Ή αλλιώς να σου κάνω μια ερώτηση;
…
Στον δρόμο για τον οδοντίατρο αξημέρωτα αναρωτιόμουν «μήπως έπρεπε να φοβάμαι τελικά;». Δεν υπήρχε άνθρωπος το τελευταίο 24ωρο που να του είπα για το ραντεβού μου και να μην πήρε μια έκφραση πόνου, φόβου ή ανατριχίλας. Εντάξει κι εγώ δεν ήμουν καταχαρούμενη, είναι αρκετά άβολο, αλλά όταν η κυρία στο σούπερ μάρκετ σχολίασε με συνοφρυωμένο το πρόσωπό της «ωχ εγώ τους τρέμω τους οδοντιάτρους» όταν με άκουσε να το αναφέρω στο τηλέφωνο άρχισα πια να το σκέφτομαι.
Εντάξει ξεπέρασα γρήγορα την σκέψη του αν έπρεπε τελικά να φοβάμαι ή όχι, στο κάτω κάτω ο φόβος απλά σου συμβαίνει. Ξεκίνησα όμως να σκέφτομαι τον φόβο, την επίδραση που έχει πάνω μας, καθώς και το πόσο εύκολη είναι η συνειδητοποίησή του ή η παραδοχή του.
Όταν το δυνατό φως της λάμπας άρχισε να με χτυπάει στο πρόσωπο και το ενοχλητικό εργαλείο φρόντιζε να μη μου μείνει σάλιο στο στόμα, έκλεισα τα μάτια μου και συνέχιζα να σκέφτομαι. Αν κάνεις ένα επάγγελμα που ομολογουμένως σκορπάει φόβο, εσύ ο ίδιος τι σχέση έχεις με τον φόβο; Αν δηλαδή όλοι φοβούνται τους οδοντιάτρους, οι οδοντίατροι τι φοβούνται;
Το πότε βρέθηκα να ομολογώ αυτή την ερώτηση στον γιατρό απέναντί μου που ούτε τον ήξερα καλά καλά, δεν το κατάλαβα. Σίγουρα βοήθησε όμως που ήταν νέος σε ηλικία και σχετικά φρέσκος στον κλάδο.
Φυσικά δεν τον άφησα να χαθεί κάτω από την γενική ταμπέλα της ιδιότητας του και τον ρώτησα ποιο συγκεκριμένα
Ερώτηση: Τι φοβάσαι;
Γέλασε. Λίγο αστεία και λίγο σοβαρά στην αρχή και με ρώτησε «στο επάγγελμα ή γενικά;». Ανασήκωσα τους ώμους μου πιστή στην υπόσχεση που είχα δώσει στον εαυτό μου (μάλλον για να με δυσκολεύω) να μη δίνω διευκρινίσεις, δίνοντας του το ελεύθερο αυτός να αποφασίσει.
Σιωπή.
«Κοίτα»
Σιωπή.
«Εγώ γενικά δεν φοβάμαι πολλά πράγματα»
Σιωπή.
Το μέσα μου ούρλιαζε. Τι; Πώς γίνεται;! Εγώ φοβάμαι χιλιάδες πράγματα: το σκοτάδι, τον θάνατο, την αρρώστια, το να χάσω αυτούς που αγαπώ, το να πάψουν να μ’ αγαπάνε, την απόρριψη, τον πολύ κόσμο, το ανεύρυσμα, την νάρκωση, το να περπατάω μόνη μου σε άδειους δρόμους, το να μην έχει εμφανή έξοδο στο μέρος που κάθομαι, το να χάσω τις αισθήσεις μου μπροστά σε κόσμο, την δυνατή μουσική που συγχρονίζεται με την καρδιά μου, τις μεγάλες αποφάσεις, τα αλλεργικά σοκ, τον βυθό, το διάστημα και ένα σωρό άλλα!
Τι εννοείς δεν φοβάσαι πολλά πράγματα;! Το σκέφτηκα, δεν το ρώτησα.
Συνέχισε: «Αυτό που φοβάμαι, δεν ξέρω πώς ακριβώς να στο πω.»
Σιωπή.
«Φοβάμαι, μήπως από ένα παράγοντα που δεν ελέγχω, που δεν ευθύνομαι εγώ, οι άλλοι συμπεράνουν πράγματα για μένα ή την δουλειά μου που δεν είναι αλήθεια.»
Ο φόβος του άλλου, της παρεξήγησης, της παρανόησης, του λάθους που δεν είναι δικό μας, της απώλειας του ελέγχου, της αδικίας. Ο φόβος του να τα χάσεις όλα, την εκτίμηση, την αποδοχή, την δουλειά, την αγάπη, τους ανθρώπους. Ο φόβος της απόρριψης.
Περπατώντας ξανά έξω στον ήλιο σκεφτόμουν πόσες φορές έχω ακούσει ανθρώπους να ξεκινούν με την φράση «εγώ δεν φοβάμαι γενικά» και όταν τελικά εγώ ομολογώ τους φόβους μου ξεδιάντροπα, εκεί λίγο λίγο καταλήγουμε όλοι στα ίδια, στον φόβο του θανάτου και στον φόβο της μοναξιάς. Κι αυτοί οι δυο φόβοι στην πραγματικότητα είναι τόσο τρομακτικοί και επώδυνοι που πάντα είναι πιο εύκολο να τα ρίχνουμε στους οδοντίατρους ή τις κατσαρίδες.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: pinterest