Προχθές το μεσημεράκι που περίμενα στο λόμπι της αγαπημένης μου οδοντιάτρου, για να έρθει η ρημάδα η σειρά μου, έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλιαράκι ποίησης. Ήταν κάτω κάτω, σε ένα συνηθισμένο σωρό από πολυκαιρισμένα περιοδικά ιατρικής και μόδας. Το άνοιξα στην τύχη. Μου έκανε εντύπωση ένας στίχος:
Μην τρυπανίζεις το λιοντάρι που κοιμάται.
Και το μέλλον έχει γονιμοποιηθεί.
Ένιωσα μόλις το διάβασα, μια καούρα στο μυαλό. Και μια ηλεκτρική εκκένωση στη κουφάλα του δοντιού μου. Δεν είχα καταλάβει τίποτα, αλλά είχα νιώσει τα πάντα! Γύρισα να δω το εξώφυλλο. Το βιβλίο λεγόταν: “Λογοτεχνικά Σφραγίσματα – Υπερρεαλιστές Σε Σύστη”. Αυτό ήταν! Κάτι με είχε αγγίξει. Θα αφοσιωθώ στην κριτική λογοτεχνίας, άκουσα τον εαυτό μου να λέει. Έφυγα τρέχοντας από την αγαπημένη οδοντίατρο, πριν προλάβει να αναλάβει τα ευαίσθητα μου ούλα. Αρχικά ψάχτηκα για κάποια σχολή “Επεξηγηματικής Λογογοτεχνίας” αλλά ατύχησα. Όλες ήταν κομπλέ. Οι θέσεις παντού πιασμένες. Το φανταστικό Ελληνικό κράτος είχε παραχωρήσει 10.000 βάουτσερ σε ομοιοπαθούντες ανέργους. Κρίμα. Από την άλλη όμως, ζήτω! Θα έχω δέκα χιλιάδες συναδέλφους να συντρίψω με την -αυτοδημιούργητη- λογοτεχνική μου γροθιά. Αποφάσισα λοιπόν μεμιάς να στρωθώ στο γράψιμο μιας ξεγυρισμένης κριτικής πάνω στην επεξήγηση υπερρεαλιστών ποιητών και χώθηκα, δυο στενά παρακάτω στη Δημοτική Βιβλιοθήκη. Διάλεξα, όχι τυχαία, το πιο τολμηρό νεοελληνικό λογοτεχνικό πόνημα ποίησης. Της δεκαετίας του ’30 παρακαλώ. Που θεωρείται κιόλας το πιο προβληματικό κείμενο μεταφοράς της ύστερης σύγχρονης νεοελληνικής λογοτεχνίας. Ομιλώ, φυσικά, για το περίφημο “Μπαμπάτσικο” του Γιόχαν-Λάκη Σεμπάστιαν Ά-Ού.
Γράφει εκεί ο ποιητής:
Ένα τέτοιο παιδί μάλαμα
σωστή αλεπού βέβαια,
γενάρη, συκώτι του χειμώνα,
χύθηκε σαν δελφίνι
σαν πούπουλο
με κορμί ζαρκάδι
και μάσησε τα κουνούπια του
ξάστερα
σαν αρνί
και αηδόνι μαζί.
Εν τέλει,
ένας Ιούδας-Άγγελος.
Ένα τέτοιο παιδί μάλαμα.
Αν μελετήσουμε την αρθρογραφία των επιφανέστερων κριτικών λογοτεχνίας θα καταλήξουμε στο ίδιο συμπέρασμα: πρόκειται περί αριστουργήματος. Κέρδισε μάλιστα για εφτά συνεχόμενα χρόνια το χρυσό βραβείο της κατηγορίας “Ποίηση Χώρων Αναμονής Ιατρείων – Οδοντιατρείων – Κτηνιατρείων”. Το κείμενο αυτό, που λέτε, θεωρείται κορυφαίο και για τον λόγο της αριστοτεχνικής χρήσης του εργαλείου της μεταφοράς. Η σημασία της χρήσης των μεταφορών σε μία γλώσσα, όπως ίσως ξέρετε, είναι ιδιαίτερα σπουδαία, αν ληφθεί υπόψη ότι μέσω αυτών η γλώσσα διευρύνεται, πλουτίζεται με νέες εκφραστικές δυνατότητες και αφετέρου “φρεσκάρεται” αυτόματα, χωρίς να χρειάζεται να ζητάει συνέχεια συγγνώμη για να χρησιμοποιήσει το μπάνιο. Ας δούμε μερικά παραδείγματα μεταφορών, πριν βουτήξουμε στην κριτική του έργου.
Είναι αηδόνι: τραγουδά ωραία. Είναι αρνί: είναι ήσυχος (ή όχι καλοκουρεμένος). Είναι πούπουλο: είναι ελαφρύς (ή -μεταφορικά- τόφαλος). Σωστή αλεπού: είναι παμπόνηρος (ή φοβάται τις πεταλούδες). Είναι Ιούδας: προδότης (ή χεβιμεταλάς). Χύθηκε στον εχθρό: όρμησε (ή του έκανε άσεμνες χειρονομίες). Είναι ζαρκάδι: τρέχει πολύ (ή πάει σαν χελώνα). Είναι παιδί μάλαμα: πού αξίζει όσο το χρυσάφι, κτλ. κτλ.
Αλλά ας αφήσουμε τις τεχνικές κι ας βουτήξουμε (μεταφορικά ε;) στην ποιηματάρα μας, κριτικά πάντα, στίχο στίχο!
[ Ένα τέτοιο παιδί μάλαμα ]
Εδώ ο ποιητής χρησιμοποιεί, ατυχώς, θα τολμούσαμε να πούμε, ένα χυδαίο υβρεολόγιο, αφού αναφέρεται στο παιδάκι υποτιμητικά, ότι αυνανίζεται, αλλά το ξεπερνάμε αφού, τουλάχιστον έχει την διακριτικότητα να μην αναφέρει το όνομά του.
[ σωστή αλεπού βέβαια ]
Εννοεί ότι: ή ότι είναι κοκκινοτρίχης ή ότι έχει μια εξυπνάδα τέτοια που του επιτρέπει να ξεχωρίζει την μπάμια από το φύκι.
[ γενάρη, συκώτι του χειμώνα ]
Ομιλεί σαφέστατα για τον μήνα Ιούλη, χρησιμοποιώντας ποιητικά τον γενάρη και για να μας κάνει πιο σπιρτόζικη αυτή τη φάρσα, προσθέτει και ένα συκωτάκι, που συμβολίζει τα λογοτεχνικά μεζεκλίκια.
[ χύθηκε σαν δελφίνι ]
Εδώ ο ποιητής κάνει σαφή αναφορά σε ένα παιδικό του τραύμα. Συγκεκριμένα, τον είχε στοιχειώσει η λέξη “κοτέτσι” που είχε μάθει στην έκτη δημοτικού. Ενδιαφέρουσα πληροφορία: Δεν μπορούσε να την προφέρει για το υπόλοιπο της ζωής του αν προηγουμένως δεν είχε πλύνει τα δόντια του.
[ σαν πούπουλο
με κορμί ζαρκάδι ]
Εδώ είμαι κι εγώ, όπως όλη η οικογένεια των κριτικών μπερδεμένος. Μιλά για εκσπερμάτωση ή για ακτοπλοϊκά ναύλα; Αν μου βάζαν το πιστόλι στο κρόταφο -ή οπουδήποτε αλλού- θα έλεγα το δεύτερο. Και, επίσης, θα πρόσθετα, ότι στηλιτεύει όλη την διεφθαρμένη βιομηχανία πετσετών θαλάσσης.
[ και μάσησε τα κουνούπια του ]
Ο ποιητής εδώ για πρώτη φορά αφήνει την μεταφορά και το σχήμα λόγου και μιλά καθαρά και ξάστερα. Ομιλεί -μεταφορικώς βέβαια- για την συνήθεια κάποιων να μασουλάνε αντί ταμπάκο ένα σβώλο από κουνούπια. Συμβολικά: η επιθυμία του ανθρώπου γνωρίσει το επέκεινα.
[ ξάστερα ]
Ο ποιητής εδώ για δεύτερη -και τελευταία- φορά αφήνει την μεταφορά και το σχήμα λόγου και μιλά καθαρά και ξάστερα. Ομιλεί -μεταφορικώς βέβαια- για το Ξάστερα, παραθεριστικό οικισμό κοντά στην Τζάστενη, όπου περνούσε τα καλοκαίρια του. Συμβολικά: ο φόβος του τερματοφύλακα πριν το πέναλντι.
[ σαν αρνί
και αηδόνι μαζί ]
Η αγάπη του για τα σκευάσματα ρινικής αποσυμφόρησης φαίνεται ξεκάθαρα σε αυτά τα ποιητικά του λόγια. Ακόμη μια ενδιαφέρουσα πληροφορία: μισούσε τα κοτσύφια και τις καρακάξες γιατί, έλεγε, “μου γαργαλούν την έμπνευση”.
[ Εν τέλει ]
Μπερδεμένος στίχος. Κάποιοι επιφανείς ερευνητές ισχυρίζονται ότι ο ποιητής αναφέρεται στο σαρκοφάγο φυτό “Τέλης ο Τροπικός” που του είχε καταβροχθίσει το αριστερό του χέρι, ένα χρόνο πριν.
[ ένας Ιούδας-Άγγελος ]
Μεταφορικά μιλά για τον μεγάλο έρωτα του, την Φάνη-Πάλη Πετραλιά. Ήταν για χρόνια τρελά ερωτευμένος μαζί της. Προσπάθησε να την εντυπωσιάσει μιμούμενος το στραβισμό της. Δεν τα κατάφερε.
[ Ένα τέτοιο παιδί μάλαμα ]
Ο ποιητής για το τέλος έχει κρατήσει το καλύτερο. Χρησιμοποιεί, ατυχώς, θα τολμούσαμε να πούμε, ξανά ένα χυδαίο υβρεολόγιο, αφού αναφέρεται στο παιδάκι υποτιμητικά, οτι αυνανίζεται δηλαδή, αλλά το ξεπερνάμε αφού, τουλάχιστον, έχει την διακριτικότητα να μην αναφέρει το όνομά του. (Αν και δίνει το τηλέφωνό του στην τελευταία σελίδα.)
Δεν θα κρατηθώ να παραβιάσω τον όρκο που έδωσα στο Σύλλογο Βελτιώσεων Αγροτικών Ελκυστήρων, να μην ασχοληθώ με την ποίηση και θα παραθέσω, έτσι για σβήσιμο, ένα μικρό λογοτεχνικό διαμαντάκι, που το ‘γραψα τώρα δα, που περιμένω για ένα σφραγισματάκι στο Ωδείο.
Λέγεται “Πολ Ντάνσιν Στην Γκαμπότζη”.
ΙΕΚ Ληστείας
διδάσκουν ακόμα
τρένου ληστείες
εγώ ο χαζός
κόπηκα στο ριφιφί
όμως έχω χοντρό λιλί
και αντί για μουσαμά
βροτοφωνάζω μουσακά
τον Ιούνιο
με τον Ιούλιο
μπερδεύω
και στις εξετάσεις
τις πανελλαδικές
αντί γι’ απαντήσεις του γλυκού νερού
έγραψα την 25άδα του Παναθηναϊκού.
Όπως και να ‘χει, να θυμάστε να φοράτε παπιγιόν όταν κριτικάρεται, γιατί απέδειξε ότι βελτιώνει κατά 13% τη ικανότητά σας να κόβετε κρεμμύδια.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: William Vanderson στο Getty Images