Στην ιρανική ταινία «6μιση μέτρα» του 2019, μια ομάδα αστυνομικών κυνηγά με σφοδρότητα έναν έμπορο ναρκωτικών κι εν μέρει, η τακτική της ομάδας για να τον πιάσει σημαίνει ότι όλοι οι χρήστες πρέπει να πιαστούν και να τιμωρηθούν εξίσου. Στο Ιράν είτε κάποιος είναι χρήστης, είτε είναι έμπορος, η ποινή είναι η ίδια: όλοι θα καταλήξουν ένα χάραμα στην ομαδική κρεμάλα μήκους 6μιση μέτρων. Όμως το όλο ζουμί της ταινίας είναι η ίδια η αυτοκριτική του αρχηγού του τμήματος κατά ναρκωτικών που παραιτείται από την θέση του στο τέλος της ταινίας: αν όταν ξεκίνησε στο τμήμα δίωξης ναρκωτικών τόσο οι έμποροι όσο και η χρήστες ήταν αριθμητικά πολύ λιγότεροι, τότε γιατί όλες αυτές οι καταδίκες σε θάνατο όχι μόνο δεν μείωσαν, αλλά αύξησαν τόσο τους χρήστες όσο και τους εμπόρους; Γιατί δηλαδή το σύστημα δεν δουλεύει;
Κι εδώ όμως, στην Ελλάδα, ειδικά την τελευταία τριετία, η ρητορική πάντα ξεκινάει με το θέτονται τα απλά ερωτήματα, τύπου προς τα που βαδίζει ο κόσμος και η κοινωνία μας. Και κάθε φορά που συμβαίνει ένα αποτρόπαιο έγκλημα, οι φωνές που θέλουν αυστηρότερες ποινές αυξάνονται, εμφανίζονται αυτές που θέλουν τα ισόβια να είναι όντως ισόβια με τον εγκληματία να πεθαίνει μέσα σε μια φυλακή, ξύπνησαν ακόμη κι αυτές που ζητάνε θανατική ποινή για ορισμένους τύπους εγκλημάτων. Όμως στην πραγματικότητα καμία κρεμάλα δεν σταμάτησε αιώνες τώρα το έγκλημα, ξέχωρα του ότι παραβιάζει κατάφορα το δικαίωμα του όποιου εγκληματία, μικρού και μεγάλου, στο μέγιστο και αναφαίρετο δικαίωμα της ζωής, έστω κι αν αυτή είναι πίσω από τα κάγκελα, όπως και καμία αύξηση ποινής δεν αποτέλεσε ποτέ φόβητρο για αυτούς που σκοπό είχαν να εγκληματήσουν.
Εδώ μπαίνει μια πληθώρα ερωτημάτων που πρέπει να απαντηθούν, όπως αν όντως κλέψει για είκοσι ευρώ στα δεκαέξι του, σε μερικά χρόνια θα κλέψει για πολύ περισσότερα και άρα δικαίως πρέπει να είναι η ποινή αυστηρή; Αν οι ποινές αυξηθούν για διάφορους τύπους εγκλημάτων το έγκλημα αυτομάτως θα μειωθεί; Κι αν κάποιος μπει στη φυλακή, από οποιαδήποτε αιτία, το σωφρονιστικό σύστημα λειτουργεί στον βαθμό εκείνο που όταν βγει θα είναι πλέον ένα άτομο που θα είναι χρήσιμο για την κοινωνία; Αν το κράτος λειτουργεί σαν αδιάφθορος και αυστηρός Ιαβέρης απέναντι σε κάθε τύπο εγκλήματος, ποιο θα είναι το αποτέλεσμα;
Μια έρευνα του Think Tank Civitas προ δεκαετίας, έδειξε ότι όσο μεγαλύτερες ήταν οι ποινές φυλάκισης στην Αγγλία και την Ουαλία, με βάση στοιχεία του διαστήματος 1993-2008, τόσο το έγκλημα συρρικνωνόταν. Η έρευνα έδειξε ότι η αύξηση της ποινής έστω και κατά ένα μήνα για εγκλήματα κατά περιουσίας, από 15,4 μήνες σε 16,4, μείωνε τις ληστείες τον επόμενο χρόνο κατά 4.800 από το ετήσιο σύνολο των 962.700 ληστειών. Για απάτη, η αύξηση ποινής από 9.7 σε 10.7 μήνες, μείωνε τα αδικήματα κατά 4.700 στο σύνολο των 242.400 τον χρόνο. Η έρευνα αυτή όμως εστιάζει στο πως ο διαχωρισμός της κοινωνίας σε διεφθαρμένη και μη επηρεάζει την αύξηση ή μείωση του εγκλήματος σε στατιστικά ποσοστά για την συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή και δεν εξετάζει τα ποιοτικά στοιχεία του σωφρονισμού εν γένει.
Τα στοιχεία όμως στις ΗΠΑ δείχνουν το εξής: το 2021, πάνω από 2 εκ. φυλακισμένοι βρίσκονταν στα 4.455 σωφρονιστικά ιδρύματα που είχαν 100% πληρότητα. Υπήρξαν 5 δολοφονίες και 639 ποινές φυλάκισης ανά 100 χιλιάδων κατοίκων, όμως με βάση στοιχεία του 2018, το 68% των αποφυλακισθέντων, συλλαμβάνονταν εκ νέου μέσα σε μια τριετία, 79% εντός εξαετίας, 83% εντός εννέα ετών. Από τους 401 χιλιάδες αποφυλακισθέντες το 2005, ανεξαρτήτως εγκλήματος, υπήρξαν 1.994.000 νέες συλλήψεις μέσα σε ένα διάστημα 9 ετών, με μέσο όρο 5 συλλήψεις τον χρόνο. Κοινώς, οι αποφυλακισθέντες έχουν μεγάλες πιθανότητες να εγκληματήσουν εκ νέου μετά την αποφυλάκιση, φαινόμενο γνωστό ως υποτροπή και τα σωφρονιστικά ιδρύματα λειτουργούν περισσότερο σαν μια θερμοκοιτίδα μεταγενέστερης αύξησης του εγκλήματος.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού όμως, στην Νορβηγία, το σωφρονιστικό σύστημα εστιάζει από το 1970 περισσότερο στην αποκατάσταση, παρά στην τιμωρία. Σκοπός του δεν είναι να βασανίσει εντός εισαγωγικών τον εγκληματία, αλλά να τον μορφώσει και να τον διαμορφώσει σε ένα χρήσιμο στοιχείο για την κοινωνία. Οι έγκλειστοι έχουν δικαίωμα στην εκπαίδευση, λαμβάνονται μέτρα κατά της απεξάρτησης, εργάζονται και παίρνουν μέρος σε προγράμματα, καλλιτεχνικά ή ειδίκευσης. Ακόμη όμως κι εκεί, ο εξανθρωπισμός οποιουδήποτε βίαιου ενστίκτου δεν δουλεύει πάντα ευεργετικά. Οι δολοφονίες το 2020 είχαν αύξηση 9,83% σε σχέση με το 2019. Σε μια χώρα που θεωρείται από τις πιο ασφαλείς, το 2020 υπήρχαν 3.533 έγκλειστοι στα σωφρονιστικά ιδρύματα, σε σχέση με 4.192 το 2016, όμως το ποσοστό υποτροπής είναι 25% για τα πέντε χρόνια μετά την αποφυλάκιση. Οι στατιστικές δείχνουν ότι ακόμη και στην Νορβηγία για κάθε δύο αποφυλακίσεις, θα υπάρξει μια εκ νέου σύλληψη πρώην φυλακισμένου εντός του έτους. Σαφώς το ποσοστό της Νορβηγίας είναι μικρότερο σε σχέση με το 75% υποτροπής που παρατηρείται στην Αγγλία και την Ουαλία, όμως δεν παύει να είναι ένα μεγάλο ποσοστό για μια χώρα μόλις 5 εκατομμυρίων κατοίκων. Κι εδώ θα ήθελα να παραθέσω μια προσωπική εμπειρία.
Όταν έτυχε πριν από μερικά χρόνια να συναντηθώ με έναν Νορβηγό συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων, ο οποίος ήταν πρώην αστυνομικός στο τμήμα ανθρωποκτονιών, τον ρώτησα σε σχέση με ένα ντοκιμαντέρ του Michael Moore, ο οποίος είχε επισκεφθεί μια νορβηγική φυλακή για να επαινέσει το σωφρονιστικό τους σύστημα, αν το σύστημα όντως δουλεύει. Ο συγγραφέας με ρώτησε αν θυμάμαι εκείνον τον έγκλειστο που εργαζόταν στην κουζίνα της φυλακής. Του απάντησα ότι τον θυμόμουν. Μου είπε ότι ήταν εκείνος που τον είχε πιάσει και είχε εμφανιστεί στο δικαστήριο εναντίον του και πως όταν ήταν στην φυλακή, αποφάσισε να γράψει μαζί του ένα βιβλίο για τους λόγους που τον οδήγησαν στο έγκλημα, όμως όταν αποφυλακίστηκε εντός μικρού διαστήματος επανέλαβε το έγκλημα. Συνεπώς, μου είπε, το σύστημα δεν δουλεύει.
Η κάθε καταδίκη εγκληματία δεν κρύβει από πίσω της μόνο μια λογική τιμωρίας και ασφάλειας, κρατώντας τον μακριά από την κοινωνία, αλλά σκοπός της είναι να διασφαλίσει και την αποκατάσταση, δηλαδή την διόρθωση της συμπεριφοράς του παραβατικού ατόμου και την αποτροπή, φροντίζοντας μέσω του σωφρονισμού να μην παραβατήσει στο μέλλον. Η Αγγλία και η Ουαλία είναι πρωτοπόρες στην συλλογή στοιχείων σε σχέση με την υποτροπή, από την δεκαετία του 1970. Όμως οι αριθμοί υποτροπής σε παγκόσμιο επίπεδο δείχνουν κάτι σημαντικό: τα σωφρονιστικά συστήματα αποτυγχάνουν σε μεγάλο βαθμό στον σκοπό της αποτροπής και της αποκατάστασης. Ενδεικτικά, με βάση τα στοιχεία του World Population Review, για τις χρονιές που ερευνήθηκαν, στην Αυστραλία για τα έτη 2014-15 το ποσοστό καταδίκης εκ νέου εντός 2 ετών ήταν 53%, στο Οντάριο του Καναδά για τα ίδια έτη ήταν 35%, για το Κεμπέκ όμως έφτασε το 55% και στην Δανία το 2013, ήταν 51% εντός του έτους.
Έρευνες έχουν δείξει ότι η χρονική επιμήκυνση ποινών δεν φέρνει αποτελέσματα σε αρκετά επίπεδα. Εκτός από τον υπερπληθυσμό των φυλακών (λάβετε υπόψιν ότι στην Ελλάδα υπάρχουν πάνω από 13000 έγκλειστοι σε φυλακές που μπορούν να φιλοξενήσουν 9000), επιβαρύνοντας με τον τρόπο αυτό φορολογικά τους πολίτες, οι εγκληματίες δείχνουν να μην ενδιαφέρονται για το μέλλον λόγω αύξησης της ποινής και επομένως, η αποτροπή λειτουργεί ως ένα βαθμό. Ταυτόχρονα παρατηρείται το φαινόμενο ύπαρξης πολλών νόμων ή νόμων που αλλάζουν μεν χωρίς αποτελεσματικότητα δε.
Για παράδειγμα ο νόμος της Δανίας περί βιασμών. Μέχρι πρόσφατα, ο νόμος ήταν γενικός και δεν όριζε τον βιασμό με βάση την έλλειψη συναίνεσης. Ο νόμος άλλαξε αλλά, αν το 2011 είχαν γίνει 2.606 βιασμοί στην Δανία, το 2021 και μετά την αλλαγή του νόμου, οι βιασμοί είχαν ξεπεράσει τις 8.400.
Αν επομένως η λύση του προβλήματος δεν είναι η αύξηση των ποινών και ο σωφρονισμός, τότε θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι πραγματικά οδηγεί στο έγκλημα και πως πρέπει σαν κοινωνία να το αποτρέψουμε. Τί είναι αυτό που κάνει κάποιον να κλέψει είκοσι ευρώ και γιατί η ποινή του θα πρέπει να είναι βαριά; Ποιος είναι ο χειρότερος τύπος εγκληματία: αυτός που κλέβει, από ανάγκη ίσως, είκοσι ευρώ, ή αυτός ή αυτοί που κλέβουν με νόμιμους μεν ανήθικους δε τρόπους εκατομμύρια σε βάρος των πολλών, επιβαρύνοντας και δυσχεραίνοντας την ποιότητα ζωής τους, μέχρι να φανεί το ύψος της απάτης τους;
Όταν το κράτος δυσλειτουργεί και η κοινωνία είναι προβληματική, το έγκλημα αυξάνεται. Μια αυτορρυθμιζόμενη και πολιτισμένη κοινωνία, δεν έχει ανάγκη μια πληθώρα νόμων για να λειτουργήσει. Η σκέψη ότι η ενίσχυση των αστυνομικών δυνάμεων και η αύξηση των ποινών δίνει μακροπρόθεσμες λύσεις στο θέμα της εγκληματικότητας, στην πράξη πέφτει στο κενό. Για τους ειδικούς, όπως τον ειδικό σε θέματα ποινικού κώδικα στις ΗΠΑ, την χώρα με την μεγαλύτερη υποτροπή καθηγητή Μπράουν και ειδικούς εγκληματολόγους, όπως την Marinella Marmo, οι λύσεις που μπορεί να δώσει η πολιτεία βρίσκονται στην ποιότητα ζωής των πολιτών. Μια πολιτεία που παρέχει σταθερή στέγαση, που βοηθάει στην αύξηση των αποδοχών, που βασίζεται σε υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης για όλους και ενδυναμώνει την εργασία και τις δομές που βοηθούν τους αδύναμους, δημιουργεί μια κοινωνία όπου οι πολίτες δεν έχουν ανάγκη να προστρέξουν στα κατώτερα ένστικτα επιβίωσής τους. Κοινώς, μια πολιτεία που σκύβει πάνω στις πηγές της εγκληματικότητας, παρά στην καταστολή τους, δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για μια κοινωνία που είναι ασφαλής.