Για όσους είναι εκεί γύρω στα 40 σαν εμένα και έβλεπαν μπάλα κάπου εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ’90, η έκφραση «Ο Ιβάν ο Τρομερός» σίγουρα τους φέρνει στο μυαλό κάποιον άλλο Ιβάν και όχι τον πασίγνωστο Ρώσο τσάρο.
Ο Ivan Zamorano ήταν η πρώτη επαφή πολλών από εμάς με την περίεργη αυτή χώρα της νότιας Αμερικής. Γεννημένος το 1967 στο Σαντιάγο, διέπρεψε με τις φανέλες πολλών ομάδων, και κυρίως με αυτές της Ρεάλ Μαδρίτης και της Ίντερ του Μιλάνου με την οποία πανηγύρισε την κατάκτηση του Κυπέλλου Ουέφα το 1998. Ήταν επίσης βασικό στέλεχος την εθνικής ομάδας της χώρας του για σχεδόν 15 χρόνια, με την οποία κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σύδνεϋ το 2000.
Η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Χιλής είναι γνωστή ανάμεσα στους ποδοσφαιρόφιλους για το σκληρό και πολλές φορές αντιαθλητικό παιχνίδι της.
Το 1962 η Χιλή διοργάνωσε το Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου. Δύο χρόνια νωρίτερα η χώρα είχε πληγεί από έναν από τους πιο δυνατούς σεισμούς που έχει καταγραφεί ποτέ, ο οποίος άφησε πίσω του χιλιάδες νεκρούς και μια κατεστραμμένη οικονομία. Παρόλα αυτά η διοργάνωση προχώρησε.
Στις 2 Ιουνίου η Χιλή αντιμετώπισε την Ιταλία στα πλαίσια του δευτέρου ομίλου. Μερικές μέρες νωρίτερα κάποιοι Ιταλοί δημοσιογράφοι είχαν εκφραστεί με όχι και τόσο κολακευτικά λόγια για τις συνθήκες ζωής και υγιεινής στο Σαντιάγο αναφέροντας χαρακτηριστικά πως τα τηλέφωνα δεν λειτουργούν, τα ταξί είναι σπάνια σαν πιστοί σύζυγοι, ένα τηλεφώνημα στην Ευρώπη κοστίζει ένα χέρι κι ένα πόδι και ένα γράμμα κάνει πέντε μέρες να φτάσει. Ολόκληρες γειτονιές μαστίζονται από την πορνεία και η χώρα και οι κάτοικοι είναι περήφανα εξαθλιωμένοι.
Οι εφημερίδες της χώρας δεν άφησαν αναπάντητες τις προκλήσεις περιγράφοντας τους Ιταλούς ως φασίστες και μαφιόζους, ενώ ένας Αργεντινός γρονθοκοπήθηκε σε ένα μπαρ και κατέληξε στο νοσοκομείο καθώς τον πέρασαν κατά λάθος για Ιταλό.
Το παιχνίδι ξεκίνησε δυναμικά και μόλις στο 12ο δευτερόλεπτο είχαμε το πρώτο φάουλ, στο 8ο λεπτό είχαμε την πρώτη αποβολή για τους Ιταλούς με τον Giorgio Ferrini να αρνείται να βγει από το γήπεδο και να επιστρατεύεται τελικά η αστυνομία για να τον κουβαλήσει έξω, στο 41ο λεπτό είχαμε την δεύτερη αποβολή για τους Ιταλούς, ενώ στη συμπλοκή που ακολούθησε είχαμε και μια σπασμένη μύτη.
Η Χιλή κέρδισε τελικά με 2-0 τον αγώνα που έμεινε στην Ιστορία ως Η Μάχη του Σαντιάγο. Οι δύο ομάδες κληρώθηκαν να παίξουν μαζί και στο επόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966 με την Ιταλία να παίρνει τη ρεβάνς κερδίζοντας με 2-0, με τον αγώνα να είναι αρκετά βίαιος και πάλι, χωρίς όμως να φτάνει σε σκληρότητα τον αγώνα του 1962.
Η σκληρότητα αυτή που επιδεικνύουν στο γήπεδο οι παίκτες της Χιλής ίσως έχει μια βάση στην ιδιαίτερη τοπογραφία της χώρας.
Το μεγαλύτερο κομμάτι της χώρας καλύπτεται από την οροσειρά των Άνδεων, ενώ στα εδάφη της Χιλής ανήκει και μια από τις ξηρότερες περιοχές του πλανήτη, η έρημος της Ατακάμα. Η χώρα είναι επίσης κομμάτι του Δαχτυλιδιού του Ειρηνικού, βρίσκεται πάνω στην ένωση των τεκτονικών πλακών και έχει ταλαιπωρηθεί ιστορικά από μεγάλους σεισμούς ο τελευταίος των οποίων συνέβη το 2010, αφήνοντας πίσω του 500 νεκρούς και πάνω από ένα εκατομμύριο άστεγους.
Η χώρα ταλαιπωρήθηκε επίσης και πολιτικά μέσα στον 20ο αιώνα με τη δικτατορία του Pinochet να αφήνει πίσω της χιλιάδες νεκρούς, βασανισμένους και εξαφανισμένους.
Πάντα απέφευγα να θίξω το θέμα της φυλάκισής μου στη διάρκεια της δικτατορίας. Και το απέφευγα για δύο λόγους. Επειδή πάντα θεωρούσα τη ζωή συναρπαστική και άξια να τη ζήσεις ως την τελευταία σου πνοή, αν έθιγα ένα τόσο χυδαίο επεισόδιο, θα ‘ταν σαν να την προσέβαλλα αισχρά· κι ύστερα, γιατί έχουν γραφτεί πάρα πολλά βιβλία (τα περισσότερα δυστυχώς, πολύ κακά) με σχετικές μαρτυρίες.
Το παραπάνω απόσπασμα είναι από το βιβλίο Patagonia express του Luis Sepulveda. Πρόκειται για ένα αυτοβιογραφικό κείμενο στο οποίο ο Sepulveda αφηγείται κάποια περιστατικά της πολυτάραχης ζωή του.
Γεννημένος το 1949 ήταν ενεργός πολιτικά τόσο ως φοιτητής όσο και την κυβέρνηση του Salvador Allende στον τομέα του πολιτισμού. Φυλακίστηκε κατά την δικτατορία του Pinochet, αποφυλακίστηκε και τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό μετά από προσπάθειες του γερμανικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, απέδρασε, συνελήφθη εκ νέου, καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, ποινή που μειώθηκε στα 28 χρόνια, κατηγορούμενος για προδοσία και προσπάθεια ανατροπής του πολιτεύματος. Εξορίστηκε από την Χιλή, δραπέτευσε εκ νέου κατά τη μεταφορά του στην Σουηδία και μετά από μια μικρή περιπλάνηση κατέληξε στο Εκουαδόρ και πιο μετά στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στην Γερμανία. Δούλεψε ως δημοσιογράφος, ως πλήρωμα σε πλοίο της Greenpeace, ενώ συνεργάστηκε με την UNESCO σε ανθρωπιστικές αποστολές μελέτης της επίπτωσης της αποικιοκρατίας στους ιθαγενείς πληθυσμούς του Περού και του Εκουαδόρ. Συμμετείχε επίσης στην επανάσταση στη Νικαράγουα το 1979. Στα βιβλία του αναπτύσσει συχνά οικολογικούς και ανθρωπιστικούς προβληματισμούς.
Πέθανε το 2020.
Ήταν ο πρώτος καταγεγραμμένος ασθενής με COVID-19 στην περιοχή Αστούριας της Ισπανίας.
Τον Sepulveda τον γνώρισα πέρυσι. Μου είχαν πει διάφοροι φίλοι και γνωστοί να διαβάσω βιβλία του αλλά δεν είχε τύχει. Μια μέρα που χάζευα σε ένα βιβλιοπωλείο έπεσα πάνω στο βιβλίο του Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης και το πήρα. Ακολούθησε λίγο καιρό μετά το Patagonia express και πριν από μερικές μέρες έπεσα τυχαία πάνω στην Ιστορία μιας λευκής φάλαινας.
Στις 20 Νοεμβρίου του 1820 στη θαλάσσια περιοχή ανάμεσα στη Χαβάη και το Νησί του Πάσχα, δυο χιλιάδες ναυτικά μίλια μακριά από τις ακτές της Νοτίου Αμερικής, μια τεράστια λευκή σπερμοφάλαινα επιτέθηκε και βύθισε το φαλαινοθηρικό Essex που είχε αποπλεύσει από το Ναντάκετ τον Αύγουστο του 1819. Η ιστορία αυτή ενέπνευσε εν μέρει τον Herman Melville για να γράψει το πασίγνωστο βιβλίο του Moby Dick. Το όνομα της φάλαινας λέγεται πως ο Melville το εμπνεύστηκε από μια διαβόητη λευκή φάλαινα που είχε θεαθεί επανειλημμένως στα ανοιχτά της νήσου Μότσα, στα παράλια της Χιλής και ονομαζόταν από τους ντόπιους Mocha Dick.
Αυτή η φάλαινα, o Mocha Dick, είναι ο πρωταγωνιστής του βιβλίου Ιστορία μιας λευκής φάλαινας του Sepulveda.
Η αφήγηση ξεκινάει με μια φάλαινα που έχει εξοκείλει σε μια παραλία της Χιλής. Με αυτή την αφορμή ο συγγραφέας πιάνει κουβέντα με ένα μικρό αγόρι που κοιτούσε λυπημένα τη φάλαινα που κάποιοι ψαράδες έδεσαν στο καΐκι τους και την πήγαν στα ανοιχτά για να την αφήσουν στην αγκαλιά του ωκεανού.
Το μικρό αγόρι, ένας λαφκέντσε, άνθρωπος της θάλασσας, λέει στον συγγραφέα:
Για σένα είναι μια φάλαινα νεκρή· για μένα, πολύ περισσότερα πράγματα. Η δική σου λύπη και η δική μου δεν είναι ίδιες.
Ύστερα χαρίζει στον συγγραφέα ένα κοχύλι λέγοντάς του:
Βάλ’ το στ’ αυτί σου, κι η φάλαινα θα σου μιλήσει.
Και κάπως έτσι παρακολουθούμε τη διήγηση της φάλαινας.
Τι έχει να μας πει για τον κόσμο της θάλασσας, για τη σχέση ανάμεσα στους λαφκέντσε και τις φάλαινες, για αυτούς που ήρθαν να σκοτώσουν τις φάλαινες για το λίπος τους, για την αποστολή που ανέλαβε. Μέσα από τη διήγησή της θα μας δώσει μικρά μαθήματα ζωής, θυμίζοντάς μας την αλεπού, τη φίλη του Μικρού Πρίγκηπα.
Δεν μας κυνηγούσαν για να τραφούν με το κρέας μας, αλλά για το λάδι των σπλάχνων μας που έκαιγε και φώτιζε τα σπίτια τους. Δεν μας σκότωναν γιατί μας φοβόνταν, αλλά γιατί φοβόνταν το σκοτάδι, κι εμείς οι φάλαινες διαθέταμε το φως που χρειάζονταν για να μην σκιάζονται.
Αυτό που μου κάνει εντύπωση στα βιβλία του Sepulveda είναι η τρυφερότητα που βγάζουν. Ο Sepulveda χωρίς να γίνεται διδακτικός, ενδυόμενος μια πρωτοφανή ταπεινότητα μας μιλάει για το πώς πρέπει να φροντίζουμε τον πλανήτη μας, τα άλλα πλάσματα με τα οποία τον μοιραζόμαστε, αλλά και ο ένας τον άλλο.
Πολύ περίεργη μου φάνηκε η συμπεριφορά των ανθρώπων στη θαλάσσια συνάντησή τους. Η μικρή σαρδέλα δεν επιτίθεται σε άλλη σαρδέλα, η αργή χελώνα δεν επιτίθεται σε άλλη χελώνα, ο αρπακτικός καρχαρίας δεν επιτίθεται σε άλλο καρχαρία. Φαίνεται πως ο άνθρωπος είναι το μοναδικό είδος που επιτίθεται στους ομοίους του, κι αυτό που έμαθα από τους ανθρώπους διόλου δε μ’ άρεσε.
Έχουν τα κορίτσια ένα βιβλίο με τον τίτλο Οι φάλαινες βγήκαν από τις θάλασσες. Συγγραφέας είναι ο Nick Bland και κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος.
Σε αυτό το βιβλιαράκι οι φάλαινες βγαίνουν μια μέρα από τις θάλασσες και αρχίζουν και ζουν ανάμεσα στους ανθρώπους. Πηγαίνουν στην πισίνα για μπάνιο, γίνονται χορευτές μπαλέτου, κάνουν ποδήλατο και σχοινάκι, πηγαίνουν και τρώνε σε εστιατόρια.
Κάποια στιγμή όμως αρχίζουν τα προβλήματα. Και οι άνθρωποι θέλουν να διώξουν τις φάλαινες γιατί τους ενοχλούν. Γίνονται διαδηλώσεις με αντιφαλαινικά συνθήματα μέχρι που ένα μικρό κορίτσι ρωτάει μια φάλαινα γιατί έφυγαν από τη θάλασσα και βγήκαν στη στεριά.
Η θάλασσα είναι γεμάτη σκουπίδια.
Έχει γίνει ένα πελώριος σκουπιδοτενεκές
Μόλις κάποιος την καθαρίσει,
θα γυρίσουμε αμέσως,
χωρίς αναβολές.
Η απάντηση της φάλαινας είναι αποστομωτική. Οι άνθρωποι συνηθισμένοι να μην υπολογίζουν κανέναν και να νοιάζονται μόνο για τον εαυτό τους δεν σκέφτηκαν καν ότι μπορεί να είχαν κάνει κάτι που να είχε ενοχλήσει τις φάλαινες. Αυτός ο υπέρμετρος εγωισμός μας είναι αυτό που τελικά θα μας καταστρέψει.
Λέμε συχνά όταν συμβαίνει κάποια φυσική καταστροφή ότι η φύση εκδικείται. Αυτό δεν είναι σωστό. Η φύση δεν εκδικείται. Όλα τα φυσικά φαινόμενα είναι κομμάτι της διεργασίας της ζωής. Οι άνθρωποι μαθημένοι να παίρνουμε πάντα αυτό που θέλουμε, με οποιονδήποτε τρόπο και με οποιοδήποτε κόστος, απομυζούμε τον πλανήτη με τους πιο απίθανους τρόπους. Προσπαθούμε να δαμάσουμε τη γη, τη θάλασσα, τον άνεμο, τον ήλιο, τα ζώα. Καταστρέφουμε φυσικά περιβάλλοντα αιώνων, χιλιετιών, και χτίζουμε, φυτεύουμε, θάβουμε τα σκουπίδια μας, και όταν γίνεται μια πλημμύρα, ένας σεισμός, όταν ξεσπάει μια φωτιά κι εμείς βρισκόμαστε εκεί που δεν έπρεπε να βρισκόμαστε μιλάμε για εκδίκηση της φύσης.
Όσο συνεχίζουμε να βλέπουμε τη φύση ως κάτι έξω από εμάς δεν θα μπορέσουμε ποτέ να ισορροπήσουμε, να βρούμε γαλήνη. Η περιπετειώδης ζωή του Sepulveda τον οδήγησε σε κάποιες από τις πιο περίεργες και αρχέγονες γωνιές του πλανήτη. Το πάθος για ζωή, και ίσως το οξυμένο ένστικτο για επιβίωση, τα ίδια βιώματα που μετουσιώνουν σε βαρβαρότητα πολλές φορές στο χορτάρι οι συμπατριώτες του, οδήγησαν την πένα του σε έναν τελείως διαφορετικό δρόμο και η κληρονομιά που μας άφησε με τα βιβλία του είναι ένα παράθυρο σε μια ζωή πιο απλή, σε μια ζωή πιο αρμονική με τη φύση, τα ζώα, τους άλλους ανθρώπους.
Με τον ίδιο μας τον εαυτό, τον ατομικό και τον συλλογικό.
Πέρασα για τελευταία φορά απ’ το κανάλι ανάμεσα στην ακτή και τη Νήσο Μότσα. Οι λαφκέντσε που ήταν μαζεμένοι στην όχθη με κοίταξαν σιωπηλοί. Ποτέ πια δεν θα φώναζαν «Τρεμπουλκάουε!» για να ‘ρθουν οι γριές φάλαινες και να πάνε τους νεκρούς τους στο νησί, στο νγκιλ τσενμάιγουε, στον τόπο συνάντησης για το μακρύ ταξίδι που δεν έμελλε να γίνει ποτέ.
Τότε εγώ, με εννέα καμάκια καρφωμένα στη ράχη μου, βγήκα στ’ ανοιχτά, αναζητώντας κι άλλα φαλαινοθηρικά, γιατί εγώ, ο μεγάλος φεγγαρόχρωμος φυσητήρας, αυτός που οι έντρομοι άνθρωποι αποκαλούν Μότσα Ντικ, δε θα τους άφηνα σε ησυχία.
Εγώ, η κατάρα που θα τους κυνηγάει αδιάκοπα.
Εγώ, η δύναμη όσων δεν έχουν πια να χάσουν τίποτα.
Εγώ. Η αδέκαστη δικαιοσύνη της θάλασσας.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Sebastião Salgado – Southern Right Whale Tail, Valdes Peninsula, Argentina, 2004