Πριν λίγες μέρες ανακοινώθηκαν τα βραβεία Πούλιντζερ 2023, που θεωρούνται η υψηλότερη τιμή στη δημοσιογραφία, από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια όπως κάθε χρόνο.
Μα τι είναι ακριβώς αυτά τα βραβεία και ποιος ήταν ο Πούλιντερ;
…
Εξήγησέ μου σαν να είμαι 5χρονο:
Κάθε χρόνο την Άνοιξη δίνονται κάποια βραβεία για τους δημοσιογράφους, αυτούς δηλαδή που μας λένε τις ειδήσεις και μαθαίνουμε τι συμβαίνει στον κόσμο. Ξέρεις τι είναι ένα βραβείο… Και στο σχολείο σας δίνουν μικρά βραβεία κάθε φορά που κάνετε κάτι πολύ καλά. Μαζί με τους δημοσιογράφους παίρνουν τέτοιο βραβείο και οι συγγραφείς, αυτοί που γράφουν τα βιβλία δηλαδή, και οι μουσικοί για τα τραγούδια και τις μελωδίες που φτιάχνουν.
Τα βραβεία Πούλιντζερ, έτσι λέγονται, και πήραν το όνομά τους από κάποιον πολύ παλιά στην Αμερική που έδωσε χρήματα σε ένα πανεπιστήμιο για αυτούς που σπουδάζουν δημοσιογραφία και είπε να αρχίσουν να δίνουν αυτά τα βραβεία. Έχουν περάσει 106 χρόνια από την φορά που ξεκίνησαν.
Να θυμάσαι ότι είναι μεγάλη τιμή για όποιον καταφέρει να το πάρει. Μπορεί να πάρεις και συ κάποτε. Ποτέ δεν ξέρεις. Αν το θέλεις και προσπαθήσεις πολύ, όλα μπορούν να γίνουν…
…
Εξήγησέ μου σαν να είμαι 15χρονο:
Το Βραβείο Πούλιτζερ (Pulitzer Prize) είναι ένα βραβείο των Ηνωμένων Πολιτειών, που απονέμεται κάθε χρόνο και που θεωρείται η ύψιστη τιμή στην έντυπη δημοσιογραφία. Περιλαμβάνει επίσης λογοτεχνικά επιτεύγματα και μουσικές συνθέσεις. Τα πρώτα Βραβεία Πούλιτζερ απονεμήθηκαν στις 4 Ιουνίου του 1917, και πλέον ανακοινώνονται κάθε χρόνο την άνοιξη.
Οι αποδέκτες του βραβείου επιλέγονται από μια ανεξάρτητη επιτροπή που επίσημα διοικείται από τη Μεταπτυχιακή Σχολή Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου Κολούμπια στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το βραβείο θεσπίστηκε σύμφωνα με τη διαθήκη του Τζόζεφ Πούλιτζερ, ενός Ουγγρο-Αμερικανού δημοσιογράφου και εκδότη εφημερίδας των τελών του 19ου αιώνα, που άφησε σπουδαίο κληροδότημα στη παραπάνω σχολή.
Προβλέπονται οκτώ βραβεία που απονέμονται σε κατηγορίες που σχετίζονται με τη δημοσιογραφία, (καλύτερου ρεπορτάζ, άρθρου, γελοιογραφίας κ.ά.) καθώς και τέσσερα για τις τέχνες και τα γράμματα. Μόνο ειδήσεις και φωτογραφίες δημοσιευμένες σε εφημερίδες ή οργανώσεις καθημερινών νέων με βάση τις ΗΠΑ έχουν το δικαίωμα διεκδίκησης του βραβείου δημοσιογραφίας. Από το 1943 βραβείο Πούλιτζερ απονέμεται επίσης και για την καλύτερη μουσική σύνθεση.
…
Εξήγησέ μου σαν να είμαι ενήλικας:
Όλα ξεκίνησαν στα τέλη του 19ου αιώνα, από τον Τζόζεφ Πούλιτζερ, ουγγρικής καταγωγής εκδότη των εφημερίδων New York World και το St. Louis Post-Dispatch. Ο Πούλιντζερ θεωρούνταν τότε η ίδια η ενσάρκωση της αμερικανικής δημοσιογραφίας και δεν δίσταζε να στρέφεται εναντίον ανέντιμων κυβερνήσεων, ενώ ήταν εκείνος που ζήτησε την εκπαίδευση δημοσιογράφων σε πανεπιστημιακό επίπεδο σε μια σχολή δημοσιογραφίας.
Γράφοντας τη διαθήκη του το 1904, η οποία προέβλεπε την καθιέρωση των βραβείων Πούλιτζερ ως κίνητρο για την αριστεία, ο Πούλιτζερ όρισε μόνο τέσσερα βραβεία στη δημοσιογραφία, τέσσερα σε βιβλία και θεατρικά έργα, ένα για την εκπαίδευση και πέντε ταξιδιωτικές υποτροφίες. Πλέον, το Plan of Award, το οποίο διέπει τα βραβεία από την έναρξή τους το 1917, αναθεωρείται συχνά. Το Διοικητικό Συμβούλιο, που αργότερα μετονομάστηκε σε Διοικητικό Συμβούλιο του Βραβείου Πούλιτζερ, αύξησε τον αριθμό των βραβείων σε 23 και εισήγαγε την ποίηση, τη μουσική, τη φωτογραφία, τα απομνημονεύματα και τη δημοσιογραφία ήχου ως θέματα, ενώ τηρούσε το πνεύμα της θέλησης του ιδρυτή και της πρόθεσής του.
Από το 1999, το Διοικητικό Συμβούλιο ενέκρινε σταδιακά τη συμπερίληψη στη διαδικασία Πούλιτζερ της διαδικτυακής δημοσιογραφίας καθώς αναπτύχθηκε το ηλεκτρονικό μέσο. Έτσι, με τον διαγωνισμό του 2006, το Διοικητικό Συμβούλιο επέτρεψε το διαδικτυακό περιεχόμενο σε όλες τις δημοσιογραφικές του κατηγορίες. Για το 2009, ο διαγωνισμός επεκτάθηκε για να συμπεριλάβει διαδικτυακούς οργανισμούς ειδήσεων.
Η άλλη σημαντική αλλαγή που σημειώθηκε με την πάροδο του χρόνου αφορούσε στη Μουσική, μια κατηγορία που προστέθηκε στο Σχέδιο Βραβείων για τα βραβεία το 1943. Το βραβείο πάντα πήγαινε σε συνθέτες κλασικής μουσικής. Ο ορισμός και οι απαιτήσεις συμμετοχής στην κατηγορία Μουσική ξεκινώντας με τον διαγωνισμό του 1998 διευρύνθηκαν για να προσελκύσουν ένα ευρύτερο φάσμα αμερικανικής μουσικής.
Υπάρχει βέβαια και η άποψη ότι ο Πούλιτζερ, που όταν έφτασε στην Αμερική ως μετανάστης έκανε διάφορες δουλειές για να επιβιώσει, ήταν φοβερά φιλόδοξος και φιλοχρήματος. Επίσης κατηγορήθηκε για κιτρινισμό με σκοπό το κέρδος και για πολιτική προπαγάνδα. Κάποιοι ισυρίζονται ότι όταν άφησε δύο εκατομμύρια δολάρια με την διαθήκη του στο πανεπιστήμιο Columbia, για να ιδρύσει μια σχολή δημοσιογραφίας και να επιβλέπει τα βραβεία, το κίνητρό του ήταν να αποκαταστήσει την κακή του φήμη…
…
Το theCommonSense? σας παραθέτει αναλυτικά του φετινούς νικητές ανά κατηγορία:
Δημοσιογραφία
Δημόσιο συμφέρον (το μεγαλύτερο βραβείο που συνοδεύεται από χρυσό μετάλλιο): Στους 4 θαρραλέους δημοσιογράφους και βιντεογράφους του Associated Press, τη μοναδική δυτική δημοσιογραφική ομάδα στην κατεχόμενη Μαριούπολη που «έγιναν μάρτυρες της σφαγής αμάχων κατά τη ρωσική εισβολή». Η ίδια ομάδα πήρε τον Φεβρουάριο και το Βραβείο Πολκ 2023 Πολεμικής Ανταπόκρισης.
Breaking Story: Στους LA Times για την αποκάλυψη ηχογραφημένης συνομιλίας του Δημοτικού Συμβουλίου με πολλά ρατσιστικά σχόλια.
Ερευνητική Δημοσιογραφία: Στη Wall Street Journal για την καταγραφή της σύγκρουσης οικονομικών συμφερόντων σε υπαλλήλους σε 50 κρατικές υπηρεσίες.
Επεξηγηματική Δημοσιογραφία: Στο άρθρο “We need to take away children” του Atlantic που κατέγραψε την πολιτική του Τραμπ που χώρισε παιδιά μεταναστών από τους γονείς τους.
Local Reporting: Από κοινού στο AL.com που αποκάλυψε πώς η αστυνομία του Μπρουκσάιντ της Αλαμπάμα απέσπασε από φτωχούς πολίτες χιλιάδες δολάρια μέσω διαφόρων τρόπων και στo Mississippi Today που αποκάλυψε πώς ο κυβερνήτης έκλεψε χρήματα από δικαιούχους επιδομάτων και τα μοίρασε σε συγγενείς και φίλους, όπως των αθλητή του φούτμπολ Μπρετ Φοβρ.
National Reporting: Στην Κάρολιν Κίτσνερ της Washington Post που κατέγραψε τη ζωή μετά την ανατροπή της δικαστικής απόφασης Roe v. Wade, όπως τη 18χρονη που έγινε χωρίς να το θέλει μητέρα διδύμων.
Διεθνές ρεπορτάζ: Στους New York Times για την κάλυψη της εισβολής στην Ουκρανία και την 8μηνη έρευνα που εντόπισε τους Ρώσους στρατιώτες που σκότωσαν αμάχους στην Μπούτσα.
Feature Writing: Στoν ήδη κάτοχο Pulitzer Έλι Σάσλοου της Washington Post που κατέγραψε τους αγώνες Αμερικανών μετά την πανδημία. Ο Σάσλοου έχει υπάρξει τρεις φορές φιναλίστ για το βραβείο. Τον Φεβρουάριο εντάχθηκε στους New York Times.
Σχολιασμός: Στην στήλη State of Denial του AL.com, μια πολύμηνη κατάδυση στην ψευδή ιστορία της Αλαμπάμα.
Κριτική: Στην Άντρια Λονγκ Τσου του New York mag.
Editorial Writing: Στη Miami Herald για σειρά άρθρων που κατέγραψαν την αποτυχία των αρχών της Φλόριντα να παρέχουν στους πολίτες υπηρεσίες για τις οποίες φορολογούνται.
Εικονογραφημένο ρεπορτάζ και σχόλιο: Στη Μόνα Τσαλαμπί των New Υork Times που βοήθησε τους αναγνώστες να καταλάβουν το μέγεθος του πλούτου του Τζεφ Μπέζος.
Φωτορεπορτάζ: Στους 4 δημοσιογράφους και βιντεογράφους του Associated Press που ήταν για 20 μέρες η μοναδική δυτική δημοσιογραφική ομάδα στην κατεχόμενη Μαριούπολη.
Φωτογραφία Θέματος: Στην Κριστίνα Χάους των Los Angeles Times για το πορτρέτο 22χρονης άστεγης εγκύου.
Ηχητικό ρεπορτάζ: Στο πόντκαστ του Stolen: Surviving St.Michael’s για μία από τις πιο σκοτεινές σελίδες του Καναδά: τα καθολικά σχολεία που «εξευγένιζαν» τα παιδιά των αυτοχθόνων.
…
Tέχνες και γράμματα
Μυθιστόρημα: Από κοινού στο Demon Copperhead, μια μοντέρνα εκδοχή του Ντέιβιντ Κόπερφιλντ, και το Trust, μια ιστορία πλούτου και απάτης στη Νέα Υόρκη του 1920.
Βιογραφία: G-Man: J. Edgar Hoover and the Making of the American Century.
Νonfiction: His Name is George Floyd που βασίστηκε σε σειρά ρεπορτάζ στη Washington Post.
Ιστορία: Freedom’s Dominion: A Saga of White Resistance to Federal Power.
Αυτοβιογραφία: StayTrue.
Ποίηση: Then the War: And Selected Poems, 2007-2020.
Θέατρο: Στο έργο English που παρακολουθεί μια παρέα ενηλίκων πριν τις εξετάσεις αγγλικών σε παράνομο φροντιστήριο της Τεχεράνης.
Μουσική: Στην όπερα Omar για έναν μουσουλμάνο σκλάβο.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Murray Kempton, από τα ιστορικά αρχεία του LIFE Magazine.