Δύο σύγχρονοι κοινωνικοί στοιχειώδεις μύθοι είναι αυτός της μετα-βιομηχανικής κοινωνίας κι αυτός του αυτόνομου ατόμου ως καταναλωτή. Σύµφωνα µε τον πρώτο µύθο, οι δυτικές χώρες υποτίθεται ότι θα εισέρχονταν σε µια µεταβιοµηχανική φάση. Εκεί ο συνεχιζόµενος εκµηχανισμός της παραγωγής και η αυξανόµενη συµµετοχή των υπηρεσιών στο εθνικό εισόδηµα θα άφηνε στους πολίτες περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Η προσπάθεια να ελεγχθούν όχι μόνο τα μέσα παραγωγής, αλλά ταυτόχρονα και τα πρότυπα κατανάλωσης – αυτό που ο Stiegler το 2004 ονομάζει υπερβιομηχανικό καπιταλισμό- οδήγησε στην κατάρρευση του μύθου του περισσότερου ελεύθερου χρόνου.
Σε αυτό έπαιξε και παίζει καθοριστικό ρόλο η πολιτιστική «βιομηχανία» των προγραμμάτων -τηλεοπτικών και ψηφιακών καναλιών και εφαρμογών. Τα προγράμματα που παράγονται «βιομηχανικά» και μεταδίδονται σήμερα μέσω διαφόρων οπτικοακουστικών μέσων τροποποιούν την εμπειρία του χρόνου. Κυρίως μέσω των αντιληπτικών προσλαμβανουσών ώστε να υιοθετούμε τον χρόνο τους. Παρακολουθώντας τα ίδια καθημερινά προγράμματα ή τις ίδιες παγκόσμιες ζωντανές εκπομπές, είτε στις τηλεοράσεις, είτε στις «έξυπνες» τηλεοράσεις, στα «έξυπνα» τηλέφωνα, είτε στα «έξυπνα» τάμπλετ. Η «βιομηχανία» των προγραμμάτων ζητά διαρκώς τη συγκέντρωση και την προσοχή μας. Τροποποιεί μάλλον τη συμπεριφορά μας και αναμφισβήτητα τροποποιεί τα καταναλωτικά μας πρότυπα. Στην πραγματικότητα σφετερίζεται τον «ελεύθερο χρόνο». Συνεπώς, η συγκέντρωση και η προσοχή αποτελούν για την υπερ-βιομηχανική οικονομία ένα είδος καυσίμου, αντίστοιχου των ορυκτών.
Τα Άτομα και οι Ομάδες συνδιαμορφώνονται μέσω της διαγενεακής μετάδοσης (συγχρονία) του προ-ατομικού κεφαλαίου και της ατομικής υιοθέτησής του (διαχρονία), G. Simondon, 1989. Το προ-ατομικό κεφάλαιο είναι εκείνο το συλλογικό σύνολο γνώσεων, εμπειριών και παραδόσεων που έχει συσσωρευθεί σε μια ομάδα με την πάροδο του χρόνου. Επανενεργοποιείται δε συνεχώς μέσω της ταυτόχρονης μετάδοσής του από τη μια γενιά στην άλλη. Μέσω κοινωνικών οργανισμών και δομών. Αλλά και μέσω του ιδιαίτερου τρόπου με τον οποίο κάθε αποδέκτης του κεφαλαίου αυτού το υιοθετεί. Αυτή είναι επίσης η διαδικασία μέσω της οποίας ο αποδέκτης εξελίσσεται σε ένα και μοναδικό άτομο.
Ως εκ τούτου, κατά τη μετάδοση και την υιοθέτηση του προ-ατομικού κεφαλαίου, το συγχρονικό και το διαχρονικό λειτουργούν παράλληλα, ενώ αυτό που μεταδίδεται και υιοθετείται είναι αυτό που έχει αντέξει στο χρόνο.
«Ως κληρονομιά της συσσωρευμένης εμπειρίας των προηγούμενων γενεών, αυτό το προ-ατομικό κεφάλαιο υπάρχει μόνο στο βαθμό που οικειοποιείται εξατομικευμένα και έτσι μετασχηματίζεται μέσω της συμμετοχής των ατόμων που μοιράζονται αυτό το κεφάλαιο».
Με άλλα λόγια, το προ-ατομικό κεφάλαιο είναι προϋπόθεση της ύπαρξης αυτόνομων ατόμων. Εάν ένα τέτοιο κεφάλαιο καταστρεφόταν, θα οδηγούμαστε στην απώλεια της εξατομίκευσης και στην έξαρση της αγελαίας συμπεριφοράς. Αυτό, ο B. Stiegler το θεωρεί κι αποτέλεσμα αυτού που αποκαλεί «βιομηχανία [πολιστικών] προγραμμάτων».
Αυτά τα πολιτιστικά προγράμματα/αντικείμενα που παράγονται βιομηχανικά υπάρχουν για το χρονικό διάστημα που τα παρακολουθούμε -που «παίζονται» σε real time. Η προσοχή μας σε αυτά, την ώρα που προβάλλονται, είναι καθοριστικής σημασίας για την ίδια την ύπαρξή τους. Η νόρμα τους είναι το σύγχρονο, το νέο, το μοντέρνο που συνδυάζεται με κατά το δυνατόν μέγιστο και βραχυπρόθεσμο κέρδος. Αναπόφευκτα έρχεται σε σύγκρουση με το μακρόβιο, «παλιό», αυτό που προηγείται, το προ-ατομικό κεφάλαιο.
Η μετάδοση και πρόσληψη του προ-ατομικού κεφαλαίου, ως κεντρική νόρμα, και η υιοθέτηση από τον δέκτη/υποκείμενο συμπλέκει τη διαχρονία με τη συγχρονία. Δίνει το χρόνο στους δέκτες να συντονίσουν το περιεχόμενό της με το χρόνο τους. «Σεβόμενο» κατά κάποιο τρόπο το χρονισμό του υποκειμένου. Η -κατά Stiegler– αντίθεση της «βιομηχανίας προγραμμάτων» μεταξύ συγχρονίας και διαχρονίας, στοχεύει στο να λάβουν και να υιοθετήσουν όλοι οι δέκτες της, το περιεχόμενό της ταυτόχρονα και ίσως αναντίρρητα.
Έτσι επιτρέπεται η παγκόσμια διάδοση πολιτιστικού περιεχομένου που επιλέγεται σχεδόν αποκλειστικά βάσει των βραχυπρόθεσμων κινήτρων κέρδους. Καθώς και της δυνατότητάς του να επηρεάσει την καταναλωτική συμπεριφορά. Συνεπώς η επιθυμία μας για το μοναδικό, ένα είδος αρχέγονου ναρκισσισμού, καταλύεται. Πιθανώς η συστηματική οικονομική παρέμβαση στις ζωτικές ψυχικές διεργασίες οδηγεί σε κάθε είδους παθολογίες. Στις οποίες οι μακροβιότερες νόρμες αντικαθίστανται από τα πιο σύγχρονα και μοντέρνα εμπορικά σήματα
«Παρόλο που ο σύγχρονος άνθρωπος είναι εξοπλισμένος με σχεδόν θεϊκών ιδιοτήτων βιομηχανικές τεχνολογίες δεν αισθάνεται ευτυχισμένος, με αυτή τη θεϊκή του φύση», Freud, 1930. Η βιομηχανική ή και η υπερ-βιομηχανική κοινωνία στερεί την ατομικότητα γεννώντας όχι ομάδες αλλά αγέλες όντων που στερούνται ύπαρξης. Στερούνται γίγνεσθαι, δηλαδή στερούνται μέλλοντος. Αυτές οι απάνθρωπες αγέλες τείνουν να είναι όλο και περισσότερο οργισμένες. Ήδη από το 1920 και μετά ο Freud στο έργο του σκιαγράφησε την ανάλυση αυτών των μαζών που μπαίνουν στον πειρασμό να επιστρέψουν σε μια κατάσταση ορδής, που κυβερνάται από την ενόρμηση του Θανάτου.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Paul Klee – Gespenst eines genies, 1922