Στις 10 Δεκεμβρίου θα γίνει η τελετή της ανάληψης των καθηκόντων του νέου Αργεντινού προέδρου Χαβιέρ Μιλέι. Κατά σύμπτωση θα βρίσκομαι στο Buenos Aires εκείνη την ημέρα, όχι βέβαια για να παρακολουθήσω και να αποθεώσω στους δρόμους τον εκκεντρικό νέο ηγέτη της Αργεντινής, αλλά για επαγγελματικούς λόγους (η αρθρογραφία στο thecommonsense? είναι μία υπέροχη εμπειρία αλλά δεν ξεχνώ ότι είμαι μουσικός).
Η προετοιμασία αυτού του ταξιδιού τις τελευταίες εβδομάδες με έκανε να ενδιαφερθώ επιπλέον για την Αργεντινή του σήμερα.
Πριν ακριβώς 40 χρόνια, το 1983 έπεφτε η στρατιωτική δικτατορία και εδραιωνόταν η δημοκρατία.
Μία κοινοβουλευτική Δημοκρατία που επιθυμούσε ο αργεντίνικος λαός και στην οποία κυριάρχησε ο δικομματισμός με ένα μεγάλο κόμμα της κεντροδεξιάς και ένα αντίστοιχο της κεντροαριστεράς (απόγονος του Περόν) τα οποία θα εναλλάσσονται στην εξουσία τα τελευταία 40 χρόνια. Δεν θα μπορούσαν να διανοηθούν, πριν από 2-3 μήνες ότι ένας πολιτικός σαν τον Μιλέι θα μπορούσε να σπάσει την κυριαρχία τους και να εκλεγεί πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ήταν ένα αουτσάιντερ που κανείς δεν έπαιρνε στα σοβαρά στον αγώνα για την διεκδίκηση της εξουσίας.
Και με ένα ηλεκτρικό πριόνι σαν σύμβολο – θα ταίριαζε για αφίσα χολιγουντιανής ταινίας με τίτλο ίσως ο «Εξολοθρευτής» – και με ακραία, ανατρεπτικά, προκλητικά συνθήματα ο Μιλέι, νεοφιλελεύθερος οικονομολόγος, με αμφίβολες επιστημονικές περγαμηνές, σχολιαστής-πολεμιστής πολιτικών εκπομπών στην τηλεόραση, με έντονη παρουσία – από την εποχή της καραντίνας του κορωνοϊού – στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και περιτριγυρισμένος από καλά συντονισμένες πολυάριθμες ομάδες ινφλουένσερ, χρήση εξωφρενικής γλώσσας, ροκ εν ρολ εμφάνιση, κόμμωση ασυνήθιστη (θυμίζει λίγο Τζόνσον, λίγο Τραμπ) γοήτευσε ένα μεγάλο μέρος της νεολαίας και όχι μόνο, στην οποία συστήθηκε σαν αναρχοκαπιταλιστής!
Άλλο που δεν ήθελε η απολίτικη νεολαία και οι απογοητευμένοι πολίτες…
Η «αναρχία» εξάλλου, η προοπτική της αποδόμησης και της καταστροφής της κάθε υπάρχουσας κατάστασης, πάντα ελκύει και γοητεύει τους νέους – και από μια άποψη καλά κάνει, απλά μετά από την κάθε αποδόμηση πρέπει να προτείνεται και κάποια νέα οικοδόμηση – τους απογοητευμένους και τους μόνιμα θυμωμένους.
Έτσι ο Μιλέι με έντονη ανατρεπτική και προκλητική γλώσσα δηλώνει, ενάντια στο σύστημα, ενάντια στο κράτος, ενάντια στους θεσμούς, ενάντια στις κάστες (πολιτικές, οικονομικές κλπ.), ενάντια στο εθνικό νόμισμα, ενάντια στη κεντρική τράπεζα, ενάντια στο κράτος πρόνοιας, ενάντια στις δημόσιες δαπάνες, με λίγα λόγια ενάντια… στα πάντα που συνέθεταν την πολιτικό σύστημα της χώρας την τελευταία τεσσαρακονταετία.
Οι εναλλαγές στην εξουσία των παραδοσιακών κομμάτων δεν κατάφεραν να δώσουν διέξοδο στα οικονομικά προβλήματα, ο πληθωρισμός τον τελευταίο χρόνο είχε ξεπεράσει το 140% και το 40% του πληθυσμού ήταν κάτω από το επίσημο όριο φτώχειας. Το 1974 μόνο 4% του πληθυσμού θεωρούνταν κάτω του ορίου φτώχειας. Και ο Χαβιέρ Μιλέι κάνοντας τη σύγκριση φωνάζει «Τέρμα στην παρακμή».
Προτείνει την κατάργηση του εθνικού νομίσματος και την αντικατάσταση του από το δολάριο, μέτρα και λύσεις σοκ, διότι όπως δηλώνει δεν υπάρχει θέση στην μετριοπάθεια, στην ηπιότητα, στα ημίμετρα.
Προτείνει την νομιμοποίηση της κατοχής όπλων, την νόμιμη εμπορευματοποίηση των οργάνων του σώματος.
Προτείνει την ιδιωτικοποίηση σχεδόν των πάντων… ένα ακραίο νεοφιλελευθερισμό που μολαταύτα οι Αργεντίνοι γνωρίζουν πολύ καλά γιατί το έζησαν στη δεκαετία του ‘90 με καταστροφικά για αυτούς αποτελέσματα.
Η χρήση της διπλωματικής γλώσσας δεν τον πολυσκοτίζει· δήλωσε με σκληρό τρόπο την διάθεση του για αποστασιοποίηση από την Βραζιλία (χαρακτήρισε τον πρόεδρο Λούλα «διεφθαρμένο κομμουνιστή») και από την κομμουνιστική όπως τη χαρακτήρισε Κίνα, τους δύο βασικότερους εμπορικούς εταίρους της Αργεντινής. Δηλώνει φίλος του Ισραήλ και της Ουκρανίας.
Ο Μιλέι θεωρείται ότι είναι στο ίδιο ιδεολογικό ρεύμα της ακροδεξιάς με το κόμμα VOX της Ισπανίας, την Μελόνι στην Ιταλία, τον Mπολσονάρο στην Βραζιλία· σε πολλούς θυμίζει τον Τραμπ (τουλάχιστον στην ανέμελη κόμμωση), στην εκκεντρικότητα και το θεατρικό φανφαρόνικο στυλ. Μένει βέβαια να δούμε τι θα μπορέσει να πράξει από όλα αυτά που προτείνει, διότι το κόμμα του εξέλεξε μόνο 38 βουλευτές από τους 257 του κοινοβουλίου…
Η πλειοψηφία των χωρών της Λατινικής Αμερικής έχει αριστερές κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια, το μέλλον θα δείξει αν η εκλογή του Μιλέι θα αλλάξει τις ισορροπίες.
Στην Αργεντινή επαναλήφθηκε το σχήμα που λειτουργεί στην Ευρώπη, όπου οι νέες φτωχές μάζες, το καινούργιο «προλεταριάτο» δεν ψηφίζει αριστερά αλλά άκρα δεξιά.
Είναι κι αυτός ένας επιπλέον λαϊκιστής, όπως ο Χοσέ Αντόνιο Κάστ στη Χιλή ή όπως ο Γκέερτ Βίλντερς (ακόμη ένας με κόμμωση αλά Τραμπ, ίδια μαλλιά – ίδια μυαλά;) στην Ολλανδία ο οποίος κέρδισε τις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, επικεφαλής του ακροδεξιού κόμματος;
Οι κοινωνικές κρίσεις οδηγούν τα τελευταία χρόνια την δεξιά της δεξιάς στην εξουσία σε πολλές χώρες του κόσμου και αναδεικνύουν ταυτόχρονα την πλήρη αδυναμία της αριστεράς να προσελκύσει τις φτωχοποιημένες μάζες που παραδοσιακά ανήκαν σε αυτήν η ήλπιζαν στις ιδέες της.
Το ζήτημα δεν είναι αν οι ακροδεξιοί ηγέτες που ανέρχονται στην εξουσία είναι λαϊκιστές αλλά το ότι και οι αριστεροί αντίπαλοι τους είναι στις περισσότερες περιπτώσεις εξίσου λαϊκιστές.
Ο λαϊκισμός δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο της δεξιάς, αλλά και της αριστεράς.
Αυτό που είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο στην περίπτωση της Ολλανδίας είναι ότι η ιστορία και η πορεία αυτής της χώρας είναι συνώνυμο του ανοίγματος στον κόσμο και της ελεύθερης μετακίνησης ανθρώπων, ιδεών και εμπορευμάτων.
Είναι η χώρα-πρόδρομος του παγκόσμιου ναυτιλιακού εμπορίου, ένας Ολλανδός έθεσε τις βάσεις για το διεθνές εμπορικό δίκιο και τις ελεύθερες θαλάσσιες μετακινήσεις.
Ο Γκέερτ Βίλντερς θέλει να κλείσει τα σύνορα της χώρας του και να οργανώσει ένα δημοψήφισμα για την παραμονή ή όχι της Ολλανδίας στην Ευρώπη. Είναι κι αυτός όπως και πολλοί άλλοι ηγέτες της ευρωπαΐκής ακροδεξιάς ενάντια στα μεταναστευτικά ισλαμικά κύματα. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα μπορέσει να υλοποιήσει το πρόγραμμά του και να σχηματίσει μια κυβέρνηση συμμαχώντας με αλλά κόμματα, γιατί δεν έχει την απαραίτητη πλειοψηφία.
Τι έγινε λοιπόν; Οι Ολλανδοί έγιναν και αυτοί με τη σειρά τους ακροδεξιοί ή φασίστες όπως πριν από κάποιους μήνες οι Σουηδοί, όπως οι Ούγγροι, όπως ένα μέρος των Γάλλων όπου η Λεπέν είναι συχνά πρώτο κόμμα, όπως οι Ιταλοί με την Μελόνι;
Δεν το νομίζω.
Οι Ολλανδοί όπως και οι περισσότεροι Ευρωπαίοι είναι στην τεράστια πλειονότητά τους δημοκράτες. Όμως αυτό δεν μπορεί να αναιρέσει το γεγονός ότι σε όλη την Ευρώπη υπάρχει μία ανησυχία και συχνά φόβος σε σχέση με το μεταναστευτικό. Και αυτό που ενοχλεί περισσότερο τους ευρωπαίους δεν είναι ο αριθμός των μεταναστών αλλά ο συνδυασμός της ποσότητας με την διαφορετική κουλτούρα και θρησκεία των μεταναστών που δημιουργεί προβλήματα αφομοίωσης, γιατί οι ίδιοι οι μετανάστες δεν έχουν διάθεση αφομοίωσης.
Ο Ουμπέρτο Έκο έλεγε ότι μία ενδεχόμενη αλλαγή στα ήθη της ευρωπαΐκής ηπείρου δημιουργεί δικαιολογημένους εφιάλτες στο μέσο Ευρωπαίο. Φοβούνται για τον ευρωπαϊκό τρόπο και μοντέλο ζωής που στηρίζεται στο ιδεώδες τρίπτυχο δημοκρατία-ελευθερία-ασφάλεια και το οποίο μια ανεξέλεγκτη ισλαμική μετανάστευση θα μπορούσε να ταρακουνήσει. Και αυτή η διάχυτη αίσθηση στις ευρωπαϊκές χώρες δεν είναι αβάσιμη.
Ο μέσος ευρωπαίος φοβάται μία αντι-αποικιοποίηση γιατί υπάρχει μία ουσιώδης διαφορά ανάμεσα στον έποικο και τον μετανάστη. Ο πρώτος κουβαλάει μαζί με τις αποσκευές του το πρότυπο της κοινωνίας του με σκοπό να το αναπαραγάγει, ενώ ο κλασικός μετανάστης αρκείται στο να αναζητεί μία καλύτερη ζωή σε μία κοινωνία στην οποία πρέπει να προσαρμοστεί.
Πριν από κάποια χρόνια αυτές οι ανησυχίες και τα ερωτήματα θεωρούνταν ότι εκφράζονταν κυρίως από τον χώρο της άκρας δεξιάς, σήμερα είναι ανησυχίες και ερωτήματα όλων σχεδόν των ευρωπαίων οι οποίοι τα εκφράζουν χωρίς προκαταλήψεις και αγκυλώσεις.
Η μη αποδοχή της πραγματικότητας οδηγεί σε αδιέξοδα.
Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες παραμένουν βαθιά δημοκρατικές με απαιτήσεις από την πολιτική εξουσία των κρατών τους, θέλουν δημοκρατία, κοινωνικό κράτος, κοινωνική συναίνεση, ασφάλεια. Και όταν νιώθουν ότι αυτές οι σημαντικές τους κατακτήσεις μπορεί, αν όχι να χαθούν αλλά έστω και να συρρικνωθούν, τότε αντιδρούν.
Όχι ενάντια στον μετανάστη αλλά με τον τρόπο που γίνεται η μετανάστευση.
Νιώθουν ότι το παραδοσιακό ανθρωπιστικό σύνθημα του ευρωπαϊκού πολιτισμού «μπορούμε να ζήσουμε όλοι μαζί» χρειάζεται αναπροσαρμογή χωρίς προκαταλήψεις, όπως σωστά το έθεσε το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Δανίας που βρίσκεται στην εξουσία. «Αν θέλουμε να διατηρήσουμε το υψηλό βιοτικό μας επίπεδο, το κοινωνικό μας κράτος, τους υψηλούς μισθούς, τις παροχές, ο ρυθμός ροής των μεταναστών πρέπει να μειωθεί δραστικά».
Θαρραλέες πολιτικές αποφάσεις χρειάζονται, με συναινέσεις και εμπιστοσύνη στους δημοκρατικούς ευρωπαϊκούς θεσμούς για να μην εμφανιστεί και κάποιος άλλος με ηλεκτρικό πριόνι ή διάφορα άλλα εργαλεία στη γειτονιά μας, στον χώρο μας, στο περιβάλλον μας.
Υπάρχει πάντα και η αισιόδοξη προοπτική· αυτοί οι οποίοι με επιπολαιότητα και περίσσια ευκολία τα επιδεικνύουν και τα χρησιμοποιούν, συχνά αυτοτραυματίζονται…
*Φωτογραφία εξωφύλλου: La Nación, Argentina