Νέα στοιχεία από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας δείχνουν ότι σχεδόν έξι στους δέκα ενήλικες (59%) και ένα στα τρία παιδιά (το 29% των αγοριών και το 27% των κοριτσιών) στην Ευρώπη είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.
Ο João Breda, διευθυντής προγράμματος για τη διατροφή, τη σωματική δραστηριότητα και την παχυσαρκία στο Περιφερειακό Γραφείο του ΠΟΥ για την Ευρώπη, το 2018 είχε δηλώσει ότι «δεν υπάρχει πλέον μεσογειακή διατροφή. … Η μεσογειακή διατροφή έχει φύγει και πρέπει να την ανακτήσουμε».
Οι παρατηρήσεις του Breda προέρχονται από το Childhood Obesity Surveillance Initiative, ένα ερευνητικό πρόγραμμα 10 ετών που παρακολουθεί το ύψος, το βάρος και τις διατροφικές συνήθειες δεκάδων χιλιάδων παιδιών σε περισσότερες από 30 ευρωπαϊκές χώρες. Η μεγαλύτερη μελέτη του είδους της, η COSI καταγράφει μακροπρόθεσμες αλλαγές στη διατροφή των παιδιών και την παιδική παχυσαρκία.
Στη νότια Ευρώπη, αυτές οι διατροφικές αλλαγές ήταν γενικά προς το χειρότερο. Ενώ φημιζόμαστε για τη «μεσογειακή διατροφή» μας – που επαινείται για την υγιεινή της και είναι πλούσια σε φυλλώδη χόρτα, φρούτα, δημητριακά ολικής αλέσεως, ελαιόλαδο, ξηρούς καρπούς και όσπρια και μερικές άπαχες πρωτεΐνες – πολλοί Έλληνες, Ισπανοί και Ιταλοί έχουν αναπτύξει μια τάση για τα επεξεργασμένα τρόφιμα, αναψυκτικά και γλυκά.
Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες με το μεγαλύτερο πρόβλημα, καθώς τα ποσοστά υπέρβαρων και παχύσαρκων και στα δύο φύλα, τόσο μεταξύ των ενηλίκων όσο και των ανηλίκων, είναι άνω του μέσου ευρωπαϊκού όρου. Η Ελλάδα εμφανίζεται (με βάση στοιχεία του 2016) να έχει ποσοστό υπέρβαρων 62,3% (άνδρες 68,2% – γυναίκες 56,2%), πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο 58,7% (άνδρες 62,9% – γυναίκες 54,3%). Όσον αφορά την παιδική παχυσαρκία (και στα δύο φύλα στις ηλικίες έως πέντε ετών), στην Ελλάδα το ποσοστό εκτιμήθηκε για το 2020 στο 13,9%, σχεδόν διπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (7,9%). Η χώρα μας εμφανίζεται να έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας μετά την Ουκρανία (17%) και την Αλβανία (14,6%).
Κατά κάποιο τρόπο, αυτό δεν προκαλεί έκπληξη. Οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι η παραδοσιακή μεσογειακή διατροφή δεν θα επιστρέψει. Αυτή η δίαιτα τεκμηριώθηκε αρχικά στη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εποχή, όταν οι περισσότερες οικογένειες δεν μπορούσαν να αγοράσουν αναψυκτικά, κόκκινο κρέας ή γαλακτοκομικά προϊόντα.
Με υψηλότερα εισοδήματα, περισσότερες επιλογές τροφίμων και περισσότερους περιορισμούς στον χρόνο τους, οι Ευρωπαίοι χρειάζονται νέους τρόπους για να τρώνε υγιεινά.
Οι σύγχρονες στρατηγικές στην έρευνα για τη διατροφή δεν επικεντρώνονται μόνο στον ρόλο των μεμονωμένων θρεπτικών συστατικών ή τροφίμων, αλλά στοχεύουν επίσης στη μέτρηση της σχέσης μεταξύ πλήρους διατροφής και υγείας. Τα τελευταία 20 χρόνια, διερευνήθηκαν και αποδείχτηκαν οι ευεργετικές επιδράσεις του μεσογειακού διατροφικού προτύπου σε μια σειρά από αποτελέσματα για την υγεία.
Η παγκοσμιοποίηση και η αστικοποίηση έχουν θεωρηθεί, τουλάχιστον εν μέρει, υπεύθυνες για το φαινόμενο της διατροφικής μετάβασης. Αυτή η διαδικασία, η οποία γενικά αναφέρεται ως «δυτικισμός» της διατροφής, είναι ιδιαίτερα εμφανής στις νεότερες γενιές. Ο εκσυγχρονισμός της κοινωνίας συνεπάγεται με μια σειρά από ανθυγιεινές συνήθειες του τρόπου ζωής, που δεν περιορίζονται μόνο στην τροποποίηση των προτιμήσεων των τροφίμων προς τα «άχρηστα» τρόφιμα, αλλά και σε σχέση με καθιστικές δραστηριότητες (χρήση υπολογιστή και τηλεόρασης), οδηγώντας σε μια συνολική ανισορροπία μεταξύ ενεργειακής πρόσληψης και δαπάνης.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσίασε το 2020 τη στρατηγική της «από το αγρόκτημα στο πιάτο», η οποία αποτελεί μία από τις βασικές δράσεις στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Συμβάλλοντας στην επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050, η στρατηγική έχει ως σκοπό να στρέψει το σημερινό σύστημα τροφίμων της ΕΕ προς ένα βιώσιμο πρότυπο.
Υπενθυμίζοντας ότι η επισιτιστική ασφάλεια και η ασφάλεια των τροφίμων αποτελούν προτεραιότητα, οι κύριοι στόχοι της στρατηγικής είναι οι εξής:
- εξασφάλιση επαρκών, οικονομικά προσιτών και θρεπτικών τροφίμων εντός των ορίων του πλανήτη
- μείωση κατά το ήμισυ της χρήσης φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, καθώς και των πωλήσεων αντιμικροβιακών ουσιών
- αύξηση των εκτάσεων που διατίθενται για βιολογική γεωργία
- προώθηση πιο βιώσιμης κατανάλωσης τροφίμων και υγιεινής διατροφής
- μείωση της απώλειας και της σπατάλης τροφίμων
- καταπολέμηση της απάτης στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων
- βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των ζώων
Η στρατηγική προβλέπει ορισμένες πρωτοβουλίες και νομοθετικές προτάσεις, μεταξύ άλλων, σχετικά με τα εξής:
- βιολογική γεωργία
- διατροφική επισήμανση στο εμπρόσθιο μέρος της συσκευασίας και επισήμανση των βιώσιμων τροφίμων
- μείωση της σπατάλης τροφίμων
Η μετάβαση σε ένα πιο φιλικό προς το περιβάλλον σύστημα τροφίμων θα δημιουργήσει νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες που θα έχουν θετικό αντίκτυπο στα έσοδα των επιχειρήσεων αγροδιατροφικών προϊόντων.
Ένα πιο βιώσιμο σύστημα τροφίμων θα συμβάλει επίσης στην προστασία της φύσης και της βιοποικιλότητας της Ευρώπης.
Ο εκσυγχρονισμός της γεωργίας με την ανάπτυξη πιο βιώσιμων γεωργικών πρακτικών, σε συνδυασμό με την προστασία της φύσης και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, συγκαταλέγεται στους βασικούς στόχους της μεταρρύθμισης της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ). Επομένως, οι στόχοι της ΚΓΠ είναι στενά συνυφασμένοι με τη στρατηγική «από το αγρόκτημα στο πιάτο».
Για την αγροτική πολιτική, τα τρόφιμα και τη διατροφή των νέων μίλησαν ο Δημήτρης Σοφολόγης, Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Γεωπόνων και Δημήτρης Βολουδάκης Capacity Building Directror “Νέα Γεωργία Νέα Γενιά” με αφορμή την εκδήλωση του Γραφείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα.
Σε ερώτηση του The Common Sense? η οποία αναφέρει ότι «περίπου το ένα τρίτο των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου προέρχεται από τα συστήματα τροφίμων, σύμφωνα με έκθεση της διακυβερνητικής επιτροπής για την κλιματική αλλαγή (IPCC). Το σύγχρονο διατροφικό μοντέλο έχει αρνητικές επιπτώσεις και στην υγεία των πολιτών, δεδομένου ότι περισσότερο από το 50% των ενηλίκων στην Ευρώπη είναι υπέρβαροι πως μπορεί να αλλάξει αυτό μέσα από τη γεωργία;» ο κ. Δημήτρης Βολουδάκης τόνισε ότι «αυτό αλλάζει κυρίως με το να προσπαθήσουμε να προωθήσουμε ένα καινούργιο πρότυπο διατροφής και δεν εννοώ μόνο στην φάση της κατανάλωσης στο πιάτο, αλλά από τη φάση που ένας σπόρος θα μπει στη γη και ένα ζώο σε μια στάνη για εκτροφή. Όλη αυτή η διαδικασία θα πρέπει συνέχεια μέχρι το τέλος να της δίνουμε μια ταυτότητα συνδεδεμένη με την βιώσιμη ανάπτυξη. Όχι μόνο σε οικονομικούς αλλά και περιβαλλοντικούς όρους».
Εξηγώντας σημείωσε ότι «όταν λέμε μετριασμό στην κλιματική αλλαγή για ένα τρόφιμο, επί της ουσίας εννοούμε ότι θα πρέπει κατά τη διάρκεια της παραγωγής του να παραχθούν λιγότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, αυτό σημαίνει και λιγότερη κατανάλωση ενέργειας, λιγότερη κατανάλωση πετρελαίου, άρα ορυκτοί πόροι. Αυτό από μόνο του δίνει μια διαφορετική διάσταση εφόσον αναδειχτεί και στο ίδιο το τρόφιμο. Όσον αφορά το διατροφικό κομμάτι ο κόσμος θα συνεχίσει και ιδιαίτερα οι νέοι να έχουν ανάγκη για ασφαλή τρόφιμα. Εκτός από την επάρκεια θέλουν να είναι ένα τρόφιμο ασφαλές και ωφέλιμο για την υγεία τους. Αυτή νομίζω πως είναι και η αλλαγή που θα δούμε τα επόμενα χρόνια» συμπλήρωσε ο κ. Βολουδάκης.
«Τα βιολογικά τρόφιμα όπως ξέρουμε είναι και αρκετά ακριβότερα από τα επεξεργασμένα. Πως θα γίνει η εξασφάλιση επαρκών, οικονομικά προσιτών και θρεπτικών τροφίμων; Και τι ρόλο θα παίξει σε αυτό η Θεσσαλία;» ρώτησα και τον κ. Σοφολόγη και τον κ. Βολουδάκη.
Ο κ. Σοφολόγης μίλησε για τον ρόλο της βιολογικής γεωργίας επισημαίνοντας ότι «ένα μεγάλο πόσο από τη νέα ΚΑΠ θα διατεθεί στην βιολογική γεωργία σύμφωνα με το στρατηγικό σχέδιο που έχει προταθεί από τη χώρα μας. Όχι όμως βιολογική γεωργία στα χαρτιά, βιολογική γεωργία σε πραγματικά παραγόμενο προϊόν. Αυτό το προϊόν θα έχει μια σημαντική ενίσχυση και πρέπει να το εκμεταλλευτούν ιδιαίτερα οι άνθρωποι με μικρότερο κλήρο που θα πρέπει να το έχουν σαν εναλλακτικό χαρτί τη βιολογική γεωργία. Η βιολογική γεωργία δεν είναι απλό ζήτημα, ειδικότερα τώρα με την κλιματική αλλαγή».
Επιπροσθέτως ο Capacity Building Directror του «Νέα Γεωργία Νέα Γενιά» Δημήτρης Βολουδάκης αναφέρθηκε μεν στις ενισχύσεις που θα δώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση σε όσους επιλέξουν την παραγωγή βιολογικών προϊόντων υπογράμμισε δε και την ανάγκη ειδικών αγορών χωρίς μεσάζοντες με σκοπό το μικρότερο κόστος του βιολογικού προϊόντος. Συγκεκριμένα επεσήμανε ότι «αυτό είναι μια μεγάλη πρόκληση, γιατί όταν υπάρχει μια οικονομική κρίση ένα σημαντικό μέρος των καταναλωτών οπωσδήποτε πιέζεται και προφανώς προσφεύγει σε πιο οικονομικές επιλογές. Άρα εδώ πρέπει, πρώτων, τα συμβατικά τρόφιμα να διασφαλίζονται με όρους ασφάλειας. Άρα πρέπει να ξέρουμε ότι όταν διακινείται στην αγορά προς κατανάλωση και είναι συμβατικό θα πρέπει να τηρεί αυτές τις προϋποθέσεις και από εκεί και πέρα όσον αφορά τα βιολογικά προϊόντα είναι μια σύνθεση πολιτικών. Υπάρχουν κάποιοι καταναλωτές που έχουν την οικονομική άνεση που ψωνίζουν τρόφιμα βιολογικά για να μπορέσουμε όμως να προσφέρουμε βιολογικά τρόφιμα σε λογικές τομές, εκεί πρέπει να εξετάσουν και κάποιες άλλες λύσεις και επιλογές. Δεν ξέρα αν θα είναι θέμα κρατικής παρέμβασης, ίσως, ή θα είναι θέμα δημιουργίας ειδικών αγορών όπου ο καταναλωτής έχει πρόσβαση με λιγότερους διαμεσολαβητές άρα θα μειώνεται και το κόστος».
«Τώρα στους παραγωγούς που θα επιλέξουν να παράξουν βιολογικά τρόφιμα θα παίρνουν περισσότερες επιδοτήσεις. Γιατί για να παράξω ένα βιολογικό τρόφιμο έχει και μεγαλύτερο κόστος παραγωγής. Άρα η Ευρωπαϊκή Ένωση δίνει περισσότερες επιδοτήσεις στον παραγωγό βιολογικών προϊόντων έτσι ώστε να μπορέσει να συγκρατήσει τις τιμές στο τέλος και να μην περάσει όλη την αύξηση του κόστους στο τελικό προϊόν» εξήγησε συμπληρώνοντας ο κ. Βολουδάκης.
Το Nutri-Score είναι μια διατροφική ετικέτα στο μπροστινό μέρος της συσκευασίας, η οποία αποτυπώνει χρωματικά την συνολική θρεπτική αξία των τροφίμων και ποτών. Βασίζεται σε μια κλίμακα 5 χρωμάτων και γραμμάτων (το Α είναι πράσινο για να αντιπροσωπεύει την καλύτερη διατροφική ποιότητα ενώ το Ε είναι σκούρο πορτοκαλί για να δείξει ότι είναι χαμηλότερης διατροφικής ποιότητας). Σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν υιοθετηθεί διάφορα μοντέλα για να ψωνίζουμε τρόφιμα υγιεινά, με σκοπό την καλύτερη διατροφή μας, όμως έχει προκαλέσει και πολλές αντιδράσεις, ειδικότερα στις μεσογειακές χώρες που ενοχοποιεί συλλήβδην τρόφιμα λόγω υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη, λόγο θερμιδικής αξίας, μη λαμβάνοντας υπόψη άλλα κρίσιμα χαρακτηριστικά όπως είναι οι βιταμίνες και τα ιχνοστοιχεία. Έτσι αδικεί κατάφωρα τα προϊόντα μεσογειακής διατροφής, θέτει σε κίνδυνο τους αγροδιατροφικού τομείς και την βιωσιμότητα παραδοσιακών μοντέλων διατροφής. Ενώ παράλληλα οι διατροφολόγοι αναφέρουν πως για να αλλάξει η διατροφή των νέων και ειδικότερα των παιδιών πρέπει να πάει προς το μεσογειακό μοντέλο.
Στο πλαίσιο αυτό ο κ. Βολουδάκης σχολίασε ότι «έχει μπει ένα φρένο στο Nutri-Score γιατί αρκετές μεσογειακές χώρες το έχουν αντιληφθεί και επομένως είναι προφανές ότι δημιουργείτε μια στρέβλωση στην εικόνα που δίνεται στον καταναλωτή. Τα κλασσικά παραδείγματα ότι ένα αναψυκτικό zero να βρίσκεται στο πράσινο που αντιπροσωπεύει την καλύτερη διατροφική ποιότητα και το ελαιόλαδο να βρίσκεται στο κόκκινο. Νομίζω ότι τελικά δεν θα υιοθετηθεί καθώς υπάρχουν πολύ σοβαρά εμπόδια. Εδώ προκύπτει μια μεγάλη ευκαιρία για τα μεσογειακά προϊόντα να αναδείξουν την αξία που έχουν ως ωφέλιμα προς κατανάλωση για την ανθρώπινη υγεία των ανθρώπων».
Τέλος εκτός από τη διατροφή των νέων η Ευρώπη βάζει ως στόχο και την πράσινη γεωργία. Πάνω σε αυτό και στην ελληνική αγροτική παραγωγή που πρέπει να προσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής μίλησε ο Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Γεωπόνων κ. Σοφολόγης.
«Πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο ζήτημα, δεν είναι εύκολο γιατί τα οικολογικά σχήματα όπως είναι αυτή τη στιγμή δεν είναι πλήρως εφαρμόσιμα. Έχουμε περιπτώσεις εκμεταλλεύσεων στη χώρα μας με ανθρώπους με μικρό και μεγάλο κλήρο. Στη Θεσσαλία έχουμε ανθρώπους με δέντρα, οι οποίοι έχουν αγροτικές καλλιέργειες άρα δεν είναι εύκολο. Αυτό που πρέπει να ξέρει σίγουρα ένας αγρότης είναι το τι ισχύει. Αυτή τη στιγμή έχουμε εννέα οικολογικά σχήματα που από αυτά δεν είναι όλα εφαρμόσιμα είναι τρία η τέσσερα. Άρα αυτό το κεκτημένο που είχε ένα ποσό ενισχύσεις που λεγόταν πριν πρασίνισμα και έχει μετονομαστεί σε οικολογικό σχήμα δεν το ξέρει. Ο Έλληνας αγρότης είναι επιχειρηματίας. Άσχετα με το αποτέλεσμα θα έπρεπε πρώτα να γνώριζε. Πρέπει να πάμε σε αύξηση παραγωγής ποσό μάλλον σε μια περίοδο που πλέον τα πράγματα έχουν αλλάξει, έχει τεθεί θέμα επισιτιστικής ασφαλείας, ο πόλεμος έφερε αυτό το ζήτημα στο προσκήνιο και πρέπει σίγουρα να εξακριβωθούν όλα τα διαθέσιμα εργαλεία, οι κανονισμοί, οι υπουργικές αποφάσεις που διέπουν το στρατηγικό σχέδιο. Στην ερώτηση σας η απάντηση είναι ότι δεν είναι εύκολο να προσαρμοστεί ο Έλληνας αγρότης. Πρέπει να εκμεταλλευτεί το green deal, την προστασία του περιβάλλοντος για να παράξει ένα ποιοτικό προϊόν με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος και να είναι κρίσιμο και να το έχει σαν διαπραγματευτικό χαρτί για την παραγωγή» κατέληξε.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Anya Teixeira (1913-1992) Candy Floss Girls