Ζωγράφισε μου ένα αρνί…
Με αυτές τις λέξεις μας συστήνεται ο μικρός πρίγκιπας στο ομώνυμο βιβλίο του Antoine de Saint-Exupéry.
Ο συγγραφέας έχει ναυαγήσει στην έρημο με το αεροπλάνο του να έχει πάθει μια σοβαρή βλάβη, και ξαφνικά χίλια μίλια μακριά από οποιαδήποτε πόλη αντικρίζει μπροστά του ένα μικρό αγόρι με χρυσαφένια σαν το στάρι μαλλιά να του ζητάει να του ζωγραφίσει ένα αρνί.
Μέσα στις επόμενες μέρες, μέχρι να επισκευάσει το αεροπλάνο του, ο συγγραφέας θα μάθει την ιστορία του μικρού πρίγκιπα, θα μάθει για τον πλανήτη του, τον αστεροειδή Β612 τον οποίο ανακάλυψε ένας Τούρκος αστρονόμος που έπρεπε να φορέσει ευρωπαϊκά ρούχα για να τον πιστέψουν οι συνάδελφοί του, θα μάθει για τα ηφαίστεια που έχει στον πλανήτη του, για τους σπόρους των μπαομπάμπ που πρέπει να τους ξεριζώνεις πριν μεγαλώσουν, για το μονάκριβο τριαντάφυλλό του, το οποίο μεταξύ μας είναι λίγο ιδιόρρυθμο, θα μάθει για τους πλανήτες που γνώρισε πριν φτάσει στην Γη, για τον βασιλιά, τον ματαιόδοξο, τον μπεκρή, τον επιχειρηματία, τον φαναρανάφτη και τον γεωγράφο. Και λίγες μέρες μετά θα αποχαιρετίσει τον μικρό πρίγκιπα. Και μαζί τα τελευταία ίχνη από την παιδική του αθωότητα.
THE Μικρός Πρίγκιπας είναι το βιβλίο που χάρισε την αθανασία στον συγγραφέα του. Εκδόθηκε για πρώτη φορά πριν από 80 χρόνια, στις 6 Απριλίου του 1943 και σήμερα είναι το δεύτερο πιο πολυμεταφρασμένο βιβλίο μετά την Αγία Γραφή. Στην αρχή του βιβλίου υπάρχει μια αφιέρωση του συγγραφέα που είναι εξίσου συγκινητική και σημαντική με το ίδιο το κείμενο του βιβλίου.
Στον Léon Werth
Ζητώ συγγνώμη από τα παιδιά γιατί αφιέρωσα σ’ έναν μεγάλο τουτο το βιβλίο. Έχω μια σοβαρή δικαιολογία: ο μεγάλος αυτός είναι ο καλύτερός μου φίλος στον κόσμο. Έχω κι άλλη μια δικαιολογία: ο μεγάλος αυτός μπορεί και τα καταλαβαίνει όλα, ακόμη και τα παιδικά βιβλία. Έχω μια τρίτη δικαιολογία: ο μεγάλος αυτός ζει στη Γαλλία, όπου τώρα πεινάει και κρυώνει. Έχει μεγάλη ανάγκη από παρηγοριά. Αν όλες αυτές οι δικαιολογίες δεν αρκούνε, τότε κι εγώ αφιερώνω το βιβλίο τούτο, στο παιδί που ήταν άλλοτε αυτός ο μεγάλος. Όλοι οι μεγάλοι ήταν πρώτα παιδιά. (Λίγοι τους όμως το θυμούνται). Διορθώνω λοιπόν την αφιέρωσή μου:
Στον Léon Werth, όταν ήτανε μικρό αγόρι
Ήδη από την αφιέρωση ο συγγραφέας μας δίνει τον σφυγμό του βιβλίου. Και εδώ ίσως κρύβεται, καλά καμουφλαρισμένο το πραγματικό νόημα του βιβλίου. Ο Μικρός Πρίγκιπας δεν είναι ένα παιδικό βιβλίο. Είναι ένα βιβλίο για μεγάλους. Ένα βιβλίο που μιλάει για το παιδί που οι περισσότεροι χάσαμε ή ξεχάσαμε. Και αν το δει κανείς έτσι, τότε μιλάμε για ένα πολύ σκληρό βιβλίο.
Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: Μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά. Την ουσία δεν την βλέπουν τα μάτια.
Αυτό λέει η αλεπού στον μικρό πρίγκιπα αποχαιρετώντας τον. Αφού πρώτα του εξήγησε τι σημαίνει ημερώσει and τελετή και αφού του εξήγησε ότι τώρα που τον γνώρισε θα βλέπει τα στάχυα και θα θυμάται τα χρυσαφένια μαλλιά του, και ας μην τρώει ψωμί, η αλεπού διδάσκει στον μικρό πρίγκιπα το μυστικό που οι περισσότεροι από εμάς ξεχνάμε μεγαλώνοντας. Ναι, η όραση είναι η αίσθηση με την οποία αντιλαμβανόμαστε περισσότερο τον κόσμο γύρω μας, αλλά βλέπουμε τον κόσμο ή απλώς τον κοιτάμε? Νιώθουμε τον βαθύτερο παλμό του σύμπαντος ή απλά ανοιγοκλείνουμε τα μάτια μας στην καθημερινότητα που περνάει σαν ταινία από μπροστά μας? Υπάρχει άραγε κάτι βαθύτερο σε αυτή τη ζωή που κληθήκαμε να ζήσουμε, σε αυτή την αποστολή που πρέπει να βγάλουμε σε πέρας, ή είναι όλα μάταια, όλα χωρίς νόημα? Η ζωή μας είναι μόνο η ικανοποίηση των ενστίκτων μας ή μας οδηγεί κάπου όλο αυτό, τόσο ατομικά όσο κυρίως συλλογικά?
Τι αλλάζει μέσα μας μεγαλώνοντας? Και κυρίως γιατί?
Αφήνουμε πίσω μας την αθωότητα γιατί όντως η ζωή μας λειτουργεί καλύτερα χωρίς αυτήν ή γιατί είναι μια κατάσταση τόσο πλήρης και όμορφη που δεν την αντέχουμε?
Ο μικρός πρίγκιπας είναι ένας αγγελιοφόρος.
Ένας αγγελιοφόρος από το παρελθόν. Από την παιδική ηλικία του συγγραφέα. Που τον φέρνει ξανά αντιμέτωπο με τους μεγάλους, με αυτούς τους μεγάλους που θέλουν πάντα εξηγήσεις για όλα, με τους μεγάλους που δεν μπορούν να μπουν μέσα στο μύθο, να μαγευτούν, να ταξιδέψουν με τη φαντασία τους, γιατί η ρουτίνα της καθημερινότητας, η εξουσία, το χρήμα, η ματαιοδοξία, οι εξαρτήσεις, το εργασιακό burnout, η απομόνωση, τους έχει κυριολεκτικά αποβλακώσει, τους έχει κλείσει σαν σαλιγκάρια στο καβούκι τους.
Το βιβλίο αυτό γράφτηκε ενώ ο Β’ ΠΠ μαινόταν σε ολόκληρη την Ευρώπη. Όλα αυτά που έβλεπε γύρω του ο συγγραφέας, και αυτά που ζούσε και ως πιλότος μαχητικών αεροσκαφών ήταν σίγουρα πολύ σκληρά. Ο κόσμος όλος ήταν σε αναβρασμό, σε απόγνωση. Σίγουρα έβλεπε τα αδιέξοδα στα οποία οδηγήθηκε η ανθρωπότητα ακριβώς επειδή δεν έβλεπε με την καρδιά της. Αλλά σίγουρα δεν θα μπορούσε να μαντέψει ότι το βιβλίο του ογδόντα χρόνια μετά θα ήταν τόσο επίκαιρο, ότι όλοι μας θα μπορούσαμε ακόμα να εντοπίσουμε τον εαυτό μας σε κάποιον από τους χαρακτήρες του βιβλίου. Και ίσως όλο και λιγότερο στο μικρό αγόρι με τα χρυσαφένια μαλλιά.
Αυτές τις μέρες διαβάζω ένα άλλο βιβλίο που γράφτηκε την ίδια περίοδο με τον Μικρό Πρίγκιπα, him Μύθο του Σίσυφου του Αλμπέρ Καμύ. Για τον Σίσυφο μιλήσαμε σε προηγούμενο άρθρο με αφορμή τη Δίκη του Φραντς Κάφκα. Ο Καμύ διαπραγματεύεται σε αυτό το βιβλίο το παράλογο που ορίζει σε πολλές περιπτώσεις τη ζωή μας, και το νόημα του να ζούμε ή όχι αυτή τη ζωή. Το παράλογο επανέρχεται και σε όλο το έργο του Κάφκα, και με κάποιον τρόπο νιώθω ότι φωλιάζει και στον Μικρό Πρίγκιπα. Ο συγγραφέας βίωσε όντως ένα παρόμοιο σκηνικό με αυτό που περιγράφεται στο βιβλίο. Το 1935 μαζί με τον συγκυβερνήτη του βρέθηκαν στην μέση της ερήμου μετά την συντριβή του αεροπλάνου τους. Με λίγες προμήθειες στη διάθεσή τους άρχισαν να έχουν παραισθήσεις, μέχρι που αφυδατώθηκαν και ένα βήμα πριν τον θάνατο εντοπίστηκαν από έναν Βεδουίνο που τους πήγε σε ένα πηγάδι σώζοντας τις ζωές τους. Στο βιβλίο την τελευταία μέρα στην έρημο ο μικρός πρίγκιπας οδηγεί τον συγγραφέα σε ένα πηγάδι στη μέση του πουθενά. Η πίστη του μικρού παιδιού οδήγησε τον ενήλικο πιλότο σε ένα απονενοημένο διάβημα, μια πορεία στο άγνωστο, αλλά ταυτόχρονα και στη λύτρωση. Ίσως αντικρίζοντας τον θάνατο ο Exupéry εντόπισε την ματαιότητα της ζωής μας, όπως τη ζούμε, κυνηγώντας χίμαιρες όπως την εξουσία, την φιλαυτία, το χρήμα, ή βουλιάζοντας στις καταχρήσεις, και αυτή την αγωνία, μια αιώνια αγωνία του ανθρώπου και κυρίως του ανθρώπου των καιρών μας, αποτύπωσε στο βιβλίο του. Ο διάλογος του μικρού πρίγκιπα με τον μπεκρή είναι ταυτόχρονα αστείος αλλά και τρομερά θλιβερός.
Τι κάνεις εκεί?
Πίνω.
Γιατί πίνεις?
Για να ξεχάσω.
Για να ξεχάσεις τι?
Για να ξεχάσω πως ντρέπομαι.
Μα ντρέπεσαι γιατί?
Ντρέπομαι που πίνω!
Έγραψα νωρίτερα πως ο συγγραφέας ναυάγησε στην έρημο.
Η έρημος είναι μια μεταφορά.
Ένας άγνωστος, απέραντος τόπος όπου νιώθουμε μόνοι, μακριά από όλους. Όχι με φυσικό τρόπο αλλά με πνευματικό. Και αυτό που μπορεί να μας βγάλει από το αδιέξοδο είναι μια άλλη οπτική, μια πιο αθώα οπτική. Όπως λένε και οι Dream Theater στο τραγούδι Lines in the sand:
Sometimes
A view from sinless eyes
Centers our perspective
And pacifies our cries
Έχω διαβάσει πολλές φορές αυτό το βιβλίο και σαν παιδί και σαν ενήλικος. Η τελευταία ήταν προχθές που έμαθα πως είναι η επέτειος των ογδόντα χρόνων από την πρώτη του έκδοση. Σαν παιδί το έβλεπα πάντα ως ένα βιβλίο που μιλούσε κυρίως για τη φιλία και την ελπίδα ίσως. Ως μεγάλος το βλέπω πια σαν ένα σκληρό παραμύθι για μεγάλους. Ως μια προειδοποίηση που ως παιδιά δεν καταλάβαμε. Και αυτό γιατί ίσως κανένας δεν μας προετοίμασε για την πραγματική ζωή, τη ζωή των μεγάλων, όχι δίνοντάς μας εφόδια ή οδηγίες ή συμβουλές, αλλά δείχνοντάς μας τα αδιέξοδα στα οποία νομοτελειακά θα φτάναμε κι εμείς μεγαλώνοντας. Και αυτό γιατί κανένας δεν θέλει να παραδεχτεί πως η ζωή του είναι αδιέξοδη. Κανένας δεν είναι έτοιμος να αναγνωρίσει τον εαυτό του στον βασιλιά, τον ματαιόδοξο, τον μπεκρή, τον επιχειρηματία, τον φαναρανάφτη, τον γεωγράφο. Ούτε καν στον συγγραφέα που έφτασε ένα βήμα από τον θάνατο και ένα παιδί, η αισιοδοξία ενός παιδιού, τον έσωσε.
Στις 31 Ιουλίου του 1943 το αεροπλάνο του Exupéry θα χαθεί πάνω από τη Μεσόγειο. Το πτώμα του δεν βρέθηκε ποτέ. Χρόνια αργότερα, το 1998, θα βρεθεί ένα βραχιόλι με το όνομά του και μερικά χρόνια αργότερα κάποια κομμάτια από το αεροσκάφος του. Υπήρξαν φόβοι, και φήμες, ότι το αεροπλάνο του καταρρίφθηκε από τους Γερμανούς, χωρίς να επιβεβαιωθούν ούτε από τα ευρήματα, ούτε και από την διασταύρωση των ιστοριών που κυκλοφόρησαν.
Υπάρχει ένα κομμάτι του εαυτού μου που πιστεύει ότι ο Exupéry δεν πέθανε σε εκείνη τη συντριβή.
Ότι εκείνη η πτώση ήταν η λύτρωσή του, η έξοδός του από την ζωή που ζούσε, που ζούμε όλοι μας λίγο πολύ.
Πιστεύω ότι έζησε την υπόλοιπη ζωή του με άλλο όνομα, ελεύθερος.
Σαν παιδί.