Ή αλλιώς να σου κάνω μια ερώτηση;
…
Δεν ξέρω αν έχεις σκύλο.
Δεν ξέρω αν έχεις την τύχη να σε συντροφεύει σε αυτή τη ζωή μια υγρή μουσούδα και μια κουνιστή ουρά.
Δεν ξέρω αν έχεις νιώσει ποτέ πως είναι να χώνεται στην αγκαλιά σου ή να ξαπλώνει στην κοιλιά σου ένα ζωντανό χνουδωτό πλάσμα και να μένεις ακίνητος για να μην το ξεβολέψεις μέχρι να πιαστείς και να μουδιάσεις.
Δεν ξέρω αν έχεις την τύχη να έχεις στην οικογένειά σου ένα μέλος με τέσσερα πόδια.
Αν την έχεις θα καταλάβεις ότι πολλές φορές θα νιώσεις λίγος.
Λίγος. Ανεπαρκής. Μη αντάξιος. Μπορεί και κακός.
Κάθε φορά που γυρίζω σπίτι, δεν έχει σημασία αν πέρασαν πέντε λεπτά ή πέντε ώρες η Βανίλια με υποδέχεται με τιμές και δόξες.
Χοροπηδάει, γλύφει, κοντεύει να ξεκολλήσει την ουρά της, γαυγίζει, γιορτάζει!
Κάθε φορά όταν συμβαίνει αυτό, καταρχήν χαμογελάω.
Αλλά μετά μέσα μου βαθιά κολακεύομαι και λίγο ντρέπομαι.
Πώς γίνεται να με αγαπάει τόσο ένα πλάσμα;
Αλήθεια τώρα, δεν νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος που να χαίρεται τόσο όταν με βλέπει όσο χαίρεται ο σκύλος μου. Δεν ξέρω αν υπάρχει και άνθρωπος που με αγαπάει με τον τρόπο που με αγαπάει όσο ο σκύλος μου.
Χωρίς εγωισμό, χωρίς προσδοκία, χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς πίεση, χωρίς όφελος, χωρίς τραύματα, χωρίς ανασφάλεια, χωρίς να κρατάει τίποτα για τον εαυτό του.
Χθες το βράδυ, όταν ήμασταν δυο μας, λίγο μετά αφότου της τραγουδούσα και της έβγαζα αυτοσχέδια ποιήματα για το πόσο μοναδική είναι, με κοιτούσε παραδομένη και χαρούμενη.
Έχεις δει σκύλο χαρούμενο; Είναι σαν να χαμογελάει!
Και την ρώτησα.
Ερώτηση: «Πώς γίνεται να αγαπάς άνευ όρων;»
Έχω αρνηθεί τόσες φορές να παίξω μαζί της, έχω φωνάξει όταν γάβγιζε πολύ και μερικές φορές δεν προλαβαίνω να την βγάλω μεγάλη βόλτα. Έχω δυσανασχετήσει με τις τρίχες που αφήνει και την έχω αφήσει για ώρες μόνη στο σπίτι ενώ εγώ διασκεδάζω.
Κι αυτή εκεί.
Πάντα μα πάντα όταν γυρνάω είναι γιορτή.
«Πώς γίνεται να αγαπάς άνευ όρων;» ξαναρώτησα και περίμενα να μου απαντήσει. Της χάιδεψα τα αυτιά και αυτή στρώθηκε φαρδιά πλατιά πάνω μου και άφησε έναν αναστεναγμό.
Αυτή ίσως ήταν μια απάντηση.
«κοίτα με».
Την κοίταξα. Αναρωτήθηκα ξανά.
Με τόσα τραύματα, ανασφάλειες και εγωισμό είναι δυνατόν άραγε κάποια στιγμή οι άνθρωποι να αγαπήσουμε χωρίς όρους;
Χωρίς να περιμένουμε να πάρουμε αγάπη πίσω, χωρίς να απαιτούμε από αυτόν που αγαπιέται ευγνωμοσύνη, χωρίς να απαιτούμε να πληροί προδιαγραφές, χωρίς προσδοκίες, χωρίς άγχος, χωρίς ντροπή, χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς αμφιβολία, χωρίς φόβο, χωρίς λόγια, χωρίς εξηγήσεις, χωρίς απαιτήσεις, χωρίς τόκο.
Στο φως, στο ημίφως και στα σκοτάδια.
Απλά να αγαπάμε.
Ξεκούραστα.
Όχι περίπλοκα.
Σαν σκύλοι.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Ramunas Danisevicius