«Aν τό μαχαίρι νοσταλγεί τό κόκκαλο, τότε δέχομαι τόν χαρακτηρισμό της νοσταλγίας»
Ν.Νικολαΐδης
Εἶναι πληγή ἀπό φρικτό μαχαίρι. —
Τά φάρμακά σου φέρε Τέχνη τῆς Ποιήσεως,
πού κάμνουνε — γιά λίγο — νά μή νοιώθεται ἡ πληγή.
Κ.Καβάφης (1921)
…
Στη σχέση που έχουμε με τα άψυχα αντικείμενα και ο φόβος της απώλειάς τους εμπεριέχει το στοιχείο της συγκίνησης και του καταναγκασμού της απώλειας. Πάντα «χάνουμε» πράγματα. Με τα χρόνια συνειδητοποιούμε ότι μπορεί να αποδώσουμε και κάποιο νόημα σ’ αυτού του είδους το φαινόμενο. Υπάρχουν φορές που έχουμε επίγνωση ότι βρισκόμαστε στη διαδικασία να χάσουμε κάτι. Και ίσως να το επιτρέψαμε να συμβεί. Αρνούμενοι την εμπειρία καθώς συνέβαινε, αλλά «εκ των υστέρων», αναγνωρίζοντας ακριβώς ακόμη και την ώρα και το σημείο που επιτρέψαμε να συμβεί η απώλεια. Και φυσικά δεν κάναμε τίποτα για να το ανακτήσουμε. Συνεπώς μπορεί και να ξοδεύουμε πολύ χρόνο ψάχνοντας για αντικείμενα – ακόμη και ανθρώπους/σχέσεις – φοβούμενοι ότι έχουν χαθεί.
Οι αντιδράσεις μας σε τέτοιες δυσκολίες είναι σωματικές. Είναι ο φόβος που φέρνει ενθουσιασμό, αλλά και ταχυπαλμία, αναγούλα στο στομάχι, αίσθημα καταδίκης, τύψεις και ενοχές. Μπορεί να ακολουθείται από την έκσταση της εύρεσης, σαν από θαύμα, ενάντια σε όλες τις πιθανότητες εύρεσης. Τότε βιώνουμε τον θρίαμβο. Ξανασυνδεόμαστε με το αντικείμενο, το λατρεύουμε, το φροντίζουμε. Ελέγχοντας ότι είναι ακόμα εκεί – μέχρι την επόμενη φορά. Υπάρχουν αντικείμενα που τα κατέχουμε εδώ και πολύ καιρό, στη σκέψη της απώλειάς τους μας κόβεται η ανάσα. Η ζωή χωρίς αυτό γίνεται άβυσσος.
Ο Freud παρατήρησε ένα αγόρι στο παιδικό παιχνίδι της εξαφάνισης και της επιστροφής του αντικειμένου. Το αγόρι είχε τη συνήθεια να πετάει όλα τα μικρά παιχνίδια μακριά, ώστε να είναι δύσκολο να τα βρει. Το ίδιο παιχνίδι έπαιζε και με το είδωλό του στον καθρέφτη. Ο Freud λέει ότι αυτό το παιχνίδι ισοδυναμεί με ένα μεγάλο πολιτισμικό επίτευγμα. Καθρεφτίζει την αποδοχή της απομάκρυνσης/απώλειας της μητέρας του αγοριού. Ο Freud ερμήνευσε τις επαναλαμβανόμενες πράξεις του αγοριού, θέτοντας της θέμα της απόλαυσης και του κινήτρου – ενός είδους συναισθηματικού/οικονομικού κινήτρου. Η ενεργός συμμετοχή στο παιχνίδι βοηθάει το αγόρι να μάθει να κυριαρχεί και να επιβιώνει από την εξαφάνιση της μητέρας του – να διαχειρίζεται με επιτυχία τον αποχωρισμό (Freud,1920)
Ίσως είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους η απώλεια οποιουδήποτε αντικειμένου προκαλεί έντονο άγχος – μας θυμίζει όλες τις άλλες απώλειες του παρελθόντος και τις μελλοντικές. Τα αντικείμενα που χρησιμοποιούμε και η προσκόλλησή μας σε αυτά απομακρύνουν το άγχος για την παροδικότητα της ζωής μας. Τα αντικείμενα, φτιαγμένα από εμάς, συνεχίζουν να ζουν πολύ καιρό αφότου εμείς έχουμε πάψει να υπάρχουμε. Τα μουσεία μας είναι γεμάτα από αντικείμενα καθημερινής χρήσης από όλες τις ιστορικές περιόδους. Εμάς που τα θαυμάζουμε, μας φέρνουν σε επαφή με γενιές ανθρώπων που τα χρησιμοποιούσαν αιώνες πριν. Η απόδοση συμβολικής σημασίας σε ένα αντικείμενο έχει σημασία και «χρησιμότητα».
Ακόμη και σε μικρά αντικείμενα μεταφέρουμε μάλλον πολλά· ανθρώπους με τους οποίους συνδεόμαστε, τα λόγια τους, τη μορφή τους, τη φωνή τους. Η απώλεια αντικειμένων περιγράφεται γλαφυρά σε πολλά παραμύθια που εξετάζουν τον συμβολισμό αυτών των αντικειμένων (B.Bettleheim,1976). Η απώλεια του αντικειμένου εμπεριέχει και τη λαχτάρα και τη δυνατότητα να το βρούμε, ή τουλάχιστον να βρούμε αντικαταστάστη του. Ίσως θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένας τρόπος επικοινωνίας, αποστολής ενός μηνύματος. Σημαντικές απώλειες κατά την παιδική ηλικία ή ακόμη και πριν από τη γέννηση, όπως το διαγενεακό τραύμα του πολέμου ή της γενοκτονίας, θα μπορούσαν να επανενεργοποιηθούν κάθε φορά που κάποιος χάνει κάτι. Η απώλεια σηματοδοτεί την ανάγκη να ξαναβρώ τον Άλλο.
Το σοκ της απώλειας μπορεί να φέρει ένα άτομο σε επαφή με το ιστορικό ή οικογενειακό τραύμα του, το οποίο συχνά παραμένει ένα ανομολόγητο ταμπού. Εκτός του ότι εξυπηρετεί τον σκοπό της υπενθύμισης της “καταγωγής” του, η παρόρμηση να χάνει κανείς αντικείμενα χωρίς να προσπαθεί να τα ανακτήσει θα μπορούσε επίσης να είναι ένας τρόπος έκφρασης της έλλειψης πεποίθησης ότι, καθώς το παρελθόν έχει χαθεί τραυματικά, δεν υπάρχει μέλλον. Μια βαθιά υπαρξιακή απώλεια χωρίς ελπίδα για αλλαγή. Από την άλλη πλευρά, το δράμα που αναπαράγεται περιοδικά στην αγωνιώδη αναζήτηση του αντικειμένου θα μπορούσε να θεωρηθεί ως έκφραση ελπίδας. Μια πίστη ότι μια μέρα το χαμένο αντικείμενο θα βρεθεί, το μέλλον θα υπάρξει και το πένθος και η επανόρθωση θα είναι δυνατές.
Οι σχέσεις είναι περίπλοκες. Ο μη λεκτικός τρόπος με τον οποίο σχετιζόμαστε είναι συχνά πιο αποκαλυπτικός από το πώς αυτοπαρουσιαζούμαστε λεκτικά. Το γεγονός ότι οι επιλογές μας είναι διαφορετικές από αυτές των γονιών μας, αποτελεί μέρος μιας σταδιακής διαδικασίας διαχωρισμού κι εξατομίκευσης, αναγνώριση της αυξανόμενης αυτονομίας. Ακόμη κι η επιλογή των αγαθών στο super market επηρεάζεται από τα εσωτερικά μας αντικείμενα. Αυτά δεν υφίστανται μόνο στο ασυνείδητο, αλλά εκδηλώνονται μέσα από δραστηριότητες και πρακτικές διαδικασίες που «δημιουργούν μια συγκεκριμένη έκφραση της σχέσης με τα εσωτερικά αντικείμενα, μέσω του εξωτερικού προσανατολισμού του ατόμου στα πράγματα» (Miller, 1998). Αντίστροφα η αμφίσημη, επιπόλαιη αντιμετώπιση των αντικειμένων θα μπορούσε να αντανακλά κάτι για μια αμφίσημη σχέση με τα εσωτερικά αντικείμενα.
Η αναλογία θα μπορούσε να γίνει με τα Τμήματα Απωλεσθέντων των αεροδρομίων ή του ΟΑΣΑ. Κυριαρχεί αισιοδοξία. Τα πάντα φαίνεται να είναι οργανωμένα για να επανορθώσουν την απώλεια και το χάος που αυτή επιφέρει. Πρόκειται για χώρους όπου σε μια σχετικά απρόσωπη και χαρούμενη ατμόσφαιρα, μπορούμε να ενωθούμε ξανά με τα αγαπημένα μας χαμένα αντικείμενα. Ακόμη κι εάν το αντικείμενο δεν έχει παραδοθεί, εξετάζεται η αίτησή μας και δίνεται υπόσχεση να επικοινωνήσουν μαζί μας μόλις βρεθεί· προσφέρεται ελπίδα. Η προσωπική απώλεια κάποιου αντικειμένου δεν αποτελεί ιδιαίτερο γεγονός, είναι άλλωστε μία από τις πολλές και τίποτα δε φαίνεται να ξεφεύγει από τον έλεγχο. Επίσης υπάρχουν και άλλοι -πολλοί- που βιώνουν την ίδια συνθήκη. Η βαρύτητα της απώλειας των αντικειμένων χάνει τη σημασία της. Όπως και η απειλή της συναισθηματικής επίθεσης από το αντικείμενο που χάσαμε. Το καταθλιπτικό άγχος κυριαρχείται.
Για κάθε άτομο, ανάλογα με την προσωπική του ιστορία, υπάρχουν διαφορετικοί λόγοι και διαφορετικές απηχήσεις και νοηματοδοτήσεις της απώλειας. Η διερεύνηση της πράξης, ίσως και του «καταναγκασμού» της απώλεια πραγμάτων ως νοσταλγία ή ως και αποτροπή μεγαλύτερων απωλειών, ως προετοιμασία για τη διαχείριση του αποχωρισμού, ως έκφραση θυμού προς το μέσα μας, ως αναφορά στην προσκόλληση, ως αναφορά σε προηγούμενες απώλειες, ως υπαρξιακή επιβεβαίωση της ταυτότητας, ως παλινδρόμηση σε «πρωτόγονο» θυμό κι οργή, ως τρόπος επικοινωνίας με τον εξωτερικό κόσμο, ως ένδειξη συμπλέγματος ευνουχισμού ή καθυστερημένης ωρίμανσης, ως τρόπος εξορκισμού του φόβου, ως επιθυμία θανάτου ή ως ένα απλώς τυχαίο γεγονός σηματοδοτεί τη διαφορετικότητα των ατόμων αλλά και των κοινωνικών συνθηκών στις οποίες αυτά εμπεριέχονται (Α.Fodorova, 2004).
Η συμπεριφορά και το κοινωνικό πλαίσιο που περιβάλλει τη διαδικασία απώλειας κι εύρεσης πραγμάτων έχει διαμορφωθεί από εμπειρίες που βρίσκονται πολύ πίσω στο παρελθόν. Εκεί που η μνήμη δυσκολεύεται ή και «απαγορεύεται» να φτάσει. Η απώλεια αντικειμένων εκφράζει κάτι σχετικά με την περίπλοκη, μερικές φορές αμφίσημη φύση της προσήλωσής μας στα εσωτερικά μας αντικείμενα. Ίσως όμως να επισημαίνει επίσης κάτι για την ευθραυστότητα και την παροδική φύση όλων των προσκολλήσεών μας και της ζωής μας γενικότερα. Ίσως, η επίτευξη «αληθινής» ωριμότητας να σημαίνει ότι δεν θα χρειαστεί να χάσουμε τα πράγματα προκειμένου να συμβιβαστούμε με την αποστασιοποίησή – δική μας και δική τους. Και κατ’ αυτόν τον τρόπο με τον θάνατο. Η πράξη της αναζήτησής τους και μερικές φορές ακόμη και της εύρεσής τους να μπορεί να θεωρηθεί ως μια προσπάθεια επανόρθωσης.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Φωτογραφία πρωτοσέλιδου εφημερίδας με σκύλο που κουβαλούσε ανθρώπινο πόδι κλεμμένο από νεκροτομείο. Δεκαετία 1990, Ινδία / pinterest