Οι 1000 μέρες της διακυβέρνησης του Χιλιανού προέδρου Αλιέντε θα μείνουν στην ιστορία του 20ού αιώνα ως μία από τις σημαντικότερες στιγμές του παγκόσμιου σοσιαλιστικού κινήματος. Ήταν η πρώτη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που ένας ριζοσπάστης σοσιαλιστής εκλέχθηκε με δημοκρατικές διαδικασίες και πήρε αναίμακτα την εξουσία την οποία εξάσκησε μέχρι την πτώση του και τον θάνατο του 11 Σεπτεμβρίου 1973 κατά την διάρκεια του πραξικοπήματος του στρατηγού Πινοσέτ, ενορχηστρωμένο και καλά προετοιμασμένο από την ΣΙΑ.
Ο δρόμος που άνοιγε ο Αλιέντε προς τον σοσιαλισμό με δημοκρατία, χωρίς βία, χωρίς αίμα, χωρίς όπλα, με σεβασμό στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, χωρίς δικτατορία του προλεταριάτου, χωρίς σκοτωμούς, χωρίς φυλακίσεις αντιφρονούντων και γκουλάγκ, τράβηξε την προσοχή όλου του πλανήτη. Προσπάθησε να εφαρμόσει το πρόγραμμα του για την αναδιάρθρωση της χιλιανής κοινωνίας όπου οι κοινωνικές ανισότητες και η φτώχεια κυριαρχούσαν.
Το 40% των Χιλιανών ζούσαν κάτω από το όριο φτώχειας και ελάχιστοι νέοι που προέρχονταν από την αγροτική και εργατική τάξη μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στα πανεπιστήμια. Έβαλε σε εφαρμογή αμέσως το κυβερνητικό του πρόγραμμα το οποίο προέβλεπε γενναίες αυξήσεις μισθών, παιδεία και κατοικία για όλους, ιατρική περίθαλψη για τις κατώτερες κοινωνικές τάξεις.
Στρατηγικός του στόχος ήταν η ενότητα όλων των αριστερών δυνάμεων σε αυτή την προσπάθεια. Εξάλλου με αυτό τον τρόπο κατόρθωσε να εκλεγεί στις 4 Σεπτεμβρίου 1970. Ήταν η κατάληξη μιας μακράς πορείας προς την εξουσία.
Ο Σαλβαντόρ Αλιέντε γεννήθηκε το 1908, καταγόταν από αστική οικογένεια, σπούδασε ιατρική και ασχολήθηκε πολύ νέος με την πολιτική. Όπως εκμυστηρεύτηκε αργότερα ο ίδιος, είχε θεμελιώδη επίδραση επάνω του ο Juan Demarchi ένας ηλικιωμένος αναρχικός με τον οποίο ήρθε σε στενή επαφή και με τις συζητήσεις που έκανε μαζί του ανακάλυψε την σημασία των κοινωνικών αγώνων και τον ελευθεριακό σοσιαλισμό του αναρχικού Προυντόν.
Εκλέχθηκε σε ηλικία 27 ετών βουλευτής για πρώτη φορά, ενώ την επόμενη χρονιά ανέλαβε υπουργός Υγείας στην κυβέρνηση του Χιλιανού Δημοκρατικού Μετώπου. Εκλεγόταν γερουσιαστής για 25 συνεχή έτη και έγινε πρόεδρος της Γερουσίας από το 1966 μέχρι το 1969. Ήταν ένας από τους ιδρυτές του σοσιαλιστικού κόμματος της Χιλής το 1933.
Ο Αλιέντε είχε προσπαθήσει ήδη τρεις φορές να εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Το 1952 είχε λάβει ποσοστό 5,45%, το 1958 κατάφερε να συγκεντρώσει το 28,5% των ψήφων και το 1964 συγκέντρωσε το 38,6%, ηττήθηκε όμως από το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα που είχε έρθει πρώτο με 55%.
Το 1970 ηγήθηκε ενός αριστερού συνασπισμού με σοσιαλιστές, κομμουνιστές κι άλλα μικρότερα κόμματα της αριστεράς όπως είχε κάνει έξάλλου και στις εκλογές του 1958 και 1964. Απέσπασε το 36,6% των ψήφων με δεύτερο το χριστιανοδημοκράτη Αλεσάντρι που πήρε 35,3%.Το τρίτο κόμμα είχε λάβει το 28% των ψήφων.
Στην Χιλιανή δημοκρατία, όταν κανένα κόμμα δεν έχει την αυτοδυναμία, πρόεδρος εκλέγεται ο αρχηγός του πρώτου κόμματος έτσι ο Αλιέντε έγινε ο πρώτος σοσιαλιστής πρόεδρος της Χιλής μην έχοντας την πλειοψηφία στο Κογκρέσο όπου κυριαρχούσαν οι χριστιανοδημοκράτες και οι συντηρητικοί.
Ο νέος πρόεδρος γνώριζε πολύ καλά ότι εφαρμόζοντας το πρόγραμμα του θα υπήρχαν σφοδρές αντιδράσεις από τα κόμματα της δεξιάς, τους εγχώριους και διεθνείς οικονομικούς κύκλους και κυρίως τις ΗΠΑ οι οποίες δεν περίμεναν ότι ο Αλιέντε θα μπορούσε να κερδίσει τις προεδρικές εκλογές εφόσον το μεγάλο φαβορί ήταν μέχρι την τελευταία στιγμή ο υποψήφιος των Χριστιανοδημοκρατών.
Ο Χιλιανός πρόεδρος γνώριζε επίσης από την πρώτη στιγμή ότι η ζωή του βρισκόταν διαρκώς σε κίνδυνο και ότι η πιθανότητα ενός πραξικοπήματος για την ανατροπή του ήταν μεγάλη και πίστευε, όπως εκμυστηρεύτηκε σε στενούς του συνεργάτες, ότι θα έβγαινε από το προεδρικό μέγαρο κάποια μέρα νεκρός.
Οι Αμερικάνοι από την πρώτη στιγμή της εξουσίας του Αλιέντε επεξεργάστηκαν σενάρια για την ανατροπή του.
Δύο ήταν οι πιο σημαντικοί παράγοντες που επέσπευσαν την παρέμβαση των ΗΠΑ και το πραξικόπημα του στρατηγού Πινοσέτ.
Ο πρώτος ήταν οικονομικός και αφορούσε στην απόφαση του Αλιέντε να εθνικοποιήσει τα ορυχεία του χαλκού, την σημαντικότερη πηγή πλούτου της χώρας. Αυτό το μέτρο θα επέτρεπε και την χρηματοδότηση όλων των κοινωνικών αλλαγών που είχαν αρχίσει να δρομολογούνται. Όμως η εθνικοποίηση των ορυχείων του χαλκού έθιγε άμεσα τα συμφέροντα τριών μεγάλων αμερικανικών πολυεθνικών που μέχρι τότε τα εκμεταλλεύονταν και κατ´ επέκταση τα οικονομικά συμφέροντα των ΗΠΑ.
Σε μία ιστορική του ομιλία στον ΟΗΕ τον Οκτώβριο του 1972 κατήγγειλε με δριμύτατο τρόπο την παρεμβατικότητα των πολυεθνικών και τους κινδύνους για την Δημοκρατία. Στέλνοντας ένα οικουμενικό μήνυμα από το βήμα του ΟΗΕ ο Αλιέντε ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία πραγματική μετωπική σύγκρουση μεταξύ μεγάλων, διεθνών εταιρειών και κρατών.
Τα κράτη παρακάμπτονται στις θεμελιώδεις αποφάσεις τους, τις οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές, από παγκόσμιους οργανισμούς που δεν εξαρτώνται από κανένα κράτος και των οποίων οι δραστηριότητες δεν ελέγχονται από κανένα κοινοβούλιο ή από κανένα όργανο που εκπροσωπεί το γενικό συμφέρον.
Υπονομεύεται ολόκληρη η πολιτική δομή του κόσμου. Οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες δεν βλάπτουν μόνο τα συμφέροντα των αναπτυσσόμενων χωρών αλλά οι ανεξέλεγκτες ενέργειές τους βλάπτουν επίσης τις βιομηχανικές χώρες όπου είναι εγκατεστημένες. Είναι η εμπιστοσύνη στον εαυτό μας που ενισχύει την πίστη μας, στις μεγάλες αξίες της ανθρωπότητας, με την βεβαιότητα ότι οι αξίες αυτές πρέπει να επικρατήσουν και ότι δεν θα καταστραφούν ποτέ…»
Ο δεύτερος παράγοντας ήταν πολιτικός. Βρισκόμαστε στην περίοδο του ψυχρού πολέμου και για τις ΗΠΑ η περίπτωση του Αλιέντε στη Χιλή και το σοσιαλιστικό μοντέλο που προσπαθούσε να προωθήσει θα μπορούσε να έχει θετική επίδραση σε χώρες της Δύσης όπως η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία όπου υπήρχαν δυνατά σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά κόμματα που θα μπορούσαν με συμμαχίες να ανέλθουν στην εξουσία με δημοκρατικό τρόπο.
Για τους Αμερικάνους το πείραμα του Αλιέντε ήταν πιο επικίνδυνο από αυτό της Κούβας, όπου η εξουσία είχε παρθεί με βία, με όπλα και αίμα και είχε ακολουθήσει κατά κάποιο τρόπο το παράδειγμα της Ρωσικής Επανάστασης. Οι κοινωνίες των δυτικών χώρων δεν ήταν ευνοϊκά διακείμενες σε τέτοιου είδους κοινωνικές μετατροπές, θα μπορούσαν όμως να αποδεχθούν πιο εύκολα μία πιθανότητα σοσιαλιστικού μετασχηματισμού ή ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων με δημοκρατικές διαδικασίες, εκλογές. δίχως βία, όπλα και σκοτωμούς. Η απήχηση του πειράματος του Αλιέντε ήταν μεγάλη σε όλο τον κόσμο και αυτό φόβιζε τους Αμερικανούς σε μία περίοδο που ο ψυχρός πόλεμος συχνά απειλούσε να γίνει θερμός.
Η αμερικανική ηγεσία με πρωταγωνιστές τον Νίξον και τον Κίσινγκερ έκανε τα πάντα για να αποσταθεροποιήσει την προσπάθεια του Αλιέντε, να προκαλέσει διχασμό και δυσαρέσκειες στο λαό οργανώνοντας παράλληλα ένα στρατιωτικό πραξικόπημα στο μέσον της προεδρικής θητείας του Αλιέντε.
Στις 11 Σεπτεμβρίου 1970 στις εννέα το πρωί, αεροπορικές δυνάμεις των πραξικοπηματιών βομβαρδίζουν το προεδρικό μέγαρο, στο οποίο βρίσκεται ο Πρόεδρος Αλιέντε με μερικές δεκάδες στενούς συνεργάτες του.
Εκείνος θα αυτοκτονήσει (η επίσημη εκδοχή) λίγο πριν οι δυνάμεις του Πινοσέτ εισβάλλουν στο προεδρικό μέγαρο και τον συλλάβουν. Θα προλάβει να απευθύνει ένα ραδιοφωνικό μήνυμα στους Χιλιανούς συμπατριώτες του· αυτή θα είναι η τελευταία του ομιλία.
«Αυτή είναι ίσως η τελευταία ευκαιρία που έχω να σας μιλήσω. Η αεροπορία βομβάρδισε τις κεραίες του ράδιο Portales και του ράδιο Corporacion. Τα λόγια μου δεν εκφράζουν πίκρα αλλά απογοήτευση και αυτά τα λόγια θα είναι η τιμωρία όσων πρόδωσαν τον όρκο που έδωσαν. [..] Έχουν την δύναμη, θα μπορέσουν να μας υποδουλώσουν αλλά κανείς δεν εμποδίζει την κοινωνική πρόοδο με το έγκλημα και την βία. Η ιστορία είναι δική μας, είναι ο λαός που την χτίζει.»
Η δικτατορία που επιβλήθηκε από το στρατηγού Πινοσέτ διήρκεσε 17 χρόνια προκαλώντας χιλιάδες θύματα και αγνοούμενους.
Από το 1990, η Χιλή εισήλθε σε έναν ομαλό πολιτικό βίο έχοντας μια κοινοβουλευτική δημοκρατία, χωρίς μολαταύτα να επουλώσει τις μεγάλες πληγές της, παραμένοντας βαθιά διχασμένη και διαιρεμένη μέχρι σήμερα σε φίλους και εχθρούς του Προέδρου Αλιέντε.