Τις εικόνες τις είδαμε όλοι. Ξανά και ξανά. Άφωνοι.
Όπως κάθε φορά σε κάθε καταστροφή.
Αυτή τη φορά ήταν πλημμύρα.
Χωριά βυθίστηκαν στο νερό και τη λάσπη, κάποια μέχρι τις στέγες, εξαφανίστηκαν, ο θεσσαλικός κάμπος μετατράπηκε σε μια τεράστια λασπολίμνη, κάποιοι άνθρωποι πνίγηκαν, πολλοί απεγκλωβίστηκαν με βάρκες και με ελικόπτερα, σπίτια παρασύρθηκαν, φράγματα, γέφυρες και οδοστρώματα σπάσαν, οι δρόμοι έγιναν ποτάμια, στο ύψος της Λάρισας στην εθνική οδό κυκλοφορούσαν με βάρκες, η θάλασσα γέμισε με αυτοκίνητα στις ακτές του Πηλίου, τα παραλιακά χωριά σχεδόν διαλύθηκαν, στο κέντρο του Βόλου έτρεχαν χείμαρροι, η Ελλάδα κόπηκε στα δυο, καλλιέργειες και επιχειρήσεις καταστράφηκαν, στην Αθήνα μπροστά στον Ευαγγελισμό πεζοί παρασύρθηκαν από τα νερά, στο Μοναστηράκι τουρίστες έτρωγαν σε ταβέρνες ενώ στο δρομάκι το νερό ξεχυνόταν με φόρα παρασέρνοντας τραπέζια που επέπλεαν και τόσα πολλά άλλα.
Μετά σταμάτησε να βρέχει, βγήκε ο ήλιος. Κι ήρθε το νερό. Η Λάρισα άρχισε να πλημμυρίζει περιμετρικά, το νερό την κύκλωσε. Ήταν ο όγκος των υδάτων από τις περιοχές των Τρικάλων και τις Καρδίτσας.
Πριν λίγες μέρες ήταν φωτιές και πυρκαγιές.
Αλλά αυτή τη φορά όμως ήταν αλλιώς.
Η καταστροφή δεν ήταν βιβντεάκια και φωτογραφίες στο διαδίκτυο και την τηλεόραση. Δεν ήταν θέαμα σοκαριστικό από κάπου αλλού. Από κάπου μακριά. Από άλλες ζωές, άλλους ανθρώπους. Ήταν εδώ, δίπλα· στα όρια της πόλης, στο χωριό μου και στο χωριό σου, στα χωράφια, στις παραλίες, τις δικές μας, στα σπίτια φίλων και συγγενών, σε δρόμους που χρησιμοποιείς συνέχεια, σε περιοχές τόσο οικείες. Και μετά μέσα στην ίδια την πόλη. Τη δική σου.
Αν τελικά η καταστροφή δεν σε πλησιάσει τόσο πολύ, δεν την καταλαβαίνεις. Δεν σε αγγίζει.
Αυτό με σόκαρε.
Η ενσυναίσθηση και το σοκ μιας είδησης, μιας εικόνας, μιας τραγωδίας, είναι τελικά τόσο επιφανειακά όταν δεν είναι δίπλα σου. Κι ας νομίζεις πως συμπάσχεις με τους άτυχους πρωταγωνιστές. Με σόκαρε που κατάλαβα πως όταν συμβαίνει μια καταστροφή, δεν είναι σινεμά και τηλεόραση· είναι πραγματικότητα. Με σόκαρε που σοκαρίστηκα τόσο, από την ασφάλεια του καναπέ μου γιατί αυτός ήταν εκεί δίπλα. Με σόκαρε που κατάλαβα πόσο πολύ απέχει αυτό το «δίπλα» από το επίκεντρο. Γιατί και πάλι δεν μπορείς ούτε καν να φανταστείς το βίωμα του πρωταγωνιστή της πραγματικότητας μιας καταστροφής…
Και λες, δεν γίνεται. Πως γίνεται να συμβαίνει όλο αυτό. Πήξαμε στις καταστροφές. Δίπλα, παραδίπλα και μακριά. Τόσο συχνά. Η φύση, ο άνθρωπος, το κράτος. Τίς πταίει; Το διαχρονικό ερώτημα του πολιτισμένου κόσμου.
Σε συνθήκες κρίσης ο κρατικός μηχανισμός τεντώνει· και όταν τεντώνει, οι ανεπάρκειες αναδεικνύονται. Και αυτές της πρόληψης και αυτές της αντιμετώπισης. Της ετοιμότητας. Των υποδομών που έγιναν, δεν έγιναν ή έγιναν λάθος.
Θα μου πεις έχεις συνθήκες ανωτέρας βίας. Στην νομική επιστήμη ο όρος ανωτέρα βία χρησιμοποιείται για να ορίσει όλα εκείνα τα περιστατικά τα οποία δεν οφείλονται σε πταίσμα (από δόλο ή αμέλεια) του ζημιώσαντος και άρουν την ευθύνη του δράστη· γεγονότα απρόβλεπτα και μη δυνάμενα να αποτραπούν ακόμη και αν λάβει κάποιος μέτρα άκρας επιμέλειας και συνέσεως ή αν καταβάλει την επιμέλεια και την πρόνοια ενός επιμελούς ανθρώπου.
Το αντικείμενο λοιπόν του προβληματισμού έγκειται ακριβώς σε αυτό το σημείο: κατέβαλαν ειδικώς και καταβάλουν γενικώς οι αρχές της τοπικής αυτοδιοίκησης, ο κρατικός μηχανισμός και η κυβέρνηση την άκρα επιμέλεια;
Και όταν η καταστροφή είναι τόσο μεγάλη και η χρονική συγκυρία τόσο ιδιαίτερη, ένα μήνα πριν τις αυτοδιοικητικές εκλογές, την ίδια εβδομάδα με την ΔΕΘ και τις εσωκομματικές εκλογές στο ΣΥΡΙΖΑ, λίγες μέρες μετά από τις τεράστιες πυρκαγιές σε Έβρο και Πάρνηθα, λίγες εβδομάδες μετά τις άλλες σε Ρόδο, Αγχίαλο και λοιπά, δυόμιση μήνες μετά τις βουλευτικές εκλογές και έξι μήνες μετά τη σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη, δεν γίνεται να μην αναρωτιέσαι.
Και όταν μέσα σε αυτούς τους δυόμιση μήνες της νέας διακυβέρνησης Μητσοτάκη, έχεις 1,2 εκατομμύρια στρέμματα καμένης γης, έναν Μηταράκη που ήθελε να πάει διακοπές, έναν Πατούλη που ήθελε να χορέψει ένα ζεμπέκικο, έναν Πρωθυπουργό που ήθελε να φιλοξενήσει έναν Ζελένσκι κι ας καίγονταν ο Έβρος, και καταλήγεις με έναν Βαρβιτσιώτη, την ώρα που η μισή Ελλάδα πλημμυρίζει, να σχολιάζει τον θάνατο του 36χρονου στον Πειραιά που προκλήθηκε καθώς μέλη του πληρώματος του «Blue Horizon» τον έσπρωξαν στην θάλασσα προκείμενου να μην επιβιβαστεί στο πλοίο, λέγοντας το αδιανόητο «Θεωρώ ότι σήμερα υπάρχουν αυτοί που θρηνούν τον αδικοχαμένο και υπάρχουν και αυτοί που θρηνούν για αυτούς που πήγαν να κάνουν τη δουλειά τους, να φέρουν ένα μεροκάματο, και σήμερα βρίσκονται κατηγορούμενοι για δολοφονία» σίγουρα κάτι δεν πάει καλά.
Πόση ανωτέρα βία πια…
Κι όταν η ανωτέρα βία έρχεται στη δική σου περιφέρεια και στη δική σου πόλη, τεντώνει τόσο εξόφθαλμα τον μηχανισμό της τοπικής αυτοδιοίκησης και εξαφανίζει κάθε προεκλογική φανφάρα, όπως του προηγούμενου Σαββάτου για παράδειγμα, που «εγκαινιάστηκε» το Α΄ Αρχαίο Θέατρο της Λάρισας σε εκδήλωση της Περιφέρειας, παρουσία της Μενδώνη, με κοινό 800 ατόμων που στην πλειοψηφία προέκυψε μέσα από διαδικασία προσκλήσεων. Η συγκεκριμένη εκδήλωση προβλήθηκε δεόντως, σχολιάστηκε και επικρίθηκε αντιστοίχως πριν την πραγμάτωσή της για διάφορους λόγους που δεν είναι του παρόντος. Και πως συμπεριφέρθηκε το κοινό των επισήμων της πόλης, αυτοί οι 800 τυχεροί που κάθισαν ξανά στα ειδώλια μετά από αιώνες; Σχεδόν οι μισοί έφυγαν από το χώρο του θεάτρου για να μεταβούν στη Γιορτή Χαλβά Φαρσάλων – ναι, είναι τα ίδια Φάρσαλα που πλημμύρισαν – λόγω ειλημμένων προεκλογικών υποχρεώσεων.
Το ίδιο έκανε και ο ίδιος ο Περιφερειάρχης, ο οποίος τουλάχιστον περίμενε τη λήξη της. Δυο μέρες μετά τον είδαμε στον Βόλο να συνδράμει τον Μπέο που αφιονισμένος έτρεχε μέσα στα νερά και φώναζε στους οδηγούς. «Που πάτε μωρέ; Που πάτε;». Και μετά δεν τον είδε ξανά κανείς. Μόνο χθες το πρωί που έδωσε συνέντευξη στην ΕΡΤ. Καλύτερα να μην την έδινε. Καλύτερα να μην έλεγε ότι αν πέφτει μια γέφυρα τριετίας δεν φταίει η περιφέρεια, αλλά οι τεχνικές υπηρεσίες. Καλύτερα να μην έλεγε ότι τα αντιπλημμυρικά έργα δεν είναι αρμοδιότητα της Περιφέρειας αλλά του Υπουργείου. Καλύτερα να μην πετούσε το μπαλάκι δεξιά και αριστερά. Καλύτερα να μην φαινόταν τόσο χαμένος. Την ώρα της καταστροφής και ένα μήνα πριν τις εκλογές. Καλύτερα να μην έλεγε ότι πρέπει να αναβληθούν οι εκλογές, δίνοντας μάλιστα το παράδειγμα των εσωκομματικών εκλογών του ΣΥΡΙΖΑ (sic). Καλύτερα να μην μου θύμιζε πως για αυτές τις εκλογές γίνονται όλα. Όπως η εκδήλωση στο Αρχαίο Θέατρο. Όπως και ο χαλβάς Φαρσάλων μετά· για επιδόρπιο. Το είχα ξεχάσει μέσα στην καταστροφή. Άλλωστε μόνο την δημοτική αρχή έβλεπα παντού.
Ας μη γελιόμαστε. Αυτοί που φεύγουν πριν το τέλος μιας παράστασης, και δη μιας σαν την εν λόγω εκδήλωση και του συμβολισμού της, για έναν χαλβά, μια φωτογραφία, για μια ψήφο, με την ίδια παιδεία και κουλτούρα θα δουλέψουν και θα διοικήσουν μια πόλη ή μια περιφέρεια… Αυτοί οι ίδιοι είναι η αυτοδιοίκηση και ο κρατικός μηχανισμός. Αυτοί οι ίδιοι είναι οι εν δυνάμει Μηταράκης, Πατούλης και Βαρβιτσιώτης.
Αν κάτι μας έδειξε ο Daniel μια αναπνοή από τις αυτοδιοικητικές εκλογές, είναι ότι το να είσαι υποψήφιος ή να εκλεγείς ή να επανεκλεγείς έχει πολλές «ανωτέρες βίες» που τεντώνουν το σκοινί. Κι αν αντέξει το σκοινί δεν θα φανεί στο χειροκρότημα που λέει και το τραγούδι, αλλά στο δια ταύτα. Στις δύσκολες αποφάσεις τις δύσκολες ώρες.
Και με συγχωρείτε, δεν είναι δύσκολη απόφαση να ακυρώνεις την ομιλία σου στη ΔΕΘ ως πρωθυπουργούς και να έρχεσαι στη Λάρισα. Κι ας έρχεσαι με super puma και όχι με βάρκα…
ΥΣ. Μήπως να το ξανασκεφτεί το πλήθος των υποψηφίων; Προλαβαίνει να αποχωρήσει…
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Σκίτσο Νιούρα, σύλληψη Κυνός Νους