Εκτιμώ τον Μποντό όσο κανένας. Τον γνωρίζω κάμποσο καιρό. Τουλάχιστον τόσο, που να μου επιτρέπει να τον αποκαλώ μπροστά στον φοροτεχνικό του, “τζουτζούκο μου“. Α, ο Μποντό! Περάσαμε τόσα πολλά μαζί, που μπορώ να λέω μπροστά στη Γενική Συνέλευση των Φοροτεχνικών: “Εγώ και ο Μποντό; Φάγαμε μαζί ψωμί κι αλάτι!” Βέβαια αυτουνού του άρεσε το “ψωμί και κάπαρη”. Τρελαίνονταν επίσης για “ψωμί κι αλάτι και πιπέρι”. Έφτιαχνε πάλι, τέλεια, το “ψωμί και κανέλα”. Η σπεσιαλιτέ του; “Ψωμί κι Αλάτι – Σάντουιτς”. Θεϊκό φαγητό! Μου αποκάλυψε κάποτε το μυστικό της συνταγής του, λίγο πριν φύγει για το Διεθνές Συνέδριο Φίλων του Ψωμιού και του Αλατιού. Εκεί, θα γινότανε κι ένας διαγωνισμός για το καλύτερο “ψωμί κι αλάτι”.
Ο Μποντό, λίγο πριν επιβιβαστεί στο αεροπλάνο, έβαλε στη τσέπη του μοντγκόμερι μου, ένα φάκελο. “Αν πάθω κάτι” μου ψιθύρισε με σπασμένη φωνή, “θέλω ν’ ανοίξεις αυτό το φάκελο. Τα υπόλοιπα όταν γυρίσω“.
Ο Μποντό δεν γύρισε ποτέ.
Οι βαλίτσες του αντί για το Παρίσι –όπου θα γινόταν το συνέδριο– κατέληξαν κατά λάθος στο Μπαγκλαντόρ. Ο Μποντό αψήφησε τις διαβεβαιώσεις των ανθρώπων της αεροπορικής εταιρίας, ότι την μεθεπόμενη θα τις είχε στα χέρια του – ή αν ήθελε, στο καροτσάκι του – όπως επίσης και τις εκκλήσεις των συνάδελφων του να μείνει μαζί τους. Αποφάσισε να ταξιδέψει ο ίδιος στο Μπαγκλαντόρ για να φέρει ο ίδιος πίσω την αγαπημένη του αλατιέρα, με τις δεκαοχτώ τρυπίτσες, σε μέγεθος ινδικής κουμπότρυπας.
Από τότε η τύχη του αγνοείται.
Είκοσι χρόνια αργότερα έλαβα ένα περίεργο ανώνυμο γράμμα
Έγραφε: “κάλιο αλατόδενε παρά αλατογύρευε”
Τι στον Άλας να σημαίνει;
(Δίψασα)
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Baker carrying a tray of bread, Italy, 1957 / pinterest