Τι ακριβώς συνέβη στα Δεκεμβριανά; Πως ξεκίνησαν; Ποιοι αναμετρήθηκαν; Ήταν μία προετοιμασμένη από καιρό αναμέτρηση; Ήταν μία αναπάντεχη σύγκρουση; Ποιος ήταν ο στόχος του ΚΚΕ; Ήταν μία αυθόρμητη λαϊκή εξέγερση μετά το χτύπημα της διαδήλωσης της 3 Δεκεμβρίου;
…
Η σύγκρουση του Δεκεμβρίου του 1944 έχει μελετηθεί όσο λίγες άλλες στιγμές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Παρόλα αυτά υπάρχει μία μεγάλη σύγχυση, πολλές ασάφειες και ανακρίβειες που έχουν επικρατήσει στη δημόσια σφαίρα. Για πολλές δεκαετίες υπήρχαν δύο επίσημες αλλά απλοϊκές εκδοχές. Ή μία της δεξιάς, η άλλη της αριστεράς. Για την δεξιά, τα Δεκεμβριανά ήταν ένας ακόμη αιματηρός γύρος και μία απόπειρα του ΚΚΕ να καταλάβει την εξουσία κατά παράβαση των συμφωνιών του Λιβάνου και της Καζέρτας. Για την αριστερά ήταν η περήφανη απάντηση του λαού στην ωμή ιμπεριαλιστική επέμβαση των Βρετανών και του ντόπιου κατεστημένου. Γιατί όμως να γίνει μία τέτοια σύγκρουση ενώ όλα φαίνονταν ότι θα μπορούσαν να εξελιχθούν ομαλά και ειρηνικά μετά τις συνθήκες του Λιβάνου και της Καζέρτας;
Από την απελευθέρωση στα Δεκεμβριανά
Η κυβέρνηση του Παπανδρέου έχει επιστρέψει από το Κάιρο και έχει εγκατασταθεί στην Αθήνα αμέσως μετά την αναχώρηση των Γερμανών. Αμέσως μετά είναι η σειρά των Βρετανών τους οποίους οι Αθηναίοι υποδέχονται σαν ελευθερωτές. Οι φαντάροι και οι αλεξιπτωτιστές του Σκόμπι περιβάλλονται από εκδηλώσεις συμπάθειας. Οι επιγραφές που γράφουν με μπογιά στους τοίχους οι αγωνιστές του ΕΑΜ αντανακλούν την χαρά της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.
«Καλωσορίσατε στην Αθήνα μεγάλοι μας σύμμαχοι»
«Ζήτω οι ελευθερωτές της Ελλάδας»
Τι συνέβη και όλα άλλαξαν ριζικά ένα μήνα αργότερα; Και βρέθηκαν να αλληλοσκοτώνονται σε μια σύγκρουση που διήρκησε 33 ολόκληρες ημέρες;
Το κρίσιμο σημείο από όπου άρχισαν οι αμοιβαίες δυσπιστίες και έντονες καχυποψίες έχοντας σαν συνέπεια μια κλιμακούμενη ένταση και συνεπαγόμενη συγκρουσιακή λογική ανάμεσα στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Παπανδρέου (όπου υπήρχαν υπουργοί του ΕΑΜ και του ΚΚΕ) και του ΕΑΜ-ΚΚΕ, ήταν ο αφοπλισμός όλων των ανταρτικών δυνάμεων και η δημιουργία τακτικού εθνικού στρατού όπως όριζε η συμφωνία του Λιβάνου και της Καζέρτας.
Άγγλοι, Παπανδρέου καιΕΑΜ-ΚΚΕ είναι σύμμαχοι αυτή τη στιγμή και ο καθένας διακηρύσσει την θέληση του για την ομαλή ειρηνική μετάβαση στη καινούργια μεταπολεμική πραγματικότητα.
Γιατί όμως οι δυο πλευρές ενώ συμμετείχαν στη κυβέρνηση εθνικής ενότητας άρχισαν να δυσπιστούν αμοιβαία; Ποιο ήταν το πλαίσιο που είχε δημιουργηθεί μετά την υπογραφή των συμφωνιών ;
Γράφει ο Ανδρέας Κέδρος στο βιβλίο του «Ελληνική Αντίσταση 1940-1944.
«Στις 17 Αυγούστου, το ΕΑΜ δηλώνει πως είναι έτοιμο να συμμετάσχει στην κυβέρνηση Παπανδρέου χωρίς καμία προκαταρκτική διαπραγμάτευση. Ανάμεσα στην θεαματική αυτή μεταστροφή και την άφιξη της σοβιετικής στρατιωτικής αποστολής στο αντάρτικο, δεν μπορεί να μπει σ´ αμφιβολία πως υπάρχει σχέση αιτίας προς το αποτέλεσμα. Αλλά είναι πολύ λιγότερο βέβαιο ότι οι σοβιετικοί πληροφόρησαν τους Έλληνες συνομιλητές τους για όλη την έκταση των συμφωνιών των Στάλιν-Τσώρτσιλ-Ρούσβελτ. Η πολιτική του ΕΑΜ ως το μοιραίο μήνα του Δεκέμβρη, είναι υπερβολικά ασπονδύλωτη και γεμάτη αντιφάσεις, ώστε να μπορέσουμε να παραδεχτούμε πως οι πρωταγωνιστές της αντίστασης είχαν γνώση και συνείδηση για το τι ακριβώς διακυβευόταν. Είναι ευνόητο το πως ο Τσώρτσιλ πληροφορεί τον Παπανδρέου για το μοίρασμα της ανατολικής Ευρώπης δεν έχει τίποτα που να σκανδαλίζει· αλλά δε συμβαίνει το ίδιο και όταν ο Στάλιν είναι υποχρεωμένος να πληροφορήσει βέρους κομμουνιστές και αντιστασιακούς της αριστεράς ότι πρόκειται να θυσιαστούν σε μία πολιτική μεγάλης δύναμης, που βρίσκεται σε ολοκληρωτική αντίφαση με την επαναστατική ιδεολογία. Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε πως ο συνταγματάρχης Ποπόφ και οι άλλοι Ρώσοι μαντατοφόροι έκαμψαν τις αποφάσεις των ηγετών του ΕΑΜ, μη λέγοντας καθαρά τα πράγματα. Είναι δυνατό πως συμβούλεψαν την χωρίς όρους συμμετοχή στην κυβέρνηση Παπανδρέου, προς «το γενικό συμφέρον της συμμαχικής υπόθεσης», αλλά δίνοντας υπόσχεση για την ευμενή ουδετερότητα της σοβιετικής κυβέρνησης στην περίπτωση που οι ηγέτες του ΕΑΜ θα είχαν «να τα βγάλουν πέρα» μόνοι τους. Με την προοπτική που δίνει η ιστορική απόσταση, ο υπολογισμός του Στάλιν αποβαίνει διάφανος:
Η συμμετοχή του ΕΑΜ στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας θα αποτελούσε, στα μάτια των Βρετανών, την απόδειξη πως ο Στάλιν τηρούσε τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει. Αλλά οι Βρετανοί πάλι, είχαν μόλις αποβιβάσει σημαντικές δυνάμεις στη νότιο Γαλλία, τα στρατεύματα τους ήταν διασκορπισμένα στη Μέση και στην Άπω Ανατολή, χώρια εκείνα που στάθμευαν στα βρετανικά νησιά η είχαν εμπλακεί στις μάχης της Νορμανδίας. Ήταν λοιπόν πολύ μπλεγμένοι για να λύσουν με τη δύναμη το ελληνικό πρόβλημα και να μεταφέρουν τις συμφωνίες στην πράξη.[…]
Ο Λήπερ (Βρετανός πρεσβευτής στην Ελλάδα) αργότερα αναφέρει μόνο ότι ο Τσώρτσιλ ανακοίνωσε στον Έλληνα πρωθυπουργό την πρόθεσή του να αποβιβάσει στην Ελλάδα βρετανικές μονάδες «προορισμένες να επιταχύνουν την αποχώρηση των Γερμανών». Φαίνεται, ωστόσο, παρά πολύ πιθανό ότι, με την ίδια ευκαιρία, οι τρεις πολιτικοί κατάστρωσαν την τακτική που θα είχαν να ακολουθήσουν στους ερχόμενους μήνες και ότι ο Παπανδρέου πήρε μία επικύρωση στην διαβεβαίωση ότι κάθε προσπάθεια για διάλυση του ΕΛΑΣ με δύναμη δεν θα συναντούσε καμία αντίδραση από μέρους των σοβιετικών.[…]
Η συμφωνία της Καζέρτας καθορίζει, ανάμεσα στα άλλα, ότι οι δύο αρχηγοί των βασικών αντάρτικων σωμάτων (Σαράφης και Ζέρβας – παρόντες και οι δυο στην Καζέρτα) θα απαγορεύσουν «πάσαν απόπειραν των υπ´ αυτούς μονάδων να αναλάβουν την αρχήν ανά χείρας» και ότι, εντελώς ιδιαίτερα στην Αθήνα, «ουδεμία ενέργεια θα αναληφθεί εκτός υπό τας αμέσους διαταγάς του στρατηγού Σκόμπι». Σε αντίκρισμα, οι Βρετανοί και η ελληνική κυβέρνηση αποφασίζουν, επιτέλους, να διακηρύξουν απερίφραστα ότι τα τάγματα ασφαλείας θα αντιμετωπιστούν σαν εχθρικοί σχηματισμοί[…]
Μ´ όλο που, ακόλουθα, η συμφωνία έγινε αντικείμενο μιας εξαιρετικά αυστηρής αυτοκριτικής από μέρους της άκρας αριστεράς, είναι βέβαιο ότι ηγέτες του ΕΑΜ την υπόγραψαν χωρίς να καταλαβαίνουν, από την πρώτη στιγμή, τις συνέπειες που θα είχε. Για μία ακόμη φορά, η έλλειψη πολιτικής ευρύτητας στον τομέα των διεθνών υποθέσεων, συνδυασμένη, πιθανότητα, με την άγνοια των όσων συνέβαιναν στα παρασκήνια των συμμάχων, οδηγεί τους ηγέτες του ΕΑΜ να κάνουν μία «ατζαμοσύνη»
Η αριστερά λοιπόν τώρα άρχιζε προφανώς να υποψιάζεται τι είχε υπογράψει. Και τι διακυβευόταν. Φοβόταν ότι αν παρέδιδε τα όπλα θα έχανε κάθε δυνατότητα να παίξει ρόλο στις μελλοντικές εξελίξεις. Στα μέλη του ΚΚΕ (400.000) και του ΕΑΜ (1.500.000) οι αντιθέσεις ήταν έντονες και συχνά εκρηκτικές.
Ο Παπανδρέου επέμενε στον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ (όπως είχε συμφωνηθεί) δεν δεχόταν όμως την ταυτόχρονη διάλυση του Ιερού Λόχου και της Ορεινής Ταξιαρχίας, που ζητούσε επίμονα η αριστερά.
Έπειτα από πολύμοχθες διαπραγματεύσεις η εαμική παράταξη με τους υπουργούς Ζεύγο, Σβώλο και Πορφυρογένη υπέβαλε ένα σχέδιο που στην παράγραφο 2 λέει:
«Θα καταρτισθεί τμήμα εθνικού στρατού ίνα συνεχίσει συμβολικώς την συμμετοχήν εις τον κοινόν συμμαχικό αγώνα και λάβει επίσης μέρος, αν απαιτηθεί, εις τας περιοχάς Κρήτης και Δωδεκανήσου. Εις το τμήμα τούτο του εθνικού στρατού το οποίον θα συμβολίζει επίσης την εθνική ενότητα, θα μετάσχουν η υφιστάμενη Ορεινή Ταξιαρχία, ο Ιερός Λόχος και τμήμα του ΕΔΕΣ, καθώς και μία ταξιαρχία του ΕΛΑΣ έχουσα δύναμην ίσην προς το άθροισμα των ως άνω δυνάμεων και με ίσον εξοπλισμόν».
(Επίσημα κείμενα του ΚΚΕ, τόμος Ε)
Ο Παπανδρέου συμφώνησε αμέσως και κάλεσε το υπουργικό συμβούλιο για την επομένη προκειμένου να υπογραφεί η συμφωνία. Και ενώ όλα δείχνουν πως η κρίση θα εκτονωθεί σημειώνεται μία ανεξήγητη και περίεργη αλλαγή… Ο Ζεύγος παρουσιάζεται στον Γεώργιο Παπανδρέου και ανακαλώντας την πρόταση που ο ίδιος είχε κάνει -μόλις την προηγούμενη μέρα- θέτει νέους όρους αξιώνοντας τον ταυτόχρονο αφοπλισμό όλων ανεξαιρέτως των ενόπλων σωμάτων, ζητώντας συγχρόνως την ματαίωση της σύγκλισης του υπουργικού συμβουλίου.
Στο βιβλίο του Τάκη Λαζαρίδη (μέλος του ΚΚΕ, καταδικασμένος σε θάνατο, στο ίδιο κελί με τον Μπελογιάννη) «Ευτυχώς ηττηθήκαμε σύντροφοι» παρατίθενται αποσπάσματα από τις μαρτυρίες δυο πρωταγωνιστών της εποχής, του Γ. Παπανδρέου και του Π. Κανελλόπουλου.
Αναφερόμενος στην επίσκεψη του Γιάννη Ζεύγου στο σπίτι του το απόγευμα της Τρίτης 28 Νοεμβρίου 1944 ο Γ. Παπανδρέου γράφει:
«Ο Ζεύγος ετέλει υπό το κράτος μεγάλης νευρικότητος. Μου εδήλωσε ότι το κομμουνιστικόν κόμμα δεν αποδέχεται πλέον την συμφωνία την οποία αυτός ο ίδιος είχε εγχειρίσει την προηγούμενη, και ότι θέτει νέους όρους προς αποδοχήν, μεταξύ των οποίων την ταυτόχρονην διάλυσιν της Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου, την άμεσον καθιέρωσιν συνοπτικής διαδικασίας διά τους δοσίλογους, την υποχρεωτική έκδοση των δικαστικών αποφάσεων προ της 10ης Δεκεμβρίου κλπ. Κατάπληκτος του εδήλωσα ότι πρόκειται περί πλήρους υπαναχωρήσεως και ότι η κυβέρνησις δεν δύναται να αποδεκτεί τους νέους όρους αλλά εμμένει εις την γενομένην συμφωνίαν. Ο Ζεύγος τότε εις κατάστασιν εξάψεως έσπευσε να φύγει, χωρίς καν να με αποχαιρετίσει. Απεκόμισα την εντύπωση, καθώς ανακοίνωσα έπειτα εις το υπουργικόν συμβούλιον, ότι ο Ζεύγος είχε αποσταλεί με την εντολή να επιφέρει οπωσδήποτε την ρήξιν» (από το βιβλίο «Η ζωή του Γ. Παπανδρέου)
Ο Π. Κανελλόπουλος αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Στις 27 Νοεμβρίου, πρότειναν οι υπουργοί του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, αντί να αποστρατευτούν και να παραδώσουν τα όπλα στις 10 Δεκεμβρίου ο ΕΛΑΣ και ο Ζέρβας, να διατηρηθεί μία μεγάλη ομάδα του ΕΛΑΣ ισοδύναμη με το άθροισμα της Τρίτης ορεινής ταξιαρχίας, του ιερού λόχου και ενός τμήματος του Ζέρβα. Ο Γεώργιος Παπανδρέου το δέχτηκε αμέσως και ύστερα το δεχτήκαμε ανεπιφύλακτα και όλοι οι άλλοι υπουργοί. Δεν πέρασαν 24 ώρες και το ΚΚΕ υπαναχώρησε. Στις 28 Νοεμβρίου, στις έξι το απόγευμα, ο Ζεύγος, αφού είχε παρακαλέσει τηλεφωνικώς να αναβληθεί το υπουργικό συμβούλιο που είχε οριστεί για την υπογραφή της βαρυσήμαντης αυτής συμφωνίας, έφτασε στο σπίτι του Γεωργίου Παπανδρέου και αξίωσε, ήμουν παρών στη συνάντηση αυτή, να διαλυθούν εκτός από τον ΕΛΑΣ και τις δυνάμεις του Ζέρβα, η Τρίτη Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος. Ο Γεώργιος Παπανδρέου απέκρουσε αμέσως την νέα αυτή η αξίωση, συμφώνησα και εγώ ενώπιον του Ζεύγου μαζί του. Είχαμε δεχτεί να τιμηθεί ο ΕΛΑΣ σε βαθμό ισοδύναμο προς το βαθμό της τιμής που θα απονεμόταν σε όλες τις άλλες ένοπλες δυνάμεις του έθνους μαζί. Τι περισσότερο μπορούσαμε να κάνουμε;
And adds P. Kanellopoulos
«Μπορεί να ήθελε ο Τσώρτσιλ, ιδιαίτερα μετά την διάσκεψη της Μόσχας 10 -20 Οκτωβρίου 1944, να ξεκαθαρίσει η κατάσταση στην Ελλάδα με δυναμική αναμέτρηση προς το ΚΚΕ και τον ΕΛΑΣ. Αλλά μπορώ να διαβεβαιώσω ότι δεν το θέλαμε αυτό ο Γεώργιος Παπανδρέου και οι τότε στενοί συνεργάτες του, και ότι επιθυμούσαμε την συμφιλίωση και όχι τον εμφύλιο πόλεμο. Δεν ξέρω αν ο σκληρός πυρήνας του ΚΚΕ επιθυμούσε το ίδιο. Αν το επιθυμούσε, δε θα μας έφερνε μπροστά στα διλήμματα που οι διάφορες υπαναχωρήσεις του εδημιούργησαν το τελευταίο δεκαήμερο του Νοεμβρίου». (Βασίλη Μαθιοπούλου «Η ελληνική αντίσταση και οι σύμμαχοι».)
Πάντοτε στο βιβλίο του Τάκη Λαζαριδη διαβάζουμε ότι ο δημοσιογράφος και πρώην βουλευτής της αριστεράς Π. Παρασκευόπουλος σε μία ανάλυση του θέματος στην ελευθεροτυπία τον Γενάρη το 85 γράφει:
«Ανεξάρτητα από τις υπαναχωρήσεις της μίας η της άλλης πλευράς, το βέβαιο είναι ότι ο Γιάννης Ζεύγος στις 28 Νοεμβρίου το απόγευμα που επισκέφτηκα τον Γεώργιο Παπανδρέου στο σπίτι του, το εδήλωσε ότι η μοναδική λύση είναι να διαλυθούν ταυτόχρονα ο ΕΛΑΣ, ο ΕΔΕΣ, η Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος. Περιθώρια για νέες συζητήσεις και εξεύρεση άλλης λύσης δεν άφησε ο Ζεύγος στον Παπανδρέου εκείνο το απόγευμα […]
Η ηγεσία του ΚΚΕ γνωρίζει πια ότι οι όροι που έθεσε ο Γιάννης Ζεύγος στον Γεώργιο Παπανδρέου σήμαιναν και αναπόφευκτη ένοπλη σύγκρουση. Ουσιαστικά η κομμουνιστική ηγεσία στις 28 Νοεμβρίου αποφάσισε να μην αποφύγει πλέον την σύγκρουση με τις κυβερνητικές και βρετανικές ένοπλες δυνάμεις…
«Το απόγευμα της Πέμπτης, 30 Νοεμβρίου 1944, ο υπουργός των οικονομικών Αλ. Σβώλος (ΕΑΜ) επισκέφθει εις την οικία του τον πρόεδρο της κυβερνήσεως Γεώργιο Παπανδρέου. Η συνομιλία υπήρξε μακρά και διεξήχθη υπό το κράτος βαθιάς συγκινήσεως ενώπιον της επερχόμενης τραγικής εσωτερικής κρίσεως. Ο Αλ. Σβώλος εκμυστηρεύτηκε την εντύπωση του, ότι η μεταβολή της αποφάσεως του ΚΚΕ υπήρξεν απότομος και οφείλεται εις εξωτερικάς υποδείξεις. Και προσέθεσε ότι δεν δύναται να ασκήσει επ’ αυτού καμιά αποφασιστικήν επιρροήν».
Από τις παραπάνω μαρτυρίες ίσως να εξηγείται η περίεργη μεταστροφή της στάσης του Ζεύγου στις 27-28 Νοεμβρίου. Είναι η ημέρα (27 το βράδυ) που το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ παίρνει την απόφαση της ένοπλης σύγκρουσης.
Οι υπουργοί του ΕΑΜ-ΚΚΕ έχουν παραιτηθεί από την κυβέρνηση και το ΚΚΕ αποφασίζει να οργανώσει μεγάλο συλλαλητήριο στις 3 Δεκεμβρίου και να κηρυχθεί γενική απεργία την επομένη -συνήθεις πρακτικές όλων των κομμουνιστικών κομμάτων για άσκηση πίεσης, δημιουργία εκρύθμων καταστάσεων και ανατροπή κυβερνήσεων. Όταν γίνεται φανερό ότι κυβέρνηση και Άγγλοι δεν υποχωρούν και ο Σκόμπι την 1η Δεκεμβρίου διατάζει τον αφοπλισμό των ανταρτικών σωμάτων το ΕΑΜ διατάζει τον ΕΛΑΣ να θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο της κατάληψης της Αθήνας που έχει ετοιμάσει.
Οι εξελίξεις έχουν ήδη δρομολογηθεί· ο Παπανδρέου ενώ αρχικά δίνει την άδεια για την συγκέντρωση στο Σύνταγμα στη συνέχεια την ανακαλεί, η ατμόσφαιρα είναι ηλεκτρισμένη. Ο ρόλος της συγκέντρωσης της 3ης Δεκεμβρίου ήταν τελικά περισσότερο συμβολικός και δυσανάλογα μικρός με την σημασία που της αποδόθηκε όπως και όλη η παραφιλολογία που αναπτύχθηκε για το ποιος πυροβόλησε πρώτος, από που, τίνος ήταν η εντολή, ο ρόλος των Άγγλων, της αστυνομίας κλπ.
Οι 30 νεκροί και οι εκατοντάδες τραυματίες της ματωμένης Κυριακής ήταν η αφορμή για το ξέσπασμα της ένοπλης σύγκρουσης, αλλά σε καμία περίπτωση η αιτία. Όλα είχαν δρομολογηθεί κατά τη διάρκεια του δεύτερου δεκαπενθήμερου του Νοεμβρίου.
Στις αναμνήσεις του ο Γιάννης Ιωαννίδης (μέλος της ηγετικής τριανδρίας του ΚΚΕ με τον Σιάντο και τον Ζεύγο) αναφέρει:
«Το πρόβλημα είναι ότι εμείς πήραμε απόφαση στις 17 Νοέμβρη, στις 16 ή 18, δεν ξέρω πότε ήταν. Εκεί στο νοσοκομείο όπου βρισκόμουν εγώ, ήρθαν όλα τα μέλη του πολιτικού γραφείου και εκεί πήραμε απόφαση ότι εμείς θα χτυπηθούμε με τους Εγγλέζους. Τα άλλα είναι…..Υπάρχει αυτή η απόφαση. Εκεί ήταν ο Παρτσαλίδης, ο Ρούσσος, ο Φάνης…. αυτοί θυμούνται την συνεδρίαση εκείνη. Εγώ ιδιαίτερα την θυμάμαι και από το ότι ήρθε ιδιαιτέρως εκεί ο Ποπώφ ύστερα από μία ή δύο μέρες και του είπα με ρώτησε πως πάμε κλπ., του λέω «δε γίνεται με τους Εγγλέζους θα χτυπηθούμε»… το είπα αυτό στον Ποπώφ υπάρχει μάρτυρας και ένας Έλληνας που έκανε το μεταφραστή..» [….]
«Μέχρι τότε έμενα με την εντύπωση ότι όλο αυτό το πράγμα έγινε με το χτύπημα που μας δώσαν αυτοί στις 3 του Δεκέμβρη. Όταν έμαθα ότι η κεντρική επιτροπή του ΕΛΑΣ έγινε από την πρώτη του Δεκέμβρη, αυτό σημαίνει ότι κι εμείς προμελετημένα πηγαίναμε να δώσουμε αφορμή για να αρχίσει ο πόλεμος. Δεν έχει άλλο… παίρνεις απόφαση για γενική πολιτική απεργία…»
Αποκαλυπτικές και ενδιαφέρουσες οι μαρτυρίες του ηγέτη του ΚΚΕ.
Το πρωί της Κυριακής, 3 του Δεκέμβρη, πριν φυσικά από την αιματοχυσία, ο «Ριζοσπάστης» κυκλοφορεί με κύριο άρθρο του Ζεύγου, με τον αποκαλυπτικό τίτλο «Και τώρα τον λόγο έχουν οι μπαρουτοκαπνισμένοι μαχητές του ΕΛΑΣ».
Σε ένα υπόμνημα που υπέβαλαν στον αντιβασιλέα οι Σιάντος, Ζεύγος, Σβώλος και δημοσιεύεται στον «Ριζοσπάστη» της 5 Απριλίου 1945 αναγράφονται μεταξύ άλλων τα εξής:
«Έγινε ένα κίνημα, που όλοι αναγνωρίζουν ότι δεν έπρεπε να γίνει και έπρεπε να είχε αποφευχθεί» […] «Δυστυχώς κατά το κίνημα αυτό έγιναν όσα έγιναν εναντίον αμάχων και αθώων».
Να τι λέει ο Λεωνίδας Κύρκος για τον Δεκέμβρη του 44 στο βιβλίο του Στέλιου Κούλογλου «Μαρτυρίες για τον εμφύλιο»:
«Ο Δεκέμβρης ήταν μεγάλη παγίδα στην οποία μπήκαμε με ενθουσιασμό και για χρόνια ολόκληρα έμεινε ως ο Μεγάλος Δεκέμβρης. Ήταν η πρώτη μεγάλη ήττα που υπέστη το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, η αριστερά γενικότερα. Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει το τι ήταν ακριβώς. Ήταν η πρώτη μιας σειράς από τραγικά λάθη που γίνανε, χωρίς συνειδητοποίηση ούτε του συσχετισμού των δυνάμεων ούτε της πολιτικής της άλλης πλευράς, ούτε των δικών μας επιδιώξεων.
Τι ακριβώς θέλαμε; Να πετάξουμε τους Άγγλους στη θάλασσα; Αυτό ήταν μία ευχή αλλά από κει και ύστερα τι θα γινόταν; Μπαίναμε στην σύγκρουση με τους Εγγλέζους χωρίς να σκεφτόμαστε τους όρους με τους οποίους θα διεξαγόταν αυτή η σύγκρουση. Ο πόλεμος στην Ευρώπη δεν είχε τελειώσει, οι Γερμανοί είχαν καθηλώσει τους συμμάχους σε κάποιες περιοχές όπου γίνονταν ακόμη φονικότατες μάχες. Φαίνεται ότι τα κλιμάκια της ηγεσίας του ΕΑΜ υπολόγιζαν ότι οι Εγγλέζοι, παρά τις απειλές, δεν θα έρχονταν, δεν θα μπλέκονταν. Δεν θα έφταναν στο σημείο να τουφεκίσουν τους χθεσινούς συμμάχους ύστερα από τους ύμνους του Τσώρτσιλ και των υπολοίπων. Ήταν αφελείς αυτοί οι υπολογισμοί της ηγεσίας που δεν έβλεπε ότι σε τέτοιες ώρες εκείνο που κυριαρχεί είναι η αίσθηση των συμφερόντων μίας μεγάλης δύναμης όπως ήταν τότε η Αγγλία, η οποία είχε καίρια συμφέροντα στην Ελλάδα. Και βέβαια δεν είχε γίνει γνωστή τουλάχιστον στον κόσμο, τους απλούς μαχητές, η περιλάλητη συμφωνία της Μόσχας. Ακόμη έχω ένα μεγάλο ερωτηματικό σχετικά με το αν ηγεσία του ΚΚΕ, δηλαδή το πολιτικό γραφείο, ήξερε ότι είχε υπάρξει μία τέτοια συμφωνία. Μπορούσε να το συναγάγει κανείς και από τα γεγονότα. Ο Τολμπούχιν, ο μέγας στρατάρχης του κόκκινου στρατού, «έγλειψε» τότε τα σύνορα της Ελλάδας αλλά ούτε ένα σοβιετικός στρατιώτης δεν πάτησε σε ελληνικό έδαφος. Οι σοβιετικοί δεν έκαναν τίποτε, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις των τμημάτων του ΕΛΑΣ που τους έλεγαν «ελάτε μπείτε μέσα βοηθήστε μας ..»
Πώς εξηγείτε το γεγονός ότι ενώ μαινόταν ο διεθνής τύπος, ενώ στην Αγγλία η κατακραυγή κυρίως κατά της κυβέρνησης αυξανόταν κάθε μέρα και περισσότερο, ενώ γίνονται διαδηλώσεις και πολιτικές εκδηλώσεις, σηκώνονταν θύελλες μέσα στο κοινοβούλιο η Πράβδα δεν έγραψε ούτε μία λέξη; Πέρασε ο Δεκέμβρης του 1944 και η Πράβδα δεν έγραψε ούτε λέξη, δεν το ανέφερε καν ως γεγονός. Καμιά αντίδραση δεν υπήρξε από την πλευρά των σοβιετικών ήταν τελείως προδιαγεγραμμένη η τύχη της Ελλάδας».
Με βάση το γεγονός ότι οι συνθήκες του Λιβάνου και της Καζέρτας καταψηφίστηκαν από την πλειοψηφία των μελών και στελεχών του κομμουνιστικού κόμματος, τα Δεκεμβριανά έγιναν για τον απλό λόγο, ότι η ηγετική ομάδα του ΚΚΕ δεν μπορούσε να επιβάλει την γραμμή της παράδοσης των όπλων στις κομματικές οργανώσεις.
Το πρώτο μήνυμα είχε έρθει στις 17 Νοεμβρίου με την σύναξη των καπεταναίων στη Λαμία όπου ο Άρης Βελουχιώτης έθεσε και οργανωτικά ζητήματα σε σχέση με την επίθεση κατά των Άγγλων, ο Μάρκος Βαφειάδης ήταν παρών και μετέφερε δύο μέρες αργότερα στον Σιάντο το τι ειπώθηκε.
Στο Ακτιφ των κομματικών στελεχών της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας με επικεφαλής τον Μπαρτζιώτα Γ.Γ της ΚΟΑ στις 20 -22 Νοεμβρίου πέφτει -κατά συντριπτική πλειοψηφία -το σύνθημα «ή τώρα ή ποτέ».
Στη συνάντηση των μελών του Πολιτικού γραφείου του ΚΚΕ στις 27 Νοεμβρίου στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν ο Ιωαννίδης πάρθηκε η απόφαση της σύγκρουσης με τους Άγγλους και της μη παράδοσης των όπλων. Την 1 Δεκεμβρίου εκδίδονται όλες οι πολεμικές διαταγές του Ά σώματος του ΕΛΑΣ για προσβολή στόχων των κυβερνητικού στρατού, δηλαδή της Ορεινής Ταξιαρχίας και των αστυνομικών τμημάτων. Όλα είναι έτοιμα και προσχεδιασμένα.
Εδώ τίθεται ένα εύλογο ερώτημα: Γιατί οι κομματικές οργανώσεις του ΚΚΕ να είναι υπέρ της ένοπλης σύγκρουσης και όχι υπέρ των ειρηνικών διαδικασιών που είχαν ήδη δρομολογηθεί;
Θα πρέπει να ανατρέξουμε στην φύση και τον χαρακτήρα των Κομμουνιστικών κομμάτων της εποχής. Όλα, σε ολόκληρη την Ευρώπη, ήταν επαναστατικά και είχαν ως μοντέλο κατάληψης της εξουσίας την Οκτωβριανή Επανάσταση. Όλα ακολουθούσαν κατά γράμμα τις αποφάσεις της Τρίτης Διεθνούς για δημιουργία λαϊκών μετώπων και των κατάλληλων συνθηκών για δυναμική, επαναστατική κατάληψη της εξουσίας. Το ΚΚΕ εκτίμησε ότι η κατάλληλη στιγμή είχε έρθει τον Δεκέμβρη.
Ο συσχετισμός των δυνάμεων ήταν ευνοϊκός για τον ΕΛΑΣ. Οι Άγγλοι είχαν πολύ λίγες δυνάμεις σε σχέση με τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Οι κυβερνητικές δυνάμεις περιορίζονταν στην Ορεινή Ταξιαρχία, τον Ιερό Λόχο και την αστυνομία.
Παρά το γεγονός ότι οι δυνάμεις των Άγγλων δεν ήταν μεγάλες, ο Τσώρτσιλ ήταν ξεκάθαρος στις εντολές του. Στις 7 Νοεμβρίου 1944 γράφοντας στον Ήντεν (υπουργός εξωτερικών της Μ. Βρετανίας) ανάμεσα στα άλλα τονίζει:
«Επειδή είναι γνωστό το υψηλό τίμημα που πληρώσαμε για να επιτύχουμε από την Ρωσία ελευθερία δράσης στην Ελλάδα, δεν θα έπρεπε να διστάσουμε να χρησιμοποιήσουμε τα βρετανικά στρατεύματα για να υποστηρίξει με την Ελληνική Βασιλική Κυβέρνηση του κυρίου Παπανδρέου»
Είχε πιθανότητες επιτυχίας το εγχείρημα του ΚΚΕ τον Δεκέμβριο;
Εκ πρώτης όψεως ναι. Μάλιστα για την πλειοψηφία των μελών του η αναμέτρηση θα ήταν εύκολη και η νίκη σίγουρη. Το ΚΚΕ είχε επιδιώξει (από το καλοκαίρι του 1943 μέχρι το Νοέμβριο του 1944) και το είχε καταφέρει να έχει το μονοπώλιο της στρατιωτικής ισχύος, σε όλη σχεδόν τη χώρα, γι΄ αυτό και αντέδρασε έντονα στην άφιξη της 3ης Ορεινής Ταξιαρχίας -ετοιμοπόλεμο, φιλομοναρχικό στρατιωτικό σώμα που βρισκόταν με τις συμμαχικές δυνάμεις στην Ν.Ι ταλία- στην Αθήνα στις 9 Νοεμβρίου 1944, καθώς η παρουσία αυτού του σώματος άλλαζε τους συσχετισμούς δύναμης στην πρωτεύουσα.
Η ηγεσία όμως του ΚΚΕ έκανε κάποιες λαθεμένες εκτιμήσεις. Υπερεκτίμησε τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ και υποτίμησε αυτές των αντιπάλων του. Δεν υπολόγιζε στην δυναμική αντίσταση της Ορεινής Ταξιαρχίας και της χωροφυλακής. Υπολόγιζε στον αιφνιδιασμό και ότι η κατάληψη της Αθήνας θα ήταν υπόθεση κάποιων ημερών.
Έπεσε έξω σε ότι αφορά την αντίδραση των Άγγλων. Η εμπλοκή τους στο πλευρό των κυβερνητικών δυνάμεων ήταν δυναμική και επιπλέον τους ξάφνιασε το πείσμα του Τσώρτσιλ που εν μέσω πολέμου και πολεμικών επιχειρήσεων εν εξελίξει δεν δίστασε να μεταφέρει μέσα σε λίγες μέρες 40000 άνδρες από το μέτωπο της Νότιας Ιταλίας, εκατοντάδες τεθωρακισμένα και αεροπλάνα, βάζοντας σε κίνδυνο και αποδυναμώνοντας ολόκληρο το συμμαχικό μέτωπο. (Γι΄ αυτό εξάλλου και οι στρατηγοί του ήταν αντίθετοι με αυτή την επιχείρηση, ο Τσώρτσιλ όμως δεν άκουγε κανέναν και κυρίως τους στρατηγούς του, τους οποίους υποχρέωσε να υπακούσουν ασυζητητί και αμέσως τις εντολές του)
Μπροστά στις εμπειροπόλεμες βρετανικές δυνάμεις οι μαχητές του ΕΛΑΣ φάνηκαν άπειροι, ανεκπαίδευτοι, ακατάλληλα οπλισμένοι, άμαθοι στον πόλεμο των πόλεων που δεν είχε καμμιά σχέση με τις μάχες στα βουνά.
Και ενώ τις πρώτες μέρες των μαχών το ΚΚΕ έφτασε πολύ κοντά στη νίκη, από ένα σημείο και μετά η υπεροχή των Βρετανών, χάρη στην καθημερινή άφιξη των ενισχύσεων, ήταν συντριπτική.
Τα Δεκεμβριανά θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε με τρεις τρόπους: Πραξικόπημα, Εμφύλια Σύρραξη, Επανάσταση. Πραξικόπημα γιατί ένα τμήμα του στρατού (ΕΛΑΣ) έκανε κίνημα, στασίασε εναντίον της κυβέρνησης (Παπανδρέου) στην οποία ανήκε και του αρχηγού του στρατεύματος (Σκόμπι). Εμφύλιος εφόσον Έλληνες πολέμησαν εναντίον Ελλήνων. Επανάσταση γιατί αν το ΚΚΕ επικρατούσε η Ελλάδα προφανώς θα γινόταν μια άλλη Αλβανία, Βουλγαρία, Ρουμανία…
…
«Από τα παράδοξα του ΚΚΕ: τρεις μέρες πριν από το ξέσπασμα του μακελειού του Δεκέμβρη, το όργανο του ΚΚΕ, ο Ριζοσπάστης, δημοσιεύει πρωτοσέλιδο διθυραμβικό άρθρο για τον Τσώρτσιλ, με αφορμή τη γιορτή για τα 70 χρόνια του τελευταίου.
Ροβήρος Μανθούλης, «Το ημερολόγιο του Εμφυλίου Διχασμού 1900-1974»