Η σιωπή μέσα στο ιατρείο ήταν εκκωφαντική. Ο Πέτρος ακούμπησε πίσω στην πλάτη της πολυθρόνας και γύρισε στη γιατρό με βλέμμα καθαρό.
«Δηλαδή Κατερίνα, τι κάνουμε τώρα;» ρώτησε ήρεμα.
«Σου είπα Πέτρο, είμαστε πρώτοι στη λίστα για μεταμόσχευση καρδιάς. Ξέρεις το πρωτόκολλο καλύτερα από μένα. Ο Ορέστης είναι σε μηχανική υποστήριξη και θα μείνει έτσι μέχρι να βρεθεί δότης. Για τώρα, δεν φοβόμαστε για εγκεφαλική βλάβη. Όσο περνούν οι μέρες όμως, θα δυσκολεύει η κατάσταση».
Ο Πέτρος αναστέναξε και κοίταξε την Κατερίνα με ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο.
«Δουλεύουμε μαζί σχεδόν πέντε χρόνια, Κατερίνα. Είσαι η καλύτερη στις μεταμοσχεύσεις καρδιάς και ξέρεις να διαχειριστείς τέτοια δύσκολα περιστατικά. Έχω πίστη σε σένα και ξέρω ότι θα κάνεις ο,τι καλύτερο για τον Ορέστη».
«Ναι Πέτρο μου, θα κάνω. Με ένα μειδίαμα της τύχης ο Ορέστης θα επανέλθει. Λίγη υπομονή μόνο να έχουμε, μέχρι να βρει ο σωστός δότης».
«Σωστά τα λες» είπε καθώς σηκώθηκε και γέμισε με την επιβλητική του παρουσία το ιατρείο. Άνδρας ψηλός, αγέρωχος, που δεν έδειχνε τα 52 του χρόνια, ούτε καν εκείνη τη στιγμή που το δυστύχημα που οδήγησε τον γιό του στην εντατική τους είχε συνταράξει όλους. Μόνο το βλέμμα του είχε βαρύνει, κι από μάτια φτιαγμένα από καλοκαιρινό σούρουπο πλέον είχε βλέμμα ντυμένο με σύννεφα γκρίζα, φορτωμένα με βροχή. Όπως τότε, όταν έχασε τη Λένα του. Όμως οι καρδιές τέτοιων ανθρώπων είναι πουλιά αποδημητικά. Η καταιγίδα δεν τις φτάνει, με κάποιον τρόπο πάντα ξεφεύγουν.
Η Κατερίνα σηκώθηκε κι αυτή να τον αγκαλιάσει. Μια μικρή αιωνιότητα κράτησε η αγκαλιά τους και ο Πέτρος της χαμογέλασε για άλλη μια φορά.
«Σε ευχαριστώ Κατερινάκι. Πριν φύγω, να πάω λίγο στην τουαλέτα σου;». Η Κατερίνα έγνεψε καταφατικά. Κοίταξε έξω από το παράθυρο. Σύννεφα γκρίζα, φορτωμένα με βροχή, σαν τα μάτια του. .
Γύρισε το βλέμμα της προς την πόρτα της τουαλέτας και είδε ένα πορτοφόλι πεσμένο κάτω. Προχώρησε να το μαζέψει και πρόσεξε πως στην εξωτερική θήκη ήταν η γνωστή κόκκινη και μπλε κάρτα δωρητή οργάνων. Του Πέτρου.
Απορημένη κοίταξε την πόρτα της τουαλέτας, το πορτοφόλι και την κάρτα.
«Τι…;» ψέλλισε και έκλεισε τα μάτια της προσπαθώντας να διώξει τη σκέψη που καρφώθηκε στο μυαλό της.
Έμεινε παγωμένη, με κλειστά μάτια, επαναλαμβάνοντας μέσα της ένα μη. Το μη έγινε γιατί μόλις άκουσε τον πυροβολισμό μέσα από την τουαλέτα και το γιατί διασκορπίστηκε μέσα στο μπλαβί των ματιών του Πέτρου, που έσβησε. Η καρδιά μετακομίζει από το πατρικό και ξεκινάει τη δεύτερη ζωή της.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Pieter de Jong