Ο Σπύρος Καβαλλιεράτος και ο Γιάννης Αχυρόπουλος συνεχίζουν να «αντιλέγονται» συζητώντας το μουσικό φαινόμενο του Μπαχ. Τι ήταν αυτό που πυροδότησε τη μεγαλοφυΐα του;
…
Γιάννης Αχυρόπουλος
Αυτό που πάντα με εντυπωσίαζε διαβάζοντας βιογραφίες του Μπαχ ήταν το γεγονός ότι ο μεγαλοφυής αυτός μουσικός λειτούργησε σ´ όλη του τη ζωή και παρήγαγε αυτό το εντυπωσιακό έργο μέσα σ´ ένα «υπαλληλικό» καθεστώς.
Τα έργα του οφείλονταν στο μεγαλύτερο μέρος του στις υπηρεσίες που αναλαμβάνει σαν ένας διορισμένος επαγγελματίας και στα καθήκοντα που αυτές του επιβάλουν. Υπήρξε πάντα ο υπηρέτης ενός ισχυρού μαικήνα, ενός θρησκευτικού κοινοβίου ή ενός δήμου.
Ταπεινά και ευσυνείδητα εργάζεται για αυτούς, αποκλειστικά για αυτούς, και δεν επιδιώκει να τραβήξει στο πρόσωπό του την προσοχή του πλήθους. Δε χρησιμοποίησε ποτέ την μεγαλοφυία του για προσωπική δόξα. Συνθέτει για να εκτελέσει ένα καθήκον μέσα σε μία υπαλληλική συνθήκη, παρά για να κατακτήσει φήμη· εξάλλου ελάχιστα έργα του εκδόθηκαν όσο ζούσε.
Μήπως περιφρονούσε το κοινό;
Όχι, αλλά προφανώς δεν τον απασχολούσε· ήταν μάλλον έξω απ’ αυτό, σαν να αγνοούσε την ύπαρξή του.
Σκεφτόταν σαν ένας υπάλληλος ενός υψηλού ιδανικού που του είχαν αναθέσει. Όλοι οι υπάλληλοι βέβαια δεν είναι Μπαχ, που στο δικό του τομέα είναι ο ιδεώδης, ο τακτικός, ο σεμνός εργαζόμενος, ο οποίος ακολουθεί μία σταδιοδρομία όπου αυτοπροάγεται και καθορίζει τον ορίζοντα του ανάλογα με την υπηρεσία και τα καθήκοντα που του έχουν ζητηθεί να προσφέρει.
Σίγουρα η εποχή που έζησε έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτή του τη στάση.
Τον 17ο αιώνα και στις αρχές του 18ου η μουσική δεν προσφέρεται για να ικανοποιήσει την περιέργεια του πλήθους, του κοινού. Είναι κλεισμένη σε μία εκκλησία, σε ένα δωμάτιο, σε ένα σαλόνι. Δεν υπάρχουν κριτικοί που παραμονεύουν.
Ο Μπαχ δεν πήρε ποτέ του μία θέση σαν καλλιτέχνης που ξέρει πως το κοινό τον παρακολουθεί και επιζητά αυτή την παρακολούθηση.
Αντίθετα προς τους μεγάλους μεταγενέστερους μουσικούς (Μπετόβεν, Βάγκνερ, Μπερλιόζ, Σοπέν…) δε σκέφτηκε ποτέ να εκφράσει στην μουσική του τις χαρές και τις λύπες της ιδιωτικής του ζωής. Κάνει έργο περίστασης, συνθήκης, προσαρμογής, ποτέ με πρόθεση έκφρασης ενός προσωπικού πόνου η μιας ενδόμυχης ευτυχίας· πολύ πιθανό η αυστηρότητα που χαρακτηρίζει τον προτεσταντισμό – ο Μπαχ ήταν προτεστάντης – να τον έκανε να αισθάνεται σκανδαλισμένος από μια τέτοια αισθητική.
Και δεν θα ήταν δυνατόν να κατανοήσει πως ο μουσικός θα μπορούσε να διοχετεύσει τις ανησυχίες του «εγώ» του μέσα σε ένα έργο θρησκευτικής μουσικής προορισμένο για την λατρεία του «Θείου». Σαν συνέπεια της προτεσταντικής του ηθικής, ο κοσμικός έρωτας – αυτός που τόσο βασάνισε τον άλλο μεγάλο λίθο της μουσικής, τον Μπετόβεν – δεν έχει καμία θέση μέσα στο έργο του Μπαχ.
Γεγονός τεράστια σημασίας αν λάβουμε υπόψιν ότι η μουσική έχει καθοριστεί ως μία «δημιουργία του έρωτα» και ότι ο Μπαχ θεωρείται ο μεγαλύτερος μουσικός όλων των εποχών. Και αν είναι έτσι, σημαίνει ότι η ζωή του ήταν στερημένη από ρομαντισμό και μεγάλα πάθη, χαρακτηριστικό όλων των μεγάλων καλλιτεχνών.
Τα έργα του Μπαχ εκτελούνται σήμερα μέσα στις μεγαλύτερες αίθουσες συναυλιών δηλαδή μέσα στους μόνους χώρους και μπροστά στο μόνο κοινό που ο Μπαχ δεν είχε ποτέ του σκεφτεί.
Χαρακτηριστικοί είναι ορισμένοι από τους όρους της σύμβασης που υπέγραψε με το δημοτικό συμβούλιο της Λειψίας όταν πήρε οριστικά τον τίτλο του μουσικοδιδασκάλου το 1723, παίρνοντας όρκο ότι θα εκτελούσε τα καθήκοντά του με ζήλο και πίστη:
1) Να ενθαρρύνω τους μαθητές, δίνοντας το καλό παράδειγμα, και κάνοντας μία ζωή σοβαρή και σεμνή. Να τηρώ με ακρίβεια τις ώρες των μαθημάτων και να διδάσκω έχοντας συνείδηση των καθηκόντων μου.
2) Να καταβάλω κάθε προσπάθεια για την βελτίωση της μουσικής τις δύο κυριότερες εκκλησίες της πόλης
3) Να μην δέχομαι κανένα μαθητή σε σχολείο που να μην έχει από πριν τις απαιτούμενες βάσεις ή που να μην δείχνει ικανός ότι θα επωφεληθεί από την μουσική εκπαίδευση. Να μην κάνω καμιά σχετική ενέργεια χωρίς την έγκριση των κυρίων επιθεωρητών και διευθυντών της πόλης.
4) Για την αποφυγή περιττών δαπανών στις εκκλησίες, να διδάσκω ευσυνείδητα τους μαθητές όχι μόνο φωνητική μουσική αλλά και ενόργανη.
5) Για την ύπαρξη τάξης στις εκκλησίες, να φροντίζω ώστε το μουσικό μέρος να μην κρατάει πάρα πολύ. Ακόμη να προσέχω ώστε να μην αποκτά θεατρικό χαρακτήρα αλλά αντίθετα τα συντελεί στην κατάνυξη των ακροατών.
6) Να συμπεριφέρομαι στους μαθητές με συμπάθεια και αγάπη. Σε περίπτωση ανυπακοής, να τους τιμωρώ με μέτρο ή να τους δείχνω πιο είναι το σωστό.
7) Να μην εγκαταλείπω την πόλη χωρίς την άδεια του κυρίου δημάρχου.
Όπως αναφέρει στην βιογραφία του, η δεύτερη του γυναίκα, η Άννα Μαγδαληνή Μπαχ, παρόλο που ήταν ένας υποδειγματικός και ευσυνείδητος δημοτικός υπάλληλος «Τον πληγώνανε οι άθλιοι καυγάδες και οι διαφωνίες με τα μέλη του συμβουλίου, στη σχολή του Αγίου Θωμά (Λειψία). Πολλές φορές οι κύριοι αυτοί λες και του ζητούσανε να κάνει τα ακατόρθωτα. Αντί να ενισχύσουν το γόητρο του, τον στερήσανε και από ένα επίδομα που του ανήκει δικαιωματικά, εμποδίζοντάς τον έτσι να χρησιμοποιήσει τους μουσικούς που είχε ανάγκη. Με χίλιους τρόπους πάσκιζαν να του δυσκολέψουν τη ζωή, και όταν με την συνηθισμένη του ειλικρίνεια, τους έλεγε καθαρά τις σκέψεις του για τον τρόπο που ενεργούσαν, τον κατηγορούσαν για «αδιόρθωτο» και τον επιτιμούσανε»
Μήπως ο Μπαχ είναι η καλύτερη απόδειξη ότι ένας ταλαντούχος και ευσυνείδητος «υπάλληλος», δημόσιος ή ιδιωτικός, σε οποιοδήποτε χώρο και σε οποιαδήποτε εποχή, μπορεί να κάνει θαύματα ακόμη και σε αντίξοες συνθήκες;
Όπως έλεγε και ο ίδιος:
«Εργάστηκα προσεκτικά. Όποιος εργαστεί σαν κι εμένα, θα ‘χει το ίδιο αποτέλεσμα».
…
Σπύρος Καβαλλιεράτος
Οι κορυφές του φλοιού της Γης, τουλάχιστον όσο θα υπάρχει ανθρωπότητα, δεν πρόκειται να αλλάξουν. Όμως οι κορυφές της Τέχνης αλλάζουν, και μερικές φορές με όχι με τον αναμενόμενο τρόπο. Για όλον τον 19ο αιώνα και τον μισό 20ο, ως κορυφή της Μουσικής νογιόταν ο Μπετόβεν, αλλά μετά, για πρώτη φορά στην Ιστορία της Μουσικής, δεν αντικαταστάθηκε από έναν επόμενο μεγαλύτερο συνθέτη και πιο ταιριαστό στην αισθητική της εποχής, αλλά από έναν προγενέστερό του, τον Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ.
Ο Μπαχ πέθανε το 1750 και ήδη οι γιοί του ήταν από τους πρωτοπόρους του νέου στυλ συμβάδιζε με τον Διαφωτισμό και τη στροφή προς τη φυσικότητα. Το έργο του, εκτός από το Καλώς Συγκερασμένο Κλειδοκύμβαλο που χρησιμοποιήθηκε ως πιανιστικό παιδαγωγικό εγχειρίδιο, ξεχάστηκε παντελώς για εκατό χρόνια και χρειάστηκαν περίπου αλλά τόσα για να εκδοθεί ολόκληρο. Κυρίως ο θαυμασμός των ίδιων των μουσικών μπροστά σε μια ιδιοφυΐα που το μυαλό δυσκολεύεται να συλλάβει, ειδικά στο συνδυασμό έκτασης και βάθους, είναι αυτός που μετατόπισε την κορυφή από τον Μπετόβεν στον Μπαχ.
Ποιοι ήταν παράγοντες που συνέβαλαν στη δημιουργία ενός τέτοιου θαύματος που πιστεύω ότι όμοιο του δεν υπάρχει σε άλλη τέχνη και επιστήμη;
- Η παράδοση των συντεχνιών του Μεσαίωνα. Οι καλές τέχνες και η μουσική δεν διέφεραν πολύ όσον αφορά τον τρόπο που παράγονταν από τις τέχνες των ξυλουργών, των σιδηρουργών, των οργανοποιών κλπ. Η οικογένεια του Γιόχαν Σεμπάστιαν αριθμούσε τουλάχιστον πέντε γενιές μουσικών πριν από αυτόν, που μεταβίβαζαν τα “μυστικά” και τις καθημερινές πρακτικές στους επόμενους.
- Η παράδοση των μαθηματικών των Πυθαγορείων έτσι όπως διδάσκονταν σε απόκρυφες οργανώσεις τον 18 αιώνα στην Ευρώπη. Το έργο του Μπαχ βρίθει από Αριθμοσοφία και έχει τις πιο ξεκάθαρες μαθηματικές αναλογίες από το έργο οποιουδήποτε άλλου συνθέτη. Όσο εμβαθύνει κανείς, τόσο τρομάζει κανείς από την πληθώρα και διαύγειά τους.
- Περισσότερο από όλα, η Μεταρρύθμιση του Λούθηρου. Καταρχήν η εκτίμηση του Λούθηρου για τη μουσική ως ένα μέσο υποβολής μέσα στον “καθαρισμένο” από εικόνες και γλυπτά ναό. Το ότι επιτράπηκαν όλα τα μουσικά όργανα να ηχούν μέσα στο ναό είναι ίσως ο πιο σημαντικός παράγοντας για την εξέλιξη μουσικής, όπως την ξέρουμε, μιας και τα όργανα δεν θεωρούνταν πια κοσμικά και βέβηλα.
Μετά η συνολικότερη ασκητική της προτεσταντικής ηθικής, ειδικά όσον αφορά το επάγγελμα (Beruf=κάλεσμα από το Θεό). Στον προτεσταντικό κόσμο του Μπαχ, (τον τόσο διαφορετικό από τον ελληνικό!) αξία είχε μόνο η δόξα του Θεού (υπέγραφε σχεδόν πάντα με τα αρχικά SDG, δηλαδή SOLI DEO GLORIA) μέσα από την τέχνη του καθενός. Ο ίδιος διοχέτευε την ηφαιστειακή ζωτικότητά του μόνο στη μουσική, και επέτρεπε στον εαυτό του την πολυτέλεια του καπνού, του καφέ και του…να κάνει παιδιά…
Οι απλές αυτές διαπιστώσεις επιρροής της κοινωνικής κατάστασης στην Τέχνη, μπορεί ίσως να αποτελέσουν μια αφορμή να αναρωτηθούμε τι Τέχνη προκύπτει με τη σταδιακή συσσώρευση όλων των αξιών σε μια κυρίαρχη: το Χρήμα.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Πορτραίτο του Μπαχ στο εκκλησιαστικό όργανο, 1725