Δυο εβδομάδες περίπου πριν την εξέγερση του πολυτεχνείου ένα σημαντικό μήνυμα έφτασε από την πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης.
Εκείνες τις ημέρες στην Μπανγκόκ ανατράπηκε το δικτατορικό καθεστώς από λαϊκοστρατιωτική εξέγερση που είχε ως πρωτοπορία και κινητήρια δύναμη τους Ταϊλανδούς φοιτητές. Το αξιοσημείωτο σε αυτό το γεγονός είναι ότι μέσα στην βουδιστική απάθεια και την γενικευμένη αδιαφορία που χαρακτήριζε τους Ταϊλανδούς για τα πολιτικά δρώμενα, το κίνημα των φοιτητών κατάφερε μετά από βίαιες συγκρούσεις να ανατρέψει το δικτατορικό στρατιωτικό καθεστώς που βρισκόταν στην εξουσία μια ολόκληρη δεκαετία. Μόλις δύο χρόνια νωρίτερα όταν η στρατιωτική χούντα μονοπωλούσε ακόμη την εξουσία, αρνούμενη κατηγορηματικά οποιαδήποτε δημοκρατική ελευθερία, πέντε μόνο φοιτητές -φαίνεται απίστευτο- του πανεπιστημίου Θαμασάτ της Μπανγκόκ έκαναν αντίσταση και διαμαρτύρονταν για την κατάλυση των δημοκρατικών θεσμών. Καθημερινά αυτοί οι πέντε φοιτητές κατέθεταν συμβολικά ένα στεφάνι στο μνημείο της Δημοκρατίας, ώσπου κάποια στιγμή οι αρχές τους συνέλαβαν και τους επέβαλαν αυστηρές ποινές. Δύο χρόνια αργότερα χιλιάδες φοιτητές ήταν εξεγερμένοι και αποτέλεσαν την δυναμική πρωτοπορία για την πτώση του στρατιωτικού καθεστώτος της Ταϊλάνδης.
Το γεγονός αυτό δεν ήταν βέβαια ούτε η αφορμή ούτε η αιτία της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, ήταν όμως ένα δυνατό μήνυμα που έφτασε στην Ελλάδα την κατάλληλη στιγμή· ήταν ένας από τους απρόβλεπτους καταλυτικούς παράγοντες που επιταχύνουν τις διαδικασίες και απελευθερώνουν δυνάμεις αναγκαίες για μια δυναμική εξέγερση.
Το 1973 ήταν μία καθοριστική χρονιά για την Ελλάδα. Πολλά γεγονότα ανέτρεψαν τις έως τότε εξελίξεις και επέδρασαν αποφασιστικά στους πολιτικούς και κοινωνικούς μετασχηματισμούς.
Από τις αρχές της χρονιάς η οικονομική κρίση άρχιζε να μαστίζει την Ελλάδα, ο πληθωρισμός εντεινόταν και άρχιζε να εκδηλώνεται μια δυσαρέσκεια με πολλούς τρόπους.
Αν και οι μακροχρόνιες επιπτώσεις της οικονομικής πολιτικής της δικτατορίας των συνταγματαρχών ήταν βλαβερές, ωστόσο το καθεστώς της χούντας μπόρεσε να διατηρήσει τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης του τέλους της δεκαετίας του ΄50 και των αρχών του ΄60, το βιοτικό επίπεδο συνέχιζε συνολικά να αυξάνεται (πάρα τις ανισότητες στην κατανομή αυτή της ευμάρειας). Το γεγονός ότι πολλοί Έλληνες ευημερούσαν στα πρώτα χρόνια της δικτατορίας ήταν αναμφίβολα ένας παράγοντας που εμπόδιζε την ανάπτυξη ενός αντιστασιακού κινήματος. Η συντριπτική πλειονότητα του Ελληνικού λαού δεν αντιστάθηκε στη χούντα. Όπως αναφέρει με τον γνωστό… τσιφορικό του ύφος ο Βασίλης Ραφαηλίδης στην «Ιστορία του Νεοελληνικού Κράτους»
«Το “έπος του Πολυτεχνείου” έγινε ένα ισχυρό αντιστασιακό άλλοθι για εκείνους που για εφτά χρόνια λούφαζαν, και ξαφνικά έγιναν αντιστασιακοί εν μία νυκτί, καλά προφυλαγμένοι οι περισσότεροι από την πολυκέφαλη μάζα που τους περιέβαλε πανταχόθεν. Ευτυχώς που η οίηση και ο κομπασμός για ένα «έπος» ελάχιστα επικό άρχισε να ξεφουσκώνει σιγά-σιγά».
Δεν είναι τυχαίο ότι το 1973 όταν οι συνταγματάρχες άρχισαν να πληρώνουν το τίμημα της άσωτης οικονομικής πολιτικής τους με πληθωρισμό που ξεπερνούσε το 30 % ακούστηκαν οι πρώτες φωνές δυσαρέσκειας.
Την πρώτη ανοιχτή αντίδραση στο καθεστώς την έκαναν οι φοιτητές, των οποίων τα αρχικά σπουδαστικά τους αιτήματα απέκτησαν σταδιακά πολιτικό χρώμα. Αφορμή ένας νόμος της χούντας που έδινε τη δυνατότητα στο καθεστώς να διακόπτει την αναβολή στράτευσης στους φοιτητές που απουσίαζαν από τα μαθήματά τους.
Τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο έχουμε μία σειρά κινητοποιήσεων σε πανεπιστημιακές σχολές και κυρίως στην Νομική. Αυτές οι κινητοποιήσεις θα αποτελέσουν το πρελούδιο στην εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς. Η βίαιη καταστολή της είχε σαν αποτέλεσμα την ενδυνάμωση και ριζοσπαστικοποίηση του φοιτητικού κινήματος.
Ο κόσμος έχει πάρει το μήνυμα ότι η χούντα πνέει τα λοίσθια, αυτό εξάλλου αφήνει να εννοηθεί και ο μεγάλος Βρετανός ηθοποιός Λόρενς Ολίβιε, όταν σε μία τελετή ενώπιον της βασίλισσας Ελισάβετ και του πρεσβευτή της χούντας στο Λονδίνο, κάνει μια θεαματικά επαναστατική πράξη προς όφελος της Ελλάδας. Χωρίς κανείς να έχει προβλέψει το παραμικρό, διαβάζει -παραβιάζοντας το πρωτόκολλο της τελετής- ένα απόσπασμα από ένα γράμμα του Γ.Α Μαγκάκη γραμμένο αυτόν τον καιρό στις φυλακές του Κορυδαλλού, όπου κρατείται.
Με τον Λόρενς Ολίβιε πρωταγωνιστή του «σκανδάλου», το ελληνικό πρόβλημα γίνεται πρωτοσέλιδο σε όλες τις εφημερίδες του κόσμου. Την σκυτάλη παίρνει σύντομα ο προοδευτικός Αμερικανός γερουσιαστής Φούλμπραΐτ που δηλώνει στην Αμερική πως «η Ελλάδα έχει το πιο κτηνώδες ξενοκίνητο καθεστώς του κόσμου».
Η χούντα αποδυναμώνεται μέρα με την ημέρα και ο Παπαδόπουλος ξέρει πως το τέλος του πλησιάζει.
Τον Μάιο του 1973 αποτυγχάνει μια ανταρσία στο ναυτικό. Οι ενεχόμενοι σ’ αυτήν αξιωματικοί συλλαμβάνονται και μόνο το πλήρωμα του αντιτορπιλικού «Βέλος» κατορθώνει να καταφύγει στην Ιταλία. Οι δικτάτορες κατηγορούν τον Καραμανλή και τον βασιλιά ότι είναι οι υποκινητές της ανταρσίας αλλά αυτοί αρνούνται την συμμετοχή τους.
Ύστερα από αυτά τα γεγονότα οι συνταγματάρχες καταλύουν και τυπικά την Βασιλεία και στη συνέχεια ο Παπαδόπουλος αναγγέλλει την δημιουργία μίας Προεδρικής Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας που θα επικυρωνόταν με την διενέργεια ενός δημοψηφίσματος και υπόσχεται εκλογές για τον επόμενο χρόνο, το 1974.
Στις 29 Ιουλίου 1973, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος εκλέγεται με νόθο δημοψήφισμα πρόεδρος της Δημοκρατίας. Για να πείσει τον λαό ότι θέλει πραγματικά να εγκαθιδρύσει μία αληθινή Δημοκρατία προχώρησε σε εντυπωσιακές πράξεις: χορηγία αμνηστίας, απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων, χαλάρωση της λογοκρισίας και σχηματισμός κυβέρνησης με πρωθυπουργό τον αρχηγό του προοδευτικού κόμματος, Σπύρο Μαρκεζίνη, που αναλαμβάνει την προετοιμασία για την διεξαγωγή των πρώτων βουλευτικών εκλογών που προγραμματίζονται για την επόμενη χρονιά.
Η πρόσκαιρη αυτή η χαλάρωση των κατασταλτικών μέτρων με την κυβέρνηση Μαρκεζίνη έδωσε την ευκαιρία σε ταχεία άνοδο του φοιτητικού κινήματος και των οργανωμένων κινητοποιήσεων.
Η πρώτη ευκαιρία δόθηκε στο μνημόσυνο για την πέμπτη επέτειο του θανάτου του Γεωργίου Παπανδρέου στις 4 Νοεμβρίου. Μεγάλο πλήθος συγκεντρώθηκε στο πρώτο νεκροταφείο Αθηνών. Είχαν προσέλθει πολλοί πολιτικοί αρχηγοί και στελέχη κομμάτων (Π. Κανελλόπουλος, Γ. Μαύρος, Ι. Ζίγδης, Αλ. Μπαλτατζής όπως επίσης και ο Αλέκος Παναγούλης) και το μνημόσυνο μετατράπηκε σε συλλαλητήριο.
Στην εκκλησία του νεκροταφείου οι πολιτικοί που έφταναν γίνονταν δεκτοί με επευφημίες και χειροκροτήματα από χιλιάδες άτομα και άρχισαν τα πρώτα ομαδικά συνθήματα: «Αθάνατος», «Δημοκρατία», «Μαρκεζίνη φύγε», «Κάτω ο Παπαδόπουλος», «Έρχεται ο Αντρέας».
Μια αόρατη δύναμη κατηύθυνε τον κορμό εκείνης της μάζας προς το Σύνταγμα όπου συγκρούστηκε με ισχυρές δυνάμεις αστυνομικών. Η σύγκρουση διαδηλωτών και αστυνομίας υπήρξε πολύ σφοδρή με αποτέλεσμα ο απολογισμός να είναι σοβαρός: πάνω από 60 πολίτες τραυματίες, 32 αστυνομικοί τραυματίες, συνελήφθησαν πολλά άτομα και τελικά κρατήθηκαν 17. Πέντε φοιτητές, εφτά υπάλληλοι, δύο εργάτες, τρεις επαγγελματίες. Αν οι συλληφθέντες αποτελούν δειγματοληψία, είναι ενδεικτική η προσχώρηση όλων των στρωμάτων του πληθυσμού σε αυτή τη διαδήλωση.
Στο μεταξύ το φοιτητικό κίνημα επωφελούνταν από τις νέες συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί και έπαιρνε απότομα απροσδόκητες διαστάσεις, σαν χιονοστιβάδα που άρχισε να κυλά συμπαρασύροντας τα πάντα.
Το έναυσμα υπήρξαν οι φοιτητικές εκλογές. Από το Νοέμβριο του ΄72 το μόνιμο αίτημα των φοιτητών ήταν η διεξαγωγή νέων, αδιάβλητων εκλογών. Η κυβέρνηση Μαρκεζίνη θέλησε να το ικανοποιήσει.
Την 1η Νοεμβρίου 1973, ο υπουργός παιδείας Σιφναίος ανήγγειλε μία σειρά μέτρων και ανάμεσα σε άλλα και την διεξαγωγή των φοιτητικών εκλογών τον Φεβρουάριο του ΄74. Οι φοιτητές όμως ήθελαν διεξαγωγή εκλογών μέσα στον Δεκέμβριο του ΄73.
Μέχρι σ’ αυτό το σημείο οι πολιτικές προεκτάσεις της φοιτητικής κίνησης φαινόταν περιορισμένες· τα πράγματα άρχισαν να εκτραχύνονται από τις 8 Νοεμβρίου .
Τότε θέλησαν οι φοιτητές να κάνουν συγκέντρωση στο κτίριο της νομικής σχολής αλλά οι πανεπιστημιακές αρχές δεν χορήγησαν την άδεια, γιατί φοβούνταν ότι θα καταλάβουν μόνιμα το κτίριο για να το μετατρέψουν ξανά σε πολιτικό φρούριο όπως είχε γίνει τον Φεβρουάριο-Μάρτιο.
Οι φοιτητές -αρκετές εκατοντάδες- επιχείρησαν να πραγματοποιήσουν την απόφασή τους αλλά δέχτηκαν επίθεση της αστυνομίας. Καταδιωκόμενοι στις οδούς Πανεπιστημίου και Ακαδημίας κατέφυγαν στο προαύλιο του Πολυτεχνείου.
Αυτή ήταν η απαρχή των γεγονότων που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «ο Παρισινός Μάης του ‘68»της Αθήνας.
Η αστυνομία προσπάθησε αρχικά να τους απομακρύνει από το προαύλιο αλλά μάταια.
Το απόγευμα προσήλθαν ο πρύτανης του Πολυτεχνείου, ο εισαγγελέας και αξιωματικοί της αστυνομίας που προσπάθησαν να διαπραγματευτούν με τους φοιτητές για να αποχωρήσουν. Εκείνοι αξίωσαν την απομάκρυνση της αστυνομίας, πράγμα που έγινε. Όχι μόνο, όμως, δεν αποχωρούσαν, αλλά έκαναν πραγματική κατοχή όλων των κτιρίων, ενώ κύματα άλλων φοιτητών και σπουδαστών κατέκλυζαν το χώρο του πολυτεχνείου και τους γύρω δρόμους. Μία ατμόσφαιρα επανάστασης και γιορτής επικρατούσε και στις 9 εννέα το βράδυ οι συγκεντρωμένοι φοιτητές ήτανε 5 χιλιάδες περίπου. Η συγκοινωνία στην οδό Πατησίων είχε διακοπεί, τρόλεϊ ακινητοποιούνταν και αναγραφόταν σε αυτά συνθήματα καθαρά πολιτικά και μαχητικά όπως «κάτω η χούντα», «ο τύραννος θα πεθάνει»…
Αργά τη νύχτα της 8ης Νοεμβρίου το συγκρότημα του Πολυτεχνείου εκκενώθηκε χωρίς βία, είχε γίνει όμως μία γενική δοκιμή με άκρα επιτυχία, σε λίγες μέρες θα γινόταν η πραγματική παράσταση στον ίδιο χώρο.
Τώρα πια οι αντιστασιακές φοιτητικές οργανώσεις είχαν συνειδητοποιήσει τις δυνατότητες που διανοίγονταν και προχωρούσαν για πολιτική δράση. Η ιδέα της μετατροπής του συγκροτήματος του Πολυτεχνείου σε κέντρο αντιστασιακής δράσης και κατόπιν σε βάση εξόρμησης για ευρύτερη εξέργεση καρποφορούσε. Το πνεύμα και η πράξη του παρισινού Μάη του 68 τους ενέπνεε και ενισχυόταν από το φρέσκο μήνυμα που έστελνε η μακρινή Ταϊλάνδη. Και άρχισε έτσι μία πυρετώδης προπαρασκευή για μια μεγάλη οργανωμένη μαχητική εκδήλωση με το προκάλυμμα των φοιτητικών αρχαιρεσιών.
Στις 12 Νοεμβρίου, έγιναν συγκέντρωσης πολλών ανωτάτων σχολών στις οποίες, παράλληλα με την συζήτηση των φοιτητικών εκλογών, τα πολιτικά αντιστασιακά συνθήματα άρχισαν να κυριαρχούν. Οι φοιτητές δεν άφησαν ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία της χαλάρωσης του τρομοκρατικού μηχανισμού της δικτατορίας καθώς και της σύγχυσης που κατείχε τους πάντες μέσα στις διαδικασίες της πολιτικοποίησης. Στις 14 Νοεμβρίου άρχισε η πραγματική εξέγερση. Την προηγούμενη, ο υπουργός παιδείας δήλωσε ότι παραμένει αμετακίνητος στις θέσεις του για τις φοιτητικές αρχαιρεσίες. Θα διεξάγονταν μετά τις 15 Φεβρουαρίου, το ΄74. Εκείνο το πρωί, 14 Νοεμβρίου, συνήλθαν αμέσως οι γενικές συνελεύσεις των φοιτητικών συλλόγων για να συζητήσουν την νέα κατάσταση και σε όλες ρίχτηκε το σύνθημα «εμπρός στο πολυτεχνείο»· ήταν φανερό πως υπήρχε ενιαίο σχέδιο.
Η συρροή άρχισε αμέσως, ως το μεσημέρι είχαν συγκεντρωθεί πάνω από 2.000 άτομα άρχισαν μαζικές εκδηλώσεις στην αρχή με συνθήματα φοιτητικά και βαθμιαία μόνο πολιτικά. Γιορτινή ατμόσφαιρα, συναυλίες καλλιτεχνών, επαναστατική έξαρση, συλλογικές και ατομικές δράσεις, όλα αυτά ήταν το Πολυτεχνείο, όπου έσπασαν ήθη και έθιμα της εποχής, οι φοιτητές εξεγέρθηκαν ενάντια στην καταπίεση σε πολλά επίπεδα.
Πρώτα και κύρια απέναντι στην χούντα.
Έπειτα απέναντι σε ένα γενικότερο κοινωνικό κατεστημένο γεμάτο απαγορεύσεις που δεν ήταν μόνο πολιτικές.
Απέναντι στους γονείς τους. Δεν υπήρχε πιο επαναστατική πράξη τότε από το να κοιμηθεί ένα κορίτσι εκτός σπιτιού ένα βράδυ.
Καθ΄ όλη τη διάρκεια του τριημέρου υπήρξαν εντάσεις, διαμάχες και οξείες αντιπαραθέσεις μεταξύ των διαφόρων συλλόγων και επιτροπών. Όλοι όμως έμειναν ενωμένοι απέναντι στον κοινό εχθρό, την χούντα. Όχι όμως και μεταξύ τους.
Έγιναν προσπάθειες για καθοδήγηση από τα δύο κομμουνιστικά κόμματα το ΚΚΕ και το ΚΚΕ Εσωτερικού. Υπήρξαν κρυφές ατζέντες και μυστικές συναντήσεις, όμως δεν έβγαλαν την εξεγερμένη νεολαία από τον κοινό στόχο της που ήταν η πτώση της Χούντας.
Η αυτοοργάνωση ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά της εξέγερσης.
Μόνοι τους έκαναν τον ραδιοσταθμό, κατασκεύασαν τον πομπό, ζήτησαν βοήθεια από τα γύρω καταστήματα για να βρουν λυχνίες, καλώδια, μικρόφωνα, έστησαν ιατρείο, εστιατόρια για τη σίτιση, όλα μόνοι τους. Συλλογικότητα και ατομικότητα μαζί με την βοήθεια του κόσμου της Αθήνας που ενώθηκε με τους φοιτητές διώχνοντας τον συλλογικό φόβο και απελευθερώνοντας ανεξέλεγκτες δυνάμεις.
Η χούντα αντέδρασε με βιαιότητα και υπήρξαν 34 νεκροί και πολλοί τραυματίες.
Στα εκρηκτικά γεγονότα, όπως αυτό του Πολυτεχνείου, που συντίθεται από πολλές δυνάμεις όπου οι αντιθέσεις λιώνουν όπως σε ένα ηφαίστειο, μετά την έκρηξη όταν καταλαγιάζει η ταραχή, όλες οι αντιθέσεις είναι εκ νέου παρούσες και κρυσταλλωμένες.
Και το πιο συχνό ερώτημα που τίθεται διαρκώς εδώ και μισό αιώνα είναι…
«Τι έμεινε από το Πολυτεχνείο;»
Ίσως γιατί κάτι «έφυγε», ίσως γιατί πολλά συνθήματα μεταμορφώθηκαν σε συναισθήματα.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Φοιτητές συγκεντρωμένοι στην πύλη του Πολυτεχνείου, στις 15 Νοεμβρίου 1973. [A.P. Photo]