«Πιστεύω ότι η συρρίκνωση των φιλοδοξιών μπορεί να είναι ένα τοπικό σύμπτωμα ενός πολύ μεγαλύτερου προβλήματος στην παγκόσμια πολιτική, ιδιαίτερα στη Δύση, το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί παράλληλα με τις άμεσες πιέσεις των εκτοξευόμενων λογαριασμών ενέργειας και του κόστους ζωής. Η βαρύτητα της σημερινής μας «πολυκρίσης», που καλύπτει τον πόλεμο, το κλίμα και την υγεία καθώς και τα οικονομικά, κρύβει μια λιγότερο προφανή και ορατή κρίση – της συλλογικής μας φαντασίας».
Αυτό γράφει ο Geoff Mulgan, Καθηγητής Συλλογικής Νοημοσύνης, Δημόσιας Πολιτικής και Κοινωνικής Καινοτομίας στο UCL σε άρθρο του στο The Conversation υποστηρίζοντας εν περιλήψει ότι οι βαθιές κρίσεις απαιτούν ηγέτες που είναι ευφάνταστοι και ευκίνητοι και όχι μόνο ικανοί. Σχολιάζει την διευρυμένη καταστροφολογία που συναντάμε σε πολλαπλά επίπεδα, την ευκολία μας να φανταζόμαστε δυστοπίες παρά ουτοπίες.
Ζούμε, ισχυρίζεται, σε ένα αιώνιο παρόν και ότι τα social media αφαιρούν το βάθος τόσο των ιστορικών προοπτικών όσο και των πιθανών οδών προς το μέλλον υπέρ ενός πυρετώδους παρόντος, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός κενού στη θέση του οποίου θα έπρεπε να υπάρχει η φαντασία, απαραίτητη για να μην έχουμε έλλειμα επιλογών ειδικά σε περιόδους εντεινόμενων κρίσεων.
Κατά την άποψη του, αυτό ακριβώς είναι το στοιχείο που τροφοδοτεί την απαισιοδοξία μεγάλης πλειονότητας ανθρώπων σε πολλές χώρες, οι οποίοι τώρα περιμένουν ότι η ζωή για τα παιδιά τους θα είναι χειρότερη από ό,τι ήταν για αυτά, γεγονός που δημιουργεί μεταξύ των λοιπών, κατά βάση υλικών, κρίσεων της σύγχρονης εποχής μία ακόμη· την ψυχολογική κρίση.
Και κατά τη δική μου.
«Αυτή η συρρικνωμένη άποψη για το μέλλον κάνει την εποχή μας διαφορετική από τις προηγούμενες εποχές, είτε της δεκαετίας του 1960 είτε της δεκαετίας του 1940, είτε μεγάλο μέρος του 19ου αιώνα, όταν πολλοί είχαν μια ισχυρή αίσθηση του πώς οι κοινωνίες τους θα μπορούσαν να γίνουν καλύτερες, τροφοδοτούμενη από τα πάντα, από την ουτοπική λογοτεχνία μέχρι τα κοινωνικά κινήματα».
Ο Mulgan επικαλείται στο άρθρο του μια πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα -την οποία πρώτη φορά άκουσα και ομολογώ ότι εντυπωσιάστηκα-, η οποία διερευνά τα μοτίβα του συναισθήματος σε όλα τα βιβλία που εκδόθηκαν στα αγγλικά, γερμανικά και ισπανικά τα τελευταία 150 χρόνια (όπως συγκεντρώθηκαν στο Google) και εντοπίζει συμπτώματα συλλογικής κατάθλιψης τις τελευταίες δεκαετίες σε κλίμακα μεγαλύτερη από ό,τι κατά τη διάρκεια των παγκοσμίων πολέμων. Συγκεκριμένα, οι συγγραφείς εντοπίζουν μια έξαρση «γνωστικών στρεβλώσεων» από το 2000 περίπου, και ότι «οι μεγάλοι πληθυσμοί στρεσάρονται όλο και περισσότερο από διάχυτες πολιτισμικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές» που συνδέονται με «την αυξανόμενη επικράτηση της κατάθλιψης και του άγχους τις τελευταίες δεκαετίες “. Η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι «καταστροφικοί» τρόποι σκέψης έχουν αυξηθεί απότομα, καθώς οι ουτοπίες έχουν εκτοπιστεί από δυστοπίες στο συλλογικό μας μυαλό.
Αν παρατηρήσουμε λίγο γύρω μας, θα δούμε ότι η πολιτική και οι πολιτικοί στρέφονται όλο και περισσότερο σε νοσταλγικά οράματα. Σε οράματα αναβίωσης των ένδοξων ημερών του παρελθόντος. Και σε αυτό το σημείο βρίσκει χώρο να διεισδύσει ο συντηρητισμός, ο λαϊκισμός και το σαράκι της εθνικής εξαιρετικότητας.
Ο Πούτιν ονειρεύεται τη μεγάλη Ρωσική Αυτοκρατορία, τσαρική ή σταλινική δεν μας πολυενδιαφέρει επί του παρόντος. Ο Ερντογάν τη δική του Οθωμανική ή κεμαλική. Ο Τραμπ υπόσχεται να κάνει ξανά την Αμερική μεγάλη. Η Μελόνι την παραδοσιακή και εθνική Ιταλία. Ο Μπολσονάρο επικαλούμενος τη νοσταλγία στην στρατιωτική διακυβέρνηση, έφτασε σχεδόν να επανεκλεγεί. Ο Σι Τζινπίνγκ, ο πιο δυνατός ίσως παίχτης του πολιτικού και οικονομικού άμεσου έστω μέλλοντος, επικεντρώνεται στην κινεζική ιστορία και τα μαθήματα της. Στην Ελλάδα τα πράγματα είναι ακόμη πιο ανέμπνευστα· δεν έχουμε αντίστοιχη, ξεκάθαρη έστω, συμπτωματολογία πολιτικών ανδρών ή γυναικών, αλλά πολιτικών που αναπολούν τις χρυσές μέρες του ΠΑΣΟΚ. Θα μπορούσε να το δεις κανείς και θετικά, ωιμέ, αυτό το τελευταίο· μας προστατεύει από εθνικιστιστικές εξάρσεις και σχετικές ονειρώξεις…
Ζούμε λοιπόν σε μια εποχή «συρρίκνωσης» του μέλλοντος; Όπου δεν υπάρχουν οράματα για το μέλλον; Όπου δεν υπάρχουν ιδέες;
Κατά τον Mulgan, δεν είναι ότι υπάρχει ακριβώς έλλειψη ιδεών. Υπάρχουν ιδέες οι οποίες είναι όμως συχνά μισοδιαμορφωμένες, δεν είναι ακόμη έτοιμες να εφαρμοστούν σε οποιαδήποτε κλίμακα. Κάτι σαν «το πρόβλημα του δέκατου κεφαλαίου» λέει όπου τα πρώτα εννέα κεφάλαια ενός βιβλίου προσφέρουν αναλύσεις και διαγνώσεις σχετικά με το τι δεν πάει καλά με την κοινωνία και την οικονομία και μόλις στο δέκατο δίνονται συνοπτικές και μετριοπαθείς απαντήσεις και λύσεις.
Που είναι η φαντασία, η τόλμη να φτάσεις λοιπόν σε ένα «δια ταύτα» και να προχωρήσεις ακόμη πιο πέρα στην διαμόρφωση ενός οράματος για το μέλλον;
Πόση περισσότερη φαντασία χρειάζονται επειγόντως εν τέλει πολιτική και πολιτικοί;
Προφανώς, πολύ.
Αν τώρα ζεις στην Ελλάδα, που πολιτικά είναι όλα τόσο ανεφάνταστα -αν υπάρχει αυτή η λέξη-, ανέμπνευστα και ανέραστα, μάλλον οι σκέψεις και τα γραπτά σου θα εμφανίζουν συμπτώματα ατομικής και συλλογικής κατάθλιψης, όπως λέει και η έρευνα του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα…
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Archillect