Κάπου στο 2006, μπορεί να ήταν ένας χρόνος πριν ή ένας μετά, βρέθηκα Σεπτέμβριο στη Μύκονο για ένα τετραήμερο μπόνους στο τέλος των καλοκαιρινών διακοπών μη γνωρίζοντας ότι εκείνες τις ημερομηνίες γινόταν η άτυπη ετήσια συνάντηση της παγκόσμιας ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας στο νησί, αν και τότε δεν νομίζω να χρησιμοποιούσε κανείς τον συγκεκριμένο όρο… Εκτός από τους ντόπιους και τους εργαζόμενους εκεί, είμασταν από τα ελάχιστα ετεροφυλόφιλα ζευγάρια. Ήταν η πρώτη φορά που πήρα μια γεύση του τι σημαίνει να είσαι άτομο μειονοτικής ομάδας πληθυσμού. Πέραν αυτού, μου είχε κάνει τεράστια εντύπωση η υπερβολή της συμπεριφοράς του λοιπού πληθυσμού τουριστών που είχε κατακλύσει τη χώρα του νησιού. Μου είχε φανεί πολύ ακατανόητο και θλιβερό ότι εκατοντάδες άνθρωποι είχαν τον 21ο αιώνα τόσο μεγάλη ανάγκη να εκτονωθούν, να προκαλέσουν, να υπερβάλουν. Στα 25 μου δεν μπορούσα να φανταστώ ότι βίωναν ακόμη τόσο μεγάλη καταπίεση και αποκλεισμό στην κανονικότητα της προσωπικής και κοινωνικής τους καθημερινότητας. Μάλλον το νεαρό της ηλικίας μου με έκανε να αντιλαμβάνομαι τον κόσμο τότε ως πλέον προοδευτικό και συμπεριληπτικό…
Από τότε περάσαν 17 χρόνια και η ελληνική κοινωνία συνεχίζει να διαπραγματεύεται τη θέση και τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, δίνοντας ασυνάρτητα δείγματα γραφής.
Σε νομοθετικό επίπεδο βρισκόμαστε θεωρητικά στο παραπέντε της αναγνώρισης του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών μετά τεκνοθεσίας, σύμφωνα με τις παλιότερες αλλά και πιο πρόσφατες εξαγγελίες Μητσοτάκη στη ΔΕΘ του περασμένου μήνα και των δηλώσεων Μαρινάκη την περασμένη Τρίτη στον ΣΚΑΪ. Το πολιτικό ρεπορτάζ της Καθημερινής ανέφερε ότι υπάρχουν δύο εισηγήσεις επί του θέματος προς το πρωθυπουργικό γραφείο: η πρώτη προτείνει να έρθει άμεσα, δηλαδή πριν τα Χριστούγεννα· η δεύτερη σε δεύτερο χρόνο μετά τις ευρωεκλογές γιατί το θέμα δημιουργεί τριγμούς τόσο στην Κοινοβουλευτική Ομάδα όσο και στην βάση του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, καθώς στελέχη της, όπως ο Βορίδης, ήδη έχουν δηλώσει ότι δεν θα υπερψηφίσουν το νομοσχέδιο· σε γενικές γραμμές αμφισβητείται η κομματική πειθαρχία επί του θέματος και υπάρχει πάντα ανοιχτός ο προβληματισμός για το πολιτικό κόστος της κυβέρνησης προς τους ψηφοφόρους της ειδικά ενόψει ευρωεκλογών.
Για να έχουμε μια πιο πλήρη εικόνα των ελληνικών νομοθετικών μεταρρυθμίσεων που αφορούν την πληθυσμιακή ομάδα των λεσβιών, ομοφυλόφιλων, αμφιφυλόφιλων, τρανς, queer και ίντερσεξ ατόμων (τα αρχικά όλων των παραπάνω δημιουργούν του αρκτικόλεξο ΛΟΑΤΚΙ) πρέπει να αναφέρουμε την καθιέρωση του συμφώνου συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών του ν. 4356/2015, που χρονικά συνέπεσε με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, που έκρινε ότι το αμερικανικό Σύνταγμα δίνει και στα ομόφυλα ζευγάρια το δικαίωμα γάμου, και τον ν. 4491/2017 περί αναγνώρισης της ταυτότητας φύλου που ψήφισε τον Οκτώβριο του 2017 το ελληνικό κοινοβούλιο, έκανε διάσημο το Jason Αντιγόνη και θεωρήθηκε μία μεγάλη τομή της ελληνικής νομοθεσίας, αντίστοιχη του συμφώνου συμβίωσης.
Ενώ για να έχουμε μία τάξη μεγέθους των νομοθετικών εξελίξεων της Ελλάδας σε σχέση με τις άλλες χώρες του κόσμου, αρκεί να αναφέρουμε ως παράδειγμα ότι αν και ο όρος transgender χρησιμοποιούνταν ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ΄90 μεταξύ πολιτικών ακτιβιστών στην Αμερική, χρειάστηκε αρκετή διαδρομή μέχρι να φτάσουμε στον όρο non-binary που καταστρατήγησε την μέχρι πρότινος παραδοχή της δυαδικότητας του αρσενικού και του θηλυκού. Η νομική κατοχύρωση των non-binary και genderqueer ταυτοτήτων πιστώνεται για πρώτη φορά στην Αυστραλία το 2003 όταν ο ιντερσεξ Alex MacFarlane έλαβε διαβατήριο με φύλο που σημειώθηκε ως απροσδιόριστο το 2003, ενώ μόλις τον Απρίλιο του 2022, ο δείκτης φύλου “X” έγινε διαθέσιμος στα διαβατήρια για όλους τους πολίτες των ΗΠΑ. Στις περισσότερες χώρες η νομοθετική κατοχύρωση συναντάται περί τα μέσα της δεκαετίας του 2010, περίπου δηλαδή το ίδιο διάστημα που η Ελλάδα προχώρησε τον ν. 4491/2017 περί αναγνώρισης της ταυτότητας φύλου.
Βέβαια όλα τα παραπάνω δεν έχουν απαραίτητα σχέση με την ωριμότητα της ελληνικής κοινωνίας σχετικά με την κοινωνική αποδοχή, την ανεκτικότητα της διαφορετικότητας και τη συμπερίληψη. Η επικράτηση Κασσελάκη στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ και η ξαφνική είσοδός του στην κεντρική πολιτική σκηνή και στις ζωές μας μπορεί να δείχνει το αντίθετο αλλά η συντηρητικότητα της κοινωνίας είναι υπαρκτή, βαθιά και πλειοψηφική.
Δεν χρειαζόταν οι ομοφοβικές δηλώσεις Μπέου κατά Κασσελάκη, μετά την πανηγυρική του νίκη την προηγούμενη Κυριακή για να το καταλάβουμε… Το αναλύει εξαιρετικά ο Γιάννης Παντελάκης στο άρθρο του «Δέκα μικροί Μπέοι» που δημοσιεύτηκε στη lifo. Ο Μπέος εν κατακλείδι είπε δυνατά, από δημόσιο βήμα, αυτό που μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας ψιθυρίζει. Ψιθυρίζει γιατί ντρέπεται ή φοβάται να το πει δυνατά. Ή έστω γιατί κατανοεί πως πρέπει να μιλήσει, να αντιδράσει στο κοινωνικό γίγνεσθαι χωρίς όμως να έχει αφομοιώσει πλήρως και σε βάθος το γιατί.
Ο «ψίθυρος» αυτός είναι σε μεγάλο βαθμό κατάκτηση του κινήματος της πολιτικής ορθότητας, του woke κινήματος και του soft power της ποπ κουλτούρας οι οποίες μονοπωλούν και πλαισιώνουν τον κοινωνικό ακτιβισμό των δύομισι σχεδόν δεκαετιών του 21ου αιώνα.
Θα μπορούσε σε αυτό το σημείο να μου χρεώσει κάποιος μια εμμονική και μονοδιάστατη ενασχόληση μου με την έννοια της πολιτικής ορθότητας, καθώς στα τελευταία άρθρα κάνω συχνές αναφορές, αλλά το αντιπαρέρχομαι, καθώς δεν γίνεται να μην παρατηρήσει κανείς το φαινόμενο γύρω του.
Τα τελευταία χρόνια για παράδειγμα είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς κινηματογραφική ταινία, τηλεοπτικό ή streaming σήριαλ όπου κάποιος πρωταγωνιστής ή έστω δευτεραγωνιστής να μην ανήκει στην ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα. Το ίδιο συναντάμε και στην σύγχρονη εταιρική κουλτούρα που επιτάσσει ικανές ποσοστώσεις συμπερίληψης μειονοτικών ομάδων στους εργασιακούς κόλπους των εταιριών, και ούτω καθεξής.
Είναι τόσο μεγάλη η κοινωνική ανάγκη των δυτικών κυρίως κοινωνιών να εξαλείψουν ενοχές και να αποκαταστήσουν αδικίες του παρελθόντος σε βάρος των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, που έζησαν στο περιθώριο, ως κοινωνικά απόβλητοι, που συντάσσονται με ταχύτητα με όλα τα κοινωνικά και ακτιβιστικά κινήματα του 21ου αιώνα, τα οποία από την πλευρά τους παρουσιάζουν τις θέσεις τους και τα αιτήματά του με αντίστοιχη ταχύτητα και συχνά με μια νομιμοποιημένη πλέον επιθετικότητα και ανυπομονησία. Μετά από αιώνες περιθωριοποίησης και κακοποίησης μπορούν να βγουν στο φως, και να επιβάλλουν τους εαυτούς τους ως πρωταγωνιστές στα κοινωνικά σύνολα. Και επιθυμούν να το κάνουν άμεσα. Τώρα. Χθες.
Αυτή η ταχύτητα, η επιθετικότητα και η ανυπομονησία δεν καταφέρνει τελικά να αφομοιωθεί στο σύγχρονο κοινωνικό zeitgeist με αποτέλεσμα αφενός να δημιουργούνται ερωτηματικά σχετικά με την πραγματική και την προβαλλόμενη ποσόστωση των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων στις σύγχρονες κοινωνίες, με το αν βιώνουμε μια έξαρση που αποκτά χαρακτηριστικά μόδας η οποία κινδυνεύει να αλλοιώσει τον κοινωνικό ιστό, με το αν τείνουμε στον εργασιακό κλάδο να επιπέσουμε σε ένα ιδιότυπο καθεστώς αναξιοκρατίας σε βάρος πλέον των ετεροφυλόφιλων.
Και ενώ θα περίμενε κανείς οι προβληματισμοί αυτοί να προέρχονται από το σταθερά συντηρητικό τμήμα της κοινωνίας που καμία πολιτική ορθότητα και ακτιβισμός δεν έχει καταφέρει να μαλακώσει, παρατηρείται το φαινόμενο και στο λοιπό μετριοπαθές και προοδευτικό τμήμα, που μοιάζει σαν να αναπτύσσει – ενοχικά μεν, υπαρκτά δε – ομοφοβικά διλήμματα και άμυνες.
Όλα αυτά είναι δύσκολο να αναλυθούν και να αποτιμηθούν καθώς οι κοινωνίες βρίσκονται εν βρασμώ. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι σκεφτούμε πως η ιστορία έχει δείξει ότι σε περιόδους μεγάλων κοινωνικών αλλαγών παρατηρούνται νομοτελειακά φαινόμενα έξαρσης, υπερβολής και επιθετικότητας, τα οποία ομαλοποιούνται σταδιακά συν το χρόνω που βοηθά τις κοινωνίες να αφομοιώσουν τις αλλαγές και τις εκάστοτε νέες κοινωνικές επιταγές.
Μέχρι τότε, ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, να παίζουμε τους απόλυτα προοδευτικούς και να δείχνουμε ότι μας σοκάρει και μας βγάζει από τα ρούχα μας ο Μπέος και ο κάθε Μπέος· κι ας προσπαθήσουμε να δουλέψουμε λίγο περισσότερο με τους εαυτούς μας όλοι, ετεροφυλόφιλοι, ομοφυλόφιλοι και άφυλοι…
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Elliott Erwitt, New York City, 1956