O Fyodor Mikhailovich Dostoevsky γεννήθηκε στην Μόσχα τον Νοέμβριο του 1821, λίγους μήνες μετά την έναρξη της ελληνικής επανάστασης και πέθανε τον Φλεβάρη του 1881 στην Αγία Πετρούπολη, λίγους μήνες πριν ολοκληρωθεί η προσάρτηση της Θεσσαλίας στο νεοπαγές ελληνικό κράτος. Στην μικρή αλλά πολυτάραχη ζωή του κατάφερε να σπουδάσει σε μια στρατιωτική ακαδημία μηχανικών, να φτάσει ένα βήμα από τον θάνατο, κατάφερε να χάσει περιουσίες ολόκληρες στον τζόγο, αλλά και να μας δώσει ένα πλούσιο λογοτεχνικό έργο το οποίο ακόμα και σήμερα, 140 χρόνια μετά τον θάνατό του συζητιέται, αναλύεται και εμπνέει τους αναγνώστες του.
Το 1849 ο Dostoevsky καταδικάστηκε σε θάνατο μαζί με διάφορους άλλους για τη συμμετοχή του στον Κύκλο του Πετρασέφσκι, μια λογοτεχνική ομάδα στην οποία τα μέλη της διάβαζαν και συζητούσαν λογοτεχνικά και φιλοσοφικά κείμενα πολλά από τα οποία ήταν απαγορευμένα στην τσαρική Ρωσία, αλλά ταυτόχρονα είχαν και κάποιες επαναστατικές τάσεις ενάντια στο καθεστώς. Ο Dostoevsky έφτασε κυριολεκτικά ένα βήμα από το απόσπασμα όταν έφτασε η είδηση για την μετατροπή της ποινής του. Παρότι στάλθηκε στη Σιβηρία σε στρατόπεδο καταναγκαστικών έργων για πέντε χρόνια, ένιωσε ότι ξαναγεννήθηκε. Η εμπειρία του αυτή θα αποτελέσει αργότερα τη βάση για το βιβλίο του Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων.
Αυτό το μοτίβο της αναγέννησης νομίζω ότι επανέρχεται συχνά στο έργο του Dostoevsky. Η πτώση των ηρώων του, οι οποίοι οδηγούνται από τα πάθη τους, αποτελεί νιώθω βασικό στοιχείο των έργων του. Και μετά την πτώση, μετά την ύβρη και τη νέμεση ο μόνος δρόμος είναι προς τα πάνω, προς τη λύτρωση.
Στο έργο του Dostoevsky είναι έντονη η ύπαρξη της έννοιας της χριστιανικής αγάπης. Ο Dostoevsky πίστευε βαθιά στον Θεό, αλλά νομίζω με έναν ολόδικό του τρόπο. Και νιώθω ότι όλο το έργο του, από το οποίο έχω διαβάσει ένα μικρό μόνο κομμάτι, αποτελεί μια, θα λέγαμε, Νέα Παλαιά Διαθήκη.
Οι ιστορίες του Dostoevsky μοιάζουν να αποτελούν ένα σύνολο. Ήρωες του είναι οι κατατρεγμένοι της κοινωνίας, οι απόκληροι, όσοι στέκονται στην άκρη του τραπεζιού και ελπίζουν να χορτάσουν από τα ψίχουλα που θα πέσουν. Το χρήμα υπάρχει και κυκλοφορεί στις ιστορίες του αλλά σχεδόν πάντα παίρνει έναν πρόστυχο συμβολισμό. Είναι το αναγκαίο κακό που κινεί τον κόσμο και βάζει τους ανθρώπους σε πειρασμό. Οι ήρωές του έχουν πάθη, τα οποία πολλές φορές τους συνθλίβουν, έχουν όμως και αρετές που τους βγάζουν από το βούρκο.
Τον Ιανουάριο του 1879 δημοσιεύτηκε στο περιοδικό The Russian Messenger το πρώτο επεισόδιο των Αδελφών Καραμάζοφ. Το έργο αυτό, που έμελε να είναι το τελευταίο του Dostoevsky, ολοκληρώθηκε τον Νοέμβριο του 1880, λίγους μήνες πριν τον θάνατό του και θεωρείται από πολλούς το magnum opus του.
Είναι ένα έργο επικών διαστάσεων και πολυπλοκότητας. Μέσα από τις σελίδες του παρακολουθούμε την ιστορία του Φιόντορ Πάβλοβιτς Καραμάζοφ και των τριών γιων του, του Ντμίτρι, του Ιβάν και του Αλεξέι. Οι τρεις τους είναι πολύ διαφορετικοί σαν άνθρωποι, ο Μίτια είναι ενθουσιώδης, παθιασμένος με τη ζωή και τον έρωτα, ο Βάνιετσκα είναι φιλοσοφημένος, άθεος, σκεπτικιστής, και ο Αλιόσα ψάχνει κάπου να στηρίξει την ζωή του, ξεκινώντας από τον Θεό. Υπάρχει και ένας νόθος γιος του Φιόντορ Πάβλοβιτς, ο υπηρέτης Σμερντιακόφ, ο οποίος είναι επιληπτικός.
Νιώθω ότι ο Dostoevsky δεν επέλεξε τυχαία ούτε το όνομα του πατριάρχη της οικογένειας, ούτε τα βασικά χαρακτηριστικά των γιων. Νιώθω ότι με αυτό το βιβλίο ήθελε να μιλήσει για τη ζωή του, για τις βαθιές αντιφάσεις με τις οποίες πάλευε μια ζωή, για τα πάθη και την ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε. Είναι μοτίβα που επανέρχονται στο έργο του, αλλά νομίζω πως εδώ είναι πολύ προφανές το αυτοβιογραφικό του πράγματος.
Τι είναι όμως η ιστορία των Αδελφών Καραμάζοφ? Είναι μια αποσπασματική αυτοβιογραφία? Είναι μια περιγραφή της Ρωσίας του τέλους του 19ου αιώνα? Είναι μια κριτική στις οικογενειακές και κοινωνικές σχέσεις? Είναι ένα βιβλίο για τον Θεό και την αθεΐα? Ένα βιβλίο για τα πάθη μας? Για τις αντιφάσεις μας?
Είναι όλα αυτά και ακόμα περισσότερα.
Οι Αδελφοί Καραμάζοφ είναι ένα μεγάλο βιβλίο. Ένα βιβλίο που καταφέρνει να μιλήσει για πολλά πράγματα και που καταφέρνει να παραμένει επίκαιρο ακόμα και σήμερα. Κάποιοι θα πουν ότι το στυλ του βιβλίου ίσως είναι κουραστικό για τον σημερινό αναγνώστη, ίσως κάποιες λεπτομέρειες σήμερα να κόβονταν στην επιμέλεια. Εγώ νομίζω ότι ακόμα και η τελευταία λέξη χρειάζεται σε αυτό το βιβλίο. Νομίζω ότι έχει να μας πει πολλά για τη ζωή μας ακόμα και σήμερα.
Δεν είναι ο Θεός που δεν αποδέχομαι, αλλά τον κόσμο που έχει δημιουργήσει, τον κόσμο του Θεού δεν αποδέχομαι και δεν μπορώ να συμφωνήσω να τον αποδεχτώ. Εξηγούμαι: είμαι πεπεισμένος, σαν νεογέννητο, ότι οι οδύνες θα καταλαγιάσουν, ότι η προσβλητική κωμικότητα των ανθρώπινων αντιθέσεων θα εξαφανιστεί, σαν θλιβερός αντικατοπτρισμός, σαν αρρωστημένη επινόηση ενός αδύναμου και τόσο μικρού όσο το άτομο, ανθρώπινου ευκλείδιου νου, ότι, τέλος, στο φινάλε του κόσμου, τη στιγμή της αιώνιας αρμονίας, θα υπάρξει και θα εμφανιστεί κάτι τόσο πολύτιμο, που θα είναι αρκετό για όλες τις καρδιές, για τον κατευνασμό όλων των παρεξηγήσεων, την εξαγορά όλων των κακουργημάτων των ανθρώπων, όλου του αίματος τους που χύθηκε εξαιτίας τους, αρκετό ώστε όχι μόνο να μπορείς να συγχωρέσεις, αλλά και να δικαιολογήσεις όλα όσα συνέβησαν με τους ανθρώπους… μα ακόμα, ακόμα και αν υπάρξει και εμφανιστεί, εγώ δεν το αποδέχομαι και δεν θέλω να το αποδεχτώ! Ακόμα και αν οι παράλληλες ευθείες συναντηθούν και το δω με τα μάτια μου, το δω και πω ότι συναντήθηκαν, παρ’ όλα αυτά, δεν θα το αποδεχτώ.
Αυτά λέει ο Ιβάν κάποια στιγμή στον Αλιόσα, στη φάση που ο Αλιόσα είναι ακόμα στο μοναστήρι με την προοπτική να γίνει μοναχός. Σε κάποιο άλλο σημείο, πάλι αν θυμάμαι καλά μέσω του Ιβάν, ο Dostoevsky μας λέει:
Δεν υπάρχει αρετή αν δεν υπάρχει αθανασία.
Αυτό που εκλαμβάνω εγώ συνδυάζοντας τα δύο αποσπάσματα είναι πως η αρετή δεν έχει νόημα στον κόσμο μας γιατί ο κόσμος μας είναι εκ των πραγμάτων κακός. Η αρετή έχει νόημα μόνο με την ανταμοιβή που μας δίνει στην αιωνιότητα. Αλλά η αιωνιότητα προϋποθέτει την αθανασία της ψυχής, που με τη σειρά της οδηγεί στην πίστη στον Θεό. Αν ο Θεός όμως είναι πραγματικά καλός, αγαθός, φιλεύσπλαχνος γιατί έφτιαξε έναν κακό κόσμο? Η αιτιολογία ότι ο κόσμος μας είναι έτσι, γεμάτος πειρασμούς, για να μας δοκιμάσει δεν στέκει. Ποιος γονιός βάζει τεστ στο παιδί του? Ποιος γονιός αγαπάει τα παιδιά του μόνο όταν συμπεριφέρονται καλά? Μήπως τελικά έχουμε εξιδανικεύσει τον Θεό? Μήπως ο Θεός είναι σαν το δημιούργημά του, ατελής? Και αν είναι όντως ατελής τι μένει για μας? Η πίστη σε κάτι ατελές που θα μας οδηγήσει?
Αλλά δεν μπορούμε να αποδείξουμε τίποτα, μόνο να πειστούμε μπορούμε.
Ο Dostoevsky απαντάει μόνος του σε όλους αυτούς τους προβληματισμούς. Και αν ζούσε σήμερα και έβλεπε πως κάποιοι πείθονται με τελείως ευλογοφανή επιχειρήματα ότι η Γη είναι επίπεδη ας πούμε, τότε σίγουρα θα χαμογελούσε όχι με την βλακεία των ανθρώπων, αλλά με την ευπιστία που καταδυναστεύει τις ζωές μας και που ακόμα μας κρατάει δέσμιους των κάθε λογής προλήψεων.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων οι άνθρωποι, ακόμα και οι κακούργοι, είναι πολύ πιο αφελείς κι απλοϊκοί από αυτό που φανταζόμαστε εμείς γι’ αυτούς. Αλλά κι εμείς επίσης.
Ο Dostoevsky δεν βγάζει τον εαυτό του έξω από όλους αυτούς που εξετάζει και κριτικάρει με τα βιβλία του. Ο ίδιος είναι η βάση του έργου του. Ο ίδιος είναι οι ήρωές του. Αυτός είναι ο πατριάρχης των Καραμάζοφ. Και οι αδελφοί έχουν όλοι στοιχεία από αυτόν. Χρόνια πίσω είχα γράψει πως τα αδέλφια είναι ένας άνθρωπος σπασμένος σε κομμάτια. Στην περίπτωση του Dostoevsky και των Αδελφών Καραμάζοφ νομίζω πως αυτό επιβεβαιώνεται πλήρως. Ο Dostoevsky είναι παρών παντού μέσα στο βιβλίο, στα όσα λένε οι ήρωές του, στα όσα βασανιστικά περνάνε, στις αγωνίες τους, στους προβληματισμούς τους.
Έγραψα παραπάνω πως νιώθω ότι όλο το έργο του Dostoevsky αποτελεί μια Νέα Παλαιά Διαθήκη. Οι ήρωές του βασανίζονται τόσο από υπαρκτά καθημερινά προβλήματα όπως αυτό της επιβίωσης, όσο και από τις τύψεις για τις επιλογές τους ή από την αγωνία για τον ποιον δρόμο θα πρέπει να ακολουθήσουν. Οι ιστορίες τους μοιάζουν με τις ιστορίες της Παλαιάς Διαθήκης, όπου ο Θεός στέκεται ως κριτής και ελέγχει πλήρως τις ζωές τους, αλλά παραμένει απέναντί τους. Στην Καινή Διαθήκη είχαμε την έλευση του Χριστού στο επίπεδο του ανθρώπου, την ενανθρώπισή του, είχαμε τον Θεό δίπλα στον άνθρωπο να υποφέρει μαζί του και να του μιλάει ως ίσο προς ίσο, να του δείχνει τον δρόμο προς τη θέωση μέσα από την αγάπη. Αυτή η αγάπη είναι το βασικό στοιχείο του έργου του Dostoevsky. Ακόμα και στα βιβλία του που φαινομενικά δεν μπορούν να μιλάνε για αγάπη υπάρχει στο βάθος, σαν μια στρώση χρώμα σε μια τοιχογραφία που έχει καλυφθεί από άλλες στρώσεις με τα χρόνια. Δεν έχει εξαφανιστεί, είναι εκεί, κομμάτι του τοίχου, κομμάτι της ζωής μας, της ύπαρξής μας.
Όμως η αγάπη για τον Dostoevsky δεν είναι κάτι απλό. Είναι κάτι που προϋποθέτει τη θυσία του εγώ, κάτι που μπορεί να κινήσει βουνά φτάνει να είναι ειλικρινές. Και αυτή η ειλικρίνεια που δεν την φτάνουμε, που δεν της επιτρέπουμε να οδηγήσει τις ζωές μας, μας κρατάει τελικά δέσμιους, στο ανθρώπινο, στο επίγειο, στο θνητό.
– Αδελφέ μου, άσε με να ρωτήσω και κάτι ακόμα: έχει άραγε δικαίωμα ο καθένας μας να αποφασίζει, στεκόμενος απέναντι στους άλλους ανθρώπους, ποιος από αυτούς αξίζει να ζήσει και ποιος δεν αξίζει πλέον?
– Γιατί να μπερδεύουμε την απόφαση με την αξία? Το θέμα αυτό λύνεται κατά το πλείστον μέσα στις καρδιές των ανθρώπων όχι στη βάση της αξίας, αλλά με άλλες αιτιολογίες, πολύ πιο φυσιολογικές. Κι ως προς το δικαίωμα, ποιος δεν έχει δικαίωμα να επιθυμεί?
– Όχι όμως το θάνατο του άλλου!
– Γιατί όχι και το θάνατο? Γιατί να κοροϊδευόμαστε, αφού έτσι ζουν όλοι οι άνθρωποι, και θα έλεγα πως δεν μπορούν να ζήσουν διαφορετικά.
Το απόσπασμα αυτό από τη συζήτηση του Ιβάν και του Αλιόσα παίρνει άλλο νόημα γνωρίζοντας ότι ο ίδιος ο Dostoevsky όπως είδαμε πιο πάνω έφτασε ένα βήμα κυριολεκτικά από το θάνατο. Ανασυνθέτοντας εκείνη την εμπειρία ο Dostoevsky έγραψε πως το τελευταίο μου λεπτό θα το ζήσω. Όταν ξέρεις ότι θα πεθάνεις, ένα λεπτό είναι ένας ολόκληρος κόσμος, είναι ο χρόνος όπου η ζωή και ο θάνατος συνυπάρχουν αξεδιάλυτα.
Τι μένει λοιπόν διαβάζοντας τους Αδελφούς Καραμάζοφ?
Μένει μια αίσθηση ότι ίσως είμαστε πολύ αυστηροί με τους εαυτούς μας. Ίσως προσπαθούμε πολύ για να πετύχουμε κάποια πράγματα που ίσως δεν έχουν νόημα. Ότι αναζητούμε τον Θεό ή την άλλη ζωή, με μεγαλύτερο σθένος από ότι αναζητούμε τον διπλανό μας. Η ζωή είναι εδώ, σε αυτή τη λασπωμένη γη, ποτισμένη από τον ιδρώτα και το αίμα μας, και ο αγώνας μας πρέπει να είναι να την ομορφύνουμε. Για μας, για τους άλλους, για τα παιδιά μας. Η ζωή είναι τώρα. Με τις λιακάδες και τις συννεφιές της. Παίζουμε με τα χαρτιά που μας μοίρασαν και προσπαθούμε να κάνουμε καλύτερο το φύλλο μας. Η ζωή είναι οι άλλοι. Με τα καλά και τα στραβά τους. Κανένας δεν γεννιέται καλός, κανένας δεν γεννιέται κακός, και κανένας δεν είναι ποτέ μόνο κακός ή καλός. Όλοι μας κουβαλάμε το σκοτάδι και το φως. Και μόνο μαζί μπορούμε να φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο. Καλύτερο για όλους, όχι για τους λίγους.
– Ποιας αποξένωσης? – τον ρωτάω.
Αυτής που επικρατεί τώρα παντού, κι ιδίως στην εποχή μας, αλλά δεν ολοκληρώθηκε ακόμα και δεν τέλειωσε ο χρόνος της. Διότι τώρα ο καθένας πασχίζει να οριοθετηθεί όσο το δυνατόν περισσότερο, θέλει να βιώσει μέσα του την πληρότητα της ζωής, ενώ στο μεταξύ αυτές οι προσπάθειές του, αντί για πληρότητα ζωής καταλήγουν σε απόλυτη αυτοκτονία, καθώς αντί να φροντίσουν για την πληρότητα της ύπαρξής τους πέφτουν σε πλήρη αποξένωση. Διότι όλοι στην εποχή μας έχουν χωριστεί σε μονάδες, ο καθένας μας απομονώνεται στην ακρούλα του, ο καθένας μας απομακρύνεται από τον άλλο, κρύβεται και κρύβει αυτό που κατέχει και καταλήγει να απωθείται από τους ανθρώπους και να απωθεί τους ανθρώπους. Συσσωρεύει απομονωμένος πλούτη και σκέφτεται: πόσο δυνατός είμαι τώρα και πόσο εξασφαλισμένος, και δεν ξέρει ο τρελός ότι όσο πιο πολύ συσσωρεύει τόσο πιο πολύ βυθίζεται στην αυτοκτονική ανημπόρια. Διότι συνήθισε να υπολογίζει μόνο στον εαυτό του και από όλον γίνεται μονάδα, εκπαίδευσε την ψυχή του να μην πιστεύει στην ανθρώπινη συνδρομή, στους ανθρώπους και στην ανθρωπότητα, και το μόνο που τον κάνει να τρέμει είναι ότι θα χαθούν τα λεφτά του και μέσω αυτών θα χαθούν τα δικαιώματα που είχε καταχτήσει. Παντού στις μέρες μας ο ανθρώπινος νους αρχίζει να μην αντιλαμβάνεται ότι η αληθινή ασφάλεια του ατόμου βρίσκεται όχι στην προσωπική μεμονωμένη προσπάθειά του, αλλά στην κοινή ανθρώπινη ολότητα. Όμως θα έρθει οπωσδήποτε το τέλος αυτού του τρομαχτικού απομονωτισμού, κι όλοι θα καταλάβουν με μιας πόσο αφύσικα είχαν απομονωθεί ο ένας από τον άλλο. Τέτοιο θα είναι πλέον το πνεύμα των καιρών, και θα εκπλαγούν που ήταν τόσα χρόνια στο σκοτάδι και δεν έβλεπαν το φως.
Φωτογραφία εξωφύλλου: Alice Neel, Untitled (Karamazov, His Three Sons, and the Servant Gregory), © The Estate of Alice Neel. Ευγενική παραχώρηση David Zwirner, Νέα Υόρκη/Λονδίνο.