο της Καλιφόρνια, κοινώς αν μπορείς να ξυπνάς το πρωί χωρίς να σκέφτεσαι το πως θα βγάλεις την μέρα, κανένα δράμα σου δεν είναι αρχαιοελληνικό.
Από την στιγμή που η Μέγκαν και ο Χάρυ αποφάσισαν να απομακρυνθούν από την βασιλική οικογένεια, με μόνο σκοπό να προστατεύσουν την «ιδιωτικότητά» τους, το παγκόσμιο κοινό απόλαυσε το ακριβώς αντίθετο. Την διαρκή έκθεση του ζευγαριού στα μίντια. Κι εκεί που νομίζαμε ότι ξεμπερδέψαμε με τα «βασιλικά παράσιτα» της Αγγλίας, ξαναχτύπησαν δυναμικά με ένα ντοκιμαντέρ κι ένα βιβλίο.
Δεν το λες και δημοσιογραφική έρευνα, αλλά θέλει πραγματικά κουράγιο για να κάψεις 6 ώρες από τη ζωή σου και μαζί μερικά εγκεφαλικά κύτταρα και να παρακολουθήσεις το ντοκιμαντέρ για το οποίο τόνοι σινικής μελάνης, πραγματικής και διαδικτυακής, χύθηκαν κι άλλες τόσες για να βρεις τις λεπτομέρειες – θησαυρούς του βιβλίου! Μια έρευνα που θα κατέληγε στα πίκρα, θλίψη, σήψη, φρίκη, υποκουλτούρα και αγανάκτηση και σηκώνει ουίσκι και valium.
Μεταξύ ίξεων-αφίξεων και αντιφάσεων, το ζεύγος της αυτοκαταστροφής και της μιζέριας προσπαθεί εκ νέου να πει την αλήθεια, κι αναρωτιέσαι δηλαδή, τόσο καιρό μας πούλαγε βλακείες και ψέμα ή τί ακόμα μπορεί να μας πει, για μια ζωή που το μόνο δράμα θα μπορούσε να είναι το καθημερινό καθάρισμα του σπιτιού με Swiffer; Ούτε λίγο, ούτε πολύ, το ντοκιμαντέρ είναι ένα ατελείωτο μπλα – μπλα, μια φριχτή επανάληψη για τις δυσκολίες που πέρασε από τα μίντια η Μέγκαν και για το ότι ο Χάρυ έπρεπε να την προστατεύσει και μαζί την ιδιωτικότητα τους, καταφεύγοντας στα ίδια μίντια που τους έκαναν την ζωή μανίκι. Με μια πρόταση, αυτό λέγεται τραβάτε με κι ας κλαίω.
Αν με την συνέντευξη στην Όπρα δίνουν μια πρόγευση, το ντοκιμαντέρ είναι ένα δείπνο πέντε πιάτων με κάθε υπερβολή και λεπτομέρεια της ζωής τους. Για τα κρυφά σαββατοκύριακα και τις προσπάθειες να κρύψουν τον δεσμό τους, όταν την ίδια στιγμή αυτές οι στιγμές φωτογραφήθηκαν από εκατό διαφορετικές γωνίες. Για το πως η Μέγκαν έγινε αποδεκτή από μια οικογένεια που θα κατηγορούσε εκ των υστέρων για ρατσισμό. Που και ποιον να πείσεις μ’ αυτά δηλαδή, όταν 1,7 εκ., το 2,9%, του βρετανικού πληθυσμού είναι μικτά ζευγάρια κι όταν 9,5 εκ. Βρετανοί πολίτες, το 14,4% δηλαδή, έχουν γεννηθεί σε μια άλλη χώρα. Αν δεν είναι οι Βρετανοί μαθημένοι στην πολυπολιτισμικότητα, τότε ποιοι; Η απίστευτη υπερβολή του Χάρυ ότι οι χώρες της κοινοπολιτείας έχασαν την χρυσή ευκαιρία για απόλυτη ανεξαρτησία μετά την αποχώρηση της γυναίκας του, λες και η Τζαμάικα και τα Μπαρμπείντος περίμεναν μια ατάλαντη Αμερικανίδα να τους ανεξαρτητοποιήσει! Στο ντοκιμαντέρ ο Δούκας μας λέει για το πόσο μετάνιωσε που είχε φορέσει στολή Ναζί σε ένα πάρτι στα νιάτα του, για να γράψει στο βιβλίο πως σκότωσε 25 Ταλιμπάν. Στο βιβλίο είναι ο spare, ο δεύτερος στην διαδοχή εφεδρικός γιός που ο κακός μπαμπάς του δεν τον είχε ποτέ και για τον διανοούμενο του σογιού, έχει έναν αδερφό καθίκι που τον βάραγε, ενώ στο ντοκιμαντέρ ομολογεί ότι του λείπει η οικογένειά του και πάνω απ’ όλα είναι ένα θύμα, αυτός που όλοι στην οικογένεια αδικούν, όπως έκαναν και με την μαμά του. Όλα μα όλα μετά από έξι ώρες καταλήγουν στο Χρυσό Βατόμουρο faux εξομολόγησης και ανύπαρκτων προβλημάτων. Όποια θυσία κι αν υποστηρίζουν ότι έκαναν, Ιφιγένειες δεν θα γίνουν ποτέ. .
Η πίκρα και η θλίψη του Δούκα για την σήψη της βασιλικής οικογένειας και την φρίκη που προκάλεσαν στη ζωή του οικογένεια και μίντια, προπαγανδίζονται μέσω της υποκουλτούρας των ίδιων μίντια που υποτίθεται ότι τον έσπρωξαν στην έξοδο κινδύνου του Μπάκινγκχαμ μέσα από τεχνικές που μόνο την generation Z θα μπορούσαν να αγγίξουν, αλλά για τον κάθε λογικό και προσγειωμένο άνθρωπο, η εκ βαθέως εξομολόγηση ενός κακομαθημένου μόνο αγανάκτηση θα μπορούσε να προκαλέσει. Αν όλα αυτά δεν αποτελούν μιζέρια και αυτολύπηση, τότε τί είναι;
Όμως το θέμα δεν είναι τα καπρίτσια του πριγκιπόπουλου και μιας ντίβας της κακιάς ώρας. Το θέμα μας είναι η ιδιωτικότητα της ζωής μας που έχει πάει περίπατο. Γιατί η ουσία του πράγματος είναι ότι κάτι τύποι σαν τους Σάσεξ ήταν μπροστάρηδες στον αγώνα να εγκλωβιστούν πολλοί στα μίντια προσπαθώντας να «ανέβουν» και διαλαλούν επιτυχώς τα τελευταία τρεντ της αυτόθυματοποίησης και της απώλειας της ιδιωτικότητας των ζωών μας. Μιας αμερικανικής υποκουλτούρας που κάνει θραύση με τα σόσιαλ μίντια.
Από μια ρεαλιστική ματιά, όλοι μας πέφτουμε και σηκωνόμαστε, λατρεύουμε και σιχαινόμαστε, φοβόμαστε και θυμώνουμε, αγαπάμε και μισούμε, γελάμε και κλαίμε, ζευγαρώνουμε και χωρίζουμε, τσακωνόμαστε και φιλιώνουμε και κάπως έτσι προχωράμε στο μονοπάτι της ζωής, αλλά το να βγάζουμε τα άπλυτά μας στη φόρα ήταν πράγμα σπάνιο μέχρι πρότινος. Το να βγάζουμε τα εσώψυχά μας εκεί που εμπιστευόμαστε και αισθανόμαστε ασφάλεια, ακόμα και στο ντιβάνι του ψυχολόγου, μας κρατά σε ισορροπία, γνωρίζοντας πάντα την διαφορά μεταξύ κοινωνικής και ιδιωτικής ζωής.
Η υποκουλτούρα της αυτοθυματοποίησης, που τόσο έντονα τονίζουν και οι δύο, το μόνο που μπορεί να προκαλέσει είναι την δημιουργία μιας υπέρμετρης και αμφίβολης αυτό-δικαιολόγησης που πηγάζει από την τελειότητα της προσωπικότητάς μας, μια τελειότητα ούτως ή άλλως ουτοπική. Βγάζοντας μονίμως τους άλλους φταίχτες, βάζοντάς τους σε κουτάκια επιθετικών προσδιορισμών με στερεοτυπικό τρόπο που μόνο τα Αμερικανάκια γνωρίζουν καλά, το μόνο αποτέλεσμα είναι η αποστασιοποίηση από την πραγματικότητα που λέει ότι «αν δεν σκύψεις για να πιάσεις το σαπούνι, κανείς δεν θα σκάσει ξαφνικά από πίσω σου». Το σύνδρομο TIV (Tendency for Interpersonal Victimhood) , δηλαδή η Τάση για Διαπροσωπική Αυτοθυματοποίηση, είναι η νέα ψυχολογική τάση για την οποία οι ψυχολόγοι-ερευνητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι παρατηρείται σε άτομα με αρνητικά συναισθήματα που θεωρούν ότι μπορούν να καταφύγουν σε ανήθικη συμπεριφορά και εκδικητικότητα. Προφανώς επισημαίνουν ότι τα άτομα που χαρακτηρίζονται από αυτοθυματοποίηση δεν έχουν υποστεί αναγκαία κάποιο τραύμα ή έχουν υπάρξει θύματα.
Όμως δεν παύει να είναι μια συμπεριφορά που ξεκίνησε να διαχέεται από τα άτομα που έχουν πρόσβαση στα μίντια και την δύναμη να επηρεάζουν. Κι όταν αυτή η συμπεριφορά επαναλαμβάνεται, δεν γίνεται να αντιγραφεί και να γίνει trend από αυτούς που πέφτουν στην παγίδα τους; Φυσικά οι Σάσεξ δεν ήταν οι πρώτοι που κατέφυγαν σε αυτή την τακτική, ούτε οι πρώτοι διδάξαντες εκμετάλλευσης των μίντια, ενώ οι υπόλοιποι κοινοί θνητοί είναι εκμεταλλεύσιμοι από αυτά τα μέσα.
Ούτε είναι μόνο αυτή η υποκουλτούρα που εγκυμονεί κινδύνους. Το χειρότερο κομμάτι είναι η διαρκής έκθεση κάθε πτυχής της ζωής σου στα μέσα μαζικής δικτύωσης. Η έκθεση μιας εικόνας στην οποία πολλοί, αυτοπαγιδευμένοι και με καμία αίσθηση των πραγματικών τους συναισθημάτων, προσπαθούν πάση θυσία να παγιδεύσουν και τους άλλους.
Σύμφωνα με ερευνητές, κάθε φορά που ανεβάζουμε μια εικόνα από ένα εστιατόριο όπου τρώμε με φίλους, κάθε φορά που ποστάρουμε μια φωτογραφία με τα καινούργια μας ρούχα, από εκδρομές και εξορμήσεις, κάθε φορά που ταγκάρουμε φίλους και μέρη παίρνοντας like, μια έκρηξη ντοπαμίνης στον εγκέφαλό μας μάς κάνει να αυτό-επιβραβευόμαστε και να νιώθουμε ικανοποίηση, ενώ μέσω αλγορίθμων κάποιοι κερδίζουν σε μετρητά. Από την άλλη, είναι σχεδόν, αν όχι απόλυτα, αδύνατο να προστατευτούμε και να μην γίνουμε στόχος κριτικής μέσω της εικόνας που παρουσιάζουμε προς τα έξω, έστω κι αν αυτό το κάνουμε καλοπροαίρετα. Και το τελευταίο, είναι αυτό που οι Σάσεξ κατάφεραν με μεγάλη επιτυχία. Απευθυνόμενοι με πείσμα στο ευρύτερο κοινό μέσα από κάθε διαθέσιμο μέσο και πλατφόρμα, ανέβασαν το ποσοστό της κριτικής που τους ασκείται.
Η απόλυτη έκθεσή μας προς τα έξω δημιουργεί ανισορροπία τόσο στις σχέσεις μας με τους άλλους, όσο και μέσα μας. Αν υπάρχει ένα μάθημα από την ιστορία των Σάσεξ είναι το «τα εν οίκο μη εν δήμω», το πόσο σημαντική είναι η ιδιωτικότητα μας δηλαδή, ως σεβασμός προς την ίδια μας την ύπαρξη. Και για τους Σάσεξ, χμμ ποιος σκάει…
*Φωτογραφία εξωφύλλου: harpersbazaar.com