Η ιστορία της περιοχής από τον 17ο αιώνα μέχρι σήμερα. Η κοινωνική παρακμή, η οικονομική κρίση, η αλλαγή κουλτούρας και τρόπου διασκέδασης και η αίγλη που συνοδεύει το όνομα Κολωνάκι
Κολωνάκι: Η ιστορία της περίφημης συνοικίας της Αθήνας
…
Ίσως καμία άλλη περιοχή της Αθήνας δεν έχει υπάρξει τόσο επίζηλη και περιζήτητη, δεν έχει συζητηθεί, δεν είχε αγαπηθεί, δεν έχει γοητεύσει, δεν έχει παρεξηγηθεί, δεν έχει αλλοιωθεί, δεν έχει αλωθεί, δεν έχει απασχολήσει τόσο πολύ τους Αθηναίους αλλά και δεν έχει εμπνεύσει Ελληνες συγγραφείς και καλλιτέχνες, όσο το Κολωνάκι.
Οι πιο παλιοί θυμούνται με νοσταλγία αυτή την όμορφη συνοικία, τότε που δεν ήταν ακόμη trendy, τότε που ήταν πιο αρχοντική και με ανθρώπους που διέθεταν χιούμορ, μία ευπρέπεια και ευγένεια που σήμερα σπανίζουν. Αναπολούν τα χρόνια που οι περισσότεροι γνωρίζονταν μεταξύ τους και συναντιόντουσαν στα γνωστά στέκια, με την ηχορύπανση, την κοσμοσυρροή, τον νεοπλουτισμό, την καταπάτηση του δημόσιου χώρου να είναι σχεδόν άγνωστες λέξεις και καταστάσεις και να μην αποτελούν λόγους μετακόμισης – όπως πολλοί αναγκάστηκαν να κάνουν.
Και όμως, παρ’ όλα αυτά, το Κολωνάκι «κρατάει» ακόμη. Εξακολουθεί να έχει φανατικούς κατοίκους αλλά και επισκέπτες. Αν και πολλά από τα παλιά γνωστά μαγαζιά έχουν κλείσει, το άνοιγμα ενός καινούργιου γίνεται αμέσως «είδηση» και η περιοχή, χωρίς να διατηρεί τη γοητεία που είχε παλιά, συνεχίζει να βρίσκεται ψηλά στη λίστα των προτιμήσεων των Αθηναίων.
Η συνοικία του Κολωνακίου εκτείνεται από τη λεωφόρο Πανεπιστημίου ανατολικά μέχρι το Μέγαρο Μουσικής, νότια ως τη Λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, όπου συνορεύει με τη γειτονιά της Ρηγίλλης ή Ανακτόρων και τη συνοικία του Παγκρατίου και βορειοδυτικά μέχρι την οδό Σίνα και την Οίτης, όπου χωρίζεται από την ιστορική συνοικία της Νεάπολης.
Πάνω της, δεσπόζει ο λόφος του Λυκαβηττού, ορατός λόγω ύψους (277μ.) από κάθε σχεδόν σημείο της πόλης, με τη γειτονιά της Δεξαμενής στους ΝΑ πρόποδες να αποτελεί από παλιά ένα από τα πιο δημοφιλή μέρη της Αθήνας, με ωραία θέα προς την Ακρόπολη αλλά και τη θάλασσα. Στην κορφή του λόφου βρίσκεται το γραφικό εκκλησάκι του Αϊ-Γιώργη και στη ΝΔ πλευρά, ο μικρός ναός των Αγίων Ισιδώρων, κτισμένος κυριολεκτικά μέσα στους βράχους, και από εκεί η Αθήνα «πιάτο».
Τα χρόνια της τουρκοκρατίας οι νεαροί αγάδες των Αθηνών που επιδίδονταν στο τζιρίτι –ιππικός αγώνας ευγενών–, επέλεγαν την περιοχή της Δεξαμενής για τους αγώνες καθώς και την εκγύμνασή τους στην τοξοβολία.
Εκτός από τον γνωστό λόφο, υπάρχει και ο «μικρός Λυκαβηττός» ή «Σχιστή Πέτρα» η οποία ήταν μια μεγάλη έκταση (μέχρι εκεί που βρίσκεται σήμερα το Πανεπιστήμιο) που αγόρασε το 1831 από μια Τουρκάλα ο Στ. Κλεάνθης για να στήσει το λιθοτομείο του, από το υλικό του οποίου κτίστηκε η νεότερη Αθήνα.
Σήμερα δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε τον ορμητικό χείμαρρο που κατέβαινε από τον Λυκαβηττό και, διακλαδιζόμενος στα δύο, ακολουθούσε τις οδούς Δημοκρίτου και Λυκαβηττού, μέχρι να καταλήξει σε ρεματιά, τον Βοϊδοπνίχτη, στο ύψος της οδού Ακαδημίας.
Το 1870, ανακαλύφθηκε η Αδριάνειος δεξαμενή στην οποία κατέληγαν τα βρόχινα ύδατα από την Πάρνηθα και την Πεντέλη, μέσω μίας σήραγγας 25 χλμ., του Αδριάνειου Υδραγωγείου, το οποίο άρχισε να κατασκευάζεται από τον Αδριανό το 125 μ.Χ. Το επιστύλιο του Υδραγωγείου βρίσκεται, ανάμεσα σε άλλες αρχαιότητες, στον Εθνικό Κήπο.
Από το 1874, έχει καθιερωθεί η τελετή αγιασμού των υδάτων την ημέρα των Θεοφανείων. Στη δεξαμενή αυτή οφείλει το όνομά της ολόκληρη η γειτονιά.
Στα χρόνια του Όθωνα η περιοχή του Κολωνακίου ήταν εξοχή με αμπελώνες και αγρούς και οι πρόποδες του Λυκαβηττού «τα κατσικάδικα», γεμάτοι στάνες και βοσκοτόπια για τους ποιμένες της πρωτεύουσας.
Το Κολωνάκι άρχισε να κτίζεται γύρω στο 1860 και τα πρώτα σπίτια ήταν λαϊκά, φτωχικά, μονώροφα ή διώροφα με αυλές με κοτέτσια και γαζίες και οι περισσότεροι δρόμοι ήταν καρόδρομοι. Και αυτό επιβεβαιώνουν και τα λόγια της κας Δέσποινας Φούτα, κόρης του Πέτρου Πουλίδη, του πρώτου Έλληνα φωτορεπόρτερ, μέσα από τις μοναδικές διηγήσεις της στο www.memoro.org: «Πολλά σπίτια της Πατριάρχου Ιωακείμ (τότε λεγόταν Κυνοσάργους) ήταν γεμάτα ωραίες αυλές και μέσα είχαν κοτέτσια. Σε πολλά απ’ αυτά έμεναν πλύστρες που έπλεναν τα ρούχα των φοιτητών που σπούδαζαν στην Παιδαγωγική Ακαδημία (το Μαράσλειο)».
Σήμερα, υπάρχουν ελάχιστα τέτοια σπίτια στις παρυφές του Λυκαβηττού, όπως π.χ. στη Μαρασλή 61 ή στη Δίστριας Δώρας 12 και 14.
Μετά το 1880 η δόμηση έγινε πιο πυκνή και η περιοχή άρχισε να κατοικείται από αυλικούς αλλά και εύπορους πολίτες οι οποίοι επιθυμούσαν να ζουν κοντά στα ανάκτορα, καθώς και στο εμπορικό κέντρο. Τότε άρχισε η ανοικοδόμηση πολυτελών μεγάρων και αρχοντικών κατοικιών, ειδικά στη Βασιλίσσης Σοφίας (παλιά Κηφισίας), σε σχέδια διάσημων αρχιτεκτόνων της εποχής και το Κολωνάκι αποκτά έναν αριστοκρατικό χαρακτήρα.
Αρχικά η συνοικία αναπτύχθηκε στους δρόμους γύρω από την εκκλησία του Αγίου Διονυσίου στην οδό Σκουφά, ενώ αυτή της Δεξαμενής, μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, κατοικείτο από φτωχούς εργένηδες και εσωτερικούς μετανάστες. Τα καφενεδάκια όμως της πλατείας, το καφενεδάκι του μπαρμπά-Γιάννη, το «νηπιαγωγείο, μπαρ, γηροκομείο» όπως το είχε ορίσει ο Παπαδιαμάντης, αλλά και το απέναντι, η Τέρψη του κυρ-Σωτήρη, συγκέντρωναν κάτω από τις λεύκες τις ψηλές και ρωμαλέες λόγιους και λογοτέχνες, από τους σημαντικότερους της νεοελληνικής λογοτεχνίας, και ήταν για πολλά χρόνια από τα διάσημα φιλολογικά στέκια της Αθήνας.
Και όσο απίθανο μας φαίνεται σήμερα, στην ανατολική πλευρά της πλατείας τη δεκαετία του 1930 είχε διαμορφωθεί ένας χώρος σαν πισίνα όπου τα παιδιά μπορούσαν να παίζουν και να τσαλαβουτάνε. Η πρώτη πολυκατοικία της Δεξαμενής κτίστηκε από τον Μαντζαβελάκη στο σημείο που βρισκόταν η ταβέρνα «Ο Παράδεισος». Την είχαν ονομάσει «Βαβέλ» ή «Καραβάν Σεράι», λόγω του ετερόκλητου πλήθους που έμενε εκεί. Στη θέση της κτίστηκε το 1974 το ξενοδοχείο Saint George Lycabettus.
Η κεντρική πλατεία του Κολωνακίου, που σήμερα έχει «εξαφανιστεί» λόγω των έργων του μετρό, διαμορφώθηκε το 1870 και αρχικά ονομαζόταν πλατεία «Βασιλίσσης Όλγας». Μετονομάστηκε σε πλατεία Κολωνακίου, όνομα που πήρε και ολόκληρη η περιοχή, όταν το 1938 μεταφέρθηκε εκεί ένα κολωνάκι που βρέθηκε στην περιοχή της Δεξαμενής και σύμφωνα με την παράδοση αποτελούσε ένα ορόσημο στο σημείο που οι Αθηναίοι, κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας, έθαβαν δύο δίδυμα μοσχάρια ή άλλα ζώα, προκειμένου να αποτρέψουν επιδημίες, συμφορές και θεομηνίες. Το 1907 κατασκευάστηκε το ουρητήριο και τον ίδιο χρόνο η πλατεία ηλεκτροφωτίστηκε.
«Η πλατεία, τη δεκαετία του ’20 ήταν ακόμη χωμάτινη και πανέμορφη και με τους φίλους μου παίζαμε εκεί μπάλα, με μία μπάλα φτιαγμένη από πανιά», θυμάται ο Νάνος Βαλαωρίτης μιλώντας με τον συγγραφέα Μάκη Προβατά.
Το επίσημο όνομα της πλατείας είναι πλατεία Φιλικής Εταιρείας, ως ένδειξη τιμής προς τους Φιλικούς (Υψηλάντη, Σκουφά, Αναγνωστόπουλο, Σκουφά), προτομές των οποίων υπήρχαν εκεί μέχρι που απομακρύνθηκαν, μαζί με τα δένδρα που κόπηκαν, λόγω των έργων για τη Γραμμή 4 του μετρό «Άλσος Βεΐκου-Γουδή», που έχουν μεταμορφώσει την πλατεία σε εργοτάξιο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Το 1929, καθιερώνεται ο νόμος περί οριζοντίου ιδιοκτησίας και οι πρώτες πολυκατοικίες με τις ωραίες εισόδους, τα ξύλινα ασανσέρ με εσωτερική πόρτα και καταφύγια, κάνουν την εμφάνισή τους στην Πατριάρχου Ιωακείμ και Σκουφά. Τα διαμερίσματα προσφέρουν όλες τις ανέσεις και διαθέτουν συνήθως και το «δωμάτιο υπηρεσίας» για το «υπηρετικόν προσωπικόν», όπως έλεγε η θρυλική Μαντάμ Σουσού!
Ο «καλός κόσμος» αρχίζει να συμβιώνει και να συνυπάρχει στους κοινόχρηστους χώρους με ανθρώπους διαφορετικής τάξης απ’ τη δική του μια και στους χαμηλούς ορόφους ή στα υπόγεια ζούσαν οι όχι τόσο εύποροι. Στις πολυκατοικίες που κτίζονται αργότερα, ο θυρωρός, επάγγελμα που χάνεται με τα χρόνια, ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της. Πολλά δε υπόγεια πολυκατοικιών, ειδικά στους όχι κεντρικούς δρόμους, υπήρξαν καταφύγια για ερωτευμένα ζευγαράκια και κρυφά ραντεβουδάκια.
Πολύτιμες, τρυφερές αναμνήσεις που τη συνοδεύουν από τα παιδικά της χρόνια μοιράζεται μαζί μας η συμπαθέστατη κριτικός τέχνης κα Έφη Ανδρεάδη, γέννημα θρέμμα Κολωνακίου, με εξαιρετική μνήμη που θα ζήλευαν πολλοί. Μας περιγράφει με γλαφυρότητα εικόνες μιας άλλης, μακρινής εποχής, τότε που το Κολωνάκι ήταν μία αμιγώς αστική γειτονιά, χωρίς πολυτελή μαγαζιά, αλλά με πολλά γαλακτοπωλεία, λόγω των κοπαδιών του Λυκαβηττού.
Το πατρικό της ήταν το νεοκλασικό σπίτι επί των οδών Πλουτάρχου και Καρνεάδου (αρχικά οικία Σάρδη και σήμερα Ίδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου). Λίγο μετά τη γέννησή της, μετακόμισαν απέναντι σ’ ένα υπέροχο τετραώροφο, ψηλοτάβανο σπίτι που έκτισε ο πατέρας της και με υλικά, έπιπλα και είδη διακόσμησης που έφερε από την Ευρώπη. Εκεί έζησαν όμορφα και ευτυχισμένα χρόνια μέχρι τη δεκαετία του ’60, αλλά οι αλλαγές της ζωής, τα τεράστια έξοδα συντήρησης και η ασύμφορη ενοικίαση ή πώληση καταδίκασαν το σπίτι σε κατεδάφιση – γεγονός τραυματικό για όλους και ιδιαίτερα για τη μητέρα της.
«Στην Καρνεάδου ακούγαμε μόνο πουλιά γιατί στο πίσω μέρος των σπιτιών ήταν κήποι. Από τον δρόμο περνούσαν οι πλανόδιοι. Ο άνθρωπος που κτυπούσε τα στρώματα, ο λουλουδάς με τον γάιδαρο και τα καλάθια γεμάτα λουλούδια που ο κόσμος τον σταματούσε για να ψωνίσει, ο ψαράς που φορούσε ένα τεράστιο στρογγυλό καπέλο και έβαζε πάνω σ’ αυτό τα φρέσκα ψάρια που σου έφερνε στο σπίτι… Τώρα, τίποτα απ’ αυτά δεν υπάρχει, μόνο αυτοκίνητα. Η δε οδός Τσακάλωφ, πριν πεζοδρομηθεί και ανοίξουν τα καφέ, ήταν ένας εμπορικός δρόμος, ενώ τώρα είναι έρεβος. Δεν μπορείς να περάσεις».
Αφήνοντας πίσω το παρόν, μας ταξιδεύει, μέσω των αναμνήσεών της, στο Κολωνάκι, όπως το θυμάται και το αγάπησε. «Στην Πατριάρχου Ιωακείμ ήταν ένας φούρνος που τον είχε μια πολύ όμορφη φουρνάρισσα, την οποία όλοι φωνάζαμε “μπέλλα φουρναρίνα”. Στην Ηροδότου, εκεί που σήμερα είναι η Τράπεζα Πειραιώς, υπήρχε ο πιο παλιός γαλατάς. Τον θυμάμαι να φέρνει τον πάγο, μια που τότε δεν είχαμε ηλεκτρικά ψυγεία. Μας έφερνε και το γάλα το οποίο το έβαζαν σε γυάλινα μπουκάλια. Εκεί ήλθε πρώτη φορά η ΔΕΛΤΑ και έφερε παγωτά, τα οποία έβγαιναν 25η Μαρτίου και τρώγαμε το πρώτο μας παγωτό. Στη συμβολή Τσακάλωφ και Ηρακλείτου ήταν ένα πολύ ωραίο νεοκλασικό σπίτι με κήπο και ανήκε στην οικογένεια Βουρλούμη. Στη θέση του είναι μία πολυκατοικία. Η δε βόλτα στον Λυκαβηττό, ήταν ο αγαπημένος μας περίπατος».
Ακούγοντας και τις αφηγήσεις της κας Δέσποινας Φούτα, η οποία γεννήθηκε το 1924 στην οδό Σκουφά και αργότερα μετακόμισαν στην οδό Αριστίππου, κοντά στη Δεξαμενή, δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι μιλάει για το Κολωνάκι: «Το Κολωνάκι ήταν ένα χωριό. Είχε πρόβατα. Ως παιδιά παίζαμε εκεί που είναι σήμερα ο Άγιος Διονύσιος, ο οποίος τότε ήταν παράγκα. Από τη Σκουφά περνούσε το τραμ, το οποίο κατέβαινε την Κανάρη, πήγαινε προς την Ομόνοια και επέστρεφε. Όλοι οι άνθρωποι γνωριζόμασταν μεταξύ μας. Ο πατέρας μου, όταν περπατούσε στον δρόμο, δεν προλάβαινε να βγάζει το καπέλο του για να χαιρετίσει όλους όσους συναντούσε. Εκεί κοντά που είναι σήμερα το ξενοδοχείο Lycabettus, έπαιζε ο Καραγκιόζης του Μόλλα και μαζευόμαστε τα παιδιά για να τον δούμε, πληρώνοντας είσοδο 50 λεπτά. Κάθε απόγευμα την άνοιξη περνούσε ο… “τσάκα-τσούκας” που πουλούσε πασατέμπο και δύο φορές τη βδομάδα ο παγωτατζής και παίρναμε παγωτό με 1 δραχμή. Κάθε βράδυ ερχόταν ο άνθρωπος του δήμου, ανέβαινε σε μία σκάλα και άναβε τις λάμπες στον δρόμο και το πρωί ερχότανε πάλι και τις έσβηνε. Οι νοικοκυρές αγόραζαν από τους πλανόδιους ψάρια, λουλούδια και οι άντρες πήγαιναν στα μαγαζιά και παράγγελναν τα εδώδιμα τα οποία έφερνε μετά στο σπίτι το παιδί του μπακάλη».
Και ναι μεν το Κολωνάκι μπορεί να ήταν από τη δεκαετία του ’40 μια ακριβή περιοχή, τόπος κατοικίας και στέκι της πολιτικής και πνευματικής αριστοκρατίας της Αθήνας, αλλά πριν αρχίσουν τα πολυτελή εμπορικά καταστήματα, κομμωτήρια, ανθοπωλεία, εστιατόρια, οίκοι μόδας, πρακτορεία μοντέλων και υποκαταστήματα τραπεζών να ανοίγουν το ένα πίσω απ’ το άλλο, τα μαγαζιά που κυριαρχούσαν ήταν τα πιο «λαϊκά» – αυτά δηλαδή που θα συναντούσε κάποιος σε οποιαδήποτε γειτονιά της Αθήνας, όπως εδωδιμοπωλεία, οπωροπωλεία, κρεοπωλεία, γαλακτοπωλεία, κουρεία, φαρμακεία, χρωματοπωλεία, φούρνοι.
Πολλά απ’ αυτά (όπως το Γαλακτοπωλείο του Γεωργούτσου και μετά το Ελληνικό –στη θέση που σήμερα είναι το Απολλώνιο–, το κρεοπωλείο του Πεντεδέκα, τα είδη οικιακής χρήσης του Μαράσογλου, το στιλβωτήριο του Σκρίκα, το καφεκοπτείο του Μισεγιάννη, το παντοπωλείο του Ρέτσα, το οπωροπωλείο Ιντεάλ, το ανθοπωλείο του Φερεντίνου, το αρωματοπωλείο του Βιδούρη), ήταν συγκεντρωμένα στη δεξιά πλευρά του πρώτου τετραγώνου της Πατρ. Ιωακείμ, όπου βρίσκονται οι Πολυκατοικίες Κωττάκη (Πατρ. Ιωακείμ 6 και 8), γνωστό και ως «Αβησσυνία».
Απέναντι, το μαγαζί επίπλων Αφοί Αετόπουλοι, το γαλακτοπωλείο Μίχα, το ζαχαροπλαστείο Παπασπύρου. Γύρω από τη Σκουφά και την Κανάρη, τα παντοπωλεία Ερμή, το παντοπωλείο του Λάμπρο, Το Πάνθεο, το χρωματοπωλείο του Αγγελόπουλου, του Γιαννούκου (Κανάρη 23 και Μηλιώνη) το οπωροπωλείο-κρεοπωλείο του Καβουλάκου, του Παναγιώτη Κηρύκου, το ιχθυοπωλείο Ευαγγελίστρα, ο φούρνος του Γκέκα, εξυπηρετούσαν κι αυτά τους πιο απαιτητικούς πελάτες καθώς και τις ανάγκες των ξενοδοχείων και της βασιλικής αυλής, όπως βλέπουμε σε διαφήμιση εποχής.
«Από το Select» (Κανάρη 26, εκεί που σήμερα βρίσκεται το κατάστημα Γερμανός) «ψώνιζε από το 1973 όλο το Κολωνάκι», μας είπε ο πρώην ιδιοκτήτης, κος Χατζητριανταφύλλου. «Όταν απελευθερώθηκε το ενοικιοστάσιο αναγκαστήκαμε να κλείσουμε. Εκεί που πληρώναμε ενοίκιο 150.000 δρχ. ξαφνικά μας ζητούσαν 1.000.000 δρχ.».
Τα χρόνια της Κατοχής σημάδεψαν για πάντα τα μικρά τότε παιδιά: «Οι Γερμανοί, ανέβαιναν για σκοπιά στον Λυκαβηττό και περνούσαν μπροστά από το σπίτι μας. Εμείς, τα παιδιά, τρέμαμε από τον φόβο μας. Είχαμε τα παράθυρα κλειστά, φοβόμασταν. Η Κατοχή έφερε μεγάλη δυστυχία. Πέθαινε ο κόσμος στον δρόμο από την πείνα… Πουλούσαν ό,τι είχαν για να πάρουν λίγο ψωμί» θυμάται η κα Φούτα.
«Τα φοβερά εκείνα χρόνια δύσκολα θα ξεχαστούν», επιβεβαιώνει συγκινημένη η κα Ανδρεάδη. «Έβλεπες στον δρόμο καρότσια που τα έσερναν άνθρωποι, γεμάτα νεκρούς».
Μία σιδερένια καφέ πόρτα κρατητηρίου και ένα γλυπτό του Θανάση Απάρτη που συμβολίζει τον Έλληνα αγωνιστή, αποτελούν ένα μικρό μνημείο που θυμίζει στους παλιούς αλλά μαθαίνει και στους νεότερους τη φρίκη του πολέμου και τα βασανιστήρια που πέρασαν όσοι φυλακίστηκαν και βασανίστηκαν στο κολαστήριο της Γκεστάπο, της οδού Μέρλιν 6.
Δίπλα στην πλατεία Κολωνακίου, μία νησίδα με δύο δέντρα και έναν φανοστάτη, της οποίας το σχήμα έμοιαζε με λεκάνη «μπιντέ», ήταν η αφορμή για να δοθεί για μερικά χρόνια στη συνοικία αυτό το τοπωνύμιο. Εκεί τα δύο ζαχαροπλαστεία που βρίσκονταν τότε το ένα απέναντι απ’ το άλλο, Λυκόβρυση και Ελληνικό, είχαν τοποθετήσει λίγα τραπεζοκαθίσματα όπου κάθε βράδυ συγκεντρώνονταν οι νέοι, πολιτικοί και καλλιτέχνες και κυρίως οι ξενύχτηδες της περιοχής. Ο «μπιντές» ξηλώθηκε γύρω στο 1960 όταν οι μπουλντόζες ανέλαβαν δουλειά για το νέο πρόσωπο της περιοχής. Η Λυκόβρυση παρέμεινε στη θέση της και δίπλα της άνοιξε το Kolonaki Top’s, το καφέ του Στεργίου, το ζαχαροπλαστείο Παπασπύρου (το σημερινό Perro’s Cafe), καταλαμβάνοντας με τα τραπεζοκαθίσματά τους το μεγαλύτερο μέρος του πεζοδρομίου.
Και από τη μικρή πλατεία που τραγουδούσε ο Κ. Χατζής το 1972 προχωράμε προς το «Πάμε πλατεία;;» του Παπακαλιάτη, που έγινε αγαπημένη ατάκα της νεολαίας.
Τη δεκαετία του ’80 απαραίτητος σταθμός μετά τη νυχτερινή έξοδο και σημείο για να δεις και να σε δούνε ήταν το Εverest ή το τοστάδικο Ο Μήτσος, της οδού Τσακάλωφ – εκεί ατραξιόν ήταν ο Γιάννης ο οποίος έπαιρνε τις παραγγελίες και μπορούσε να φτιάξει με απίστευτα γρήγορες, έως αστείες, κινήσεις 3-4 σάντουιτς συγχρόνως χωρίς να ξεχάσει ούτε ένα υλικό, ενώ έκανε και τον λογαριασμό. Η καθημερινή κοσμοσυρροή προκαλούσε μεγάλη ενόχληση στους ενοίκους των πολυκατοικιών, οι οποίοι αναγκάστηκαν να βάλουν σιδερένιες πόρτες μπροστά στις εισόδους για να αποτρέψουν την κατάληψη των σκαλιών.
Μεγάλος ευεργέτης της περιοχής Κολωνακίου είναι η Μονή Πετράκη, η οποία παραχώρησε ένα σημαντικό μέρος από την ακίνητη περιουσία της ώστε να κτιστούν κοινωφελή ιδρύματα και σχολές, όπως το Πτωχοκομείο στην οδό Πλουτάρχου, ο Ευαγγελισμός, οι Αρχαιολογικές Σχολές, η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, το Μαράσλειο κ.ά.
Η οδός Σκουφά, ένας από τους κεντρικότερους δρόμους του Κολωνακίου, είναι γεμάτη ενδιαφέροντα κτίρια και πολυκατοικίες – δείγματα αρχιτεκτονικών αριστουργημάτων της περιόδου του μεσοπολέμου και υπογραφές γνωστών αρχιτεκτόνων.
Μερικά απ’ αυτά είναι το πανέμορφο εκλεκτικιστικό κτίριο του 1920, με τα έρκερ, στη γωνία Σκουφά 2 και Πλ. Κολωνακίου. Ακριβώς απέναντι (Σκουφά 1) βρίσκεται, σε εξαιρετική κατάσταση ένα κτίριο του 1922. Φωτογραφίες της εποχής δείχνουν μια αντλία βενζίνης κοντά στο ισόγειο του κτιρίου (λέγεται ότι ήταν του Κορακιανίτη). Πριν αρκετά χρόνια εκεί ήταν ο Αεράκης και οι πιο παλιοί θυμούνται στο ίδιο σημείο το ψιλικατζίδικο του Δελέζιου.
Ακριβώς δίπλα (Σκουφά 3), ένα μεσοπολεμικό κτίριο –όπου στεγαζόταν μέχρι πριν λίγους μήνες το κατάστημα Public– κτίστηκε το 1930 από έναν φούρναρη από τη Σύμη, τον Μιχάλη Τζανετόπουλο, ο οποίος είχε και εμπόριο κάρβουνου. Στο υπόγειο του κτιρίου, ήταν για αρκετά χρόνια το εστιατόριο Minuit, γνωστό δημοσιογραφικό στέκι, το οποίο έκλεινε συνήθως με την ανατολή του ηλίου.
Σ’ ένα μεσοπολεμικό κτίριο της οδού Σκουφά 45, φυλάσσεται το Ιστορικό Αρχείο του Πανεπιστημίου Αθηνών, το οποίο στις συλλογές του περιλαμβάνει σημαντικά τεκμήρια και αρχεία πανεπιστημιακών σχολών, ιδρυμάτων και φορέων που ανήκουν στο πανεπιστήμιο καθώς και προσωπικά αρχεία πανεπιστημιακών καθηγητών. Σ’ ένα από τα βιβλία με τα μητρώα των φοιτητών του Καποδιστριακού, στο νούμερο 716, φαίνεται η υπογραφή του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Αξιόλογες μεσοπολεμικές πολυκατοικίες κτίζονται και σώζονται ακόμη στην οδό Πατριάρχου Ιωακείμ, Αναγνωστοπούλου, Κανάρη, Λουκιανού, Φωκυλίδου. Το κάθε σπίτι έχει και τη δική του ιστορία, όπως αυτό που βρίσκεται στον αριθμό 4 της οδού Φωκυλίδου, της οποίας οι φουντωτές νεραντζιές που την άνοιξη μοσχοβολάνε, στάθηκαν πιο τυχερές από εκείνες της οδού Κανάρη που ξεριζώθηκαν μετά από εντολή πρώην δημάρχου. Πρόκειται για μία τεράστια ιδιόρρυθμη κατοικία που κτίστηκε από τον αρχιτέκτονα Δ. Φωτιάδη και διαφέρει εντελώς από τα γύρω κτίρια καθώς θυμίζει αιγιοπελαγίτικο νησί, περιτριγυρισμένη από ψηλούς κάτασπρους τοίχους, πνιγμένη στο πράσινο και εξαιρετική θέα προς την Ακρόπολη.
Στη ροδακινί πολυκατοικία της οδού Φωκυλίδου 2 κατοικούσε ο γλύπτης Γιάννης Παππάς καθώς και ο ζωγράφος Βλάσης Κανιάρης, όπου διατηρούσε εκεί το εργαστήριό του.
Λίγο πιο κάτω, στην οδό Ξενοκράτους 44, ήταν το σπίτι και το εργαστήριο του ζωγράφου Παναγιώτη Τέτση. Η λαϊκή αγορά, κάθε Παρασκευή στον δρόμο έξω από το σπίτι του, αποτέλεσε την έμπνευση για τη δική του «Λαϊκή Αγορά» (1979 – 1982), έναν τεραστίων διαστάσεων πίνακα (2,50 x 50 μ.), όπου αποτυπώνεται πιστά και υπέροχα μια καθημερινότητα την οποία ο ίδιος λάτρευε. Περπατώντας στην οδό Ξενοκράτους σού δημιουργείται ακόμη και σήμερα έντονα η αίσθηση της γειτονιάς.
Όπως η οδός Σκουφά, έτσι και η οδός Σόλωνος αλλά και η οδός Αναγνωστοπούλου (μέχρι τα σκαλάκια) αποτελούν μία νοητή γέφυρα μεταξύ Κολωνακίου, Νεάπολης και Εξαρχείων. Ο διαχωρισμός αυτός των συνοικιών είναι αρκετά εμφανής, ειδικά στην οδό Σόλωνος, στην αρχή της οποίας βρίσκεται ένα υπέροχο νεοκλασικό όπου έμεινε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Ερνέστος Τσίλλερ, καθώς επίσης και μερικά όμορφα διώροφα και τριώροφα κτίρια που δίνουν το στίγμα μιας άλλης εποχής και τώρα εκεί στεγάζονται εμπορικά καταστήματα ή γραφεία.
Εδώ αξίζει να γίνει μία αναφορά στο περίφημο ζαχαροπλαστείο Au Delicieux (Κανάρη 17 και Σόλωνος) που άνοιξαν το 1921 δύο Γάλλοι σεφ, οι Carvalo και Cretan. Εκεί, οι Κολωνακιώτες και όχι μόνο, ξετρελαμένοι από το καταπληκτικό «καρέ» σοκολάτας μάθανε να τρώνε και κις λορέν. «Πήγαινα με τον πατέρα μου να πάρουμε γλυκά και νόμιζα ότι έμπαινα σ’ έναν μυθικό κόσμο. Ακόμη δεν μπορώ να ξεχάσω τα μικρά δισκάκια που μας σέρβιραν διάφορα γλυκίσματα, όπως τις καραμελωμένες βιολέτες…» θυμάται η κα Ανδρεάδη.
Κατηφορίζοντας, η όψη της Σόλωνος αλλάζει. Βιβλιοπωλεία, εκδοτικοί οίκοι, η Νομική Σχολή καθώς και τα Πολιτιστικά-Μορφωτικά Ινστιτούτα (Ινστιτούτο Γκαίτε, το Γαλλικό Ινστιτούτο, η Ελληνοαμερικανική Ένωση), παίρνουν τη σκυτάλη από την κατανάλωση και τη δίνουν στην εκπαίδευση και στην προώθηση της μελέτης ξένων γλωσσών. Ακόμη και τα διαχρονικά στέκια, όπως το Café Rue de Marseille ή ο Ιπποπόταμος έχουν εντελώς διαφορετικό ύφος απ’ αυτά που βρίσκονται πιο κοντά στην πλατεία Κολωνακίου.
Η λαμπερή και γεμάτη κοσμηματοπωλεία και γνωστούς οίκους μόδας οδός Βουκουρεστίου, ήταν ο πρώτος πεζόδρομος που έγινε στην Αθήνα, το 1978. Αλλά δεν είχε από παλιά ούτε το ίδιο όνομα αλλά ούτε τη σημερινή αίγλη. Πριν χαραχθεί ο δρόμος, την ονόμαζαν και «Χεζοπόταμο», από τον ομώνυμο χείμαρρο που κατέβαινε από τον Λυκαβηττό και κατέληγε σε ρέμα του Βοϊδοπνίχτη στην οδό Σταδίου. Με λίγη φαντασία και έχοντας υπόψη την τότε έλλειψη αποχετευτικού δικτύου, μπορούμε ν’ αντιληφθούμε το πού οφειλόταν αυτή η όχι και τόσο κολακευτική ονομασία. Μέχρι το 1913 λεγόταν οδός «Αγχεσμού» και η υπογραφή της συνθήκης του Βουκουρεστίου ήταν η αφορμή για το σημερινό της όνομα. Το 1946 και για μερικά χρόνια, το τμήμα της μεταξύ των οδών Σταδίου και Ακαδημίας μετονομάστηκε σε «Γιαν Σματς».
Στο Κολωνάκι βρίσκονται μερικά ιστορικά σχολεία της Αθήνας, δημόσια και ιδιωτικά που κτίστηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα, αλλά και μερικά που δεν υπάρχουν πια.
Το Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Αθηνών (Σκουφά 43 και Λυκαβηττού), ιδρύθηκε το 1929 και στεγάστηκε στο νεότευκτο διδακτήριο Σωκράτης, που είχε αποπερατωθεί εκείνη τη χρονιά, προορισμένο για τη στέγαση δύο τετραταξίων γυμνασίων. Τα χρόνια της Κατοχής το σχολείο επιτάχθηκε από τους Γερμανούς, οι οποίοι, κατά την αποχώρησή τους, προσπάθησαν να το ανατινάξουν – ευτυχώς το κτίριο γλύτωσε χάρη στην άμεση επέμβαση των περιοίκων και της πυροσβεστικής. Ανάμεσα στους διάσημους απόφοιτους του Πειραματικού ήταν τρεις μετέπειτα πρωθυπουργοί (Ανδρέας Παπανδρέου, Κώστας Σημίτης και Κώστας Καραμανλής) καθώς και γνωστοί πολιτικοί, καλλιτέχνες και επιχειρηματίες.
Είναι συγκλονιστική η μαρτυρία της κας Δέσποινας Φούτα για την περίοδο που είχαν επιτάξει το σχολείο οι Γερμανοί: «Βγαίνανε από τα παράθυρα και κρεμούσαν ένα σχοινί όπου στο κάτω μέρος είχαν δεμένο ένα κομμάτι ψωμί. Μόλις πήγαιναν τα παιδάκια να το πιάσουν, τραβούσαν το σχοινί προς τα πάνω και τα καημένα τα παιδάκια κλαίγανε».
Το Μαράσλειο Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης (Μαρασλή 4) συνιστά ένα από τα αρχιτεκτονικά στολίδια του Κολωνακίου. Το νεοκλασικό κτίριο ανεγέρθη το 1905 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Δ. Καλλία, σε χώρο που παραχωρήθηκε από τη Μονή Πετράκη, μετά από πρωτοβουλία του Διδασκαλικού Συλλόγου Ελλάδος και σημαντική χρηματοδότηση του ομογενούς Γρηγορίου Μαρασλή. Από το 1933 ως το 1989 λειτούργησε ως «Μαράσλειος Παιδαγωγική Ακαδημία».
Στον ίδιο χώρο και δίπλα στο Μαράσλειο (Μαρασλή 6 και Σουηδίας), το 1929 οικοδομήθηκε ένα κτίριο, βάσει των σχεδίων του Ν. Μητσάκη, στο οποίο στεγάστηκε το Γυμνάσιο Θηλέων «Αριστοτέλης» και σήμερα εκεί λειτουργεί το 26ο Ενιαίο Λύκειο Αθηνών. Απέναντι από το σχολείο υπήρχε για πολλά χρόνια το ψιλικατζίδικο Χαρά, αγαπημένο μαγαζί μαθητών και μαθητριών.
Το 3ο Γυμνάσιο Αρρένων, μετά από αρκετές μετακομίσεις και πριν την οριστική του εγκατάσταση το 1950 στους Αμπελοκήπους (Π. Κυριακού και Ελ. Βενιζέλου), είχε στεγαστεί σ’ ένα παλαιό οίκημα της οδού Πατριάρχου Ιωακείμ (εκεί που σήμερα βρίσκεται το εστιατόριο Zurbaran).
To 7o Δημοτικό Σχολείο λειτουργούσε από το 1920 στην οδό Αλωπεκής, μεταξύ των οδών Πλουτάρχου και Μαρασλή. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μεταφέρθηκε στον χώρο του Μαρασλείου. Αργότερα από 7ο έγινε 15ο και το 2015 μετακόμισε σε σχολικό συγκρότημα των Αμπελοκήπων.
Πολλά παιδιά των αστικών οικογενειών πήγαιναν στο Ελληνικόν Εκπαιδευτήριον Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου – Δ.Β. Ελευθεριάδη (έτος ιδρύσεως 1938), επί της Βασ. Σοφίας 23, στο σημείο όπου βρισκότανε πριν η Οικία Συριώτη Εμπειρίκου και έως το 1938 η Σχολή Μακρή.
Άλλο ένα ιδιωτικό σχολείο στην περιοχή του Κολωνακίου ήταν η Ελληνογαλλική Σχολή Μεταξά, η οποία ανήκε στον πατέρα της γνωστής Θείας Λένας (Λένα Μεταξά-Κροντηρά) και είχε στεγαστεί το 1910 στο Μέγαρο Ειρήνης Στουρνάρη – Μέρλιν (Βασ. Σοφίας 11). Το κτίριο κατεδαφίστηκε το 1962 και σήμερα εκεί βρίσκεται το Μέγαρο Αρβανίτη.
Στο Κολωνάκι βρίσκονται το Καναδικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (Γενναδίου 20) καθώς επίσης δύο σημαντικές ξένες σχολές που στεγάζονται σε κτίρια που οικοδομήθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα: η Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή και η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών – η προσφορά τους στις αρχαιολογικές μελέτες, έρευνες και ανασκαφές στην Αθήνα αλλά και σε διάφορα μέρη της Ελλάδος είναι τεράστια. Και οι δύο διαθέτουν αξιολογότατες βιβλιοθήκες και συγκεκριμένα στην Αμερικάνικη Σχολή Κλασικών Σπουδών αποφάσισε το 1922 ο Ι. Γεννάδιος να δωρίσει την τεράστια βιβλιοθήκη του με μόνο όρο αυτή να στεγαστεί χωριστά. Το κτίριο της Γενναδίου Βιβλιοθήκης (Σουηδίας 61), μίας από τις σημαντικότερες της χώρας, αποτελεί δείγμα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής και σχεδιάστηκε από τους Aμερικανούς αρχιτέκτονες Tζoν Βαν Πελτ και Στιούαρτ Τόμσον. Εγκαινιάστηκε στις 23 Απριλίου του 1926 από τον Ι. Γεννάδιο και τη σύζυγό του.
Tο Βρετανικό Συμβούλιο (πλ. Φιλικής Εταιρείας 17) προσφέρει με την παρουσία αλλά και τις δραστηριότητές του έναν σημαντικό πόλο έλξης για τους γλωσσομαθείς και φιλότεχνους του Κολωνακίου αλλά και ολόκληρης της πόλης.
Οι περίφημες Σχολές Δοξιάδη, καθώς και το αρχιτεκτονικό γραφείο Κωνσταντίνου Δοξιάδη (1913-1975), στεγάστηκαν στο εμβληματικό μεταπολεμικό κτίριο που οικοδομήθηκε το 1958 από τον πρωτοπόρο αρχιτέκτονα, στην οδό Στρατιωτικού Συνδέσμου 24. Στο αίθριο που δημιουργούσαν οι τέσσερεις πτέρυγες υπήρχε ένα εντυπωσιακό ψηφιδωτό του Γιάννη Τσαρούχη. Το έργο αυτό βρίσκεται τώρα στο Μουσείο Μπενάκη. Το κτίριο, το οποίο αποτέλεσε για χρόνια «σύμβολο» του Κολωνακίου, πέρασε διάφορες περιπέτειες μέχρι να μπει σε μία νέα εποχή, να μετονομαστεί σε Οne Athens και οι χώροι του να μετατραπούν σε 26 πολυτελείς κατοικίες.
Στην οδό Καψάλη 4, βρίσκεται το Θεολογίτειον, το οποίο συνδέεται με ένα ερωτικό σκάνδαλο της εποχής! Το κτίριο οικοδομήθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα για κατοικία του Αθηναίου πλούσιου εμπόρου Δημητρίου Θεολογίτη, ο οποίος όμως δεν πρόλαβε να την πολυχαρεί. Φημολογείται ότι μια μέρα, γυρνώντας στο σπίτι του νωρίτερα από τη συνηθισμένη ώρα, έπιασε τη γυναίκα του αγκαλιά με τον στρατηγό Κονδύλη. Μετά από αυτό έφυγε από το σπίτι και αργότερα το πρόσφερε στην Επιτροπή των Ολυμπιακών Αγώνων. Στα χρόνια της γερμανο-ιταλικής κατοχής, το κτίριο επιτάχτηκε από τους Ιταλούς ενώ στα τέλη της δεκαετίας του 1940 στους χώρους του στεγάστηκε η Περιηγητική Λέσχη.
Όπως σε κάθε συνοικία, έτσι και στο Κολωνάκι, η εκκλησία είναι σε κεντρικό σημείο. Ο εντυπωσιακός νεομπαρόκ ρυθμού ιερός ναός του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, πολιούχου της Αθήνας, δεσπόζει στη Σκουφά, μεταξύ των οδών Λυκαβηττού και Δημοκρίτου. Ο ναός θεμελιώθηκε το 1923 και κτίστηκε στη θέση μίας εκκλησούλας του 1886 που βρισκότανε σε εκείνο το σημείο, σε σχέδια του αρχιτέκτονα και βυζαντινολόγου Αναστάσιου Ορλάνδου και η αγιογράφηση έγινε από τον ζωγράφο Σπύρο Βασιλείου.
Στο ένα πλάι της εκκλησίας βρίσκεται το καφέ Φίλιον, πρώην Dolce για τους παλιούς, το οποίο άνοιξε τη δεκαετία του 1960 σαν συνοικιακό καφενείο και γρήγορα έγινε αγαπημένο στέκι των διανοούμενων της αστικής τάξης. «Πήγαινα εκεί από το 1960, όταν ήμουν είκοσι χρονών. Ήμουν σ’ έναν χώρο που πραγματικά με ενέπνεε και ένας τέτοιος χώρος δουλεύει υπόγεια μέσα. Άλλωστε εκεί νιώθω σαν το σπίτι μου», εξομολογείται στον Μάκη Προβατά η ποιήτρια Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ, σε μία συνέντευξη, λίγους μόλις μήνες πριν πεθάνει.
Στο άλλο πλάι της εκκλησίας, η οδός Δημοκρίτου, ένας δρόμος που ξεκινά από την οδό Ακαδημίας και καταλήγει στην οδό Στρατιωτικού Συνδέσμου. Ενώ θεωρείται πολύ ήσυχος και χωρίς ιδιαίτερη κίνηση, διέθετε από νωρίς γνωστά στέκια για διασκέδαση και ψυχαγωγία αλλά και διαχρονικά σημεία πολιτιστικού και γαστρονομικού ενδιαφέροντος.
Η γνωστή τραγουδίστρια με την ιδιότυπη φωνή Μαίρη Λω (το πραγματικό της όνομα είναι Μαρία Μαντωνανάκη) τραγουδούσε τα βράδια στο κέντρο Eρμιτάζ, στην οδό Δημοκρίτου 4, και την συνόδευε στο πιάνο ο Ρώσος σύζυγός της, ο μουσικοσυνθέτης Νίκι Γιάκοβλεφ, ιδιοκτήτης του γνωστού καφέ-ζαχαροπλαστείου Πέτρογραδ στη Σταδίου 29.
Στον αριθμό 6 βρίσκεται από τον Μάρτιο του 1963 το ζαχαροπλαστείο Desire, το οποίο έγινε γνωστό για τη σπεσιαλιτέ του, τη διάσημη Saint Honore. Μπαίνοντας κάποιος εκεί αισθάνεται ότι τρυπώνει σ’ έναν κλασάτο χώρο με άρωμα μιας άλλης εποχής, με τις σταθερά υπέροχες γεύσεις να φέρνουν γλυκές αναμνήσεις.
Στην οδό Δημοκρίτου 12 άνοιξε το 1993 το Kiku, το πρώτο ιαπωνικό εστιατόριο της Αθήνας το οποίο έφερε το σούσι στη ζωή μας, και ακολούθησε το Freud Oriental στην Ξενοκράτους.
Σε κτίριο του αριθμού 14 στεγάζεται από το 1932 το Λύκειο των Ελληνίδων το οποίο ίδρυσε στις 19 Φεβρουαρίου του 1911 η Καλλιρόη Παρρέν (1859-1940), πρωτοπόρος του γυναικείου κινήματος και εκδότρια από το 1887 της γυναικείας εφημερίδας «Η εφημερίδα των Κυριών».
Στον αριθμό 7 βρίσκεται από το 1988 το Μουσείο της Ελληνικής Ενδυμασίας, το οποίο φιλοξενεί τη συλλογή του Λυκείου των Ελληνίδων με 2.000 παραδοσιακές φορεσιές απ’ όλη την Ελλάδα.
Στο Κολωνάκι υπάρχουν επίσης μερικά από τα πιο σημαντικά μουσεία της χώρας όπως το Μουσείο Μπενάκη, ο παλαιότερος ιδιωτικός μουσειακός οργανισμός στην Ελλάδα, και Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, στο Μέγαρο Σταθάτου. Στο Μουσείο Μπενάκη περιήλθε μετά από δωρεά του καλλιτέχνη Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα το ιδιόκτητο κτίριο του 1932, σε σχέδια του Κ. Κιτσίκη της οδού Κριεζώτου 3, για να στεγαστεί η Πινακοθήκη Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα.
Πριν μερικά χρόνια, σ’ ένα πανέμορφο κτίριο της οδού Πινδάρου 6, πρώην κατοικία της βασίλισσας Ασπασίας Μάνου, συζύγου του Αλεξάνδρου Α΄, άνοιξε το πολύ ενδιαφέρον Μουσείο Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας, Κώστας Κοτσανάς.
Στην πρώην οικία Θ. Ρέντη, εκλεκτικιστικό κτίριο του 1920 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Β. Τσαγρή, στεγάζεται το Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β & Μ. Θεοχαράκη το οποίο εκτός από πολιτιστικές εκδηλώσεις φιλοξενεί αξιόλογες εκθέσεις σημαντικών εκπροσώπων του 20ού και 21ου αιώνα.
Στις αίθουσες του Πολεμικού Μουσείου και μέσα από τις πλούσιες συλλογές, τα αρχεία και τα εκθέματα, παρουσιάζεται η πολεμική ιστορία της Ελλάδας από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Η πρώην κατοικία της Sophie de Marbois-Lebrun, μιας ιδιόρρυθμης Γαλλίδας φιλελληνίδας, γνωστής ως Δούκισσα της Πλακεντίας, παραχωρήθηκε μετά τον θάνατό της στο ελληνικό δημόσιο και από το 1930 εγκαταστάθηκε και εξακολουθεί να στεγάζεται εκεί το Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο, με σημαντικά εκθέματα από την πρωτοχριστιανική περίοδο έως τη μεταβυζαντινή εποχή (4ος – 19ος αι.).
Το Κολωνάκι υπήρξε τόπος προτίμησης για την εγκατάσταση ξένων πρεσβειών αρκετές εκ των οποίων φιλοξενούνται σε μερικά από τα εμβληματικά, υπέροχα νεοκλασικά που γλίτωσαν τη δαγκάνα της μπουλντόζας, όπως η Αιγυπτιακή Πρεσβεία (πρώην οικία Νικολάου Ψύχα), η Γαλλική Πρεσβεία (Μέγαρο Μέρλιν ή Douai) και η Ιταλική Πρεσβεία (πρώην οικία Στέφανου Ψύχα). Η Βρετανική Πρεσβεία στεγάστηκε, μέχρι να μεταφερθεί σε σύγχρονο κτίριο της οδού Πλουτάρχου 1, στο υπέροχο, ιστορικό κτίριο στη Λουκιανού 1, πρώην οικία Ελευθερίου Βενιζέλου, το οποίο οικοδομήθηκε το 1928 σε σχέδια του Αντώνη Μεταξά. Σήμερα στο κτίριο αυτό με τους καταπληκτικούς χώρους, την εκλεπτυσμένη επίπλωση, τα σπάνια έργα τέχνης και τον εξωτικό κήπο, κατοικεί ο εκάστοτε πρέσβης.
Η πρεσβεία της Βραζιλίας πριν μεταφερθεί στη σημερινή της θέση, στον 2ο όροφο κτιρίου επί της οδού Βασ. Σοφίας 23, στεγαζόταν στην εμβληματική έπαυλη Ηλία Ηλιάσκου (πλ. Λυκαβηττού 2), μία από τις μεγαλύτερες μεγαλοαστικές κατοικίες του κέντρου την οποία κάθε άνοιξη στολίζει μια υπέροχη μενεξελιά γλυσίνα.
Ο κατάλογος των πρεσβειών που έχουν την έδρα τους στο Κολωνάκι είναι μακρύς και λέγεται ότι στην ύπαρξη των τόσων πρεσβειών οφείλει το όνομά του ο μοναδικός χειμερινός κινηματογράφος της συνοικίας, το Embassy, που άνοιξε το 1962, στην οδό Πατριάρχου Ιωακείμ και έκλεισε το 2021.
Το Κολωνάκι, λόγω της προνομιούχου θέσης του και γειτνίασης με το Κοινοβούλιο, υπήρξε προσφιλής τόπος κατοικίας πολιτικών, αλλά και… μερικών εστεμμένων.
Στη συμβολή των οδών Ακαδημίας 22 και Δημοκρίτου ήταν το ανάκτορο του πρίγκιπα Γεωργίου της Ελλάδος και της Δανίας και της συζύγου του, Μαρίας Βοναπάρτη, το οποίο κατεδαφίστηκε το 1962 και στην οδό Πινδάρου 6, σε ένα κτίριο με εμφανείς τις επιρροές της art nouveau, η οικία της βασίλισσας Ασπασίας Μάνου, συζύγου του Αλεξάνδρου Α’.
Εκτός από τους λογοτέχνες, πολιτικούς, επιχειρηματίες και δικηγόρους και πολλοί γιατροί διάλεξαν το Κολωνάκι για τα γραφεία και τα ιδιωτικά τους ιατρεία σε σημείο που, όπως γράφει η συγγραφέας Μαρία Μήτσορα, η οδός Καρνεάδου να θεωρείται ο δρόμος των γιατρών, η σημερινή Harley Street.
Τα δύο μεγάλα νοσοκομεία, Ευαγγελισμός και ΝΙΜΤΣ, που βρίσκονται από το 1881 και 1941, αντίστοιχα στην περιοχή, έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην απόφαση των γιατρών να φτιάξουν εκεί τα ιατρεία τους.
Στο Κολωνάκι λειτουργούσε από το 1955 και για αρκετά χρόνια μια από τις πρώτες και πιο γνωστές ιδιωτικές κλινικές της Αθήνας, η Παναγιά, του ακτινολόγου Χρονόπουλου.
Βρισκόταν στη θέση που είναι σήμερα το ξενοδοχείο Periscope, στην οδό Χάρητος 22. H σύζυγος του κου Χρονόπουλου, κ. Α. Χρονοπούλου το γένος Γιαννακάκη, Καψωράχη-Κοκκίνη, της έδωσε το όνομα Παναγία και με αφορμή αυτό ο ζωγράφος Σπύρος Βασιλείου ζωγράφισε μία εικόνα της Παναγίας, νωπογραφία fresco, μεγάλων διαστάσεων που βρισκότανε στον χώρο υποδοχής των ασθενών.
Μέσα από την αφήγηση της κόρης του ιατρού Β. Χρονόπουλου, της εθνολόγου κας Λίλας ντε Τσάβες, μαθαίνουμε για την επιτυχημένη λειτουργία και μεγάλη προσφορά της κλινικής η οποία, όπως θυμούνται οι παλιοί γείτονες της Χάρητος, έδωσε μια άλλη διάσταση και αξία στη γειτονιά και στον συγκεκριμένο δρόμο: «Η Κλινική Παναγία, εκτός τις μοντέρνες για την εποχή εγκαταστάσεις, τον άρτιο εξοπλισμό και τη θαυμάσια επίπλωση, υπήρξε πρότυπο και από επιστημονικής πλευράς. Συνεργάστηκε με μία πλειάδα κορυφαίων ιατρών της εποχής, όπως τον χειρουργό Κωνσταντίνο Τούντα, μετέπειτα καθηγητή και πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος είχε το γραφείο του και χειρουργούσε κατ’ αποκλειστικότητα στην Παναγιά. Οι δε πρώτες επεμβάσεις αισθητικής στην Ελλάδα, έγιναν εκεί από τον πρώτο πλαστικό χειρουργό, τον Κ. Μωράτη, που είχε χειρουργήσει μεταξύ πολλών και τη μύτη της ηθοποιού Πάρης Λεβέντη. Για τις δε νοσοκόμες της κλινικής νοικιάζαμε τον χώρο που σήμερα βρίσκεται το κοσμηματοπωλείο Φανουράκης (συμβολή Λουκιανού και Πατρ. Ιωακείμ)».
Σε μία τριπλοκατοικία της οδού Χάρητος 8, είχε το γραφείο του ο πολιτικός μηχανικός Χρύσανθος Κιρπότιν, ένας από τους πιο γνωστούς στην Ελλάδα για τις στατικές του μελέτες. «Ο Τσόκλης είχε στεγαστεί για ένα διάστημα στο γραφείο του πατέρα μου και είχε εργαστήριο εκεί», θυμάται η κα Λιούμπα Κιρπότιν, η οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μία ωραία bauhus πολυκατοικία στη Χάριτος 27.
Το Κολωνάκι στις δεκαετίες ’70, ’80, ’90 υπήρξε συνώνυμο της διασκέδασης, με θρυλικά πάρτι και ατελείωτα γλέντια σε διάφορα στέκια να γράφουν ιστορία. Αλλά εποχή έχουν αφήσει και διάφορες περσόνες όπως ο Βόγλης, ένας εκκεντρικός γόνος πλούσιας οικογένειας, ο οποίος έμενε σ’ ένα νεοκλασικό αρχοντικό στη Βασ. Σοφίας 35 και είχε τη συνήθεια να κυκλοφορεί σαν κουρελής και πολλές φορές μοίραζε λίρες στον κόσμο. Η οικογένειά του φρόντισε να τον κλείσει στο Δρομοκαΐτειο προκειμένου να διασώσει την περιουσία.
Η είσοδος της εκρηκτικής Ματούλας πάνω σ’ ένα άλογο, στα εγκαίνια του american-style bistro & steak-house, Stage Coach (Λουκιανού 6) το μετέπειτα αγαπημένο Rock’n’Roll των αδελφών Πιστσιλή, είχε αφήσει άφωνους όχι μόνο τους θαμώνες αλλά και τους περαστικούς και ήταν θέμα συζήτησης για πολλές μέρες, καθώς επίσης και η γνωριμία της με τον Ζαν Πολ Μπελμοντό, ο οποίος τη συνάντησε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας «Οι ληστές» («Le Casse», 1971) και την είχε ερωτευτεί.
Mια άλλη γνωστή μορφή του Κολωνακίου ήταν ο αεικίνητος σερβιτόρος Μπάμπης, η «ατραξιόν» του καφενείου Βυζάντιο, το οποίο βρισκότανε στη θέση που καταλαμβάνει σήμερα το κατάστημα της Nespresso. Ο Μπάμπης είχε δώσει πρωτότυπες ονομασίες στα γλυκά του καφενείου, ανάλογα με το ποιος τα παράγγελνε, και δεν δίσταζε να κάνει χιούμορ ακόμη και με τον Γ. Παπανδρέου για τον… «ανέκδοτο», όπως έλεγε, αγώνα του. Το Βυζάντιο γνώρισε μέρες μεγάλης δόξας ιδιαίτερα τις δεκαετίες του 1950 και 1960, όταν άρχιζαν να παρακμάζουν καφενεία-φιλολογικά στέκια κοντά στην Ομόνοια και ο κόσμος άρχισε ν’ ανεβαίνει προς τα πάνω. Στέκι καθηγητών, καλλιτεχνών, δημοσιογράφων, πολιτικών συνδέεται με την πολιτισμική και κοινωνική ζωή της Αθήνας. Εκτός των Χατζηδάκι, Γκάτσο, Ακριθάκη, Εμπειρίκο κ.ά., τακτικότατος θαμώνας, ο συγγραφέας Γιάννης Μαρής, το τραπέζι του οποίου ήταν το επίκεντρο των πελατών και το Βυζάντιο αναφέρεται αρκετά συχνά στα μυθιστορήματά του.
Άλλο ιστορικό καφενείο της περιοχής ήταν ο Μπόκολας με τους λαχταριστούς λουκουμάδες – παππούς του γνωστού σκηνοθέτη Σωτήρη Γκορίτσα. Αρχικά βρισκότανε στην οδό Κανάρη 24. «Είχε κάτι μικρά μαρμάρινα τραπέζια» θυμάται η κα Ανδρεάδη, «όλα τα παιδιά τον λατρεύαμε, ήταν το αγαπημένο μας μέρος και μετά το σινεμά πηγαίναμε εκεί για να φάμε λουκουμάδες». Και το σινεμά που αναφέρει δεν ήταν ένα από τα γνωστά, όπως το Embassy, ή οι θερινοί Δεξαμενή και Αθηναία, αλλά το υπαίθριο σινεμά Κολωνάκι, ή σινέ Κολό όπως το έλεγαν για να γελάνε οι νεαροί, στη γωνία Καρνεάδου και Ηροδότου.
Αργότερα και μέχρι το κλείσιμό του, ο Μπόκολας λειτούργησε στην οδό Τσακάλωφ 1 (στη θέση που είναι σήμερα το Cafe da Capo του Στάθη και της Όλγας Χριστοδουλοπούλου και πριν το παπουτσάδικο Πανταζής), αλλά εξακολουθούσε να είναι το αγαπημένο στέκι πολλών. «Αν οι βαθμοί του ελέγχου μας ήταν καλοί, πηγαίναμε με τη μητέρα μας στον Μπόκολα για να μας κεράσει λουκουμάδες» θυμάται η κα Λιούμπα Κιρπότιν.
Σε καφενείο της Τσακάλωφ, πήρε το 1963 σάρκα και οστά η ιδέα του Νάνου Βαλαωρίτη για την έκδοση ενός λογοτεχνικού περιοδικού. Μαζί με τους Δημήτρη Πουλικάκο, Πητ Κουτρουμπούση, Εύα Μυλωνά και μερικούς άλλους, σχεδίασαν τα πρώτα βήματα του Πάλι, το οποίο όταν κυκλοφόρησε θεωρήθηκε πρωτοποριακό για την εποχή του.
Στα Νούφαρα (πλ. Κολωνακίου και Κανάρη 26) έδιναν τα ραντεβού τους οι κοσμικοί της εποχής των δεκαετιών 1970-1980, αλλά και οι ήρωες μυθιστορημάτων, όπως διαβάζουμε στην «Ανεξαρτησία» του Χρίστου Παπαδημητρίου.
To πιο κλασάτο απ’ όλα, το Ελληνικό, βρισκότανε αρχικά (1946) στο ισόγειο ενός διώροφου κτίσματος, απέναντι από τον μπιντέ, στη θέση που σήμερα είναι το Απολλώνιο. Στον πάνω όροφο έμενε η υψίφωνος Α. Τριάντη.
Αργότερα, μεταφέρθηκε στην πλατεία, στη θέση που βρίσκεται σήμερα το κατάστημα της iStrom (πλ. Φιλικής Εταιρείας 19). Υπήρξε αγαπημένο στέκι επώνυμων και… ανώνυμων, με τραπεζάκια και στο απέναντι πεζοδρόμιο. Εκεί, οι Αθηναίοι γεύονταν μεταξύ άλλων το νοστιμότατο κοτόπουλο μιλανέζε, αλλά και εκεί μπήκε για πρώτη φορά στις αστικές τους συνήθειες το ice-cream soda, σερβιρισμένο από τα γκαρσόνια που πάντα φορούσαν παπιγιόν.
However, even when it began to acquire the most aristocratic character, Kolonaki simultaneously attracted unconventional people, as well as well-known personalities from the fields of letters and arts.
The Beatniks of Kolonaki, a group of bohemian, unconventional youths of the 60s, with a restless and unruly spirit (Poulikakos, Koutroubousis, Akrithakis, Makris, etc.), had their "headquarters" in Byzantium cafe. "Flowers", "butter kids", "snobs" were often called in the 80s those who lived in Kolonaki or frequented the in parts of the area, usually dressed in designer clothes and the corresponding... style.
The legendary Gavriella Usakova (1916-1991), the most famous prostitute in Athens, not only for her good looks or her... answering machine, but also for her education and her great philanthropic and resistance work, during the years of the Occupation, began the her "career" in a basement at 5 Zalokosta Street.
In a corresponding semi-basement at 14 Alopekis Street, the "spicy" scene described to Makis Provatas by Sotiris Goritsas takes place, when he and his friend venture at the age of 13 to visit "home" for the first time, after they had managed to trouble to collect the required 70 drachmas and procure, with great embarrassment from the kiosk, the corresponding condoms.
Kolonaki is a living district and, like any living organism, it changes, transforms, evolves. This development does not always have a positive sign and, as many of the old residents and visitors claim, the Kolonaki of today has nothing to do with that of the past.
Commercial shops, luxury boutiques (Armandos Moustaki, Aslanis, Villy Bo, Carouzos, Chez Florette, Danos, Escada, Galia, Gavalas, Jade, Mal Jones, Monblumhen, Renata, Ricci, Salon Sklia, Sarella, Serendipit, Shoe, Sofos, Kiara , Lychnari, Riza, 1001 plastics etc.), bookstores (Potamos, Rhombos, Selana, Libro), record stores (Blow up, Pop Eleven), some of which used to create queues in their time, have closed, but they have not replaced by something similar.
Restaurants, patisseries, cafes, bars and taverns, landmarks of a certain era (Bengera, Vladimiros, Gastra, Gerofinoikas, Doctor of Hunger, Democritus, Twelve Apostles, Karolou Dill, Kiupia, Corfu, Chicken Valsamakis, Manteio, Mitsos (or toast time), Nufara, Papaspyrou, Prytaneio, Pomegranate, Rouga, the Opposite, 4 Seasons, Actuelle, Da Walter and Al Convento, Al Milanese, Aleko's Bar, Alexander, Altamira, Bara, Bajazzo, Berlin, Casa di Pasta, Central, Ciao, Ciro's Pommodoro , Dirty Pizza, Entre Nous, Fayum, Frame, Food Company, Godiva, Jackson Hall, Irene's, Lalu, Laudrette, Maritsa's, Picollo, Pit, Pizza Portofino, Prunier, Sale & Pepe, Square, Snob, Stage Coach, The Place, Wild Rose, 18, Louky and some even much older ones such as Doukoume restaurant, Hellas coffee shop, Piraeus' children, Noikokyrakis tavern, Sofiou's hangout etc.), discotheques and Greek restaurants (14, Bora Bora, Deppy's Mayar, Figaro , Make-up, La Notte, Papagayo, Paramount, Romeo, Sea Satin, 9X9 or Enniaria etc.) closed their circle and entered the time wardrobe of the memories of those who lived them, and remember them.
Stable, timeless values remain the restaurants Abreuvoir, Kafenio, The Beautiful, Ratka, Filippou, 17, Filion cafe, the bars 56, Jazz n' Jazz, the Misegiannis coffee roaster, the Desir, Elliniko confectioneries, as well as Stelios Parliaros which from in 1982 he sweetens us with his Sweet Alchemies. Some of them have already reached it, others are getting close and others have already gone through many decades of successful presence.
Filippou's restaurant, one of the oldest restaurants in Athens. It was opened in 1923 by Kostas Filippou, at Xenokratous Street 19. The excellent quality of the authentic Greek cuisine with "mamadistika foods" still gathers politicians, businessmen, artists, famous and non-famous people every day. A few months ago, the grandson and owner of the restaurant died at the age of 56.
"Moralis used to eat and receive his friends here, he used it as his second home, it was his 'dining room', as he typically said...", recalls the gallerist Mrs. Peggy Zoumboulakis in conversation with Makis Provatas.
The Beautiful was a coffee shop opened in 1936 by an Epirotian from Konitsa, at the eastern end of Xenokratous Street, where the French restaurant with excellent cuisine Abreuvoir has been since 1965.
The square in front of the cafe was full of trees and flowers and offered a wonderful view of the sea. Mothers with their children gathered there, as well as people from every socio-economic class. Before the war, the owner had created a football team office. This space, during the war, was used as a gathering place for resistance fighters, until 1943, when the Germans arrested the owner.
In 1964 The Beautiful was moved to its current location, at 50 Xenokratous Street, and is one of the neighborhood's favorite haunts, with a steady and loyal clientele.
"Customers that my father remembers from childhood now come here with their children and we have a personal relationship with most of them," says the owner's son, Apostolis, who continues the restaurant's tradition with the same respect. "The success of the restaurant is based on something that is missing, simplicity and very good quality."
The Cafe has been housed since 1987 on the ground floor of a 400-year-old building, which is decorated with a wonderful bougainvillea. Its homely but classy interior, with its expensive wood panelling, marble tables with white tablecloths and walls full of photographs and tributes from famous Greek and foreign customers, harkens back to another era, but without anything being considered old-fashioned. The purely Greek cuisine with its consistent excellent quality has won the trust of customers for years now.
Since 1914, the residents of Kolonaki have been getting their coffee from Misegiannis' coffee roaster at 3 Skoufa Street. A few years later, G. Misegiannis taught the Athenians to drink French and American coffee, while also supplying the largest hotels and cafes in Athens. In 1929 the family business was moved to Patras. Joachim and since February 1972 continues his successful course with his elite clientele at 7 Leventi Street.
Kolonaki has also been an inspiration for writers such as D. Psathas and the famous fantasy novel "Madame Sousou" and "Crime in Kolonaki" by Yannis Mari, one of the first and unsurpassed Greek detective novels. Through its plot, the entire neighborhood is outlined, as well as the ordinary people of the time.
And "Crime in Kolonaki" may have been a crime novel made into a movie, but there were times when the neighborhood's streets were stained with blood. The murders since November 17 of the publisher Nikos Momferatos (1985), the businessman Dimitris Angelopoulos (1986), the MP Pavlos Bakoyannis (1989), the Governor of the National Bank of Greece M. Vranopoulos (1994), had shocked the otherwise safe neighborhood .
Similarly, the trial for the innocence or conviction of A. Nasioudzik, who was accused of murdering A. Diamantopoulos, occupied the judiciary and the secular circles of Athens for years.
The eponymous song of the film "Laos ki Kolonaki" became a great success of M. Chiotis and Mary Linda, and in the lyrics of "Kolonaki Tzitzifies" by Markos Vamvakaris, although the difference between the classes is emphasized, the desire for the... magic remains common poverty. de Vangelis, "A dog in Kolonaki", by Phoebus Delivorias, humorously sketches the modern neighborhood and the beautiful song "An evening in Luki" performed by Panos Katsimihas is dedicated to a girl whom his brother met and loved, Haris, at Haritos' well-known hangout, Louki.
You cannot imagine Kolonaki without the galleries. From the beginning of the 60s, galleries make their appearance introducing contemporary art into the life of the Athenians. At Zoumboulakis Gallery, Trito Mati, Desmos, Ekfrasis, Nees Morfes, Kreonidis Gallery, 7, Athens Art Gallery, Art Space, 24 young artists are taking their first steps, but also established ones are challenging with their exhibitions big crowd.
Some of them have closed, others continue and new ones have opened (Gallery Genesis – Xaritos 35, Gallery Citronne – Patr. Ioakeim 19, Gallery Skoufa – Skoufa 4, Evripides art Gallery – Hraklitou 10, Alma Gallery – Ypsilantou 24 etc. .), placing Kolonaki in a prominent position on the visual map of the city and the preferences of the art-loving public. Similarly, small antique shops in Solonos and Demokritou, as well as shops with a long history in the field of antiques (eg Gryparis, Kougianos, Martinos, Rodios) offer a magical world to collectors.
Much can still be written about this special district which for many years has been synonymous with metropolitan Athens. Now things have changed. The street is full of diverse people and you don't often meet the old, well-bred, aristocratic ladies, a trademark of the area, but also of another era. Now, "we are all the same in this world, people and Kolonaki" that the song says, is more relevant than ever.
But, despite the social decline, the economic crisis that hit this small, special town within the city of Athens, the change in culture and way of entertainment, the glamor that accompanies the name Kolonaki and all that it implies will never fade!
BIBLIOGRAPHY
- Yochalas Thanassis, Kafetzakis Tonia, ATHENS. Tracing the city guided by history and literature, "ESTIAS" BOOKSTORE Publications, Athens, 2013.
- Dritsa Margarita, LYKABITTOS AND DEXAMENI. Human Flows. Fereniki Publications, Athens, 2004.
- Kairofillas Giannis, TOPONAMES OF ATHENS, PIRAEUS AND THE SURROUNDINGS, Philippotis Publications, Athens, 1995
- Kairofillas Yiannis, Walking the streets of Athens, Philippotis Publications, Athens, 2008
- Kairofillas Yiannis, MEMORIES OF AN ATHENIUS, Kastaniotis Publications, Athens, 2014
- Maris Yannis, Crime in Kolonaki, ATLANTIS Publishing, Athens, 2011.
- Giorgos Misegiannis, MISEGIANNI CAFE 1914-2014. 100 YEARS OF HISTORY, Athens, 2014.
- Ushakova Gabriella. MY LIFE. "I became a prostitute because I was born that way...". Kaktos Publications, Athens, 1981
- Papakostas Yiannis, LITERARY SALONS AND CAFES OF ATHENS, Publications "ESTIAS" BOOKSTORE, Athens, 1988.
- Kostas Papaspilios, THE BEAUTIFUL OF ATHENS, IRIS Publications - A.S. PHILIPPOTIS, Athens, 2008.
- Pappas A. Anastasiou, KOLONAKI-LYKAVITTOS. A short historical walk into the past. Publications of the Society of Athens, Athens, 1991.
- Makis Provatas, 21 WONDERFUL GREEK WOMEN speak about ATHENS, Athens Voice Books, Athens, 2019.
- Skouzes Dimitrios, ATHENA WHO GONE. Lost beauties, Athens, 1964.
- Skoubourdi Artemis, CAFE OF OLD ATHENS, Publications SPIRITUAL CENTER OF THE MUNICIPALITY OF ATHENS, Athens, 2001.
- Zachos Hatzifotiou, "KOLONAKI BEFORE THE "ALOSI", Lousi Brazioti Publications, Athens, 2003
ELECTRONIC SOURCES
- wikipedia – Kolonaki
- The game of the Turkish agadas and Agios Dimitrios the Tzirites
- Miss Futa
- Mantzavelaki apartment building
- Experimental school
- Facebook – Kolonaki
- School of I.M. Panagiotopoulos
- Gennadeios Library
- Time Machine
- Facebook – Athens through time
- The palace of Prince George in Athens
- Facebook – Kolonaki, Photos of the past
- Archeology of the city of Athens
Personal interviews from:
- Mrs. E. Andreadis, art critic
- Ms Lila tse Chaves-Chronopoulou, President of H&M, Heritage & Museums, World Cultural Heritage and Museums.
- Ms Lyuba Kirpotin
- Mr. Apostolos Gerodimos, owner of the "To Omorfo" restaurant.
- Mr. G. Misegianni, owner of the "G. Miegiannis".
- Transcript of interviews of Ms. Despina Fouta from memoro.org
*Cover photo: Busts of Philikis in Filiki Etairia square.
Source: athensvoice