Ο F. Scott Fitzgerald το 1936 επεσήμανε ότι αποτελεί απόδειξη υψηλής νοημοσύνης η ικανότητα να έχουμε στο νου μας δύο αντίθετες απόψεις και ταυτόχρονα να διατηρούμε τη λειτουργική μας ικανότητα. Κάποια χρόνια πριν ο E.Bleuler, 1910 επινόησε τη λέξη ambivalence. Από αυτήν προέκυψε ως μεταφραστικό δάνειο η ελληνική «αμφιθυμία». Η λέξη αναφερόταν σε ένα από τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας. Εξελίχθηκε κατά τις δεκαετίες του 1930 και 1940 σε σημείο ένδειξης ψυχικής ωριμότητας, τουλάχιστον σύμφωνα με την ψυχαναλυτική σκέψη. Αμφιθυμία είναι η ικανότητα να διατηρούμε ταυτόχρονα αισθήματα μίσους και αγάπης προς το ίδιο πρόσωπο. Επομένως, δεν είναι μόνο ένα πρόβλημα, αλλά μια εξαιρετικά δύσκολα επιτεύξιμη πτυχή της ψυχολογικής και κοινωνικής ωριμότητας.
Η έννοια της αμφιθυμίας χαρακτηρίζει και βοηθά στην κατανόηση ενός ολόκληρου φάσματος εξελίξεων στη σύγχρονη κοινωνία. Τις σχέσεις μεταξύ των φύλων, μεταξύ αδελφών, μεταξύ παιδιών και γονέων. Συναισθήματα σχετικά με τα χρήματα και τις ανισότητες του πλούτου και της εξουσίας. Ακόμη και τις στάσεις απέναντι στα θέματα της ταυτότητας φύλου. Η αμφιθυμία οδηγεί σε μια μέση οδό ανάμεσα στην αγάπη και το μίσος. Την αποδοχή και την απόρριψη. Επιτρέπει να συνυπάρχουν, αντί να προσπαθεί να αρνηθεί το ένα ή το άλλο και να αναγκάσει έτσι τα άτομα σε ακόμη μεγαλύτερες πολικότητες. Η αποδοχή του αναπόφευκτου της αμφιθυμίας επιτρέπει να καλωσορίζουμε τις αντιπαραθέσεις στον κοινωνικό και πολιτικό διάλογο.
Με τον όρο «κοινωνικό φύλο»/gender εννοούμε τις ρυθμίσεις με τις οποίες η υποτιθέμενη βιολογική πρώτη ύλη του φύλου και της αναπαραγωγής διαμορφώνεται από την ανθρώπινη και κοινωνική παρέμβαση. Το κοινωνικό φύλο και οι ενθουσιώδεις έως φανατικές πεποιθήσεις και πολιτικές που γεννάει προκαλούν διχασμούς τραυματικούς. Αλλά η ίδια η ιδέα του κοινωνικού φύλου έχει επίσης μια κρυφή διαμεσολαβητική -ειρηνοποιό ίσως- λειτουργία. Βρίσκεται στο κατώφλι της διαδρομής μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού κόσμου. Βρίσκεται στο μέσο της διαδρομής προς τον κονωνικό/πολιτικό κόσμο.
Από τη μία, το κοινωνικό φύλο είναι ένα πολύ προσωπικό, μυστικό, ιερό, μυστηριώδες αφήγημα που μας ορίζει αλλά και δίνει τη δυνατότητα στους άλλους να μας ορίσουν. Αλλά είναι επίσης ένα σύνολο εμπειριών που εμπλέκονται βαθιά και ακτινοβολούνται από τις πολιτικές και κοινωνικοοικονομικές πραγματικότητες του εξωτερικού κόσμου. Η έννοια του κοινωνικού φύλου, επομένως, όχι μόνο «παντρεύει» τον εσωτερικό και τον εξωτερικό κόσμο, αλλά στην πραγματικότητα αμφισβητεί την εγκυρότητα του διαχωρισμού. Τα ζητήματα το κοινωνικού φύλου θα συνεχίσουν να πολιτικοποιούνται και να μας πολιτικοποιούν. Φέρνουν κοντά τις έννοιες της βεβαιότητας και της σύγχυσης.
Υπάρχει άραγε τόση βεβαιότητα σχετικά με το κοινωνικό μας φύλο; Ή αντίστοιχα μπορούμε να μιλάμε για πλήρη σύγχυση; Δομούμε τις απόψεις και τα βιώματα σχετικά με την σύγχυση του κοινωνικού φύλου σε σχέση με τα αντίστοιχα περί της βεβαιότητας για το κοινωνικό φύλο. Αν η σιγουριά που έχουμε για το κοινωνικό μας φύλο είναι αποτέλεσμα της επικράτησης μιας κοινωνικής νόρμας μέσω της «κοινωνικοποίησης», τότε πιθανώς και η αμφιβολία πέρι του κοινωνικού φύλου είναι μάλλον εξίσου κατασκευασμένη. Και συνεπώς όχι μια βαθιά προσωπική πληγή, τραύμα ή αποτυχία. Χρειάζεται, ίσως, να αναθεωρήσουμε τη μέχρι σήμερα συμβατική διαπίστωση ότι η σύγχυση στα θέματα του φύλου είναι αποτέλεσμα της βεβαιότητας για τα θέματα αυτά.
Και να εξετάσουμε το ότι η βεβαιότητα και η σιγουριά πέρι του κοινωνικού φύλου είναι αποτέλεσμα της ύπαρξης αμφιβολιών και σύγχυσης στα θέματα του κοινωνικού φύλου. Στο βαθμό μάλιστα που θέματα διαφοροποιήσεων και σύγχυσης φύλου θεωρούνται συνήθως ως προβλήματα ψυχικής υγείας. Που χρειάζονται διαγνωστική προσπέλαση κάνουμε μάλλον λάθος. Να σημαίνουμε δηλαδή ψυχοπαθολογικά άτομα και κοινωνίες που «πάσχουν» από αμφιθυμίες, προβληματισμούς, διαφοροποιήσεις και «συγχύσεις» σε θέματα όπως αυτό του κοιωνικού φύλου. Τη στιγμή μάλιστα που αναδεικνύουμε ως «φυσιολογικό» αυτό που φαντάζει περισσότερο «προβληματικό». Δηλαδή τη σιγουριά, τη βεβαιότητα, το «καθαρό», το ξεκάθαρο και συνάμα το πολωμένο.
Από αυτή την οπτική γωνία, «πάσχουμε» ως κοινωνίες από βεβαιότητες σε σχέση με το κοινωνικό φύλο. Το πρόβλημα δηλαδή, κατά μια έννοια, είναι ότι δεν είμαστε σε θέση -και ίσως περισσότερο αυτοί που προσδιορίζουν ως αμιγώς αρσενικό ή θηλυκό το κοινωνικό τους φύλο- να αμφιβάλλουμε. Να μπούμε σε αμφιθυμική θέση επειδή η κοινωνική φύση και προσδιορισμός του φύλου δεν μας το επιτρέπει. Το κοινωνικό φύλο είναι αφήγημα προς τον εαυτό, κατά ένα ποσοστό ιδιωτικό και κατά το υπόλοιπο δημόσιο.
Είναι επίσης κάτι πάνω στο οποίο οι περισσότερες κοινωνίες έχουν στήσει ένα πλήθος «καθαρών» πολιτικών, πρακτικών και νόμων. Που ευνοούν μάλλον ορισμένες κατηγορίες ανδρών. Γεγονός που αποκλείει το διάλογο, την επικαιροποίηση, τη διασύνδεση και την αποδοχή σε κοινωνικό επίπεδο της αμφιθυμικής τοποθέτησης στα θέματα του κοινωνικόυ φύλου. Οι ίδιοι βέβαια προβληματισμοί μπορούν να εγείρονται υπό το πρίσμα της μεγάλης επιστημονικής, ιατρικής και τεχνολογικής προόδου και στα θέματα του βιολογικού φύλου/sex.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: P.Klee – Lovers, 1920