Κάθε Χριστούγεννα οι μητροπόλεις του πλανήτη ετοιμάζονται να υποδεχτούν στίφη από Άγιους Βασίληδες που ξεχύνονται στα μπαρ για να γιορτάσουν τις άγιες μέρες με ένα ανελέητο μεθύσι που συνήθως καταλήγει σε γρονθοκοπήματα και βανδαλισμούς. Όμως το SantaCon ξεκίνησε ως καθαρά πολιτική ιδέα.
…
Ξεχύνονται σαν ερυθρόλευκος στρατός στο κέντρο της πόλης, κρατώντας μισοάδεια μπουκάλια αλκοόλ. Καταλαμβάνουν τους δρόμους πίνοντας και χορεύοντας. Καθώς οι ώρες περνάνε γίνονται πιο επιθετικοί, πειράζουν τους περαστικούς, ουρούν δημόσια, ενώ οι γυναίκες που συμμετέχουν αρχίζουν ένα ιδιότυπο στριπτίζ. Η κραιπάλη καταλήγει σε μικροσυμπλοκές που ακολουθούνται και από κάποιες συλλήψεις από την αστυνομία.
Αυτή είναι μία κλασική εικόνα του SantaCon, μίας νεόκοπης παράδοσης που ξεκίνησε στο Σαν Φρανσίσκο το 1994 και έχει πια διαδοθεί σε δεκάδες πόλεις ανά τον κόσμο. Ουσιαστικά ξεκινάει λίγα εικοσιτετράωρα πριν τις διακοπές των Χριστουγέννων και είναι πολύ πιο επεισοδιακό από τα βαρετά εταιρικά πάρτι. Το μόνο που χρειάζεται είναι μία νοικιασμένη στολή και δίψα για αλκοόλ. Αυτό που στην αρχή ήταν υπόθεση μόνο κάποιων που επιθυμούσαν να σοκάρουν το πλήθος που έκανε τις χριστουγεννιάτικες αγορές του, γρήγορα εξελίχθηκε σε ένα αλλόκοτο έθιμο που έκανε την αστυνομία να λαμβάνει έκτακτα μέτρα σε συγκεκριμένες γειτονιές και τους ιδιοκτήτες μπαρ να απαγορεύουν την είσοδο σε μεταμφιεσμένους πελάτες.
Press diggin' Santa this AM (mostly) Santa's not on their naughty list:http://t.co/HSIEnrEIc6http://t.co/eXUSkj8cI9 pic.twitter.com/P8QEPW97Sl
— Santacon NYC (@santacon) December 14, 2014
Τώρα η όλη ιδέα φαντάζει ως μία χιουμοριστική και λίγο βέβηλη αντιμετώπιση των Χριστουγέννων, ένα βανδαλιστικό όργιο όπου οι μεταμφιεσμένοι νιώθουν ότι μπορούν να εκτρέπονται για λίγες ώρες, χωρίς σοβαρές συνέπειες –άλλωστε, η πλειοψηφία των συμμετεχόντων είναι φοιτητές και χαμηλόβαθμα εταιρικά στελέχη από τα προάστια που καταλαμβάνουν για λίγο το κέντρο. Δεν ξεκίνησε όμως τόσο απλοϊκά
.
Santarchy
Λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα του 1994 οι κάτοικοι του Σαν Φρανσίσκο είδαν να εισβάλλει στο κέντρο της πόλης ένα τσούρμο από 35 Αγιοβασίληδες που δεν έμοιαζαν και τόσο άγιοι. Φώναζαν κι έπιναν, ζητιάνευαν με απειλητικό τρόπο («δώσε ένα δολάριο, ρε μπάσταρδε»), επετίθεντο στους Άγιους Βασίληδες των καταστημάτων και έδειχναν τα πισινά τους στους περαστικούς. Κάποια στιγμή εισέβαλαν σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο όπου δινόταν ένα κοκτέιλ πάρτι, ήπιαν τα ξένα ποτά και αποχώρησαν μετά από μια μικρή μάχη με την ασφάλεια του ξενοδοχείου. Κατέληξαν στην παραλία όπου αφού κατέλαβαν ένα μπαρ, άρχισαν να κάνουν μπάφους. Ήταν η πρώτη απόπειρα της Cacophony Society να διασπείρει την «Santarchy», την «αγιοβασιλιάτικη αναρχία». Αλλά δεν είχε εξαντλήσει όλη της την ευρηματικότητα.
Δύο χρόνια αργότερα, σε ένα εμπορικό κέντρο του Πόρτλαντ οι καταναλωτές αντίκρισαν έκπληκτοι ένα πρωτόγνωρο θέαμα. Μία συμμορία Αγιοβασίληδες εισέβαλαν όχι πια για να μεθύσουν, αλλά για να χλευάσουν όσους ψώνιζαν χριστουγεννιάτικα δώρα και να μοιράσουν στα παιδιά χειροποίητα φτηνά παιχνίδια. Ήταν μία ενορχηστρωμένη από την ίδια ομάδα προβοκάτσια για τη γιορτή της κατανάλωσης με σκοπό να ακυρώσει τη φρενίτιδα του shopping. Έμοιαζε περισσότερο με διαδήλωση ανατρεπτικών στοιχείων παρά με χριστουγεννιάτικη φάρσα. Και οι αρχές και οι υπεύθυνοι των καταστημάτων την πήραν πολύ σοβαρά.
Στο Santarchy του 1997 οι αστυνομικοί ήταν προετοιμασμένοι, ακολουθώντας από απόσταση την παρέλαση των Αγιοβασίληδων. Όταν αυτοί δοκίμασαν να διαταράξουν την τάξη της αγοράς εισβάλλοντας σε ένα εμπορικό κέντρο, βρήκαν μπροστά τους μερικές διμοιρίες ειδικών δυνάμεων οπλισμένες με ασπίδες και πελώρια κλομπ. Η «Κόκκινη Ταξιαρχία» οπισθοχώρησε όχι χωρίς απώλειες, αφού δύο Αγιοβασίληδες συνελήφθησαν με την κατηγορία της έκθεσης ανηλίκων σε πορνογραφικό περιεχόμενο (είχαν τυλίξει τα φτηνιάρικα παιχνίδια που θα χάριζαν στα παιδιά σε σελίδες του Playboy).
Η καταστολή δεν έκαμψε την αγωνιστική διάθεση της κόκκινης στρατιάς. Στο κάτω κάτω τα μέλη της Cacophony Society είναι ταγμένοι να προκαλούν τη σύγχυση καθώς, όπως επαίρονται, είναι αυτοί που δεν χωρούν στον τρόπο ζωής που επιβλήθηκε από την πλειοψηφία και επειδή δεν θέλουν να είναι αναχωρητές, δρούνε στις μητροπόλεις με ένα ευφάνταστο αντάρτικο. Οι παρεμβάσεις τους είναι κληρονομιά των σκανδάλων που προκαλούσαν οι Ντανταϊστές στα πλαίσια της κατάργησης της τέχνης, αν και η στρατηγική τους θυμίζει πιο πολύ τους καταστασιακούς και το πρόταγμα τους για επανάσταση στην καθημερινή ζωή, ενώ ο σαρκασμός τους ταιριάζει περισσότερο στους Yippies, τους νεαρούς ανατροπείς από το κίνημα του ’68 που μετέτρεψαν το κίνημα ενάντια στον Πόλεμο του Βιετνάμ σε μία μαχητική δράση κατά του συστήματος. Από το Νταντά έκλεψαν το όπλο της ανατρεπτικής παρέμβασης στο δημόσιο χώρο και την παιχνιδιάρικη διάθεση του. Από τους Καταστασιακούς αντέγραψαν την οργάνωση και εκτέλεση των επαναστατικών εκλάμψεων μέσα στην πληκτική καθημερινότητα. Από τους Yippies έμαθαν την τεχνογνωσία που απαιτείται για την πρόκληση σοκ σε μια εφησυχασμένη σιωπηλή κοινωνία.
Τα μέλη της Cacophony Society πειραματίζονται χωρίς αναστολές και δεν είναι τόσο εκλεκτικοί όπως οι πρόγονοι τους. Ένα πικνίκ πάνω στη γέφυρα Golden Gate του Σαν Φρανσίσκο αποτυγχάνει. Όμως έχουν ανακαλύψει το flash mob, όπου άγνωστοι συγκεντρώνονται ξαφνικά και εκτελούν ένα χορευτικό νούμερο σε δημόσιο χώρο, ένα ευφυές εύρημα που κατάντησε λαίλαπα όταν το ανακάλυψαν οι διαφημιστικές. Ακόμα πιο πετυχημένο ήταν το Fight Club, το βιβλίο που απέκτησε φήμη όταν ο Ντέιβιντ Φίντσερ το μετέφερε στο σινεμά διατηρώντας όλην τη ρηξικέλευθα ανατρεπτική φιλοσοφία του.
Ο συγγραφέας Τσακ Παλάνιουκ είναι παλιό μέλος της Cacophony Society και όπως έχει πει, η πλοκή του Fight Club είναι εμπνευσμένη από τις περιπέτειες του με αυτούς τους ακάματους ταραξίες. Λέει ότι η ιστορία με τους «αντάρτες της εστίασης» σερβιτόρους που φτύνουν, πετάνε σκουπίδια στο φαγητό και φέρονται αγενώς στους πελάτες ενός πολυτελούς εστιατορίου είναι αληθινό συμβάν. Ήταν και ο ίδιος μέλος αυτών των διαβολικών σερβιτόρων που μόλυναν χαρωπά με τις εκκρίσεις τους τις σπεσιαλιτέ των πελατών. Σαν μια σκοτεινή εκδίκηση των μη προνομιούχων απέναντι στις καλοζωισμένες ελίτ.
Tο SantaCon ήταν μία αντάρτικη χειρονομία που έγινε δεκτή με ενθουσιασμό. Οι πράκτορες της Cacophony Society επιθυμούσαν να σπείρουν το χάος στις μέρες που το όργιο του καταναλωτισμού οξύνεται. Επέλεξαν τη φιγούρα του Αγίου της χριστουγεννιάτικης αγοράς για να κάνουν πιο εμφανή την αντίφαση στη συνείδηση του μέσου πολίτη που βγαίνει σχεδόν παβλωφικά να ψωνίσει τις γιορτινές μέρες.
Το αντάρτικο των Αγιοβασίληδων
Η ιδέα δεν πρωτότυπη. Την είχαν συλήσει από τη δανέζικη αναρχική ομάδα Solvognen που το 1974 επέλεξε το θέατρο δρόμου ως τον δικό της τρόπο παρέμβασης σχεδιάζοντας ένα τετραήμερο σκάνδαλο με σκοπό να στηλιτεύσουν την καταναλωτική μανία των ημερών. Την πρώτη μέρα παρέλασαν ως Αγιοβασίληδες στο κέντρο της Κοπεγχάγης κουνώντας σημαίες της Δανίας και προσφέροντας ζεστά γκρογκς στους περαστικούς. Μαζί τους έσερναν μία πελώρια άσπρη χήνα από χαρτόνι, αναφορά στον Δούρειο Ίππο.
Την επόμενη μέρα όμως δεν έμειναν εκεί. Πρώτα εισέβαλαν στο εργοστάσιο της General Motors για να καταγγείλουν τις απολύσεις και να στηλιτεύσουν την πολιτική των πολυεθνικών που δημιουργεί στρατιές ανέργων και στη συνέχεια έσπασαν τα γραφεία της Επιθεώρησης Εργασίας. Το αποκορύφωμα ήρθε την επομένη: οι αντάρτες Αγιοβασίληδες μπούκαραν σε ένα πολυώροφο βιβλιοπωλείο καλώντας τους πελάτες να πάρουν τα βιβλία δωρεάν λέγοντας ότι οι ιδιοκτήτες του καταστήματος είχαν καταληφθεί από το πνεύμα των Χριστουγέννων και δώριζαν το εμπόρευμα. Επικράτησε χάος, οι ιδιοκτήτες κάλεσαν την αστυνομία και τα πιτσιρίκια έκλαιγαν βλέποντας την αστυνομία να δέρνει και να συλλαμβάνει Αγιοβασίληδες.
Παραφράζοντας τους σουρεαλιστές, οι Solvognen έγραψαν το δικό τους κεφάλαιο στην ιστορία των κατακλυσμών θέλοντας να κάνουν παρέμβαση στο «μικροαστικό τρόμο των Χριστουγέννων και να διαμαρτυρηθούν για την αύξηση της ανεργίας μετά το ξέσπασμα της πετρελαϊκής κρίσης». Και τελικά απέδειξαν πως «αν είσαι γενναιόδωρος και θέλεις να προσφέρεις, αυτή η κοινωνία σε αντιμετωπίζει ως εγκληματία».
Το δωρεάν μοίρασμα του εμπορεύματος ενός πολυκαταστήματος το είχαν επινοήσει στα τέλη του ’60 φιλοκαταστασιακές ομάδες. Τα μέλη του βρετανικού King Mob, του Βασιλιά Όχλου, τα Χριστούγεννα του 1969 ντυμένοι Αγιοβασίληδες προσπάθησαν να μοιράσουν δωρεάν τα παιχνίδια στο Selfridges, όπου και συνελήφθησαν. Τα μέλη της ομάδας Black Mask άφησαν ελεύθερα στους διαδρόμους του πολυκαταστήματος Macy’s της Νέας Υόρκης δεκάδες αδέσποτα σκυλιά και γατιά που είχαν προηγουμένως μαζέψει από τους δρόμους του Μανχάταν, διασκεδάζοντας με τον πανικό που προκάλεσαν σε υπαλλήλους και πελάτες.
Η θεατρινίστικη διαμαρτυρία της Cacophony Society κατά του άκρατου καταναλωτισμού που ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του ’90 δεν βρήκε τελικά τον στόχο της. Αντίθετα δημιούργησε κάτι διαφορετικό που δεν είχαν προβλέψει οι αρχικοί διοργανωτές της. Μία νέα στρατιά Αγιοβασίληδων που δεν πολυσκοτίζονται για την πολιτική ούτε για την οικονομία, αλλά τολμούν να σπέρνουν το χάος στις μητροπόλεις του πλανήτη από τη Νέα Υόρκη ως το Ανόι χωρίς να νοιάζονται για τη φιλοσοφία των εμπνευστών της αρχικής προβοκάτσιας. Η τακτική της Cacophony Society πήρε άλλη τροπή και αντί για μία σαρκαστική διαμαρτυρία ενάντια στην κατανάλωση έγινε το φόβητρο των δυτικών μητροπόλεων τις γιορτινές ημέρες.
Νaughty or nice?
Τυπικά είναι μία τρελή κούρσα από μπαρ σε μπαρ και κατανάλωση αλκοόλ μέχρι τελικής πτώσεως. Δεν υπάρχει σχέδιο ούτε κανόνες. Μπορείς να συμμετάσχεις αρκεί να φοράς κόκκινα ρούχα και να θέλεις να πιεις. Στην ιστοσελίδα της υπάρχουν οι εκδηλώσεις σε κάθε πόλη ανά τον κόσμο. Είναι μία αυθόρμητη συνάντηση ανθρώπων που θέλουν απλά να ξεδώσουν χωρίς να ακολουθούν κατά βήμα την παράδοση.
Όμως κάποιοι δεν αντιμετωπίζουν το SantaCon με την ίδια μεγαλοθυμία. Ειδικά στο Μανχάταν κανείς δεν φαίνεται να υποστηρίζει την ιδιόμορφη παρέλαση. Oι ιδιοκτήτες μπαρ βάζουν ταμπέλες στη βιτρίνα όπου προειδοποιούν με σαφήνεια πως δεν σερβίρουν αλκοόλ σε Αγιοβασίληδες και απαγορεύουν τις σέξι εμφανίσεις των κυριών που λαμβάνουν μέρος στο SantaCon, με αγιοβασιλιάτικους σκούφους, μίνι φούστες και ζαρτιέρες και προσπαθούν να οργανωθούν ώστε να προχωρήσουν σε ένα μποϊκοτάζ του εθίμου καθώς «δεν γίνεται τα παιδιά που περιμένουν δώρα από τον Άγιο Βασίλη, να τον βλέπουν να παίρνει μέρος σε συμπλοκές ή να πέφτει λιπόθυμος πάνω στον εμετό του αγκαλιά με ένα μπουκάλι ουίσκι».
Η αστυνομία επίσης εξοργίζεται με αυτές τις εκδηλώσεις, καθώς είναι αυτοί που καλούνται να επιβάλλουν την τάξη όταν οι γιορτινοί Αγιοβασίληδες παρεκτρέπονται και αρχίζουν να δέρνονται, να γδύνονται και να προκαλούν φασαρίες στα μπαρ. Ήδη το μετρό της Νέας Υόρκης επιτρέπει την είσοδο μεταμφιεσμένων μόνο σε συγκεκριμένα βαγόνια, καθώς οι πιωμένοι Αγιοβασίληδες κυκλοφορούσαν από βαγόνι σε βαγόνι και παρενοχλούσαν τους επιβάτες.
Mοιάζει γελοίο ότι τις γιορτινές μέρες οι πόλεις άρχισαν να φοβούνται μία φιγούρα που υποτίθεται ότι συμβολίζει το πνεύμα των Χριστουγέννων – και μαζί με αυτό την εμμονική προσήλωση στα ψώνια. Μετά από είκοσι περίπου χρόνια οι Cacophony Society κατάφεραν να μεταμορφώσουν τον αγαπημένο άγιο της αγοράς σε έναν εφιαλτικό δαίμονα. Δεν ξύπνησαν τις συνειδήσεις των πολιτών όπως ήλπιζαν, όμως η ειρωνική τους διάθεση απέναντι στις κοινότοπες συνήθειες των εορτών ζωντανεύει μέσα από το ξέφρενο καρναβάλι των μεθυσμένων και ιερόσυλων Αγιοβασίληδων.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: SantaCon 2010, Νέα Υόρκη. [Zun Lee/flickr]
Πηγή: insidestory