Το νερό είναι κάτι περισσότερο από το γενεσιουργό στοιχείο της φύσης. Είναι ένα στοιχείο που δεν μπορεί να δημιουργήσει ο άνθρωπος και ταυτόχρονα έχει απόλυτη ανάγκη για να επιβιώσει. Πρώτη ήταν πρώτη η Ρόζα Λούξενμπουργκ στο έργο της «η συσσώρευση του Κεφαλαίου» που είχε πει ότι κάποια στιγμή το Μεγάλο Κεφάλαιο θα εκμεταλλευτεί και το νερό. Ανήσυχη για τις επιπτώσεις που το καπιταλιστικό σύστημα θα επέφερε στην φύση, είχε επιχειρηματολογήσει στο ότι αναπόφευκτα, εκτός από τα κέρδη που το κεφάλαιο επανεπενδύει σε νέες περιοχές, τα κέρδη του μεγάλου κεφαλαίου προέρχονται από την κατάκτηση και την κατοχή της γης και του νερού.
Πράγματι, όπως είχε προβλέψει, το σύστημα σήμερα λειτουργεί στην εξίσωση: κεφάλαιο εναντίον της φύσης εναντίον του ανθρώπου. Η κλιματική κρίση που προκαλεί παρατεταμένες ξηρασίες αλλά και πλημμύρες, η αυξημένη ζήτηση αγροτικών προϊόντων (σκεφτείτε ότι ένα κιλό μοσχαράκι χρειάζεται 13.000 λίτρα νερού και ένα κιλό φακές 1.250 λίτρα), αλλά και οι ανθρώπινες ανάγκες για νερό επιδεινώνουν την κατάσταση για τους ήδη περιορισμένους πόρους. Κι όμως, έχουμε την αίσθηση ότι το νερό είναι το κυρίαρχο στοιχείο της φύσης επειδή καταλαμβάνει το 71% της επιφάνειας της γης. Νερό δεν είναι όμως μόνο οι ωκεανοί, αλλά και οι λίμνες, τα ποτάμια, οι πηγές, ακόμη και η βροχή. Μέσα στην αφθονία του το πόσιμο νερό λιγοστεύει όλο και περισσότερο στον πλανήτη κι ορισμένες περιοχές του κόσμου υποφέρουν σοβαρά από λειψυδρία.
Στην Ευρώπη, οι ερευνητές έχουν υπολογίσει ότι περίπου 84 γιγατόνοι νερού χάνονται κάθε χρόνο από τις αρχές του 21ου αιώνα. Σε σημείο που παρατεταμένες ξηρασίες έχουν ξεθάψει από την λήθη μνημεία του παρελθόντος. Χαρακτηριστικό είναι ένα μεσαιωνικό μνημείο στις όχθες του ποταμού Έλμπε στην Τσεχία, γνωστό και ως «πέτρα της πείνας», από το 1161 μ.Χ, που η πείνα θέριζε την ήπειρο λόγω λειψυδρίας. Αν θέλετε να υπολογίσετε πόσο περίπου είναι 84 γιγατόνοι, ανοίξτε στο Google Maps τον παγκόσμιο χάρτη και παρατηρείστε την Λίμνη Οντάριο, γιατί κάπου τόσο είναι.
Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Περιβάλλοντος, EEA – European Environment Agency, στην αναφορά της το 2021 «Αποθέματα νερού στην Ευρώπη – αντιμετωπίζοντας την καταπόνηση των υδάτων: μια επικαιροποιημένη αποτίμηση», αναφέρει το ότι η καταπόνηση των υδάτινων πόρων, είτε πρόκειται για ξηρασίες ή λειψυδρία, επηρεάζει το 20% της ηπείρου και το 30% των ευρωπαίων πολιτών κάθε χρόνο, ως αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης. Τα αποτελέσματα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά ιδίως για τον ευρωπαϊκό νότο, όπου στο χειρότερο σενάριο των +3 βαθμών Κελσίου, η καταπόνηση των υδάτων θα αυξηθεί κατά 40%. Ένα κρίσιμο σημείο, αν λάβουμε υπόψιν μας ότι το 70% της κατανάλωσης νερού πάει στον αγροτικό τομέα. Σαν συμπέρασμα καταλήγει ότι η ενδυνάμωση των οικοσυστημάτων αλλά και η σωστή διαχείριση των υδάτινων πόρων είναι οι σημαντικότερες πολιτικές απέναντι στο φαινόμενο.
Στην μάχη της διαχείρισης δύο είναι οι αντίπαλοι: το δημόσιο, και το ιδιωτικό συμφέρον, το οποίο έχει προφανώς ως κύριο σκοπό του το κέρδος και όχι την σωστή διαχείριση των υδάτινων πόρων.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η Κυβέρνηση προσπάθησε να περάσει το νομοσχέδιο για το νερό μια μέρα μετά την τραγωδία των Τεμπών. Προφανώς, η τακτική των επικοινωνιολόγων, όπως περιέγραφε και η Ναόμι Κλάιν στο βιβλίο της «το Δόγμα του Σοκ», ήταν το «τώρα που όλοι κοιτούν στα Τέμπη, προλαβαίνετε να κάνετε την δουλειά χωρίς να το προσέξει κανείς», αψηφώντας προκλητικά τις αποφάσεις του ΣτΕ για την διαχείριση του νερού ως κοινωφελούς αγαθού. Το θέμα όμως είναι, τί έχουμε μάθει από την ιδιωτικοποίηση του νερού σε άλλα κράτη, και γιατί μεταξύ 2000-2015, έχουμε 235 περιπτώσεις όπου το νερό από ιδιωτικό επέστρεψε στον δημόσιο χαρακτήρα του;
Το 1999, το παρακλάδι της Παγκόσμιας Τράπεζας, η Διεθνής Τράπεζα Χρηματοδοτήσεων, πρότεινε την ιδιωτικοποίηση του δικτύου νερού του Λάγκος, την πρωτεύουσα της Νιγηρίας, μια από τις μητροπόλεις της Αφρικής, μεταξύ πολλών άλλων χωρών. Το σχέδιο είχε απορριφθεί από την κυβέρνηση της Νιγηρίας ως «αποκρουστικό», όμως με την συνδρομή κυβερνήσεων από την Ευρώπη, και μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων της Αμερικής, η Τράπεζα πίεζε το νερό να καταλήξει στα χέρια ενός επιχειρηματία που είχε την τεχνολογική δυνατότητα να φέρει νερό σε όλους, με τεράστιες παραχωρήσεις από την πλευρά της κυβέρνησης. Όμως οι επιχειρήσεις, οι τράπεζες και οι δωρητές αποχώρησαν αφού δεν μπορούσαν να ικανοποιήσουν ούτε τις νιγηριανές αρχές, ούτε τον κόσμο που κατάλαβε ότι ένα δημόσιο αγαθό θα υπερκοστολογείτο. Μιλάμε για μια χώρα όπου περίπου 80% του αποθέματος νερού κλέβεται, μόνο 5% των κατοίκων του Λάγκος έχουν πρόσβαση σε νερό στο σπίτι τους, οι βρύσες μένουν στεγνές και η υγιεινή είναι απούσα στην μεγαλούπολη, για να μην αναφέρουμε το γεγονός ότι τα νοσοκομεία είναι γεμάτα με ασθενείς με διάρροια και άλλες νόσους που προέρχονται από μολυσμένα ύδατα. Το 2015, η Διεθνής Τράπεζα Χρηματοδοτήσεων προσπάθησε εκ νέου να μπει στην αγορά του Λάγκος με μια χρηματοδότηση 75 εκ. δολαρίων που θα επέτρεπε με μια σύμβαση ΣΔΙΤ (οι συμβάσεις ΣΔΙΤ – συμβάσεις δημοσίου-ιδιωτικού τομέα – παρέχουν στις δημόσιες αρχές τη δυνατότητα να συνάπτουν συμβάσεις για υποδομές μεγάλης κλίμακας μέσω μιας ενιαίας διαδικασίας, αυξάνοντας όμως τον κίνδυνο ανεπαρκούς ανταγωνισμού και, αποδυναμώνοντας, συνεπώς, τη διαπραγματευτική θέση των αναθετουσών αρχών), όμως κατέληξαν σε αδιέξοδο. Θα αναρωτηθεί κανείς, πώς γίνεται μια χώρα που έχει τόσο μεγάλη ανάγκη από υποδομές και ένα σύγχρονο δίκτυο ύδρευσης να απορρίπτει τις διαπραγματεύσεις; Ίσως, γιατί έχει καταλάβει ότι οι ιδιωτικοποιήσεις του νερού δεν αποδίδουν καθόλου…
Τα έγγραφα και οι έρευνες της Παγκόσμιας Τράπεζας δείχνουν ότι από την δεκαετία του 1980 και πολύ περισσότερο από την δεκαετία του ΄90 και μετά, υπήρξε μια πίεση ειδικά στις αναπτυσσόμενες χώρες ώστε να παραχωρήσουν τα δικαιώματα ύδρευσης σε ιδιώτες. Με βάση την Παγκόσμια Τράπεζα (2006) η παροχή ασφαλούς και μη κοστοβόρου για το κοινό νερού στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, ήταν ένα στοίχημα, αφού εκτιμούσε ότι 12.2 εκ άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από ασθένειες συνδεδεμένες με το βρώμικο νερό και ο καλύτερος τρόπος με την πρόφαση ότι τα κράτη δεν μπορούν να επενδύσουν σε κάτι τέτοιο ήταν οι ΣΔΙΤ. Το 2009, μια επιθεώρηση της Παγκόσμιας Τράπεζας έβγαλε το συμπέρασμα ότι μετά από 15 χρόνια ΣΔΙΤ: α) οι ιδιώτες πάροχοι συχνά αποτύγχαναν να επενδύσουν το ποσό για το οποίο είχαν δεσμευτεί, και δεν πετύχαιναν τους στόχους του συμβολαίου τους σε σχέση με την παροχή, β) στον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπου το δίκτυο πρέπει να επεκτείνεται, το κόστος καλύπτεται από τον κρατικό κορβανά, γ) αφού οι ΣΔΙΤ περιλαμβάνουν καθαρά ιδιωτική χρηματοδότηση, περιμένουν και κέρδος, όπερ σημαίνει μεγαλύτερο κόστος για τους πολίτες που στην ουσία πληρώνουν, εκτός από το κόστος του νερού, τα υπέρογκα εταιρικά κόστη, τα επιτόκια της χρηματοδότησης και τα μπόνους των golden boys, δ) αποδείχτηκε ότι τα κράτη μπορούν να εγκαταστήσουν ένα εθνικό δίκτυο υδροδότησης…και το καλύτερο όλων, ε) αν το κράτος πρέπει να δανειστεί για να κατασκευάσει το δίκτυο, το δάνειο θα έχει χαμηλότερο επιτόκιο από αυτό του ιδιώτη. Αυτά ήταν λίγα από τα συμπεράσματα μεταξύ άλλων.
Μια έκθεση του οργανισμού Public Citizen πάνω στις τακτικές της Παγκόσμιας Τράπεζας για την ιδιωτικοποίηση του νερού λέει: «η στάση της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι συχνά βασισμένη σε παχιές εκθέσεις που έχουν αναλάβει ιδιωτικές συμβουλευτικές εταιρείες πάνω ‘στην θέληση και την ικανότητα πληρωμής’. Η ‘ικανότητα πληρωμής’ για το νερό είναι μάλλον ξεκάθαρη και βασίζεται πάνω στο σύνολο του ποσού που το μέσο νοικοκυριό πληρώνει για νερό. Ο ‘κανόνας του αντίχειρα’ της Παγκόσμιας Τράπεζας, βασισμένος σε μελέτες του 1970, προτείνει ότι ένα 5% των συνολικών εξόδων ενός νοικοκυριού πρέπει να πηγαίνει στο νερό….Με δεδομένο την έλλειψη άλλων προτάσεων, η ‘θέληση για πληρωμή’ για κάτι τόσο ουσιώδες για την ζωή όσο το νερό, θα μπορούσε να είναι πολύ ουσιαστική. Θα μπορούσε να καταλήξει σε μια σειρά αποκλίσεων μεταξύ ‘θέλησης’ και ‘ικανότητας’…όμως η μελέτη δείχνει αναισθησία στα καθημερινά εμπόδια που αντιμετωπίζουν τα φτωχότερα στρώματα στην ανικανότητά τους να πληρώσουν τις βασικές ανάγκες, όπως και το νερό, και τις τραγικές ανταλλαγές που αναγκάζονται να κάνουν μεταξύ φαγητού, νερού, υγείας και εκπαίδευσης». Αν δεν καταλάβατε, κάποια λευκά κολάρα της Παγκόσμιας Τράπεζας είχαν αποφασίσει από το 1970, ότι κάποιοι θα έλεγαν το νερό νεράκι και θα αναγκάζονταν να διαλέγουν μεταξύ νερού και φαγητού για να βγάλουν την μέρα.
Η λογική του όταν αγοράζεις δικαιώματα εκμετάλλευσης νερού, ενδιαφέρεσαι και περισσότερο ως επιχειρηματίας για το νερό, είναι η λογική που εφαρμόστηκε από τον Πινοσέτ στην Χιλή, την οποία και προσπαθούν ακόμη και σήμερα να ανατρέψουν. Το 1981, ο Εθνικός Κώδικας Υδάτων, ξεχωρίζοντας την εκμετάλλευση του νερού από την γη (δηλαδή ο ιδιώτης μπορούσε να αγοράσει μια λίμνη χωρίς να χρειάζεται να αγοράσει και την γη πέριξ αυτής, αποκλείοντας ακόμη και την πρόσβαση των ζώων στο νερό), επέτρεψε σε οποιονδήποτε μπορούσε να αγοράσει δικαιώματα, να εκμεταλλεύεται το νερό, χωρίς το κράτος να επεμβαίνει. Στην πραγματικότητα, οι οποιοιδήποτε ήταν μια μικρή ομάδα ανθρώπων, και η μέση ταρίφα του νερού τριπλασιάστηκε από το 1989 έως το 2001, όπου πλέον 8% του πληθυσμού δεν έχει καμία πρόσβαση σε νερό, με δεδομένο ότι οι ιδιώτες έχουν προτιμήσει τις εκτροπές σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις, όπως αβοκάντο που χρειάζεται και μεγάλες ποσότητες για να καλλιεργηθεί, με εκατομμύρια ανθρώπους να ζουν με 20-40 λίτρα νερό την ημέρα, κτηνοτρόφους που βλέπουν τα κοπάδια τους να πεθαίνουν και να φτωχοποιούνται, και τεράστιες περιβαλλοντικές καταστροφές από την εκμετάλλευση ποταμών και υπόγειων υδάτων.
Σε πλήρη αντίθεση όμως με την Χιλή, όπου η παρούσα κυβέρνηση ακόμη παλεύει να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ιδιωτών, μέχρι το 2014, πάνω από 180 πόλεις και κοινότητες και πάνω από 35 χώρες, είχαν ήδη προχωρήσει στην επαναδημοτικοποίηση του νερού τους, σύμφωνα με μελέτη του ΤΝΙ (Διεθνικού Ινστιτούτου), του Πολυεθνικού Παρατηρητηρίου (Multinational Observatory) και της Public Services International (Διεθνής Δημοσίων Υπηρεσιών). Μπορεί βέβαια οι εκατό χώρες να ανήκουν στον κατάλογο των αναπτυσσόμενων οικονομιών (12 δημοτικοποιήσεις στην Λατινική Αμερική, 14 στην Αφρική), όμως το εντυπωσιακό είναι ότι στον κατάλογο περιλαμβάνονται η Γαλλία, η Γερμανία και οι ΗΠΑ, και οι περισσότερες επανδημοτικοποιήσεις αφορούν αναπτυγμένες χώρες με υψηλά εισοδήματα. Αν μέχρι το 2014, η φτωχή απόδοση των ιδιωτών, η χαμηλή επενδυτικότητα, οι υπέρογκοι λογαριασμοί, οι δυσκολίες παρακολούθησης των ιδιωτών, η έλλειψη διαφάνειας στις χρηματοδοτήσεις τους, οι περικοπές στα εργατικά κόστη και οι χαμηλού επιπέδου υπηρεσίες, ήταν οι λόγοι για να επιστρέψει στον δημόσιο ρόλο του το νερό, άνοιξαν ταυτόχρονα τα μάτια για να αυξηθούν οι επανδημοτικοποιήσεις στις 267, σε 37 χώρες μέχρι το 2018.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς λειτούργησαν οι ιδιώτες είναι αυτό της Γκρενόμπλ στην Γαλλία, την γενέτειρα της ιδιωτικοποίησης του νερού, από την εποχή του Ναπολέοντα. Ιδιωτικές εταιρείες όπως η Suez και η Vivendi, ελέγχουν το 80% των υδάτων στην Γαλλία, αφήνοντας το υπόλοιπο στους δήμους. Η κυριαρχία τους ήταν βέβαιη αφού οι πελάτες είναι στάνταρ. Πώς να ζήσεις χωρίς νερό άλλωστε; Από την δεκαετία του 1980 βάλθηκαν να κατακτήσουν τον κόσμο. Η Suez ελέγχει το νερό σε 130 χώρες με 115 εκ. πελάτες. Η Vivendi βρίσκεται σε 100 χώρες με 110 εκ. πελάτες, και η τρίτη μεγαλύτερη Thames Water του Η.Β, ανήκει στην Γερμανική RWE με 70 εκ. πελάτες. Ο Ζερόμ Μονόντ, CEO της Σουέζ, υπήρξε σύμβουλος του Ζακ Σιράκ και ήταν αυτός που έβαλε το χεράκι του στην ιδιωτικοποίηση του νερού της Γκρενόμπλ. Από το 1985, δικαστικές έρευνες απέδειξαν ότι οι δύο γαλλικές εταιρείες είχαν συνάψει συμβόλαια με τον Δήμο Παρισίων, που τους επέτρεπε να μαγειρέψουν τα βιβλία τους. Ο λογιστικός έλεγχος έδειξε ότι είχαν τεράστια κρυφά κέρδη. Μια άλλη δικαστική έρευνα το 1997 απέδειξε ότι είχαν χρηματοδοτήσει το κόμμα του Σιράκ, αλλά είχαν λαδώσει και πολλούς δημόσιους λειτουργούς. Η ίδια έρευνα έβγαλε στην επιφάνεια ότι οι εταιρείες είχαν ελλαττωματικό μάνατζμεντ, ότι δεν έκαναν ποιοτικούς ελέγχους και ότι ήταν οι κύριοι υπαίτιοι της αύξησης της τιμής του νερού κατά 100% από το 1990 έως το 2001. Δήμαρχοι και στελέχη καταδικάστηκαν για τις πολιτικές τους, όμως το βασικό είναι ότι η Γκρενόμπλ και το Παρίσι ήταν ανάμεσα στις πόλεις που τελικά επέστρεψαν το νερό στον δημόσιο χαρακτήρα του.
Στην απέναντι πλευρά της Μάγχης, στην Αγγλία (μιας και το δίκτυο υδροδότησης στην Σκωτία και την Ιρλανδία είναι δημόσιου χαρακτήρα και άρα δεν μιλάμε για όλο το Ηνωμ. Βασίλειο), το δίκτυο είναι πλήρως ιδιωτικοποιημένο. Σύμφωνα με την Ofwat, την Ρυθμιστική Αρχή Υπηρεσιών Υδροδότησης της χώρας, το 2022 υπολογιζόταν ότι περισσότεροι από τους μισούς καταναλωτές αδυνατούσαν να πληρώσουν τον λογαριασμό, με αποτέλεσμα να κόβουν από άλλες βασικές ανάγκες. Ο καθηγητής του King’s College of London, Jonathan Portes, καταγγέλλει ότι από το 1984 που έγινε η ιδιωτικοποίηση του νερού, το αρχικό κέρδος των επενδυτών ήταν 40% και μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες, οι εταιρείες παροχής νερού πλήρωσαν παραπάνω από 57 δις λίρες σε μερίδια, αυξάνοντας ταυτόχρονα τα χρέη τους, τα οποία κατέληξαν στους καταναλωτές. Πέρυσι, αποκαλύφθηκε ότι τα χρέη των παρόχων στην Αγγλία άγγιξαν τα 54 δις λίρες, κι ενώ η Ρυθμιστική Αρχή ακόμη αρνείται να τους βάλει περιορισμούς, το 20% των λογαριασμών των καταναλωτών πάνε στα χρέη των εταιρειών και στις αμοιβές των στελεχών τους. Το 2021, ο Dieder Helm, καθηγητής της Οξφόρδης, είχε χαρακτηρίσει το ιδιωτικό σύστημα παροχής υδροδότησης ως «ένα σκάνδαλο οικονομικής μηχανικής».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα του πως η ιδιωτικοποίηση του νερού επηρεάζει εκτός από τον άνθρωπο και τον πρωτογενή τομέα, είναι η Αυστραλία που είδε μια από τις μεγαλύτερες ξηρασίες στα τέλη του προηγούμενου αιώνα, και το 1994 αναθεώρησε ο πλαίσιο δημόσιας υδροδότησης. Από τότε, οι ιδιωτικοποιήσεις κατηγορήθηκαν όχι μόνο για την αύξηση των τιμών στους λογαριασμούς σε σχέση με τα χαμηλά κόστη και τις υπηρεσίες τους, αλλά και για απάτες και διαφθορά. Την διετία 2008-9, το εμπόριο του νερού είχε κέρδος 2.74 δις δολάρια, αλλά ταυτόχρονα η ποσότητα του νερού που χρησιμοποιείτο στον αγροτικό τομέα, κυρίως από το Murray-Darling Basin, αυξήθηκε κατά 3% (981 γιγαλίτρα νερού μόνο για τις βαμβακοφυτείες), ενώ ταυτόχρονα η κατανάλωση για τους κατοίκους στο Σίδνεϋ, την Μελβούρνη και την Αδελαϊδα ήταν 990 γιγαλίτρα, με αποτέλεσμα να επηρεαστεί η παραγωγή λαχανικών που είδε πτώση κατά 350 εκ. δολάρια (φανταστείτε την αύξηση τιμών στα τρόφιμα που οδήγησε σε αύξηση των εισαγωγών κατά 10%). Η υπερεκμετάλλευση της δεξαμενής Murray-Darling, είχε ως αποτέλεσμα η ξηρασία να παραταθεί για πολύ περισσότερο. Η 25ετής πείρα ιδιωτικοποίησης των υδάτων στην Αυστραλία με όλες τις δυστυχείς παραμέτρους, όπως την πρόσληψη λιγότερων υπαλλήλων και χειρότερων υπηρεσιών, είχε ως αποτέλεσμα ένα μεγάλο κομμάτι της ύδρευσης να επιστρέψει στην δημόσια μορφή του σε πάρα πολλούς δήμους.
Ακόμη και στις ΗΠΑ, την Μέκκα του καπιταλισμού (όπου η βιομηχανία νερού είχε προωθήσει νομοθεσία καταργώντας τις υπάρχουσες απαιτήσεις λαϊκής ψήφου πριν από τις πωλήσεις ή τις μισθώσεις συστημάτων ύδρευσης) καταγράφονται ήδη 60 περιπτώσεις όπου οι δήμοι πήραν την διαχείριση του νερού πίσω από τους ιδιώτες, και όλα δείχνουν ότι είναι η επικρατούσα τάση για τα επόμενα χρόνια, ενώ τα παραδείγματα δημοτικοποίησης του νερού ανά τον κόσμο είναι εκατοντάδες. Η βόρεια Ιταλία, από τις πιο αγροτικές περιοχές της Ευρώπης, είναι αντιμέτωπη με μια παρατεταμένη ξηρασία, κι όμως το 2017 το δημοτικό συμβούλιο του Τορίνο αποφάσισε να δημοτικοποιήσει το νερό. Κι επειδή, για να λέμε του στραβού το δίκιο, όταν τα ιδιωτικά δίκτυα εξαρτώνται από τις κρατικές επιδοτήσεις αυτό ονομάζεται και γιαλαντζί καπιταλισμός, το παράδειγμα της Γαλλίας, ακολούθησαν ακόμη και το Βερολίνο και η Βουδαπέστη προ πολλού.
Στην Ελλάδα τα δημόσια δίκτυα υδροδότησης είναι κερδοφόρα, και μπορούμε να πούμε ότι είμαστε τυχεροί σχετικά με την ποιότητα του νερού μας. Το 2021 η ποιότητα του νερού της ΕΥΔΑΠ, βαθμολογήθηκε με 99,846%, ψηλότερα από τον μέσο όρο της Δυτικής Ευρώπης. Η ΕΥΔΑΠ το 2021 είχε κέρδη 30,7 εκ. ευρώ όντας δημόσια εταιρεία.
Παράλληλα, υπολογίζεται ότι το 40% της χώρας απειλείται με ερημοποίηση ή έχει ερημοποιηθεί. Χαρακτηριστικό είναι της Πελοποννήσου, που αν δεν βρέξει ικανοποιητικά φέτος τους επόμενους δύο μήνες, θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα δύσκολο καλοκαίρι. Δυνητικά τα επόμενα χρόνια ο νομός Χανίων θα έχει σημαντικό πρόβλημα με το νερό λόγω της καλλιέργειας αβοκάντο, θέμα για το οποίο έχουμε αναφερθεί και στο παρελθόν (το άρθρο βρίσκεται εδώ). Σημαντικό είναι και το θέμα στην Θεσσαλία, όπου οι υδάτινοι πόροι στερεύουν.
Η κλιματική κρίση είναι ανθρώπινο έργο. Μέσα σε ένα αιώνα ο πληθυσμός της γης ξεπέρασε τα 8 δις., όμως και η παραγωγή αυξήθηκε 40 φορές και η χρήση ενέργειας 16. Μια ενδεχόμενη ερημοποίηση θα σήμαινε παρατεταμένους καύσωνες αλλά και πυρκαγιές, που για να σβήσουν θέλουν νερό. Η αύξηση του πληθυσμού σημαίνει και μεγαλύτερη ανάγκη για την καλλιέργεια τροφίμων που σημαίνει περισσότερη κατανάλωση νερού. Είμαστε σαν ανθρωπότητα αντιμέτωπη με την μεγαλύτερη μας πρόκληση και χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε την σχέση μας με την φύση.
Όμως, μια ιδιωτικοποίηση του νερού θα είχε τραγικές συνέπειες, εκτός από τον έλεγχο ποιότητας και διαχείρισης, στις τιμές των τροφίμων, την αγροτική ανάπτυξη αλλά ακόμα και στην προσωπική μας υγιεινή. Τα παραπάνω παραδείγματα δείχνουν απλά ότι η ιδιωτικοποίηση δημιούργησε προβλήματα και καμία λύση. Οι λύσεις μπορούν να δοθούν μόνο μέσω της πολιτείας με συντεταγμένες κινήσεις και με την συμβολή των πολιτών.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: ‘H2O/SiO2’ / Αυτά τα γλυπτά από πλαστική σακούλα γεμάτη νερό είναι κατασκευασμένα εξ ολοκλήρου από γυαλί / Dylan Martinez