Ο Άλεξ Κούτρις αντιλήφθηκε με την άκρη του ματιού του κάποια κίνηση και πήγε να στραφεί προς τα ταμεία, όταν τινάχτηκε στον αέρα από την εκπυρσοκρότηση μιας καραμπίνας. Τα χάλκινα σκάγια διέλυσαν τη σάρκα του προσώπου του και καρφώθηκαν στον λαιμό του. Κατέρρευσε και σωριάστηκε στο πλάι, ενώ το μάγουλο και οι ώμοι του γυάλιζαν από το αίμα. Στα αφτιά του αντηχούσε ένα γυναικείο ουρλιαχτό και σκέφτηκε, γλίτωσα από τους Γιαπωνέζους και θα πεθάνω έτσι για 300 ψωροδολάρια. Έφτυσε κάτι ροζ και παχύ στο πάτωμα.
Τον Αύγουστο του 1955 ένα 14χρονο αγόρι από το Σικάγο έκανε ένα ταξίδι στο δέλτα του Μισισιπή για να επισκεφτεί κάποιους συγγενείς του.
Μια βδομάδα αργότερα ο Emmett Till θα έχανε τη ζωή του μετά από ένα άγριο λυντσάρισμα από μια ομάδα λευκών.
Το έγκλημά του?
Είχε σφυρίξει με θαυμασμό σε μια λευκή κοπέλα.
Τον Ιούλιο του 2014 ο Eric Garner δολοφονείται από αστυνομικούς κατά τη διάρκεια της σύλληψής του στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Ο θάνατός του προήλθε από ασφυξία καθώς οι αστυνομικοί τον είχαν ακινητοποιήσει στο πεζοδρόμιο. Οι τελευταίες του λέξεις είναι I can’t breathe.
Το έγκλημά του?
Πουλούσε χύμα τσιγάρα.
Τα τελευταία λόγια του Garner έγιναν σύνθημα στα χείλη εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Γενικευμένες ταραχές ξέσπασαν σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ. Οι αστέρες του ΝΒΑ εμφανίστηκαν στην προθέρμανση των αγώνων με τις τελευταίες λέξεις του Garner γραμμένες στα μπλουζάκια τους.
I can’t breathe.
Τον Μάιο του 2020 στη Μινεάπολη της Μινεσότα ο George Floyd, ένας μαύρος Αμερικανός, θα πεθάνει στα χέρια των αστυνομικών μετά από έναν έλεγχο.
Το έγκλημά του?
Ένα πλαστό χαρτονόμισμα.
Στις τελευταίες του στιγμές ζητούσε τη μάνα του.
Λίγους μήνες μετά το λυντσάρισμα του Emmett Till, στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα, μια μοδίστρα, η Rosa Parks θα συλληφθεί γιατί αρνήθηκε να παραχωρήσει την θέση της στο λεωφορείο σε κάποιον λευκό.
Η σύλληψη της Parks θα οδηγήσει σε γενικευμένο μποϊκοτάζ στα ΜΜΜ της πόλης από τους μαύρους Αμερικανούς που θα κρατήσει για πάνω από ένα χρόνο.
Τον Νοέμβριο του 1956 ο φυλετικός διαχωρισμός στα ΜΜΜ θα κριθεί αντισυνταγματικός.
Σήμερα, Σάββατο, 4 Φεβρουαρίου, που διαβάζετε αυτό το κείμενο συμπληρώνονται 110 χρόνια από τη γέννηση της Rosa Parks.
Η Φλεγόμενη πόλη είναι ένα βιβλίο που εγώ προσωπικά ίσως δεν θα αγόραζα ποτέ από μόνος μου. Δεν θα με ιντρίγκαρε τίποτα σε αυτό, ούτε το εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης, ούτε η υπόθεση που περιγράφεται στο οπισθόφυλλο, ούτε καν το όνομα του συγγραφέα George Pelecanos που τον θυμόμουν αμυδρά για τη συμμετοχή του στο σενάριο κάποιων επεισοδίων της πολύ καλής και αγαπημένης μου σειράς The Wire. Ευτυχώς όμως έχω πολύ καλούς φίλους που παρακολουθούν τις προσφορές στα διαδικτυακά βιβλιοπωλεία και με ενημερώνουν.
Και ο λόγος που δεν θα με ιντρίγκαρε είναι γιατί όπως και με το Ολοκαύτωμα, η ιστορία που διηγείται δεν είναι κάτι καινούριο. Αλλά επίσης όπως συμβαίνει με το Ολοκαύτωμα, κάθε καινούρια ιστορία, είτε βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, είτε είναι έμπνευση ενός συγγραφέα, πάντα έχει να προσφέρει κάτι.
Και φυσικά πάντα κρύβει και ένα μεγάλο ποσοστό αλήθειας.
Η ιστορίας μας λοιπόν ξεκινάει την άνοιξη του 1959 στην Ουάσινγκτον όπου παρακολουθούμε τους ήρωές μας να παίρνουν τις θέσεις τους. Ο Pelecanos στήνει την αρχή της ιστορίας σαν να στήνει τα κομμάτια σε μια σκακιέρα και δειλά δειλά να αρχίζει να παίζει μια παρτίδα. Η ομοιότητα με την σκακιέρα είναι πως και εδώ έχουμε να κάνουμε με μαύρους και άσπρους κατά κύριο λόγο. Η διαφορά είναι πως πολλές φορές τα πράγματα στη ζωή δεν είναι απαραίτητα μαύρα ή άσπρα.
Ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου είναι ο Derek Strange, ένα 12χρονο μαύρο αγόρι που ονειρεύεται να γίνει αστυνομικός. Γύρω από τον Derek και την οικογένειά του, πλέκεται ένας ιστός από διάφορες ιστορίες, γειτόνων, φίλων, συγγενών, μπάτσων, που φτιάχνει ένα μικρόκοσμο όπου όλα έχουν τη σημασία τους. Το χρώμα του δέρματός σου, το τι αμάξι οδηγάς, το τι δουλειά κάνεις, το τι μουσική ακούς. Όλα αυτά σε τοποθετούν σε κουτάκια. Το πρόβλημα με τα κουτάκια είναι πως πολλές φορές μπαίνουν το ένα στο άλλο. Και υπάρχουν εκατομμύρια τρόποι για να παγιδευτείς σε ένα κουτάκι, μέσα σε ένα άλλο κουτάκι, μέσα σε ένα άλλο κουτάκι. Και στο τέλος να μην ξέρεις που είναι η έξοδος.
Και που είναι ο εαυτός σου. Ο πραγματικός σου εαυτός. Αν υποθέσουμε ότι υπάρχει μόνο ένας.
Αφού στηθούν τα κομμάτια μεταφερόμαστε στην άνοιξη του 1968.
Ο Derek, 21 ετών πλέον, είναι νεοσύλλεκτος στην αστυνομία. Νιώθει όμως να πατάει σε δύο βάρκες. Φοράει την στολή του εχθρού της φυλής του. Η αστυνομία και η δικαιοσύνη δεν ήταν ποτέ με το μέρος των μαύρων αδερφών.
Τον Ιούνιο του 1966 ο Rubin “Hurricane” Carter και ο John Artis συνελήφθησαν κατηγορούμενοι για μια τριπλή ανθρωποκτονία που είχε γίνει νωρίτερα εκείνο το βράδυ. Παρότι δεν υπήρχαν ατράνταχτες αποδείξεις για την ενοχή τους οι δύο άντρες καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη. Και οι δώδεκα ένορκοι της υπόθεσης ήταν λευκοί.
Η υπόθεση του Carter τράβηξε πολλή δημοσιότητα πάνω της. Ο Bob Dylan έγραψε το γνωστό τραγούδι του Hurricane, έγιναν μαζικές διαδηλώσεις. Το 1999 γυρίστηκε και μια ταινία βασισμένη στη ζωή του με πρωταγωνιστή τον Denzel Washington.
Ο Carter αποφυλακίστηκε το 1985.
Πέθανε το 2014.
Ο Artis αποφυλακίστηκε το 1981.
Ξαναμπήκε φυλακή για μια υπόθεση ναρκωτικών.
Πέθανε τον Νοέμβρη του 2021.
Η δεκαετία του ’60 όμως σημαδεύτηκε και από κάτι ακόμα, πέρα από τις διακρίσεις εις βάρος των μαύρων Αμερικανών.
Από τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Το 1960 ο 18χρονος τότε Muhammad Ali, κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης. Τότε ονομάζεται ακόμα Cassius Clay, ένα όνομα που θα απαρνηθεί το 1964.
Το 1966 θα αρνηθεί να υπηρετήσει στον στρατό και να σταλεί στο Βιετνάμ.
Why should they ask me to put on a uniform and go ten thousand miles from home and drop bombs and bullets on brown people in Vietnam while so-called Negro people in Louisville are treated like dogs and denied simple human rights?
Καταδικάστηκε σε φυλάκιση, του αφαιρέθηκαν οι τίτλοι που είχε κατακτήσει, ενώ δεν αγωνίστηκε ξανά για πάνω από τέσσερα χρόνια.
Ο Ali έγινε σύμβολο του αγώνα για τα δικαιώματα των μαύρων και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ένας άλλος υπέρμαχος των δικαιωμάτων των μαύρων, ο ακτιβιστής και ιερέας του Ισλάμ Malcolm X, θα δολοφονηθεί τον Φεβρουάριο του 1965 στη Νέα Υόρκη από μέλη του Έθνους του Ισλάμ. Η ριζοσπαστικότητά του τον έφερε σε ρήξη με πολλούς υποστηρικτές του και σε αντιπαράθεση με την πολιτική της μη-βίας που εξέφραζε ο άλλος μεγάλος πολιτικός ακτιβιστής της εποχής, ο Martin Luther King.
16 Οκτωβρίου 1968.
Πόλη του Μεξικού.
19οι Σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες.
Τελετή απονομής των 200 μέτρων.
Ο χρυσός ολυμπιονίκης, και κάτοχος του παγκοσμίου ρεκόρ με χρόνο 19″.83, Tommie Smith, και ο χάλκινος ολυμπιονίκης, John Carlos, μέλη και οι δύο της ομάδας στίβου των Ηνωμένων Πολιτειών, υψώνουν τις γροθιές τους, ντυμένες με μαύρα, δερμάτινα γάντια, την ώρα που ακούγεται προς τιμήν τους ο ύμνος των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι δύο δρομείς παρέλαβαν τα μετάλλιά τους ξυπόλυτοι, φορώντας μαύρες κάλτσες, δηλώνοντας έτσι την φτώχεια των μαύρων της Αμερικής. Ο αργυρός ολυμπιονίκης, ο Αυστραλός Peter Norman, ήταν αυτός που νωρίτερα τους είχε προτείνει να μοιραστούν το ζευγάρι γάντια του Smith, αφού ο Carlos είχε ξεχάσει τα δικά του. Και οι τρεις δρομείς φορούσαν αυτοκόλλητα της οργάνωσης Ολυμπιακό Σχέδιο Για Τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Olympic Project For Human Rights). Οι δύο Αμερικανοί δρομείς, λίγο πριν βγουν στο στάδιο για την απονομή, ρώτησαν τον συναθλητή τους αν πιστεύει στα ανθρώπινα δικαιώματα, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να μάθουν τη γνώμη του για την διαμαρτυρία τους. Εκείνος τους απάντησε θετικά προσθέτοντας Είμαι στο πλευρό σας… Μετά την απονομή οι δύο Αμερικανοί δρομείς αποβλήθηκαν από την ομάδα των Ηνωμένων Πολιτειών, κάτω από τις πιέσεις και τις απειλές του προέδρου της Ολυμπιακής Επιτροπής για αποκλεισμό ολόκληρης της ομάδας στίβου από τους αγώνες.
Δεν συμμετείχαν ποτέ ξανά σε Ολυμπιακούς Αγώνες.
Και οι τρεις αθλητές γυρίζοντας στις πατρίδες τους αντιμετωπίστηκαν άσχημα από τα μέσα ενημέρωσης και την κοινωνία. Αντιμετώπισαν προβλήματα στην καριέρα τους και στην προσωπική τους ζωή, δεχόμενοι ακόμα και απειλές κατά της ζωής τους. Η εφημερίδα Los Angeles Times τους κατηγόρησε για ναζιστικό χαιρετισμό. Ο Smith συνέχισε την καριέρα του παίζοντας ράγκμπυ πριν αναλάβει χρέη βοηθού καθηγητή φυσικής αγωγής στο κολλέγιο του Oberlin. Εργάστηκε σαν βοηθός προπονητής στην ομάδα στίβου των Ηνωμένων Πολιτειών για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Κλειστού Στίβου το 1995 στην Βαρκελώνη. Το 1999 βραβεύτηκε ως ο Αθλητής Της Χιλιετίας. Ασχολείται ακόμα με την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο Carlos συνέχισε για λίγο καιρό την καριέρα του στον στίβο, και μετά ακολούθησε κι αυτός μια σύντομη καριέρα στο ράγκμπυ, μέχρι που ένας σοβαρός τραυματισμός στο γόνατο τερμάτισε την αγωνιστική του σταδιοδρομία. Έκανε δουλειές του ποδαριού για να θρέψει τα 4 παιδιά του, και έχασε την γυναίκα του, που αυτοκτόνησε, το 1977. Ο Peter Norman δεν συμμετείχε ξανά σε Ολυμπιακούς Αγώνες, αν και συνέχισε να τρέχει μέχρι το 1985, όταν μετά από έναν τραυματισμό στον αχίλλειο τένοντα έπαθε γάγγραινα και κόντεψε να χάσει το πόδι του. Μετά από αυτό το περιστατικό υπέφερε από βαριά κατάθλιψη και σοβαρό πρόβλημα αλκοολισμού.
Πέθανε στις 3 Οκτωβρίου του 2006. Στην κηδεία του οι δύο αθλητές, με τους οποίους μοιράστηκε εκείνο το ιστορικό βάθρο, σήκωσαν στους ώμους τους το φέρετρο με τη σωρό του.
Ο Dr. King δεν έζησε για να δει αυτή την απονομή, μια από τις σημαντικότερες στιγμές του αθλητισμού του 20ου αιώνα.
Δολοφονήθηκε λίγους μήνες νωρίτερα, τον Απρίλιο, στο Μέμφις. Μετά την δολοφονία του ξέσπασαν ταραχές σε πολλές μεγάλες πόλεις, ανάμεσά τους και η Ουάσιγκτον. Με αυτή την εξέγερση των μαύρων Αμερικανών τελειώνει το βιβλίο του Pelecanos.
Όσο η παρτίδα προχωράει προς το τέλος της τα κομμάτια παίρνουν τις τελικές τους θέσεις πριν εξαπολύσουν την επίθεσή τους. Η παρτίδα μοιάζει με καζάνι που βράζει. Το μίσος εκατέρωθεν είναι τεράστιο. Οι λευκοί δεν θέλουν να αφήσουν τα προνόμιά τους. Θεωρούν πως οι μαύροι είναι καλοί μόνο για να παίζουν μπάσκετ και να τραγουδάνε. Οι μαύροι από την άλλη ζούνε καταπιεσμένοι για χρόνια σε μια περίεργη επισφάλεια. Οι περισσότεροι φεύγοντας από το σπίτι τους δεν ξέρουν αν θα ξαναγυρίσουν.
Στις 4 Δεκεμβρίου του 2015 ο καθηγητής Steve Locke υποβλήθηκε σε αστυνομικό έλεγχο πηγαίνοντας στη δουλειά του.
Η αστυνομία τον πλησίασε στο πάρκινγκ όπου είχε αφήσει το αυτοκίνητό του πηγαίνοντας να πάρει ένα μπουρίτο.
Σύμφωνα με τους αστυνομικούς ταίριαζε στην περιγραφή ενός άντρα που λίγη ώρα πιο πριν είχε επιχειρήσει μια διάρρηξη στην περιοχή.
Κάτω από τον τίτλο I fit the description ο Locke περιγράφει στο προσωπικό του μπλογκ την εμπειρία του από εκείνη την ημέρα. Σε κάποιο σημείο, όταν οι αστυνομικοί του ζήτησαν να τους ακολουθήσει στο περιπολικό για να προχωρήσουν σε αναγνώριση, γράφει ότι πίστεψε ότι εκείνη την μέρα θα πεθάνει.
I was not going to let them take me anywhere because if they did, the chance I was going to be accused of something I did not do rose exponentiall.
Όση ώρα οι αστυνομικοί τον είχαν όρθιο και περικυκλωμένο στο πάρκινγκ ξεκίνησε να μαζεύεται κόσμος. Στο βάθος του πάρκινγκ εμφανίστηκε μια μικροκαμωμένη γυναίκα με ένα κόκκινο παλτό. Ο Locke γράφει ότι έστρεψε την προσοχή του σε αυτή τη γυναίκα προσπαθώντας να ρίξει τους παλμούς του και να παραμείνει ήρεμος, προσευχόμενος μέσα του να μην φύγει η γυναίκα.
I noticed a black woman further down the block. She was small and concerned. She was watching what was going on. I focused on her red coat. I slowed my breathing. I looked at her from time to time.
I thought: Don’t leave, sister. Please don’t leave.
Όλη την υπόλοιπη μέρα ο Locke ήταν αναστατωμένος.
Σκεφτόταν πως τίποτα δεν μετρούσε για την αστυνομία, το ότι τους είπε πως δεν είναι ο άνθρωπος που ψάχνουν, το ακριβό παλτό του, η ταυτότητα που κρεμόταν στον λαιμό του, ο one of a kind σκούφος που του είχε πλέξει μια φίλη. Τίποτα.
Nothing I am, nothing I do, nothing I have means anything because I fit the description.
Διαβάζοντας το βιβλίο του Pelecanos μεταφέρθηκα σε εκείνη την εποχή.
Είδα τα φανταχτερά αμερικάνικα αυτοκίνητα να γυρνοβολάνε στους δρόμους της Ουάσιγκτον, άκουσα τα τραγούδια της εποχής, είδα τα πάρτι, ένιωσα την αναταραχή, την αβεβαιότητα μέσα στην οποία ζούσαν οι μαύροι Αμερικανοί, βίωσα την ατμόσφαιρα των γκετοποιημένων περιοχών, έζησα πραγματικά για μερικές μέρες σε εκείνη την εποχή.
Αλλά το θέμα είναι πως εκείνη η εποχή δεν έχει τελειώσει.
Πριν από μερικές μέρες στο Μέμφις μια ομάδα πέντε μαύρων αστυνομικών σταμάτησε για επικίνδυνη οδήγηση τον 29χρονο Tyre Nicolls. Προσπάθησαν να τον ακινητοποιήσουν χρησιμοποιώντας σπρέι πιπεριού και ένα τέηζερ. Ο Nicolls ξέφυγε από τον κλοιό τους, τον έπιασαν εκ νέου και τον ξυλοκόπησαν άγρια.
Ο Nicolls πέθανε τρεις μέρες αργότερα στο νοσοκομείο.
Την εβδομάδα που μας πέρασε η Ilhan Abdullahi Omar, μέλος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων στην Βουλή των Αντιπροσώπων εκδιώχθηκε από την Επιτροπή με τις ψήφους της πλειοψηφίας των Ρεπουμπλικάνων, με την αιτιολογία ότι δεν έχει την αμεροληψία που απαιτείται από έναν/μία βουλευτή, επικαλούμενοι την σκληρή της στάση απέναντι στην πολιτική εποικισμού των κυβερνήσεων του Ισραήλ.
Η Omar, η οποία είναι μουσουλμάνα από την Σομαλία, και η οποία έχει βιώσει ως παιδί τον εμφύλιο πόλεμο που μαίνεται στη χώρα της εξέφρασε την άποψη ότι στην διαρκή διαμάχη ανάμεσα στο κράτος του Ισραήλ και τον Παλαιστινιακό λαό, έχουμε μία κατάσταση που παρόλο που και οι δύο πλευρές χρησιμοποιούν την βία ως όχημα επίλυσης των μεταξύ τους διαφορών, η βασική διαφορά είναι πως από τη μία έχουμε ένα κράτος, και από την άλλη έναν φτωχό λαό που ζει ουσιαστικά σε μια φυλακή για δεκαετίες.
But we must speak out truthfully and forcefully about the seeds of this conflict, and about what is happening there today. And the truth is that this not a conflict between two states. It is not a civil war. It is a conflict where one country, funded and supported by the United States government, continues an illegal military occupation over another group of people. This is not my description of it. This is the description of conservative Israeli leader Ariel Sharon who in 2003 said—quote—’To hold 3.5 million Palestinians under occupation is, in my opinion, a very bad thing for us and for them. It is occupation,’ he said ‘you might not like this word, but it’s really an occupation.’
Η καταπίεση των φτωχότερων στρωμάτων του πληθυσμού δεν είναι κάτι καινούριο, ούτε οι ΗΠΑ έχουν το μονοπώλιο τέτοιων πρακτικών. Η ανασφάλεια όμως που νιώθουν οι μαύροι κυρίως, και σε μικρότερο βαθμό και άλλες φυλετικές ομάδες, είναι τρομακτική. Ανεξάρτητα από το μορφωτικό επίπεδο, την εμφάνιση, την περιοχή στην οποία ζούνε, δουλεύουν και κινούνται, οι μαύροι Αμερικανοί ακόμα και σήμερα, 55 χρόνια μετά την δολοφονία του Martin Luther King, αντιμετωπίζονται ως πολίτες δεύτερης διαλογής, και σε πολλές περιπτώσεις ως εκ γενετής εγκληματίες.
Σήμερα που γράφεται αυτό το κείμενο είναι Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου.
Μια τέτοια μέρα σαν σήμερα το 1959 το αεροπλάνο που μετέφερε τους σταρ της rock’n’roll Buddy Holly, Ritchie Valens και Jiles Perry Richardson έπεσε στην Αιόβα παρασύροντας στον θάνατο τους τρεις μουσικούς και τον πιλότο.
Δώδεκα χρόνια αργότερα ο Don McLean θα γράψει το τραγούδι American Pie στο οποίο θα αναφερθεί σε αυτή τη μέρα ως η ημέρα που πέθανε η μουσική (the day the music died). Στο τραγούδι του ο McLean θα περιγράψει τον θάνατο του αμερικανικού ονείρου που τη δεκαετία του 1960 δέχτηκε απανωτά πλήγματα, με μεγαλύτερο φυσικά τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Η δεκαετία αυτή ήταν κομβική για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όχι μόνο στις ΗΠΑ, αλλά και σε όλον τον κόσμο. Η αλήθεια είναι πως τα τελευταία χρόνια με την άνοδο συντηρητικών κυβερνήσεων αλλά και την άνοδο του κινήματος της alt-right σε παγκόσμιο επίπεδο, βιώνουμε έναν σκοταδισμό που δεν έχει προηγούμενο. Κεκτημένα περασμένων δεκαετιών τίθενται υπό αμφισβήτηση. Η αστυνομοκρατία εντείνεται, η μισαλλοδοξία και ο ρατσισμός κυριαρχούν στον δημόσιο λόγο.
Το δίλημμα του Derek Strange είναι υπαρκτό όχι μόνο ανάμεσα στους μαύρους Αμερικανούς. Πρώτα μαύρος και μετά αστυνομικός? Πρώτα η φυλή και μετά το καθήκον? Υπάρχει ανάγκη για αυτό τον διαχωρισμό? Υπάρχει ανάγκη για τον οποιονδήποτε διαχωρισμό? Δεν μπορούμε άραγε να ζήσουμε όλοι μαζί, αν όχι αγαπημένοι, τουλάχιστον ανεκτικά?
Στο κάτω κάτω της γραφής όλοι κάτω από τον ίδιο ουρανό ζούμε, τον ίδιο αέρα αναπνέουμε, μια γυναίκα μας κουβαλούσε για εννιά μήνες στο σώμα της και μας έφερε σε αυτόν τον κόσμο.
Ο Κούτρις σήκωσε το βλέμμα και είδε τον μεγαλόσωμο λευκό άντρα να τον σημαδεύει με την καραμπίνα στο πρόσωπο, είδε το δάχτυλο του άντρα να πιέζει τη μία απ’ τις δύο σκανδάλες στη μέσα μεριά του προφυλακτήρα και έκλεισε τα μάτια κι είδε φωτιά και τη μάνα του και το απόλυτο κενό.