Ή αλλιώς τα κεφάλια μέσα, γιατί οι εκλογές τελείωσαν και τώρα αρχίζει η δουλειά.
…
Πριν από ένα περίπου χρόνο, τέτοια περίοδο εάν θυμάμαι καλά, ξεκίνησε η συζήτηση για το χρόνο προκήρυξης των εκλογών και τα επιτελεία των κομμάτων ξεκινούσαν το σχεδιασμό της προεκλογικής τους εκστρατείας. Η χώρα έμπαινε σε προεκλογικό έτος και η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου ήταν σχετικά με τη χρονική στιγμή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ανακοίνωνε τις εκλογές, με στόχο να περιορίσει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την εύλογη φθορά που έχει υποστεί το κυβερνών κόμμα. Ένα χρόνο μετά, αυτή η αγωνία φαίνεται μάλλον φαιδρή εάν κρίνει κανείς από το αποτέλεσμα των δύο εκλογικών διαδικασιών.
Καλύτερο αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε να έχει φανταστεί ο κ. Μητσοτάκης. Μια μάλλον εύκολη επικράτηση και επανεκλογή με ταυτόχρονο καταποντισμό του ΣΥΡΙΖΑ και μερικά εικοσιτετράωρα μετά και του Αλέξη Τσίπρα. Ο τελευταίος παραιτήθηκε και έτσι ένας κύκλος έκλεισε, τόσο για τον ίδιο, όσο και για το κόμμα του.
Η δεύτερη πρωθυπουργική θητεία του κ. Μητσοτάκη αρχίζει λοιπόν με τους καλύτερους δυνατούς οιωνούς: ισχυρή πλειοψηφία 158 εδρών, κατακερματισμένη αντιπολίτευση με τέσσερα κόμματα φωτοβολίδες (βάσει της πλούσιας κοινοβουλευτικής μας ιστορικής εμπειρίας κανένα μικρό κόμμα διαμαρτυρίας και ακραίας ρητορικής δεν έχει επανεκλεγεί τρίτη φορά), αξιωματική αντιπολίτευση σε τρικυμία, τόσο λόγο της εκλογικής της επίδοσης, όσο και λόγο της διαφαινόμενης εσωστρέφειας που εύλογα θα προκαλέσει η παραίτηση του κ. Τσίπρα. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Για πάμε να δούμε.
…
Κατά την εισήγηση του στην πρώτη συνεδρίαση του νέου υπουργικού συμβουλίου, ο πρωθυπουργός ανέφερε επί λέξει: «Ξεκινάμε υπεύθυνα και αισιόδοξα τη δεύτερη θητεία, τη θητεία της αποτελεσματικότητας και των μεγάλων αλμάτων που πρέπει να κάνει η χώρα». Προσδιόρισε δε, τέσσερις βασικούς άξονες πάνω στους οποίους είναι δομημένη η στρατηγική της νέας κυβέρνησης: καλύτεροι μισθοί, καλύτερη δημοσία υγεία, καλύτερο κράτος και καλύτερη ζωή σε μία ισχυρή Ελλάδα. Αλήθεια, πώς μεταφράζονται αυτά σε στόχους και ακόμη παραπέρα, πόσο εύκολο είναι να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί;
Προ των εκλογών του Μαΐου, ο κ. Μητσοτάκης, είχε θέσει ως στόχο την αύξηση του μέσου μισθού στην Ελλάδα στα επίπεδα αυτού της Ευρώπης μέχρι το τέλος της επόμενης τετραετίας. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το μέσο ετήσιο εισόδημα εργαζόμενου πλήρους απασχόλησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι €33.500 κατ’ έτος. Το αντίστοιχο μέγεθος στην Ελλάδα είναι €15.800. Δηλαδή ο μέσος ευρωπαίος εισπράττει περίπου 112% μεγαλύτερο μισθό. Με βάση τις προεκλογικές δεσμεύσεις της Νέας Δημοκρατίας, μέχρι το τέλος της τετραετίας 2024 – 2027, ο μέσος μηνιαίος μισθός θα αυξηθεί από €1.170 σε €1.500. Η μεταβολή αντιστοιχεί σε ποσοστό σύγκλισης με τον μέσο ευρωπαϊκό μισθό κατά 28%. Υπολείπεται δηλαδή κατά 84%. Επομένως, σε καμιά περίπτωση δεν μιλάμε για εξίσωση μισθών και ίσως να μην μιλάμε καν για αύξηση εάν ο μέσος μηνιαίος μισθός των €1.500 είναι εκφρασμένος σε ονομαστικές τιμές, δυστυχώς αυτό δεν διευκρινίζεται, αφήνοντας ένα περιθώριο διαφορετικών ερμηνειών όταν θα έλθει το πλήρωμα το χρόνου. Αλλά ας μην είμαι κακοπροαίρετος. Γεννάται όμως ένα άλλο ερώτημα: πώς θα επιτευχθεί ο στόχος αυτός; Το κράτος, με βάση το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, μπορεί να διαμορφώσει άμεσα με νομοθετική παρέμβαση τον κατώτατο μισθό και τους μισθούς της κεντρικής κυβέρνησης και τους ευρύτερου δημοσίου τομέα. Στην πρώτη περίπτωση βέβαια επιβαρύνει το κόστος των επιχειρήσεων (το οποίο θα πρέπει να αντισταθμιστεί με ένα ισόποσο τουλάχιστον μίγμα οικονομικής ανάπτυξης και μείωσης φόρων), ενώ στη δεύτερη υπάρχει δημοσιονομική επιβάρυνση (που και για αυτή θα πρέπει να αναζητήσει αντισταθμιστικά μέτρα). Και με τους υπόλοιπους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα τί θα συμβεί; Θα επανέλθουν οι συλλογικές συμβάσεις; Υπάρχει άλλος μηχανισμός; Γιατί η δέσμευση της αύξησης του αφορολόγητου για τους έχοντες παιδιά αφενός δεν επαρκεί και αφετέρου δεν καλύπτει τους πάντες. Ισχυρίζονται ότι αυτό θα επέλθει μέσω της ανάπτυξης. Η ανάπτυξη όμως αυξάνει τα κέρδη, δεν εγγυάται και τη διανομή τους.
Αν ο γρίφος της αύξησης του εισοδήματος φαντάζει δισεπίλυτος, ο δεύτερος στόχος της καλύτερης δημόσιας υγείας είναι πραγματικός γόρδιος δεσμός. Καταρχάς γεννάται το ερώτημα «τί ακριβώς εννοούμε όταν λέμε καλύτερη υγεία»; Ποιοι ακριβώς είναι οι στόχοι, οι επίτευξη των οποίων θα βελτιώσει το επίπεδο της παρεχόμενης δημόσιας υγείας; Θα αυξηθεί η αναλογία κλινών ανά αριθμό κατοίκων; Θα αυξηθεί ο αριθμός των νοσηλευτών και των ιατρών ανά αριθμό κατοίκων; Αν ναι, οι αυξήσεις αυτές αρκούν ή απαιτείται και ποιοτική αναβάθμιση και πως θα επιτευχθεί αυτή; Με τις υποδομές τί θα γίνει; Θα υπάρξει ουσιαστική πρωτοβάθμια περίθαλψη δημόσιου χαρακτήρα; Όλα αυτά φυσικά απαιτούν πόρους και αύξηση των δαπανών. Για ρίξτε μια ματιά στην ελληνική πραγματικότητα συγκρινόμενη με αυτή της Γερμανίας και της Γαλλίας, αλλά και των χωρών του νότου σε όρους ποσοστού δαπανών για τη δημόσια υγεία ως ποσοστό του ΑΕΠ :
Φυσικά, η χαμηλή δημόσια δαπάνη αντισταθμίζεται με τη συμμετοχή της ιδιωτικής δαπάνης. Για το 2020 για κάθε ευρώ δαπάνης για υγειονομική περίθαλψη τα πενήντα περίπου λεπτά ήταν ιδιωτική δαπάνη, όταν στην Κεντρική Ευρώπη και τις χώρες της Βαλτικής η αναλογία ήταν εικοσιπέντε λεπτά.
Τι υπόσχεται το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας; Αύξηση των δαπανών για την υγεία, χωρίς να προσδιορίζεται ποσοτικά (τί έκπληξη!), πρόσληψη 10.000 νοσηλευτών (δεν διευκρινίζεται το καθεστώς), εγγύηση πρόσβασης ΕΚΑΒ σε 7 έως 10 λεπτά σε αστικές και ημιαστικές περιοχές, δημιουργία κέντρων αεροδιακομιδής, μείωση του χρόνου αναμονής για ραντεβού σε εξωτερικά ιατρεία νοσοκομείων κατά 80% (δεν ορίζεται πόσο είναι σήμερα ο μέσος χρόνος αναμονής). Επιπλέον, προβλέπει κατασκευή 4 νοσοκομείων (το ένα βέβαια είναι δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος), ανακαίνιση και εκσυγχρονισμός 80 νοσοκομείων και 156 κέντρων υγείας, δημιουργία 25 κέντρων αποκατάστασης και διάφορα άλλα. Με αγωνία περιμένω το πέρας της τετραετίας για να δω τι σόι καλύτερη δημόσια υγεία θα έχουμε, ελπίζοντας μέχρι τότε να μην τη χρειαστώ. Βέβαια, τα ντέφια άρχισαν με το καλημέρα αναφορικά με το μηχανισμό του claw back, της κηδείας με ξένα κόλλυβα εν ολίγοις!
Ο τρίτος και τέταρτος άξονας είναι ακόμη πιο γενικοί: καλύτερο κράτος, ισχυρότερο κράτος και καλύτερη ζωή. Το ισχυρότερο κράτος προσδιορίζεται με βάση 5 πυλώνες: άμυνα, εξωτερική πολιτική, ασφάλεια, πολιτική προστασία και μετανάστευση. Οι προκλήσεις και εδώ είναι πολλές. Κατά την άποψη μου, στους τομείς της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής, η θητεία της προηγούμενης κυβέρνησης αξιολογείται θετικά, όπως και στη διαχείριση του μεταναστευτικού σε επίπεδο ανάσχεσης των ροών και αποσυμφόρησης των νησιών, αλλά μένει να γίνουν πολλά ακόμη και δεν εξαρτώνται μόνο από τις δράσεις της ελληνικής κυβέρνησης.
Είναι εύλογο, πώς η βάση για την επίτευξη όλων των προαναφερόμενων στόχων είναι η ισχυρή οικονομία και όπως πάντα, εκεί κρίνονται τα πάντα ή σχεδόν τα πάντα. Ο νέος υπουργός οικονομικών, έχει θέσει έξι στόχους κατά την παραλαβή του χαρτοφυλακίου του από τον υπηρεσιακό υπουργό:
1. Μέσοι ρυθμοί ανάπτυξης ΑΕΠ 3% την τετραετία, που θα συμβάλουν στην αύξηση των μισθών. Συνέχιση φορολογικών μεταρρυθμίσεων, στήριξη της επιχειρηματικότητας και ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας τους επόμενους μήνες.
2. Νέο παραγωγικό μοντέλο και αντιμετώπιση των στρεβλώσεων σε εξαγωγές και εισαγωγές, με στόχο ένα βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης και ενίσχυση των καινοτόμων κλάδων και των εξαγωγών.
3. Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής με στόχο την περαιτέρω μείωση του φορολογικού βάρους.
4. Εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος, μείωση των «κόκκινων» δανείων και αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των τραπεζών για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
5. Αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων και των δημοσίων επενδύσεων.
6. Αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας από το Υπερταμείο και το ΤΑΙΠΕΔ, οδηγώντας σε έσοδα και περισσότερες επενδύσεις.
Για καθένα από τους στόχους θα μπορούσαν να γραφούν αναλύσεις επί αναλύσεων. Επειδή αυτό δεν είναι εφικτό παραθέτω κάποια ενδεικτικά σχόλια για κάθε ένα από τους στόχους:
1. Ανατρέχοντας στις προβλέψεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, του ΟΟΣΑ αλλά και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι μάλλον δύσκολο να επιτευχθεί ο στόχος καθώς για το 2024 προβλέπεται ανάπτυξη κάτω από 2,5% και για το 2025 και μετά κάτω από 2%. Εάν δε επαληθευτούν τα σενάρια για ύφεση στην Ευρώπη και η πρόβλεψη για την Ελλάδα θα αναθεωρηθεί επί το χείρον.
2. Η συζήτηση για την αναγκαιότητα της αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου είναι μια πολύ ωραία συζήτηση, που ξεκίνησε προ αμνημονεύτων χρόνων και μάλλον θα συνεχίσει το ταξίδι της στις εσχατιές του χρόνου. Δεν βλέπω τί μπορεί να αλλάξει τα επόμενα χρόνια στην επιχειρηματική κουλτούρα του Έλληνα, την εμμονή αποκλειστικά στον τουρισμό και την μικρομεσαία επιχείρηση, στο επενδυτικό θεσμικό πλαίσιο και το εχθρικό επενδυτικό περιβάλλον στην Ελλάδα.
3. Η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής αποτελεί σημαντικό στοίχημα, η επιτυχία του οποίου σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από τους ρυθμούς ανάπτυξης και τη δυνατότητα κατ’ επέκταση της περαιτέρω μείωσης των φορολογικών συντελεστών. Επιπλέον, η αναβάθμιση των μηχανισμών ελέγχου με την εισαγωγή σύνθετων συστημάτων βασισμένων σε σύγχρονα πληροφοριακά συστήματα μπορεί να συμβάλλει θετικά. Και επιτέλους, να βρεθεί κάποια κυβέρνηση που θα αρχίσει πλέον να επιβραβεύει τους συνεπής πολίτες και όχι να χαϊδεύει όσους φοροδιαφεύγουν. Μηχανισμοί και εργαλεία υπάρχουν. Βούληση και αντίστοιχη κουλτούρα αμφιβάλλω εάν υπάρχει.
4. Σύμφωνα με την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος που δημοσιεύτηκε τον Μάιο, τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια, για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 2022 μειώθηκαν σε μονοψήφιο ποσοστό έναντι του συνολικού χαρτοφυλακίου των τραπεζών (8,7% έναντι 12,8% τον Δεκέμβριο του 2021), αλλά εξακολουθούν να παραμένουν σε υψηλό επίπεδο έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου που είναι 1,8%. Παράλληλα, λόγω της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των ιδιωτών αλλά και των επιχειρήσεων, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για επιδείνωση του ποσοστού. Από την άλλη, όταν ακούω για τραπεζική χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων μέσω του τραπεζικού συστήματος το μόνο που μου έρχεται στο μυαλό είναι διαφημιστικά σποτάκια τραπεζών, αλλά ακόμη κι εκεί αμφιβάλλω εάν τελικά εγκρίθηκε το δάνειο. Πάμε σε άλλο ανέκδοτο.
5. Αποφεύγω να σχολιάζω τα αυτονόητα, αν και έχει αποδειχθεί ότι τίποτα δεν είναι και δεν πρέπει να θεωρείται αυτονόητο.
6. Αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας από το Υπερταμείο και το ΤΑΙΠΕΔ, οδηγώντας σε έσοδα και περισσότερες επενδύσεις. Ο κ. Χατζηδάκης έχει αποδείξει ότι μπορεί να τρέξει τέτοια projects. Μακάρι να το κάνει και πάλι, καθώς δεν έχει προχωρήσει σχεδόν τίποτα.
Η προηγούμενη κυβέρνηση, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που επικράτησαν λόγω της πανδημίας, προχώρησε σε μια δημοσιονομική επέκταση 60 δισεκατομμυρίων, που μοιράστηκαν μέσω διαφόρων επιδομάτων και συνήθως με μη ορθολογικό τρόπο. Αυτή η δυνατότητα πλέον δεν υπάρχει. Επιπλέον, από το 2024 επανερχόμαστε σε ρυθμούς αυστηρής και αποτελεσματικής δημοσιονομικής πολιτικής. Επιπλέον, έχει ήδη ξεκινήσει ο διάλογος για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης με ταβάνι για το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος, καθώς και υποχρέωση των κρατών να μειώσουν σταδιακά, αλλά με σαφή χρονικό ορίζοντα και ρυθμό το δημόσιο χρέος τους. Επιπλέον, αναμένεται να αυστηροποιηθούν οι ποινές μη εφαρμογής του νέου Συμφώνου και κυρίως, για πρώτη φορά να αρχίσουν να εφαρμόζονται.
Είναι καλό και θεμιτό να θέτεις στόχους, αλλά ακόμη καλύτερο και πιο αποτελεσματικό είναι να τους πετυχαίνεις. Επομένως καλό είναι οι στόχοι να είναι ξεκάθαροι, μετρήσιμοι και κυρίως εφικτοί στο χρονικό ορίζοντα της τετραετίας. Μπορεί η θητεία της νέας κυβέρνησης να ξεκινά με τους καλύτερους οιωνούς, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα τη συντροφεύουν μέχρι το τέλος της διαδρομής και η αλαζονεία που θρέφεται με την επιτυχία του σήμερα, μπορεί να οδηγήσει σε συντριβή αύριο. Καλό θα ήταν να είναι γραμμένο με μεγάλα γράμματα στην πρώτη σελίδα των μπλε φακέλων που μοίρασε ο πρωθυπουργός στο υπουργούς του.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Πρόσωπα θεατών που παρακολουθούν την έκρηξη του Διαστημικού Λεωφορείου Challenger, 28 Ιανουαρίου 1986 στο Cape Canaveral Florida. (Φωτογραφία: Bettmann/ Getty Images)