Αντί ενός νέου άρθρου για τα αίτια που οδήγησαν στα Δεκεμβριανά παραθέτω τις απόψεις 15 ιστορικών, πολιτικών, δημοσιογράφων, ερευνητών και μελετητών της εποχής σε αυτό το δεύτερο μέρος του ιστορικού αφιερώματος.
Στο Μέρος 2ο μνημονεύονται τα ακόλουθα βιβλία: Τάσος Βουρνάς «Σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας», Γαβριήλ Λαμπάτος «ΚΚΕ και Εξουσία», Ευάγγελος Αβέρωφ Τοσίτσας «Φωτιά και τσεκούρι», Γιάννης Ιωαννίδης «Αναμνήσεις», Richard Clogg «Σύντομη Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας».
Προσπάθησα να υπάρχει μια ισορροπία σε σχέση με τις πολιτικές τους ευαισθησίες, αν και οι περισσότεροι ανήκουν στο χώρο της αριστεράς για έναν απλό λόγο, η πλειονότητα της βιβλιογραφίας προέρχεται από την αριστερά. Τα Δεκεμβριανά είναι μια από τις πιο μελανές στιγμές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, και έχουν γραφεί δεκάδες βιβλία.
Αυτό που απασχολεί το παρών άρθρο δεν είναι η εμφύλια σύρραξη που άρχισε στις 3 Δεκέμβρη, αλλά τι οδήγησε σ´ αυτή.
Είναι ένα μεγάλο ιστορικό λάθος να πιστεύουμε ότι τα Δεκεμβριανά άρχισαν εξαιτίας των θυμάτων στο συλλαλητήριο της 3ης Δεκεμβρίου στο Σύνταγμα.
Όλα είχαν δρομολογηθεί πολύ νωρίτερα· καθοριστικό ρόλο έπαιξε η περίοδος των 40 ημερών περίπου, από την στιγμή της απελευθέρωσης της Αθήνας (18 Οκτωβρίου) μέχρι και την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου.
…
ΤΑΣΟΣ ΒΟΥΡΝΑΣ
Από το βιβλίο του «Σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας»
Είδαμε ότι ο Τσώρτσιλ ήταν «απολύτως πεπεισμένος ότι θα έχομεν σύγκρουση με το ΕΑΜ και ότι δεν πρέπει να προσπαθήσαμε να την αποφύγωμεν υπό τον όρο να εκλέξωμεν καλώς το έδαφος».(τηλεφώνημα προς Ήντεν 11.11.44).
Ο Τσώρτσιλ δεν ήταν βέβαια προφήτης. Απλώς αποκαλύπτει ότι οι Άγγλοι εβάδιζαν βάσει σχεδίου στην εξόντωση της ελληνικής αντίστασης.
Μέρος του σχεδίου ήταν και η αποστολή στην Αθήνα στις 9 Νοεμβρίου 1944 της Τρίτης Ορεινής Ταξιαρχίας, την οποία αποδέσμευσαν οι Άγγλοι από το μέτωπο της Ιταλίας. Διοικητής της ήταν ο συνταγματάρχης Θ. Τσακαλώτος και στην δύναμη της ανήκαν 205 αξιωματικοί και 2530 οπλίτες. Η σύνθεση της είχε επιτευχθεί ύστερα από επανειλημμένες εκκαθαρίσεις των δυνάμεων της Μέσης Ανατολής και η παρουσία της στην Ελλάδα αποτελούσε αντίβαρο για την Αριστερά, η οποία, λόγω του άρτιου οργανωτικού της, κυριαρχούσε στις μάζες και είχε απωθήσει πολιτικά στη γωνία τις λεγόμενες εθνικόφρονες οργανώσεις.
Η κυβέρνηση εθνικής ενότητας μπροστά στην δημόσια κατακραυγή που υπήρχε εναντίον της Χωροφυλακής, η οποία κατά κανόνα είχε υπηρετήσει πιστά τον κατακτητή, εδέχθη την διάλυση της, σύμφωνα με τα γενικώς υπεσχημένα προς την αριστερά. Ωστόσο επεχειρήθη φενακισμός της και αντί να πραγματωθεί η διάλυση και να κληθεί υπό τα όπλα η κλάση του 1936, η οποία και θα ανελάμβανε αστυνομικά καθήκοντα στην χώρα υπό τον τίτλο «Εθνοφυλακή» (η Αστυνομία πόλεων είχε συμφωνηθεί να αναδιοργανωθεί αφού εκκαθαριστεί από τα δοσιλογικά στοιχεία), οι άνδρες της χωροφυλακής συγκεντρώνονταν κρυφά στους στρατώνες του Μακρυγιάννη, όπου εξοπλίζονταν και ετίθεντο υπό την διοίκηση εμπίστων της Δεξιάς. Ήταν ακριβώς αυτοί που αποτέλεσαν κατά την Δεκεμβριανή σύγκρουση τη «σιδερένια γροθιά» της εθνικοφροσύνης εναντίον του ΕΛΑΣ έν αγαστή συνεργασία με τους Άγγλους.
Εφεδρεία επίσης της δεξιάς ήταν και η εξοπλισμένη από τους Γερμανούς οργάνωση «Χ», η οποία τελούσε υπό την αρχηγία του συνταγματάρχη Γρίβα, του κατοπινού εμπίστου του στρατού και της χούντας στην Κύπρο.
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ
Και ενώ η δεξιά, υπό την επίνευση των Άγγλων, ετοίμαζε τις θέσεις της για μία προσεχή αναμέτρηση, το πρόβλημα της οργάνωσης των μελλοντικών στρατιωτικών εθνικών δυνάμεων ταλάνιζε τον πολιτικό βίο.
Το πρόβλημα είχε τεθεί με τις δηλώσεις του Γ. Παπανδρέου της 5ης Νοεμβρίου 1944:
«Μετά την συντελεσθείσαν πλήρη απελευθέρωσιν της Ελλάδος λήγει και η ηρωική μας Αντίστασις. Είναι επομένως φυσικόν ότι επακολουθεί και η αποστράτευςις των ανταρτικών μας ομάδων αντιστάσεως ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ, η οποία και ορίσθη διά την 10η Δεκεμβρίου.
Οι μόνιμοι αξιωματικοί των ανταρτικών σωμάτων επανέρχονται εις τον τακτικό μας στρατό, όπου θα έχουν θέση αναλόγως με τα εθνικά των υπηρεσίας.
Οι έφεδροι αξιωματικοί, εάν επιθυμούν να μονιμοποιηθούν, θα εισέλθουν εις ειδικήν Σχολήν εκπαιδεύσεως.
Αι λεπτομέρεια του τρόπου της αποστρατεύσεως θα καθοριστούν εν συνεννοήσει με τους αρχηγούς των ανταρτικών ομάδων στρατηγού Σαράφη και Ζέρβαν»
Ο προγραμματισμένος στρατός, σύμφωνα με τις προδιαγραφές της κυβέρνησης, θα αποτελούνταν από 1500 μόνιμους παλαιούς αξιωματικούς και 500 εφέδρους εκ μονίμων του ΕΛΑΣ. Αρχιστράτηγος θα ανελάμβανε ο δημοκρατικός στρατηγός Αλέξανδρος Οθωναίος. Ο νέος αρχιστράτηγος ζήτησε ως προϋπόθεση της ανάληψης της ηγεσίας του νέου στρατού, να έχει ως επιτελάρχη του τον στρατηγό Στέφανο Σαράφη, αλλά προσέκρουσε στην άρνηση του Άγγλου υπέρ -στρατηγού του ελληνικού χώρου Σκόμπι. Κατόπιν της αρνήσεως ο Οθωναίος παραιτήθηκε.
Νέφη που ολοένα πύκνωναν άρχισαν να σχηματίζονται στον ουρανό της ελληνικής απελευθέρωσης.
Η 10η Δεκεμβρίου είχε οριστεί ως η τελευταία ημέρα της διάλυσης των ενόπλων αντιστασιακών οργανώσεων και της παράδοσης των όπλων τους. Την 5η Νοεμβρίου ο Γ. Παπανδρέου εδήλωνε και πάλι, εν μέσω ηλεκτρισμένης πολιτικής ατμόσφαιρας:
«Η πραγματική κατάστασις την οποία εύρεν η κυβερνήσις από της αφίξεως της εις την Ελλάδα είναι ότι η χωροφυλακή σχεδόν πανταχού έχει παύσει υφιστάμενη και έχει υποκατασταθεί υπό της Εθνικής Πολιτοφυλακής του ΕΑΜ –ΕΛΑΣ. Προς αποκατάσταση της λειτουργίας του κράτους ελήφθησαν ομοφώνως υφ´ ολοκλήρου της Κυβερνήσεως αι ακόλουθαι αποφάσεις :
1. Η Εθνική Πολιτοφυλακή του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ τάσσεται υπό τας διαταγάς της κυβερνήσεως και των αντιπροσώπων της μέχρι της 1 Δεκεμβρίου οπότε θα παραδώσει υπηρεσία και θα παύση υφιστάμενη καθ´ άπασαν την Ελλάδα. Εξαιρείται η περιφέρεια της πρωτευούσης (Αθηνών-Πειραιώς-Περιχώρων) όπου λειτουργεί η αστυνομία πόλεων και όπου η Εθνική Πολιτοφυλακή έπαυσεν ήδη υφιστάμενη.
2.Συνιστάται σώμα προσωρινής Εθνοφυλακής. Καλείται προς τούτο η κλάσις του 1936 κατά επαρχίας. Θα προσέλθει στην πρωτεύουσα εκάστης επαρχίας την 24η Νοεμβρίου και θα παραλάβει υπηρεσίαν την 1 Δεκεμβρίου. Θα τελεί υπό τας διαταγάς αξιωματικών της ξηράς, μονίμων και εφέδρων. Ανώτερος αξιωματικός της ξηράς θα ορισθή αρχηγός της Εθνοφυλακής, υπαγόμενος υπό τας διαταγάς του υπουργού των στρατιωτικών….»
Το πρωί της 26 Νοεμβρίου 1944 ο Σκόμπι κάλεσε στο στρατηγείο του αντιπροσωπεία του ΕΛΑΣ για να συσκεφθεί μαζί του και με τους αντιπροσώπους του ΕΔΕΣ για το θέμα της διάλυσης των ενόπλων σωμάτων της αντίστασης. Τον ΕΛΑΣ αντιπροσώπευαν ο Σαράφης, ο στρατηγός Μάντακας, και ο συνταγματάρχης Παπασταματιάδης.
(…) Δείγμα των παγίδων εναντίον της αριστεράς και αγνόηση των συμφωνηθέντων ήταν η τοποθέτηση από τον υφυπουργό στρατιωτικών Λαμπριανίδη, προσωπικό φίλο του Γ. Παπανδρέου, 250 αξιωματικών της Εθνοφυλακής εν αγνοία της αριστεράς, από τους οποίους ουδείς υπηρετούσε στον ΕΛΑΣ. Η αποκάλυψη της λαθροχειρίας υποχρέωση τον πρωθυπουργό να αφαίρεση το υπουργείο από το Λαμπριανίδη.
ΑΝΤΙΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ ΕΑΜ. ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΕΑΜΙΚΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ
Για την εκτόνωση της επελθούσης κρίσεως και την εξεύρεση λύσης στο στρατιωτικό, οι Εαμικοί υπουργοί υπέβαλαν το παρακάτω αντισχέδιο στον πρωθυπουργό. Ιδού τι διελάμβανε:
«Την 10η Δεκεμβρίου 1944 θα αποστρατευθούν αι δυνάμεις Εθνικής Αντιστάσεως ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ, καθώς και οι στρατιωτικοί σχηματισμοί ευρισκόμενοι εις την Μέσην Ανατολήν. Θα καταρτιστεί τμήμα Εθνικού Στρατού, ίνα συνεχίσει συμβολικώς την συμμετοχή του εις τον κοινόν συμμαχικόν αγώνα και λάβη επίσης μέρος, εάν απαιτηθεί εις τας περιοχάς Κρήτης και Δωδεκανήσων. Εις το τμήμα τούτο του Εθνικού Στρατού, το οποίο θα συμβολίζει επίσης την εθνική ενότητα, θα μετάσχουν η υφιστάμενη ορεινή ταξιαρχία, ο ιερός λόχος και τμήμα του ΕΔΕΣ, καθώς και μία ταξιαρχία του ΕΛΑΣ έχουσα δύναμη ίσην προς το άθροισμα των άνω δυνάμεων και ίσον οπλισμόν».
Το αντισχέδιο του ΕΑΜ που διελάμβανε τη δημιουργία μιας ενιαίας μεγάλης μονάδας με πλήρη ανάμειξη των ανδρών, απορρίφθηκε και ο πρωθυπουργός πρότεινε να γίνουν τέσσερις χωριστές μονάδες: ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ, Ορεινή Ταξιαρχία και Ιερός Λόχος.
Στο μικτό αυτό, αλλά αποτελούμενο αυτό αυτοτελείς μονάδες σώμα, η δεξιά θα είχε τα 3/4 της δύναμης ενώ ο ΕΛΑΣ με δύναμη μόνο κατά το 1/4 έναντι των άλλων ενωμένων, κάτω από την διακριτική εξουσία του Σκόμπι, θα ήτο δυνατόν να σταλεί οπουδήποτε και να απομονωθεί. Η μη αποδοχή του Εαμικού αντισχεδίου έφερε την διάσπαση και υπουργοί του ΕΑΜ Σβώλος, Ζέβγος, Τσιριμώκος, Αγγελόπουλος, Ασκούτσης και στρατηγός Σαρηγιάννης παραιτήθηκαν.
Την επελθούσα κρίση ανήγγειλε ο Γ Παπανδρέου με τις παρακάτω δηλώσεις του:
«Την επομένην, Παρασκευήν 1 Δεκεμβρίου, η Εαμική πολιτοφυλακή ώφειλε να παραδώσει υπηρεσίαν ή στην εθνοφυλακήν. Λαβούσα όμως αντιθέτους διαταγάς υπό την διοίκηση του ΕΑΜ, ηρνήθη να παραδώσει. Ο πρόεδρος της κυβερνήσεως πρότεινε τότε να καταρτισθή απόφασις του Υπουργικού συμβουλίου διατάσσουσα την Εαμικήν πολιτοφυλακήν να παραδώσει εις την Εθνοφυλακήν. Εις το κείμενο της αποφάσεως αναγράφετο ότι η υπογραφή αποτέλει θέμα εμπιστοσύνης. Άπαντες οι υπουργοί της άκρας αριστεράς, εκτός του στρατηγού Σαρηγιάννη, αρνηθέντες να υπογράψουν υπέβαλαν τας παραιτήσεις των. Και επήλθεν η κρίσις».
Η σύγκρουση πλέον άρχισε να μεθοδεύεται ανοιχτά. Ανασυγκροτούνταν το στρατηγείο του ΕΛΑΣ και η δύναμη του έπαυε να υπακούει στις διαταγές του Σκόμπι. Στις 2 Δεκεμβρίου η Κ.Ε του ΕΑΜ αποφάσιζε τη διοργάνωση συλλαλητηρίου για την επόμενη μέρα, Κυριακή 3, Δεκεμβρίου, στο Σύνταγμα. Ο άοπλος λαός δεχόταν ένοπλη επίθεση από δυνάμεις της δεξιάς και της Αστυνομίας παραταγμένες στις σκάλες των Παλαιών Ανακτόρων και τις Διευθύνσεως της Αστυνομίας στη γωνία Β. Σοφίας και Πανεπιστημίου. Αποτέλεσμα 28 νεκροί διαδηλωτές. Η Δεκεμβριανή αναμέτρηση ήταν πλέον πραγματικότητα, το «δώρο του θεού» το οποίο προσφέρεται στην Δεξιά από την χωρίς ερείσματα στην πραγματικότητα πολιτική της Αριστεράς.
Και κατά πόσο ήταν εκτός πραγματικότητας αποδείχτηκε από το μήνυμα του Δημητρόφ που έφτασε πολύ αργά, 19 Δεκεμβρίου 1944, όταν τα πάντα είχαν κριθεί:
«Νομίζω ότι με την σημερινή διεθνή κατάσταση η ένοπλη ενίσχυση προς τους Έλληνες συντρόφους απέξω γενικά αδύνατη. (…)
Έλληνες και ΕΛΑΣ πρέπει να καθορίσουν τα περαιτέρω βήματα τους ξεκινώντας από αυτή ακριβώς την κατάσταση, όχι ευνοϊκή για αυτούς. Δεν πρέπει να τραβήξουν σκοινί… Να περιμένουν ευνοϊκότερη στιγμή για πραγματοποίηση δημοκρατικού τους προγράμματος…»
Το σκοινί όμως είχε τραβηχτεί και ο βρόγχος σφίχτηκε γύρω από το λαιμό της Εθνικής Αντίστασης με αποτέλεσμα την εξουθένωσή της…
Μία από τις μεγαλύτερες αυταπάτες της Εαμικής ηγεσίας ήταν ότι οι Άγγλοι δεν θα τολμούσαν να επέμβουν στην δεκεμβριανή διαμάχη μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς στην Ελλάδα.
…
ΓΑΒΡΙΛΗΣ ΛΑΜΠΑΤΟΣ
Από το βιβλίο του «ΚΚΕ και Εξουσία»
Σε αυτό το πλαίσιο, η ηγεσία του ΚΚΕ καλούνταν να διαπραγματευτεί την συγκρότηση του εθνικού στρατού και τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ που για την βρετανική πλευρά και τον Γεώργιο Παπανδρέου αποτελούσε προϋπόθεση για την εξασφάλιση της κυριαρχίας φιλοβρετανικών δυνάμεων και την πολιτική εξουδετέρωση του ΕΛΑΣ.
Οι διαπραγματεύσεις ήταν φυσιολογικό να διεξάγονται σε κλίμα απόλυτης καχυποψίας. Άλλωστε, ο ελληνικός στρατός από τα χρόνια του εθνικού διχασμού διαδραμάτιζε καθοριστικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις. Πως θα μπορούσε να συγκροτηθεί τώρα ένας ακομμάτιστος στρατός που θα ήταν ταυτόχρονα και εγγυητής των ομαλών πολιτικών εξελίξεων;
Το εγχείρημα ήταν δύσκολο και απαιτούσε ευαίσθητους πολιτικούς χειρισμούς.
Η πολιτική της εθνικής συνεννόησης προκαλούσε συνεχώς τριβές την ηγετική ομάδα, ενώ στον ΕΛΑΣ ο Άρης Βελουχιώτης ήταν αντίθετος σε κάθε μορφή συνεννόησης με τον βρετανικό παράγοντα. Η θέση του στην κομματική ιεραρχία δεν είχε βάρος (δεν ήταν καν μέλος της κεντρικής επιτροπής του ΚΚΕ), αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν επηρέαζε σημαντικό αριθμό στρατιωτικών στελεχών τα οποία μπορούσαν να επηρεάσουν τις αποφάσεις του στενού ηγετικού πυρήνα. Άλλωστε, όλους τους προηγούμενους μήνες φρόντιζε να κοινοποιεί τις ανησυχίες του για την εφαρμοζόμενη πολιτική σε πολλά κομματικά στελέχη. Εκείνες τις ημέρες πραγματοποιούνταν διαβουλεύσεις για την συγκρότηση του νέου εθνικού στρατού και για το πρόσωπο που θα ετίθετο επικεφαλής του, ο Άρης Βελουχιώτης πήρε την πρωτοβουλία να πραγματοποιήσει σύσκεψη των καπετάνιων του ΕΛΑΣ στη Λαμία (17 και 18 Νοεμβρίου 1944).
Η ομιλία του Άρη Βελουχιώτη βρισκόταν στον αντίποδα των πολιτικών κατευθύνσεων που είχε εκείνες τις μέρες προκρίνει ο ηγετικός πυρήνας του ΚΚΕ.
Θεωρούσε ότι η παρουσία των αγγλικών στρατευμάτων θα αποτελούσε ανασταλτικό παράγοντα για τις επιδιώξεις του ΕΛΑΣ και ταυτόχρονα, ότι ήταν αναγκαίο να υπάρξει προετοιμασία για μια πλήρη αντιπαράθεση με τις βρετανικές δυνάμεις. Η σύσκεψη οδηγήθηκε σε αδιέξοδο όταν ο Μάρκος Βαφειάδης, το μοναδικό στρατιωτικό στέλεχος του ΚΚΕ που ήταν και μέλος της κεντρικής επιτροπής του κόμματος, ρώτησε εάν γνώριζαν για τη σύσκεψη τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου, θέτοντας δηλαδή το ζήτημα αν είχαν αρμοδιότητα να αποφασίσουν για τόσο σοβαρό θέματα. Τελικά, ίσως το μόνο που πρόσφερε αυτή η σύσκεψη ήταν η πασίγνωστη φωτογραφία των καπετάνιων της Αντίστασης. Το κλίμα αυτό όμως αμφίβολα επηρέαζε τις αποφάσεις του ηγετικού πυρήνα του ΚΚΕ.
Αυτό που εντυπωσιάζει τον ερευνητή είναι το γεγονός ότι σε διάστημα ελάχιστων ημερών υπήρξε ριζική μεταστροφή της στάσης του ηγετικού πυρήνα αναφορικά με τον υπό συγκρότηση στρατό. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τον διορισμό του Στρατηγού Σαρηγιάννη ως υφυπουργού στρατιωτικών ο Άρης Βελουχιώτης έδινε την εντολή να παρουσιαστούν αμέσως την εθνοφυλακή όσοι μαχητές του ΕΛΑΣ ανήκαν σε κλάση του 1936.
Όπως σημείωνε, στην εθνοφυλακή «…θα γίνονται δεκτοί μόνο εις όσους ετοποθετήθησαν δια διαταγής υπογεγραμμένης από τον υφυπουργό Σαρηγιάννη».
Οι πολιτικές ισορροπίες όμως παρέμεναν εξαιρετικά εύθραυστες. Οι βασιλόφρονες ήταν σταθερά προσανατολισμένοι στην ανάγκη μετωπικής σύγκρουσης με το ΚΚΕ, ενώ το στρατόπεδο των φιλελευθέρων δεν υπήρχε απόλυτη ταύτιση με τις πολιτικές επιλογές του Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος πίστευε ότι θα ήταν δυνατή η εξεύρεση ενός συμβιβασμού. Οι Βρετανοί το Νοέμβριο του 1944 ήταν προσανατολισμένοι στην αναγκαιότητα της δυναμικής αναμέτρησης με το ΚΚΕ, θέση που τελικά επέβαλαν στο Γ. Παπανδρέου. Τα δεδομένα μπορούσαν να αλλάξουν από στιγμή σε στιγμή. Παρά την απόφαση της ηγεσίας του ΚΚΕ για κατάταξη των οπαδών του ΕΑΜ και των ελασιτών στον υπό συγκρότηση εθνικό στρατό, το ζήτημα του αφοπλισμού της Ταξιαρχίας του Ρίμινι αποτέλεσε την αφορμή για την ρήξη.
Όπως επισημαίνει ο Γιάννης Ιατρίδης, οι «παράγοντες σταθερότητας και ισορροπίας είναι πολύ εξουθενωμένοι, ταυτόχρονα πολύ ανελαστικοί για να ελέγχουν τις αυξανόμενες πιέσεις για αλλαγή. Κάτω από τέτοιες εύθραυστες συνθήκες, που θα μπορούσαν αλλιώς να διευθετηθούν εύκολα, προσλαμβάνουν τρομακτική συμβολική σημασία, χωρίς να αφήσουν περιθώρια για ειλικρινείς διαπραγματεύσεις και συμβιβασμούς».
Ο ηγετικός πυρήνας του ΚΚΕ αντιμετώπιζε το ακόλουθο δίλλημα: Πως θα μπορούσε να δικαιολογηθεί στα μέλη και στα στελέχη του κόμματος η διάλυση του ΕΛΑΣ σε μια χώρα που για είκοσι χρόνια ο στρατός έβαζε τη σφραγίδα του στις πολιτικές εξελίξεις (1915-1936); Οι εμπειρίες από την εμπλοκή του στρατού στην πολιτική στα χρόνια του Μεσοπολέμου καθιστούσαν ιδιαίτερη καχύποπτη την ηγεσία του ΚΚΕ. Από την άλλη πλευρά, οι Βρετανοί και ο αστικός πολιτικός κόσμος γνώριζαν ότι χωρίς τον έλεγχο του στρατού θα έχαναν οριστικά τον πολιτικό έλεγχο της χώρας. Στις αρχές του Δεκεμβρίου είχαν μεταβληθεί οι ισορροπίες στον ηγετικό πυρήνα του ΚΚΕ.
Τις ημέρες των Δεκεμβριανών την πολιτική και στρατιωτική πρωτοκαθεδρία στο ΚΚΕ είχε ο Γιώργης Σιάντος. Τις ισορροπίες στον ηγετικό πυρήνα επηρέασε η ασθένεια του Γιάννη Ιωαννιδη, ο οποίος το προηγούμενο διάστημα είχε πρωτοστατήσει ώστε η ακολουθούμενη πολιτική να χαρακτηρίζεται από πολιτικό ρεαλισμό. Στη μαρτυρία του δεν παραλείπει να τονίσει ότι στο διάστημα εκείνο δεν λειτουργούσαν τα αρμόδια κομματικά όργανα. Επίσης, δεν παραλείπει να αναφερθεί στη σοβαρή αντιπαράθεση του για την επιλογή της ρήξης με τον γραμματέα της οργάνωσης της Αθήνας Βασίλη Μπαρτζιώτα, ο οποίος φαίνεται να διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην απόφαση για την κλιμάκωση της σύγκρουσης.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε:
«Ε τέλος πάντων… έχω το γεγονός ότι έβαλα ζήτημα ότι πρέπει να γίνει συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου μόλις έμαθα ότι αυτοί τραβάνε για εμφύλιο πόλεμο, γενική πολιτική απεργία όπως μου το ´πε….
Εγώ τότε αμέσως του είχα πει:
«Ρε Βασίλη, ξέρεις τι σημαίνει γενική πολιτική απεργία; Σημαίνει ένοπλη εξέγερση. Είμαστε εμείς σήμερα να κάνουμε ένοπλη εξέγερση; Τι πράγματα είναι αυτά; Δεν τα καταλάβατε αυτά τα πράγματα; Νιονιό δεν έχετε; Δε μιλήσαμε;»
Για τον Ιωαννίδη, η πρόταση της άλλης πλευράς για συγκρότηση δύο ταξιαρχιών ίσης στρατιωτικής δύναμης μπορούσε να μην είχε απορριφθεί έστω κι αν προβλεπόταν ταυτόχρονα η διατήρηση της ελληνικής Ταξιαρχίας Ρίμινι. Υπήρχε κατά τη γνώμη του υπερβολικός φόβος για τις επιχειρησιακές της δυνατότητες….
(…) Η επίθεση εναντίον του συγκεντρωμένου πλήθους στην πλατεία Συντάγματος ήταν ο καταλύτης για μία προαποφασισμένη σύγκρουση και από τις δύο πλευρές. Κάθε πλευρά πίστευε ότι μέσα από την στρατιωτική αντιπαράθεση θα εξασφάλιζε πλεονεκτήματα που θα της επέτρεπαν να κυριαρχήσει αργότερα πολιτικά και στρατιωτικά. Ο σχεδιασμός της ηγεσίας του ΚΚΕ ήταν ελλιπής στρατιωτικά αλλά κυρίως πολιτικά. Είχε υποτιμηθεί η αποφασιστικότητα του Βρετανικού παράγοντα αναφορικά με την Ελλάδα.
…
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΒΕΡΩΦ ΤΟΣΙΤΣΑΣ
Από το βιβλίο του «Φωτιά και τσεκούρι»
Αλλά θα χρειάζονταν πολλές σελίδες για να εκτεθούν τα γεγονότα που οδήγησαν στην επανάσταση του Δεκεμβρίου του 1944. Ας μνημονεύσουμε λοιπόν μόνον όσα από τα κυριότερα γεγονότα δεν είναι δεκτικά αμφισβητήσεων, τα οποία και είναι βέβαιο ότι οδήγησαν στην αιματηρότατο εξέγερση.
Στις 22 Νοεμβρίου, ο Σκόμπι συναντήθηκε με τον Σαράφη και τον Ζέρβα και τους ζήτησε να αποστρατευθούν. Ο Ζέρβας δέχτηκε αμέσως, ιδίως επειδή του είχαν εξηγήσει προηγουμένως ότι, αν ηρνείτο ή δίσταζε, θα προσέφερε στον ΕΛΑΣ τη δικαιολογία που ζητούσε για να μην αποστρατευτεί. Αλλά ο Σαράφης, ασυγκρίτως τότε ισχυρότερος, απέρριψε το αίτημα του Σκόμπι και ζήτησε για να το δεχτεί διαταγή της κυβερνήσεως, υπογεγραμμένη μάλιστα από όλους τους υπουργούς, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έρχονται από την ΠΕΕΑ.
Επρόκειτο περί αρνήσεώς των όσων είχαν συμφωνηθεί στην Καζέρτα. Δημιουργήθηκε έτσι ένα δύσκολο αδιέξοδο. Ο πρωθυπουργός Παπανδρέου απηύθυνε τότε έκλυση προς τους υπουργούς του που ήταν μέλη της ΠΕΕΑ αλλά όχι μέλη του ΚΚΕ, και ζήτησε να τον βοηθήσουν. Εκείνοι απεδέχθησαν, και αν συνεργασία με τον «ήρεμο» Ζέβγο και τις βρετανικές στρατιωτικές αρχές κατόρθωσαν να φτάσουν σε νέα συμφωνία, έπειτα από σκληρές διαπραγματεύσεις. Η συμφωνία παρεδόθη στις 27 Νοεμβρίου στον Παπανδρέου από τον καθηγητή Σβώλο, τον Τσιριμώκο (και οι δύο άλλοτε της ΠΕΕΑ) και τον Ζέβγο. Την επόμενη με αρκετή δυσκολία ο Παπανδρέου πέτυχε να δεχτούν την συμφωνία τα υπόλοιπα μέλη της κυβερνήσεως του τα οποία προέρχονται από την δεξιά και το κέντρο και ανήγγειλε διά του τύπου τι είχε συμφωνηθεί.
Τα ουσιαστικότερα από τα συμφωνηθέντα ήταν τα εξής:
θα εδημιουργείτο ένας Εθνικός Στρατός, η πρώτη μεγάλη μόνας του οποίου θα ήταν μία μεραρχία αποτελούμενη από δύο ταξιαρχίες, καθεμία θα ήταν ίσης δύναμης. Η μία ταξιαρχία θα απαρτιζόταν από την Ταξιαρχία του Ρίμινι, τον Ιερό Λόχο, τμήματα του ΕΔΕΣ και μερικούς κληρωτούς. Η άλλη, ισοδύναμη, θα περιελάμβανε μόνο τμήματα του ΕΛΑΣ. Αργότερα θα σχηματιζόταν άλλες δύο μεραρχίες, στις οποίες θα κατετάσσοντο και αξιωματικοί και άντρες που είχαν υπηρετήσει στον ΕΛΑΣ. Όλοι οι αντάρτες οιασδήποτε οργανώσεως, θα αφοπλίζονταν και θα αποστρατεύονταν.
Επρόκειτο περί μιας σαφούς ενισχύσεως της θέσεως της άκρας αριστεράς. Παρόλα αυτά όμως, την ίδια ημέρα, το απόγευμα της 28ης, σημειώθηκε μία απρόβλεπτη μεταστροφή: ο Ζέβγος ζητούσε την αποστράτευσή της Ταξιαρχίας του Ρίμινι και του Ιερού Λόχου και αξιώνει να ματαιωθεί o αφοπλισμός των ανταρτών. Τι είχε συμβεί; Ποιος ή τι είχε προκαλέσει αυτή την ριζική μεταστροφή εντός 24 ωρών; Η μεταστροφή ήταν τόσο απρόβλεπτη και επικίνδυνη, ώστε την επόμενη ο Σβώλος την χαρακτήρισε ως «αιφνίδια και ανεξήγητη».
Πολλές ερμηνείες εδόθησαν:
- Μυστική συμβουλή της Μόσχας, η οποία, παραμένοντας ουδέτερη, θα έβλεπε ευχαρίστως το παιχνίδι της να συνεχίζεται από άλλον. Η ερμηνεία δεν πείθει, γιατί όλα δείχνουν ότι τότε ο Στάλιν ειλικρινώς προσέφερε την Ελλάδα ως αντικείμενο συναλλαγής.
- Είχαν επιβληθεί οι αδιάλλακτοι. Σοβαρότερη ερμηνεία, αλλά όχι απολύτως πειστική, δεδομένου ότι είχαν προηγηθεί της συμφωνίας διαπραγματεύσεις, και ότι επί του κειμένου που είχε δοθεί στον Παπανδρέου είχαν όλοι συμφωνήσει.
- Υπεστηρίχθη και μία τρίτη ερμηνεία ενώπιον της σοβιετικής ουδετερότητας, «οι σκληροί του ΚΚΕ είχαν ζητήσει την συμβουλή και την ηθική συμπαράσταση του Τίτο, γνωστοποιώντας συγχρόνως αυτόν ότι οι βρετανικές δυνάμεις που είχαν αποβιβαστεί ήταν ασθενείς και πολύ μικρότερες από εκείνες που αναμένοντο. Ο Τίτο είχε απαντήσει, αργά το βράδυ της 27ης, ότι έπρεπε να καταλάβουν την πρωτεύουσα και ότι θα προσέφερε την ηθική του βοήθεια προς το ΚΚΕ.
Είναι δύσκολο να λάβει κανείς θέση ως προς την ερμηνεία που πρέπει να δοθεί. Ίσως δεν θα γνωστή ποτέ η αλήθεια. Πάντως, βέβαιο είναι ότι ένα νέο γεγονός, που έγινε την νύχτα της 27ης προς την 28η Νοεμβρίου, αλλάξει τις διαθέσεις των ηγετών του ΚΚΕ. Τους έκανε να ασκήσουν μία συμφωνία που είχε με δυσκολία επιτευχθεί και να επιζητήσουν την αναμέτρηση. Η κυβέρνηση δεν μπορούσε παρά να απορρίψει τους όρους του Ζέβγου. Αποδοχή τους θα σήμαινε παράδοση με δεμένα τα χέρια. Το βράδυ της 29ης συνήλθε το υπουργικό συμβούλιο υπό τον Παπαντρέου, χωρίς να προσκληθούν υπουργοί που προέρχονται από την ΠΕΕΑ.
Την επόμενη, η αστυνομία του ΕΑΜ ηρνείτο να εκτελέσει κυβερνητική απόφαση που είχε ληφθεί στις 24 του μηνός, και αφορούσε την αντικατάσταση της από την Εθνοφυλακή. Η Εθνοφυλακή είχε μόλις σχηματιστεί και περιελάμβανε άνδρες της κλάσης του 1936, που είχαν πολεμήσει στην Αλβανία. Την ίδια ημέρα, τμήματα του ΕΛΑΣ άριστα οπλισμένα χάρη στον οπλισμό που είχαν εγκαταλείψει Γερμανοί, συγκεντρώθηκαν γύρω από την πρωτεύουσα. Ολμοβόλα και πυροβόλα κατελάμβαναν θέσεις στους λόφους που δεσπόζουν της πόλεως. Ο Ζέβγος, παρά την προσωνυμία «ο ήρεμος», δημοσίευσε ένα άρθρο στην εφημερίδα του ΚΚΕ στο οποίο, μεταξύ άλλων, έλεγε ότι «πέρασε η ώρα των διαπραγματεύσεων» και ότι «μόνον τα όπλα μπορούσαν να λύσουν τις διαφορές».
Στις 2 Δεκεμβρίου οι υπουργοί μέλη της ΠΕΕΑ παραιτήθηκαν, και η κυβέρνηση εξέδιδε απόφαση διά της οποίας κάθε αντάρτικη οργάνωση διαλυόταν. Όλοι οι μόνιμοι αξιωματικοί όφειλαν να παρουσιαστούν αμέσως στο Υπουργείο Στρατιωτικών. Συμπεριλαμβάνονταν στους τελευταίους όσους υπηρετούσαν στις τάξεις του ΕΛΑΣ. Όπλα και πυρομαχικά, οιασδήποτε φύσεως, έπρεπε να παραδοθούν αμέσως στις αρχές.
Το ΚΚΕ απάντησε με μία πρόκληση που φαινόταν σαν απευθυνόταν εκ μέρους του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ – σώματα τα οποία κατ’ ουσίαν δεν υφίσταντο και πάντως δεν τα εκπροσωπούσε μόνο του το ΚΚΕ.
Η πρόκληση είχε μέγιστη πρακτική σημασία. Εκαλείτο λαός να προβεί σε πάνδημη εκδήλωση στο κέντρο της πρωτευούσης, την 3η Δεκεμβρίου, και καλούνται οι εργάτες να κάνουν γενική απεργία την 4η Δεκεμβρίου.
Η συγκέντρωση της 3 Δεκεμβρίου έγινε, μολονότι την απηγόρευσε η κυβέρνηση.
…
ΓΙΑΝΝΗΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ
Από το βιβλίο του «Αναμνήσεις» (Ο Γιάννης Ιωαννίδης ήταν γραμματέας του ΚΚΕ εκείνη την περίοδο μαζί με τον Γ. Σιάντο)
«Μέχρι τότε έμενα με την εντύπωση ότι όλο αυτό το πράγμα έγινε με το χτύπημα που μας δώσαν αυτοί στις 3 του Δεκέμβρη. Όταν έμαθα ότι η κεντρική επιτροπή του ΕΛΑΣ έγινε από την 1η Δεκέμβρη αυτό σημαίνει ότι κι εμείς προμελετημένα πηγαίναμε να δώσουν αφορμή για να αρχίσει ο πόλεμος. Δεν έχει άλλο… Παίρνεις απόφαση για γενική πολιτική απεργία..»
Σε άλλο σημείο:
«Το πρόβλημα είναι ότι εμείς πήραμε απόφαση στις 17, εκτός από τα άλλα τα πρώτα που έχω δει, στις 17 του Νοέμβρη η στις 16 η στις 18…δεν ξέρω πότε ήταν… εκείνο που θυμάμαι είναι ότι πήραμε μία απόφαση. Ήταν όλα τα μέλη του πολιτικού γραφείου. Η συνεδρίαση έγινε στο νοσοκομείο που βρισκόμουνα εγώ. Δεν καθίσαμε και πολύ γιατί είμαι άρρωστος. Μισή ώρα ή τρία τέταρτα. Σύμφωνοι σε όλα. Είπαμε ότι στην ανάγκη εάν δεν κατορθώσαμε να βρούμε άλλες πολιτικές λύσεις, στο ζήτημα, θα συγκρουστούμε
(σελ. 325 και 332)
«Έτσι δεν έγινε αυτό που έπρεπε να γίνει. Αυτό που θα έκανε κάθε μερτικό. Εμφύλιο πόλεμο, χωρίς να ξέρει κεντρική επιτροπή ότι γίνεται εμφύλιος πόλεμος».
Σε σχέση με το σοβιετικό απεσταλμένο Ποπόφ:
«Οπότε ο Ποπόφ ο Ρώσος έρχεται στο νοσοκομείο, γιατί εγώ είχα επαφή με αυτόν.
Δημοσιογράφος: Στην Αθήνα;
Ναι στην Αθήνα, έρχεται στο νοσοκομείο και μου λέει: Τι θα γίνει;
Του λέω: «Εμείς θα πιαστούμε, θα πιαστούμε οπωσδήποτε».
Σε σχέση με την Συνομιλία του με τον Βασίλη Μοαρτζιώτα γραμματέα της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας του ΚΚΕ:
«Τελοσπάντων έχω το νου σου ότι έβαλα ζήτημα ότι πρέπει να γίνει συνεδρίαση του πολιτικού γραφείου μόλις έμαθα ότι αυτοί (του ΕΛΑΣ) τραβάνε για εμφύλιο πόλεμο, γενική πολιτική απεργία όπως μου το πε.
Εγώ τότε του είχα πει «ρε Βασίλη ξέρεις τι σημαίνει γενική πολιτική απεργία; Σημαίνει ένοπλη εξέγερση. Είμαστε εμείς σήμερα να κάνουμε ένοπλη εξέγερση; Τι πράγματα είναι αυτά; Δεν τα καταλάβατε αυτά τα πράγματα; Νιονιό δεν έχετε; Δε μιλήσαμε;»
…
RICHARD CLOGG
Από το βιβλίο «Σύντομη Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας»
Το πιο σοβαρό πρόβλημα που αντιμετώπιζε ο Παπανδρέου, ήταν το πώς να επιτύχει τον ειρηνικό αφοπλισμό των ανταρτών και την αντικατάστασή τους από ένα εθνικό στρατό, χωρίς την υποστήριξη του οποίου η κυβέρνηση δεν μπορούσε να ελπίζει ότι θα κυβερνούσε για μεγάλο χρονικό διάστημα τη χώρα.
Όσο οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ συνέχιζαν να υπάρχουν, έστω και αν ήταν κάτω από την διοίκηση του Σκόμπι, η ισορροπία της φυσικής δύναμης ήταν το δίχως άλλο με το μέρος του ΕΛΑΣ και όχι με την ελληνική κυβέρνηση. Κατά τη διάρκεια του Νοεμβρίου, παρατεταμένες διαπραγματεύσεις του Παπανδρέου και των αριστερών υπουργών είχαν σαν αποτέλεσμα μία λύση παραδεχτή και από τις δύο πλευρές.
Το βασικό μέρος της συμφωνίας ήταν ότι οι ομάδες ανταρτών του ΕΛΑΣ και του Ε.Δ.Ε.Σ. έπρεπε να διαλυθούν στις 10 Δεκεμβρίου, εκτός από μία μονάδα του ΕΛΑΣ, που θα ήταν ίση σε μέγεθος με την μονάδα που αποτελούσαν ο Ιερός Λόγος, η Ορεινή Ταξιαρχία και μία μονάδα του ΕΔΕΣ. Ο Ιερός Λόχος ήταν επανδρωμένος μόνο από αξιωματικούς και η Ορεινή Ταξιαρχία του Ρίμινι είχε εκκαθαριστεί τελείως μετά τις ανταρσίες που θα γίνει στην μέση Ανατολή το προηγούμενο Απρίλιο. Η αριστερά ισχυρίστηκε, αρκετά δικαιολογημένα, ότι είχαν απομείνει μόνο βασιλόφρονες και αντικομμουνιστές. Αυτές οι δύο Μονάδες επρόκειτο να αποτελέσουν τον κορμό του εθνικού στρατού, ο οποίος θα συμπληρωνόταν με την κλήση ορισμένων ηλικιών για κατάταξη.
Στο τέλος του Νοεμβρίου οι κομμουνιστές, κατηγορώντας τον Παπανδρέου ότι υπαναχωρούσε στις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει, απαίτησαν γενική αποστράτευσή. Τότε παρουσιάστηκε μία σκληρότερη γραμμή, που μάλιστα αντιπροσώπευε την νίκη των σκληροπυρηνικών του ΕΑΜ, που πίστευαν ότι το κόμμα έπρεπε να είχε κινηθεί για την κατάληψη της εξουσίας τον Οκτώβριο και που ζητούσαν τώρα μία ευκαιρία για κατά μέτωπο αναμέτρηση με τον Παπανδρέου.
Η αδεξιότητα και η σύγχυση όλων των πλευρών, της αριστεράς, της εθνικής κυβέρνησης και των Βρετανών, άρχισε να οδηγεί ταχύτατα προς μία φαινομενικά αναπόφευκτη τραγική κλιμάκωση. Στις αρχές του Δεκεμβρίου ο Γεώργιος Σιαντός, γενικός γραμματέας του ΚΚΕ, ανακοίνωσε ότι ο ΕΛΑΣ δεν τα παρέδινε τα όπλα στις 10 Δεκεμβρίου, οπότε ο στρατηγός Σκόμπι δήλωσε ότι δεν θα δίσταζε, στην ανάγκη, να χρησιμοποιήσει βρετανικά στρατεύματα, προκειμένου να υπερασπιστεί την νόμιμα συγκροτημένη κυβέρνηση.
Οι αριστεροί υπουργοί παραιτήθηκαν από την κυβέρνηση Παπανδρέου και μέσα σε μια ατμόσφαιρα εντεινόμενης κρίσης, το ΕΑΜ κάλεσε, για την Κυριακή 3, Δεκεμβρίου, τον λαό σε ογκώδες συλλαλητήριο, ήταν το προοίμιο γενικής απεργίας. Ό Παπανδρέου, αφού στην αρχή συμφώνησε να γίνει το συλλαλητήριο, στη συνέχεια ανακάλεσε την άδεια, αλλά χιλιάδες Αθηναίοι συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Συντάγματος στο κέντρο της πόλης. Η αστυνομία πανικοβλήθηκε και πυροβόλησε εναντίον των διαδηλωτών από τους οποίους 15 άτομα σκοτώθηκαν και πολλά περισσότερα τραυματίστηκαν.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Βρετανοί στρατιώτες στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου και Κριεζώτου