Κάποτε, όταν διάβαζα το έργο του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη Οι Έμποροι των Εθνών, βρέθηκα να στέκομαι νοητά ανάμεσα σε πολλούς φανταστικούς χαρακτήρες. Χαρακτήρες πλαστούς, ναι, αλλά πολυσύνθετους, με ζωντανές σκέψεις, συναισθήματα και πάθη που τους έδιναν σάρκα και οστά. Χαρακτήρες του παρελθόντος, με εσωτερικούς κόσμους και σύμπαντα κομμένα και ραμμένα από το ίδιο ύφασμα που είναι υφασμένα και τα δικά μας.
Με κάποιους από αυτούς έμοιαζα σαν μια σταγόνα νερό. Άλλους τους αποστράφηκα από την πρώτη σελίδα, κι άλλοι με παραξένεψαν. Είναι παράξενο πόσο διαφορετικοί είμαστε οι άνθρωποι, όταν μας βάλεις να κινηθούμε σε τροχιά με κάποιον άλλο. Ξαφνικά το κέντρο βάρους σου αλλάζει. Παύεις να είσαι ο κύριος του εαυτού σου.
Η Αυγούστα, ο πρωταγωνιστικός χαρακτήρας του Παπαδιαμάντη για παράδειγμα. Μια γυναίκα που με το που γνωρίζει τον Βενετό τυχοδιώκτη, Μάρκο Σανούτο, θαρρείς πως κυριεύεται από θεϊκή, διονυσιακή μανία και ενδίδει σε κάθε πειρασμό, που μέχρι πρότινος κρατούσε θαμμένο στην άβυσσο του υποσυνείδητου της.
Αναρωτιέμαι κάτι τέτοιες στιγμές… είναι πράγματι η μοίρα του ανθρώπου να περνάει μια ολόκληρη ζωή χτίζοντας τον εαυτό του, ώστε να έρθει ένας άνθρωπος, αυτός ο ένας, και να τον γυρίσει πάλι στο μηδέν;
Όχι στο μηδέν της ανυπαρξίας και της στασιμότητας. Στο «μηδέν» της επανανακάλυψης του ποιος είναι, του ποιος θα μπορούσε να γίνει γι’ αυτόν τον ένα.
Μερικές φορές σκέφτομαι πως ίσως ερωτευόμαστε επειδή νιώθουμε βαρετά «τέλειοι» στη βαρετή ηρεμία ενός κόσμου όπου όλα λειτουργούν σαν καλοκουρδισμένα γρανάζια μηχανής.
Και τότε όμως ακόμα, όταν βρούμε τον Έρωτα, συμβαίνει το πιο αναπάντεχο πράγμα: κάνουμε πίσω.
Γιατί φοβόμαστε.
Και φοβόμαστε μ’ ένα τρόπο απερίγραπτα ειρωνικό, όπου τείνουμε να μετατρέπουμε το φόβο μας αυτό σε μίσος. Μίσος επειδή κάποιος τόλμησε να εισβάλλει στη φούσκα που μέχρι τώρα περιέβαλλε τον κόσμο μας, και τόλμησε να μας αγαπήσει.
Γιατί η αγάπη είναι χαοτική. Δεν είναι εύκολη, δεν είναι ήμερη. Έχει δόντια και ξεσκίζει την σάρκα των εραστών σαν αγρίμι.
Γι ’αυτό και πολλοί συνειδητά επιλέγουν να γίνουν ο Μούχρας της ιστορίας. Γιατί το να αποστρέφεσαι τον έρωτα, την αγάπη και κάθε είδους συναίσθημα που απειλεί την αυτοκυριαρχία σου, είναι η εύκολη επιλογή.
Η Αυγούστα του Παπαδιαμάντη έκανε το λάθος να ερωτευτεί. Ίσως να την ερωτεύτηκε και ο Μάρκος. Ίσως απλώς την πόθησε και θέλησε να την νεμηθεί, κι όταν ο ενθουσιασμός της αρπαγής της Αυγούστας έσβησε, να έσβησαν και όσα ένιωσε για εκείνη.
Δεν θα μάθω ποτέ.
Θυμάμαι, είχαμε προσεγγίσει το έργο αυτό με όρους της Μοντέρνας Ψυχαναλυτικής Επιστήμης. Κάτι που μου έχει μείνει έντονα από τις αναλύσεις, είναι ο όρος «σαδομαζοχιστικά δίπολα». Ουσιαστικά χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει την κατάσταση όπου τα Υποκείμενα Αυγούστα – Μάρκος, εναλλάσσονταν στις θέσεις Σαδιστής – Μαζοχιστής.
Μου έκανε φοβερή εντύπωση πως μια ιστορία ενός θυελλώδους έρωτα περιστρέφονταν γύρω από αυτές τις δύο λέξεις. Δύο λέξεις οι οποίες στέκονταν εκεί και με χλεύαζαν περιπαιχτικά στο χαρτί.
Εν ολίγοις, ο όρος αυτός περιέγραφε αυτό που εγώ ονόμασα «θυελλώδη έρωτα». Τη σφοδρή δηλαδή τραγικότητα δύο ανθρώπων, ολοκληρωτικά ακατάλληλων ο ένας για τον άλλο, που έκαναν το λάθος να ερωτευτούν. Ακατάλληλοι διότι μπλέχτηκαν σε μια ατέρμονη προσπάθεια χειρισμού και κυριαρχίας ο ένας επί του άλλου, όταν ο έρωτας έπαψε να είναι αρκετός.
Τραγικοί, διότι ο έρωτας αναπόφευκτα τους οδήγησε στην συντριβή.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: “Το να κάνεις σωστά μπάνιο απαιτεί να μπορείς να μείνεις χωρίς ενοχές, να κάνεις παρέα ή/και να μην κάνεις τίποτα.” – Leonard Koren (Udesigning the Bath, 1996) / hellogoodland